Με 229 «ναι» από τα κόμματα της συγκυβέρνησης, τη ΝΔ,
το Ποτάμι και το ΠΑΣΟΚ, έναντι 64 «όχι», πέρασε από την Ολομέλεια της Βουλής το
πρώτο νομοσχέδιο με τα προαπαιτούμενα μέτρα της συμφωνίας. Σημαντικές διαφοροποιήσεις
υπήρξαν στο ΣΥΡΙΖΑ, αφού 32 βουλευτές είπαν «όχι» (μεταξύ των οποίων τρεις
υπουργοί) και 6 «παρών», ενώ μία βουλευτής απουσίαζε.
Η λιγόλογη αυτή περιγραφή αδυνατεί ασφαλώς να αποδώσει
την ιστορικών διαστάσεων συνεδρίαση του ελληνικού κοινοβουλίου της 15ης Ιούλη
του 2015. Αδυνατεί να περιγράψει την αμηχανία ενός λαού, που εμβρόντητος
παρακολουθούσε στις οθόνες του να θρυμματίζονται με ταχύτητα φωτός οι ελπίδες
που επένδυσε για ένα καλύτερο αύριο, για να βγει από την κινούμενη άμμο των
μνημονίων και της βάρβαρης λιτότητας, της απελπισίας και του αόρατου μέλλοντος.
Αδυνατεί να περιγράψει την
απογοήτευση των δεκάδων χιλιάδων αριστερών, που παρακολουθούσαν μια ραγδαία
μετάλλαξη της κυβέρνησης, μέσω της οποίας, μετά από χρόνων αγώνες και θυσίες,
κατάφεραν να ζωγραφίσουν το πρώτο χνάρι τους για την πραγματοποίηση της
ουτοπίας τους.
Μέσα στη γενικότερη αμηχανία που επικρατεί, θάθελα να
αναφερθώ σε δυο τρία ζητήματα:
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έδωσε μια σκληρή μάχη επί
πεντέμισι μήνες, απέναντι στα ισχυρά ιερατεία της Ε.Ε., του ΔΝΤ, της ΕΚΤ.
Κανείς δε μπορεί να το υποτιμήσει αυτό, καθώς και τις θετικές επιπτώσεις της
μάχης αυτής σε σχέση με τη διεθνοποίηση του ζητήματος του χρέους, της
ανθρωπιστικής κρίσης που επέφεραν τα μνημόνια στη χώρα μας κτλ. κτλ. Όμως, ακριβώς
την επομένη της ομιλίας του Πρωθυπουργού στη Σύνοδο Κορυφής, η οποία κάθε άλλο
παρά προϊδέαζε για συνθηκολόγηση, έγινε μια στροφή 180 μοιρών, οδηγηθήκαμε σε
μια άτακτη υποχώρηση, η οποία σοκάρισε την ελληνική κοινωνία και τα μέλη του
ΣΥΡΙΖΑ.
Η μεταστροφή του ΣΥΡΙΖΑ από αριστερό
κόμμα σε κόμμα που εφαρμόζει σκληρή νεοφιλελεύθερη πολιτική, και μάλιστα σε μια
καθημαγμένη κοινωνία, έγινε σχεδόν σε μηδενικό χρόνο, χωρίς να δώσει στα μέλη
του την παραμικρή δυνατότητα έστω και στοιχειώδους συζήτησης στο εσωτερικό του
κόμματος, έστω και στοιχειώδους αντίδρασης. Η συζήτηση αυτή επιδιώκεται τώρα να
γίνει συντεταγμένα, τουλάχιστον σε επίπεδο Κ.Ε., μετά από κατάθεση κειμένου με
υπογραφές πάνω από το 50% των μελών του.
Δε γνωρίζω αν ιστορικά υπήρξε μια τόσο βίαιη ωρίμανση
(για να θυμηθούμε και δήλωση κορυφαίου στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ) σε κομματικό
οργανισμό όσο αυτή, η οποία βέβαια, μένει να δούμε αν θα γίνει αποδεκτή από τα
μέλη του κόμματος ή όχι. Καταδεικνύει όμως, πως σε συνθήκες οικονομικής κρίσης
με επικράτηση του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, σε περίπτωση διακυβέρνησης μιας
χώρας από αριστερό κόμμα ή θα υπάρξει μεγάλη σύγκρουση με το σύστημα ή με
συνοπτικές διαδικασίες θα επιχειρηθεί και θα επιβληθεί αφομοίωση και μετάλλαξη
του κόμματος και της κυβέρνησής του. Η πολιτική διαδρομή που έκανε το ΠΑΣΟΚ ως
κυβέρνηση, όπου η πολιτική του διολίσθηση επήλθε σταδιακά σε βάθος χρόνου,
είναι φανερό πως στις συνθήκες που ζούμε δεν υπάρχει καν ως δυνατότητα (όχι πως
θα την επιθυμούσαμε).
