του Παναγιώτη Φλωρίδη.
Tριανταένα
χρόνια πέρασαν από τότε που ο μοναδικός Θόδωρος
Αγγελόπουλος πρόσφερε στην Τέχνη και την Ανθρωπότητα το αριστούργημα με τον
τίτλο «Ταξίδι στα Κύθηρα».
Η σκηνή της
φωτογραφίας θα μείνει χαραγμένη στη συλλογική Μνήμη στον αιώνα του άπαντα. Δεν
την αφήνει να σβηστεί και την κάνει ακόμη πιο έντονα ανεξίτηλη, η
επανάληψη, με δραματικότερο τρόπο, αυτού που συγκλονιστικά αντιπροσωπεύει.
Ο Μάνος Κατράκης ήταν ο πολιτικός πρόσφυγας, ο ηττημένος του
Εμφυλίου που έφυγε για το Ανατολικό Μπλοκ. Η πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα του
επέτρεψε τον επαναπατρισμό. Ούτε και τότε όμως η “επίσημη” Πολιτεία ήταν έτοιμη
να δεχθεί κυνηγημένους.
Οι “Αρχές” δεν
μπορούσαν να επιτρέψουν την είσοδο σε κάποιον “αχαρτογράφητο”. Και ο
κυνηγημένος πάνω σε μια σχεδία προωθήθηκε στα Διεθνή Υδατα. Μετέωρος, μόνος,
ακυβέρνητος. Μέχρι να «διευθετηθεί» η υπόθεσή του, θα ζούσε με τις αναμνήσεις
μιας ουτοπικής επανάστασης και την πίκρα μιας Υπαρκτής απογοήτευσης.
Εκτοτε, αυτή τη σκηνή στοιχειώνει εκατομμύρια ανθρώπους σ’ όλο τον
κόσμο. Ανθρώπους που πέφτουν στη θάλασσα, εντελώς απαράσκευοι, για ένα ταξίδι
χωρίς Ιθάκη. Για ένα ταξίδι χωρίς τέλος. Από τη σοσιαλιστική Κούβα μέχρι την…
μη σοσιαλιστική πια Αλβανία και μέχρι την φυλαρχοκρατούμενη Σομαλία, οι
άνθρωποι φεύγουν γενικώς. Με μια βάρκα, με μια σχεδία, με ένα
σαπιοκάραβο, οι σύγχρονοι “απόγονοι” του Οδυσσέα ρίχνονται στη
θάλασσα για το πουθενά. Και από δίπλα πάντα ο αδίστακτος δουλέμπορος ο
ανάλγητος «καπετάνιος» και στο τέλος το «κράτος».
Τα τελευταία χρόνια φεύγουν οι Σύριοι. Ηδη τα τέσσερα από τα
22 εκατομμύρια έχουν εγκαταλείψει μια από τις πλέον ιστορικές κοιτίδες της
παγκόσμιας ιστορίας. Και οι Σύριοι, μέσω μιας άλλης, εξ ίσου ιστορικής
περιοχής, προσπαθούν να φτάσουν στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη. Οι Σύριοι
περνούν απ' την Ελλάδα. Οπου έμελλε «να τα δουν» όλα. Από τα σάντουιτς
των πέντε ευρώ, το νερό των τριών ευρώ, και το ροδάκινο του ενός ευρώ έκαστον.
Να δουν το κινητό τους να φορτίζεται επ’ αμοιβή στο πολύπριζο του ξενοδοχείου.
Μα, πάνω από όλα, να μη δουν ούτε μια στιγμή αυτό το υποκείμενο που λέγεται
υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής και που εκπροσωπεί τη χώρα, παραμένοντας
ακλόνητη σε μια κυβέρνηση που θέλει να λέγεται Αριστερή, άρα βασιζόμενη στον
ιδεολογικό πυλώνα του Ουμανισμού.
Για εμάς τους Κιλκισιώτες η Συρία και οι Σύριοι έχουν μια ξέχωρη
παράμετρο, μιαν άλλη ιστορική σχέση. Την περιγράφει η Θία Χάλο, η αμερικανίδα
συγγραφέας με ρίζες στον Πόντο και συγκεκριμένα στον Αγιο Αντώνιο του Πόντου,
πρόγονη ρίζα του δικού μας Αγίου Αντωνίου των Κρουσσίων.
Στο περίφημο
βιβλίο της “Ούτε τ’ όνομά μου” η κ.
Χάλο περιγράφει δια στόματος της μητέρας της, όλη την Οδύσσεια από τον ξεριζωμό
του ’22 ως τον ατέλειωτο Γολγοθά. Εκεί, μέσα στο ατελείωτο μαρτύριο του
“Ταξιδιού εξοντώσεως” των προσφύγων, η γη της Συρίας ήταν αυτή που γλίτωσε
πολλούς Πόντιους και άλλους Ελληνες της Ανατολής που ξέφυγαν από τα “Αμελέ
ταμπουρού”. Οι φτωχοί τότε Σύριοι έκρυψαν και περιέθαλψαν πολλούς
δραπέτες πρόσφυγες μέχρι να μπορέσουν να συνεχίσουν το ταξίδι προς τη σωτηρία
και τη νέα ζωή.
Ενενήντα χρόνια μετά, οι Σύριοι κατατρεγμένοι από παντού, έρχονται
κατά χιλιάδες στην Ελλάδα. Για να ζήσουν τον «Παράδεισο στη Δύση». Εστω και
τράνζιτ, η σπουδαία ταινία του Κ.Γαβρά, μάλλον ως παρωδία εκτυλίσσεται. Και
φυσικά γι’ αυτό δεν φταίει ο δήμος Παιονίας, ούτε η κουκίδα στο χάρτη,
Ειδομένη. Η κυρία Τασία όμως έχει εκλογές. Και κάθε μέρα θα φωτογραφίζεται με
το μεγάλο της κατόρθωμα: τη μετεγκατάσταση 300 προσφύγων από το Πεδίον του Αρεως,
στο Βοτανικό. Αντί να ξημεροβραδιάζεται στα χωράφια της Ειδομένης, ως γνήσια
Αριστερή…
Την ίδια ώρα οι Σύριοι παραμένουν στην Ουδέτερη Ζώνη
Ελλάδας-Σκοπίων. Όπως ο ανέστιος αντάρτης πάνω στη σχεδία. Περιμένοντας να
ξεκινήσουν ένα αλλιώτικο “ταξίδι στα Κύθηρα”...