Κάποτε σε
δύσκολες στιγμές όταν όλα ήταν προ του "τετέλεσθαι" ακούστηκε μία
φωνή που έλεγε τα ξύλινα τείχη θα μας σώσουν.
Είτε το πεις θαύμα, είτε το πεις στρατηγική το αποτέλεσμα δικαίωσε
τον λαλήσαντα και τα ξύλινα τείχη έσωσαν την Ελλάδα.
Σήμερα εάν
δεν συμβεί το "θαύμα" είναι μαθηματικά βέβαιο ότι η κατάσταση στην
οποία θα βρεθεί η χώρα και ο λαός θα είναι εξαιρετικά οδυνηρή.
Τα λάθη έγιναν και σίγουρα δεν είναι λύση το να τρώμε τις σάρκες
μας αναζητώντας τον ένοχο αλλά λύση
είναι να βρούμε την λύση.
"Αξιωματική
προϋπόθεση" της παρακάτω
ανάλυσης είναι ότι το πολιτικό προσωπικό
της χώρας θέλει και μπορεί να κινηθεί ελεύθερα προς αναζήτηση και υλοποίηση
ενός θαύματος που η "ανακάλυψή" του απαιτεί κοινό νου.
Λέγοντας θέλει και μπορεί εννοώ ότι δεν θα σύρεται και θα άγεται
μεταξύ αντικρουόμενων συμφερόντων, δεν θα είναι εξαρτώμενο και δεν θα έχει παρελθόν για να απειλείται από
κανέναν ...Χριστοφοράκο.
Τέλος δεν θα
έχει ιδεολογικές αγκυλώσεις, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θυσιάζει αρχές και
αξίες η την ιδεολογική του ταυτότητα.
Για την αναζήτηση κάθε λύσης σε οποιοδήποτε πρόβλημα απαιτείται η
συγκέντρωση των δεδομένων. Τα δεδομένα λοιπόν λένε ότι οι υποδομές της χώρας
είναι διαλυμένες με τον πρωτογενή τομέα να έχει πεθάνει προ πολλού. Έτσι αυτό
που επαναλαμβάνεται είναι ότι δεν παράγουμε τίποτε, τα πάντα είναι εισαγόμενα
και σε περίπτωση δραχμοποίησης της οικονομίας μας δεν θα έχουμε ούτε καν τα
στοιχειώδη προς το ζην.
Συνεχίζοντας μας λένε ότι ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι
γιατί η οικονομία μας δεν είναι ανταγωνιστική και έτσι είμαστε αναγκασμένοι να
εισάγουμε ...σουσάμι από την Αιθιοπία και αμύγδαλα από την Τουρκία, η δε λύση
που μας επιβάλανε και εφαρμόζεται την ...χρυσή εποχή των μνημονίων, για να
γίνουμε ανταγωνιστικοί, είναι να γίνουμε άνεργοι.
Να θυσιάσουμε
και τα τελευταία απομεινάρια του πρωτογενή τομέα και γενικότερα να διαλύσουμε
ότι απέμεινε από τον παραγωγικό ιστό της χώρας.
Παράλληλα, απεφάνθησαν οι ιδικοί, ότι το πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής οικονομίας είναι και το κοινωνικό κράτος, οι
εργασιακές σχέσεις και το υψηλό κόστος της εργασίας.
Παρά του ότι όλα αυτά είναι παραμύθια, ας δεχτούμε ότι "τα
πάντα μας" είναι αδύνατον να είναι ανταγωνιστικά σε αυτόν τον
"παγκοσμιοποιημένο" κόσμο και πρέπει να βρούμε κάποια λύση.
Τα ξύλινα
τείχη μας λοιπόν δεν είναι τίποτε άλλο παρά τα μονοπώλιά μας και οτιδήποτε
φεύγει από την Ελλάδα.
Εμείς φτιάξαμε ολόκληρη Αλβανία, σιτίζουμε την Βουλγαρία, τα
Σκόπια και πάει λέγοντας.
Προτάσεις.
Σήμερα χιλιάδες Ελληνόπουλα φοιτούν σε πανεπιστήμια της
Βουλγαρίας, Ρουμανίας, Ιταλίας, Αγγλίας και αλλού γιατί δεν κατάφεραν να
περάσουν σε κάποια σχολή στην Ελλάδα.
Το συνάλλαγμα που φεύγει από τη χώρα είναι τεράστιο.
Αντί λοιπόν να φεύγουν οι Έλληνες έξω για σπουδές ας γυρίσουν πίσω.
Ελεύθερα λοιπόν ο καθένας να εγγράφεται σε όποια σχολή θέλει αλλά, όσοι δίνουν εξετάσεις και είναι επιτυχόντες θα σπουδάζουν
δωρεάν. Οι υπόλοιποι θα κάνουν για έναν χρόνο προπαρασκευαστικά μαθήματα
για να αντιμετωπίσουν τις απαιτήσεις της σχολής που επιθυμούν, θα
πληρώνουν δίδακτρα και στη συνέχεια θα φοιτούν κανονικά συνεχίζοντας να
καταβάλλουν δίδακτρα.
Ταυτόχρονα η πολιτεία θα
φροντίσει να φτιάχνει σχολεία αντί για φυλακές.