Η υποχώρηση της κυβέρνησης απέναντι στο διευθυντήριο
της Ε.Ε. οδήγησε και σε μια, κατά τη γνώμη μου, μεγάλη αντίφαση. Την ίδια
στιγμή που η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού ριζοσπαστικοποιείται,
όπως φαίνεται από τη συγκλονιστική συγκέντρωση στο Σύνταγμα το βράδυ της
Παρασκευής και το ηρωικό ΟΧΙ του 62%, το πολιτικό σύστημα συντηρητικοποιείται.
Αυτό το χάσμα μεταξύ κοινωνίας έτοιμης να κάνει τη μεγάλη ρήξη και πολιτικών
σχηματισμών που στη συντριπτική τους πλειοψηφία ψηφίζουν μνημόνια λιτότητας στη
Βουλή, είναι ένα εξάμβλωμα της ιστορίας που πρέπει να βρει τη λύση του.
Εάν η κυβέρνηση δεν αλλάξει πολιτική κατεύθυνση έστω
και την ύστατη στιγμή, ο ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς τη θέλησή του προφανώς, θα συνεισφέρει
στη μεγαλύτερη επιτυχία του συστήματος. Να έχει μετατρέψει τη συντριπτική
πλειοψηφία της Βουλής σε μηχανισμό επιβολής των μνημονίων, με μοναδικά μη
μνημονιακά κόμματα, σύμφωνα με τον πολιτικό χάρτη της εκλογικής διαδικασίας του
Γενάρη 2015, το ΚΚΕ και τη ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ. Και τούτο, γιατί όσο και να θέλουν
(γιατί πιστεύω ότι θέλουν) και όσο και να διακηρύσσουν ηγετικά στελέχη του
ΣΥΡΙΖΑ ότι θα επιδιώξουν σθεναρά να υπάρχει κοινωνικό πρόσημο στου νόμους και
να παίρνουν μέτρα κοινωνικής στήριξης, αυτό θα αποδειχθεί πολιτική φενάκη, αφού
ήδη έχουν συμφωνήσει και αποδεχθεί πως η τρόικα θα επανέλθει στα υπουργεία ως
ελεγκτικός μηχανισμός, και κυρίως, πως τα νομοσχέδια θα κατατίθενται στη Βουλή
ΑΦΟΥ συμφωνηθούν με την τρόικα. Άρα, περιθώρια «δραπέτευσης» δεν υπάρχουν, ούτε
λοιπόν και περιθώρια διαφορετικής, έστω και στα σημεία, πολιτικής.
Με την κατάσταση αυτή στο κοινοβουλευτικό σύστημα, όσο
–αναπόφευκτα λόγω και τρίτου μνημονίου- θα υποθηκεύεται η ζωή των πολιτών, δεν
είναι καθόλου απίθανο, να αναδειχθεί ως ισχυρός εκφραστής της αντιμνημονιακής
πολιτικής η ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ, με ότι αυτό συνεπάγεται για το κίνημα, την κατάσταση
στην ελληνική κοινωνία, τη δυνατότητα απεγκλωβισμού από τα μνημόνια, και κυρίως
για τη δημοκρατία. Γι αυτό, κατά τη γνώμη μου, είναι ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ η παραμονή και
παρουσία στη Βουλή των 39 βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ που δεν ψήφισαν το πρώτο
νομοσχέδιο, και δεν θα ψηφίσουν μνημονιακούς νόμους, για να υπάρχει η αριστερή
αντιμνημονιακή έκφραση του λαού στη Βουλή (με την έννοια ότι το ΚΚΕ έχει
αποδειχθεί πως δε μπορεί δυστυχώς να εκφράσει πέραν του εκλογικού ποσοστού
του), και κυρίως για να υπάρχει μια ουσιαστική πρόταση εξόδου από την κρίση,
την οποία έχει καταθέσει εδώ και χρόνια στα συνέδρια, στην Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ,
αλλά εν μέρει και στην κοινωνία, η Αριστερή Πλατφόρμα.
Πώς πορευόμαστε από δω και πέρα; Δύσκολο να το
απαντήσει κάποιος, δεδομένου ότι τόσο κακοφορμισμένη πολιτική κατάσταση δεν
υπήρξε, μετά τη μεταπολίτευση τουλάχιστον, για να αντλήσουμε εμπειρίες.
Μερικές σκέψεις:
Η μόνη ρεαλιστική και εφαρμόσιμη άμεσα λύση, έστω και
αυτήν τη στιγμή, στο και πέντε δηλαδή, είναι να κάνει την ιστορικά αναγκαία
στροφή η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και να αρνηθεί να προχωρήσει στο δεύτερο νομοσχέδιο,
ισχυριζόμενη ότι δε μπορεί να βυθίσει άλλο την κοινωνία αυτής της χώρας στην
εξαθλίωση και στον εξευτελισμό. Αυτό προφανώς σημαίνει σύγκρουση με την Ε.Ε.,
το ΔΝΤ και την ΕΚΤ, που πιθανόν να μας οδηγήσει και σε έξοδο από την ευρωζώνη,
αλλά, όπως έγραψε και ο Πολ Κρούγκμαν, ένα μεγάλο μέρος από τις συνέπειες της
εξόδου από την ευρωζώνη τις υπέστη ο ελληνικός λαός, καλό θα είναι να
οικειοποιηθεί και τα ωφελήματα. Η πολιτική αυτή στροφή καλό θα είναι να γίνει
τώρα, όσο ακόμη ο Πρωθυπουργός και η κυβέρνηση τυγχάνουν ευρείας λαϊκής
στήριξης.
