Το 1956 ο αμερικανός καθηγητής
ψυχολογίας Λέον Φέστινγκερ ανέπτυξε στο περίφημο πλέον βιβλίο του When Prophecy
Fails (Όταν η Προφητεία Διαψεύδεται), τη θεωρία της «γνωστικής ασυμφωνίας»
(cognitive dissonance), στην οποία επικεντρώθηκε στο πως οι άνθρωποι πασχίζουν
να διατηρήσουν την εσωτερική τους συνοχή.
Όταν η διαταραχή αυτής της εσωτερικής
συνοχής, την οποία ο Φέστινγκερ ονομάζει «ασυμφωνία» (dissonance) γίνεται
εμπειρία, η άνθρωποι στην πλειοψηφία τους δυσφορούν, θλίβονται, ταλανίζονται.
Στην ουσία ο Φέστινγκερ απέδειξε ότι οι άνθρωποι όταν έρχονται αντιμέτωποι με
στοιχεία που διαψεύδουν τις πεποιθήσεις τους, αντί να προσαρμόζουν τη
συμπεριφορά και την αντίληψη τους σύμφωνα με τα νέα δεδομένα προσπαθούν να
προσαρμόσουν τις πεποιθήσεις τους έτσι ώστε να ταιριάζουν με τη δική τους
συμπεριφορά και τη δική τους ερμηνεία της πραγματικότητας, έστω και αν αυτό
γίνεται με προκρούστεια λογική, δηλαδή ενάντια στην ορθολογική αντίληψη των
πραγμάτων.
Πολλές φορές συναντούμε ανθρώπους, οι
οποίοι θεωρούν ότι η βασική τους πεποίθηση για ένα πολιτικό ηγέτη είναι τόσο
ισχυρή που μετατρέπεται σε απόλυτη γνώση και κρίση γι’ αυτόν. Όταν τους
παρουσιάζονται στοιχεία τα οποία λειτουργούν ανατρεπτικώς προς αυτήν την
πεποίθηση, τα νέα αυτά στοιχεία τούς προκαλούν ιδιαίτερα δυσάρεστη αίσθηση, όσο
ισχυρά όμως και να είναι δεν τα κάνουν αποδεκτά, είναι εκ προοιμίου απορριπτέα.
Είναι πάντοτε άνθρωποι, οι οποίοι ταυτίζουν την ιδεολογία τους ή την αντίληψη
που έχουν για τις πολιτικές εξελίξεις, όχι με ορθολογικές πολιτικές θέσεις αλλά
με πολιτικά πρόσωπα, με αποτέλεσμα στη σκέψη τους και στις πολιτικές τους
επιλογές, ο πολιτικός ηγέτης να προτεραιοποιείται και να ταυτίζεται απολύτως με
την ιστορική εποχή του, γινόμενος η βάση επί της οποίας αντιλαμβάνονται την
ιστορία.
Εκεί που οι πεποιθήσεις τους θα
έπρεπε να ήταν το βασικό στήριγμα για την ανεξαρτησία τους, μετατρέπονται σε
βασικό στήριγμα της εξάρτησής και του αυτοεγκλωβισμού της σκέψης τους, με
συνέπεια να διακατέχονται από ένα μονίμως υπολανθάνοντα φόβο έναντι της
ορθολογικής αλήθειας, διότι η αλήθεια ανατρέπει τις ψευδαισθήσεις τους. Έτσι
βιώνουν μία κατάσταση σύμφωνα με την οποία η πραγματικότητα αντιφάσκει με τις
βασικές πεποιθήσεις μέσω των οποίων κατανοούν το πολιτικό τους περιβάλλον αλλά
και την πολιτική εν γένει.
Δεν είναι λίγες οι φορές που σε απλές
συζητήσεις πολιτικού περιεχομένου με ανθρώπους που είναι έντονα τοποθετημένοι
υπέρ κάποιου πολιτικού προσώπου, το οποίο δεν χάνουν την ευκαιρία να το
αγιολογούν, τούς παρουσιάζεις γεγονότα που αποδεικνύουν, έστω και εμμέσως, ότι
ο «πολιτικός τους άγιος» έκανε ένα πολύ μικρό λάθος. Τότε βλέπεις τη γνωστική
ασυμφωνία να εκδηλώνεται ως άμυνα. Όταν το αντιληφθούν αρχίζουν να βιώνουν μία
δυσάρεστη κατάσταση την οποία προσπαθούν απεγνωσμένα να αλλάξουν, εισάγοντας
νέα γνωστικά στοιχεία ή στρεβλώνοντας την αφήγηση των γεγονότων, με τα οποία
πριν από λίγο συμφωνούσαν, ούτως ώστε να επανέλθουν στην πρότερη ισορροπία.
«Ξέρεις…τον ηγέτη τον πίεσαν άλλοι
για να πάρει την απόφαση επομένως δεν φέρει ευθύνη ή ότι την απόφαση την
καθόρισαν με επιλογές τους οι προηγούμενοι», οι οποίοι στη σκέψη του είναι
μονίμως μειοδότες έως προδότες…λες και οι μεγάλοι ηγέτες είναι μόνο για τις
μικρές αποφάσεις ή οι μεγάλοι ηγέτες φέρουν ευθύνη μόνο για τις θετικές
αποφάσεις.