Μία φιλοσοφική κάτω από την Ακρόπολη, μία Ιατρική στην Κω την
πατρίδα του Ιπποκράτη, πολυτεχνείο στη Σάμο και πάει λέγοντας.
Η αρχαιότητα φρόντισε για τα πάντα. Έχουμε "μπράντ
νέιμ" και αυτό πρέπει να το εκμεταλλευτούμε.
Επιπλέον όποιο πανεπιστήμιο του κόσμου θέλει, μπορεί να έρχεται
στην Ελλάδα, να κάνει σχολές και να χρησιμοποιεί ...ότι είναι "μονοπωλιακό
είδος"
Για παράδειγμα Μ.Ι.Τ ο Ευκλείδης.
Επιστήμες όπως η αρχαιολογία, θα έπρεπε να ανθούν στην Ελλάδα και
μία ενοποίηση των
αρχαιολογικών μας χώρων από την Θράκη μέχρι την Ελευσίνα, τα Κύθηρα και την
Κρήτη με ταυτόχρονη
έρευνα για ανάδειξη όλου του αρχαίου κόσμου θα δημιουργούσε το ιδανικό περιβάλλον
μέσα στο οποίο θα μπορούσε ο επισκέπτης να απολαμβάνει τον ήλιο και τη
θάλασσα ζώντας στην εποχή του Πλάτωνα και του Ευριπίδη.
Ουτοπία; Ίσως.
Όμως δεν είναι καθόλου ουτοπία να ξεκαθαρίσουμε στα μυαλά μας ότι
οι κρίσεις γεννώνται για κάποιο σκοπό. Η
παρούσα κρίση ως μόνο στόχο έχει τις εμπράγματες αξίες και αυτό πλέον είναι
ορατό.
Αφού λοιπόν φρόντισαν να απαξιωθούν πλήρως όλες οι εμπράγματες
αξίες τώρα έρχονται και ζητάνε υποθήκες εμπράγματων αξιών και ξεπούλημα για ένα
κομμάτι ψωμί.
Είναι η ώρα να δώσουμε υπεραξία στη γη μας και στις περιουσίες μας.
Ας έρθει λοιπόν το κράτος και ας αυξήσει τον συντελεστή δόμησης.
Ας γίνει πέντε φορές επάνω στα πάντα.
Αυτόματα ένας άνθρωπος που χρωστάει το δάνειο για την αγορά της
κατοικίας του και δεν μπορεί να το πληρώσει, ας πάρει η τράπεζα το δικαίωμα
μελλοντικής δόμησης αντί να πάρει το σπίτι.
Πάμε και παρακάτω.
Στην Αθήνα, την Θεσσαλονίκη και πολλές άλλες πόλεις οι
περισσότερες οικοδομές κτίστηκαν την δεκαετία του 50, 60, 70 και
"έφαγαν" μεγάλους σεισμούς χωρίς ποτέ αυτά τα κτίσματα να υποστούν
επεμβάσεις αποκατάστασης πράγμα που θα το πληρώσουμε ακριβά όταν ο Εγκέλαδος
μας ξαναχτυπήσει την πόρτα.
Με δεδομένο ότι η αντοχή του σκυροδέματος μειώνεται εξαιρετικά
μετά παρέλευση 50 χρόνων είναι κατάλληλος ο χρόνος να ξαναχτίσουμε την χώρα μας
αντί να την ξεπουλήσουμε.
Μπορεί λοιπόν κάλλιστα να αυξηθεί στο δεκαπλάσιο ο συντελεστής
δόμησης στην περίπτωση που θα ενοποιούνται ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα σε
ένα. Το αποτέλεσμα θα είναι καμία ιδιοκτησία να μην χάνεται και η εταιρία που
θα αναλαμβάνει να κατασκευάσει σύγχρονα συγκροτήματα θα έχει το πλεονέκτημα της
πολύ μεγάλης δόμησης την οποία θα μπορεί να αναπτύξει καθ' ύψος αφήνοντας
μεγάλους ακάλυπτους δρόμους.
Τι θα συμβεί;
Όλο το χρήμα που είναι εκτός θα επιστρέψει για να επενδυθεί σε
νέες αξίες και η χαβούζες-κτίρια των πόλεών μας θα κατεδαφιστούν.
Η γη θα πάρει
τεράστια αξία και αντίλογος δεν υπάρχει ακόμα και από "την οικολογία"
για την οποία δεν είναι του παρόντος να αναφερθώ.
Όσον αφορά την αγροτική γη και τον πρωτογενή τομέα θα ήταν
καλύτερα να μιλήσουν οι ίδιοι οι γεωργοί.
Εκείνο όμως που μπορώ να πω είναι ότι δεν είναι δυνατόν να
καταστρέφεται γη για να γίνουν φωτοβολταϊκά.
Λύσεις υπάρχουν αλλά το πρόβλημά μας είναι ότι ...ο αγώνας δεν είναι πλέον ταξικός αλλά είναι
αγώνας επιβίωσης και κυριαρχίας των μετριοτήτων των οποίων ο εύκολος δρόμος
είναι η πολιτική.
γράφει ο Ανδρέας Κεσίδης.