Σε ότι αφορά στο κόμμα, νομίζω πως είναι θετική
εξέλιξη το κείμενο των 109 μελών της Κ.Ε., αλλά κυρίως οι αποφάσεις πολλών, και
κυρίως μεγάλων νομαρχιακών επιτροπών, οι οποίες στηρίζουν τις αποφάσεις του
κόμματος, και ζητούν να μην εφαρμοστούν μνημονιακές πολιτικές. Ο ΣΥΡΙΖΑ, τα
μέλη δηλαδή αυτού του κόμματος, είναι ο μοναδικός και κρίσιμος θεματοφύλακας
των αποφάσεών του. Ένας γόνιμος εσωτερικός διάλογος, άμεσα, σε όλο το φάσμα του
κόμματος, και κυρίως στη βάση του, εφόσον καταλήξει σε απόρριψη των μνημονιακών
πολιτικών, κόντρα στους εκβιασμούς της Ε.Ε., και πιστεύω πως μόνον εκεί μπορεί
να καταλήξει με βάση την ιστορία του ΣΥΡΙΖΑ, τις μέχρι σήμερα πολιτικές
αποφάσεις του, την πολιτική διαδρομή της συντριπτικής πλειοψηφίας των μελών του
και τις απόψεις της νεολαίας του, θα αποτελέσει μεγάλη λύτρωση για τον κόσμο
του ΣΥΡΙΖΑ, και για την κοινωνία, γιατί θα παραμείνει ο σταθερά
προσανατολισμένος πολιτικός σχηματισμός που αντιπαλεύει τα μνημόνια, τις
νεοφιλελεύθερες πολιτικές, επιδιώκει τον κοινωνικό μετασχηματισμό, και, επειδή
είναι και ριζοσπαστικός, πιστεύει και δε φοβάται τις συγκρούσεις. Αυτή βεβαίως
η απόφασή του, θα πρέπει να υλοποιηθεί άμεσα από την κυβέρνηση, αλλιώς θα
υπάρξει μεγάλο χάσμα ανάμεσα σε κόμμα και κυβέρνηση, με άγνωστες συνέπειες.
Υπάρχει βέβαια πάντα ο λαϊκός παράγοντας, καθοριστικής
σημασίας για την κίνηση της ιστορίας, ο οποίος με τη δυναμική και τους αγώνες
του, χωρίς απογοητεύσεις και υπαναχωρήσεις, μπορεί να επιβάλει την πολιτική που
του αρμόζει και δεν τον εξαθλιώνει. Η ισχυρή διάθεσή του για αγώνες, όπως
πρόσφατα εκφράστηκε, είναι η βάσιμη ελπίδα μας για ένα καλύτερο αύριο.
Υ.Γ. Η τοποθέτηση
του πρωθυπουργού προς κομματικά στελέχη πως: «Προσωπικά δεν δύναμαι να επιτρέψω
σε κανένα, μετά τα όσα πέρασα 6 μήνες, να θεωρεί ότι έχει ισχυρότερο δίλημμα
συνείδησης έναντι των κοινών μας αρχών, αξιών, θέσεων και ιδεολογικών
αναφορών», νομίζω πως μάλλον άκομψη είναι και δε συνιστά πολιτική στάση. Το
ζήτημα δεν είναι ηθικοπλαστικό, δε μπορεί δηλαδή να ψηφίζεις μνημόνια στη βάση
του πόσο ισχυρό δίλημμα συνείδησης έχεις με βάση τις προσπάθειες που κατέβαλες,
αλλά στη βάση του πόσο αυτή η πολιτική είναι βιώσιμη, εξυπηρετεί ή όχι τα
συμφέροντα του λαού, καταστρέφει ή όχι μια κοινωνία, οδηγεί ή όχι στο
στρατηγικό μας στόχο που είναι η απελευθέρωση των υποτελών τάξεων και όχι το
αλυσοδέσιμό τους, και κυρίως πόσο εκτιμάς ότι είσαι διατεθειμένος, παίρνοντας
το βάρος και της πιθανής αποτυχίας, να συγκρουστείς γι αυτές τις θέσεις σου ή
να βαφτίσεις τα μνημόνια μεταρρυθμίσεις. Γιατί, όπως φαίνεται πια από τα
πράγματα, αυτή η Ε.Ε. ούτε μεταρρυθμίζεται, ούτε φτιασιδώνεται. Μόνον
ανατρέπεται.
Της ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ ΣΟΥΛΤΑΝΙΔΟΥ