Άλλοι πάλι καταφεύγουν στη γνωστή επωδό
των πολιτικών συζητήσεων: «Ο ηγέτης είχε κακούς συμβούλους, οι οποίοι τον
παρέσυραν»…λες τις τελικές αποφάσεις των μεγάλων ηγετών τις λαμβάνουν οι
σύμβουλοί τους. Το ίδιο βεβαίως ισχύει και γι’ αυτούς που προσπαθούν να
ερμηνεύσουν την ιστορία και την πολιτική δαιμονοποιώντας μονίμως κάποιο
πολιτικό. Αν νομίζουν αυτοί ότι εξαιρούνται από την ερμηνεία της γνωστικής
ασυμφωνίας, πλανώνται πλάνην οικτράν.
Η γνωστική ασυμφωνία λειτουργεί ως
άλλοθι για να επιτρέπει στους ανθρώπους να πείθουν εαυτούς ότι δεν υπάρχει
κανένα λάθος με τις πεποιθήσεις τους και ότι αυτό που πιστεύουν είναι δόγμα,
αφού μόνο η σκέψη για την προοπτική αλλαγής είναι ανησυχητική έως καταστροφική.
Η αλλαγή πολιτικών πεποιθήσεων και πιο ειδικά η αλλαγή της αντίληψης για ένα
πολιτικό ηγέτη, είναι πάντοτε δύσκολη καθώς οι άνθρωποι από τη φύση τους
αντιστέκονται στην αλλαγή. Η αποφυγή του διανοητικού και ψυχολογικού πόνου και
η συντήρηση της πνευματικής ενέργειας επί των εδραίων αντιλήψεων αποτελούν μέρη
του μηχανισμού της πολιτικής και διανοητικής τους επιβίωσης.
Γι΄αυτό και οι άνθρωποι
αναστατώνονται, θεωρώντας ότι χάνεται το έδαφος κάτω από τα πόδια τους όταν
αμφισβητείς αυτά που πιστεύουν, όταν, με άλλα λόγια, τους αναιρείς τα ερείσματα
που τους δικαιώνουν στα ίδιά τους τα μάτια, και ειδικά αν αυτά τα ερείσματα
είναι αγιοποιημένα στη σκέψη τους πολιτικά πρόσωπα. Γι’ αυτό και συντηρούνται
οι πολιτικοί μύθοι στη πολιτική κονίστρα. Γι’ αυτό πολλοί μετατρέπουν την
ερμηνεία της ιστορίας και της τρέχουσας πολιτικής, με πρωταγωνιστές πάντοτε
τους ηγέτες που λατρεύουν, σε δικαστήριο που δικαιώνει τις πεποιθήσεις, τις
εμμονές και τις ψυχώσεις τους.
Αλήθεια, πόσους ανθρώπους, και ειδικά
νέους, δεν είδα να στρατολογούνται και να σύρονται σαν λέοντες επιβρομούντες
στην υπηρεσία τυχοδιωκτών πολιτικών, μόνο και μόνο γιατί τους γέμισαν τον
εγκέφαλο με κούφια συνθήματα. Νέοι, ο οποίοι επεστρατεύθησαν με την ηθική της
εθελούσιας αυτοπροσφοράς, αφιερωμένοι σε «υψηλά ιδανικά» και έχοντας πάντοτε
συνοδοιπόρο την ελπίδα ότι ο πολιτικός στον οποίο εκχώρησαν οικειοθελώς την
προσωπικότητά τους θα τους δημιουργήσει το μέλλον. Όταν όμως, λίγοι εξ αυτών,
αντελήφθησαν τη φενάκη, ότι δηλαδή αφιέρωσαν ένα μέρος της ζωής τους σε ένα
πουκάμισο αδειανό, προσπαθούν ακόμη να λυτρωθούν από το παρελθόν τους.
Η αλήθεια στην πολιτική σκέψη είναι
σύνθετη και μπορείς να αποδεχτείς τον όρο αλήθεια μόνο αν θέσεις τον εαυτό σου
πέρα από αυτό που τα κόμματα υποκειμενικώς θεωρούν καλό και κακό, και ακόμη
περισσότερο πέρα από την όποια ταύτιση της αλήθειας με υποτιθέμενους μεγάλους
πολιτικούς. Μεγάλοι πολιτικοί υπάρχουν μόνο στις πολιτικές αγιογραφίες και στα
ιστορικά παραμύθια. Αυτό που υπάρχει στην ορθολογική πολιτική σκέψη είναι
μεγάλες και μικρές στιγμές για ένα πολιτικό ηγέτη και συνεπώς κανείς πολιτικός
ηγέτης δεν ξεφεύγει του βεληνεκούς της ανθρώπινης κριτικής.
Του Χρήστου Ιακώβου ο οποίος είναι Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών
"Πηγή:http:mignatiou.com"