«Η ασθένεια της Ευρώπης»
Ο πρόεδρος της Συμμαχίας Φιλελευθέρων και Δημοκρατών Γκι Φερχόφσταντ στο
βιβλίο του στηλιτεύει την αδυναμία της ΕΕ «να προσφέρει τις λύσεις που έχουμε
σήμερα ανάγκη» και «να πάρει τις σωστές αποφάσεις»
Η παρουσίαση του βιβλίου του Γκι Φερχόφσταντ θα γίνει την Παρασκευή 26
Φεβρουαρίου στις 13.00 στο Ιδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης. Θα μιλήσουν ο πρόεδρος
της Νέας Δημοκρατίας, Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Αριστείδης Χατζής, αναπληρωτής
καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Συντονίζει ο δημοσιογράφος Γιάννης Πρετεντέρης.
«Η Ευρωπαϊκή Ενωση βρίσκεται σε κίνδυνο, έναν κίνδυνο υπαρξιακό». Με αυτές τις
λέξεις ξεκινά ο πρόλογος για την ελληνική έκδοση του βιβλίου του
Γκι
Φερχόφσταντ «Η ασθένεια της Ευρώπης» (εκδόσεις Παπαδόπουλος).
Ο
πρόεδρος της Συμμαχίας Φιλελευθέρων και Δημοκρατών στηλιτεύει την αδυναμία της
ΕΕ να «προσφέρει τις λύσεις που έχουμε σήμερα ανάγκη» και να «πάρει τις σωστές
αποφάσεις», ενώ τα προβλήματα από την οικονομική κρίση ως το Μεταναστευτικό
απειλούν τη συνοχή της. «Φυσικά, η Ελλάδα βρέθηκε στο επίκεντρο πολλών από
αυτές τις δυσκολίες» παρατηρεί ο κ. Φερχόφσταντ και ανατέμνει στη συνέχεια την
εγχώρια πραγματικότητα με την ακρίβεια που μόνο ένας αποστασιοποιημένος παρατηρητής
μπορεί να έχει. «Αν η Ενωση ήταν σε θέση να συνδράμει άμεσα την Ελλάδα και να
αποτρέψει την κατάρρευσή της, η κρίση θα είχε σίγουρα εξελιχθεί πολύ
διαφορετικά. Θα μπορούσε να είχε περιοριστεί στην Ελλάδα και η επικίνδυνη
μόλυνση που την ακολούθησε ίσως να μην ήταν τόσο σοβαρή. Αυτό δεν σημαίνει
βέβαια ότι για την ελληνική κρίση ευθύνεται μόνο η Ευρώπη. Ο πυρήνας της
ευθύνης για την κρίση βρίσκεται σαφέστατα στην ελληνική κυβέρνηση και στα
πολιτικά κόμματα. Συνέχισαν να κάνουν χρήση και κατάχρηση του πελατειακού
χαρακτήρα της ελληνικής κοινωνίας και να δαπανούν χρήματα που δεν είχαν,
αυξάνοντας ακόμη περισσότερο το μη βιώσιμο δημοσιονομικό έλλειμμα» γράφει.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ δεν κατάφερε να αλλάξει την εικόνα που είχε
διαμορφώσει για το ελληνικό πολιτικό σύστημα. «∆εν έχω ξαναδεί στη ζωή μου»,
διηγείται, «πιο εύθυμη παρέα Ελλήνων από εκείνη που συνάντησα στις 24 Απριλίου
2015, στην πτήση από Βρυξέλλες προς Αθήνα. Ηταν μια αντιπροσωπεία της
κυβέρνησης, με επικεφαλής τον Αλέξη Τσίπρα, που επέστρεφε στην Ελλάδα έπειτα
από μία ακόμη ευρωπαϊκή σύνοδο κορυφής στις Βρυξέλλες. Ταξίδευαν πρώτη θέση
– δεν ήταν αυτονόητο για πολιτικούς του ΣΥΡΙΖΑ. Εκαναν συνέχεια πλάκα και
ξεκαρδίζονταν στα γέλια. ∆εν έδιναν καθόλου την εντύπωση ότι ανησυχούσαν για
κάτι· ούτε για το ότι η Ελλάδα ήταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης και μετά βίας
κατάφερνε να μαζέψει τα λεφτά για να πληρώσει τις συντάξεις και τους μισθούς
των δημοσίων υπαλλήλων. Προσωπικά, πήγαινα στην Αθήνα για μια δημόσια συνάντηση
με τον φίλο μου, Σταύρο Θεοδωράκη, πρώην δημοσιογράφο και ιδρυτή και επικεφαλής
του Ποταμιού, ενός νέου ελληνικού πολιτικού σχηματισμού, ο οποίος παρ’ όλο που
δεν είχε εκτοξευθεί εκλογικά, είχε ωστόσο καταφέρει, από το τίποτε, να βγει από
την κάλπη των τελευταίων εκλογών τέταρτο κόμμα της χώρας, μια ανάσα πίσω από το
ακροδεξιό και αντιμεταναστευτικό κόμμα της Χρυσής Αυγής. Πριν από την αναχώρηση
είχα συναντήσει στη VIP περιοχή του αεροδρομίου τον Τσίπρα. Τον ήξερα από τις
αντιπαραθέσεις μας, όταν είχαμε διασταυρώσει τα ξίφη μας εν όψει των εκλογών
για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο».
Η συνάντηση με Τσίπρα
Ο κ. Φερχόφσταντ δεν περιγράφει την εικόνα της αμεριμνησίας σκοπεύοντας να
καταστρέψει με τη γραφίδα του την αξιοπιστία της ελληνικής κυβέρνησης και του
Πρωθυπουργού. Αντιθέτως ομολογεί ότι στο σύντομο χρονικό διάστημα που τον
γνώριζε, ένιωθε μεγάλη συμπάθεια για αυτόν. «Είχε ένα χαμόγελο που σε κέρδιζε
και μου φαινόταν φιλικότατος. Η εμφάνισή του ήταν σίγουρα μια ανακούφιση μετά
την ήττα της ελληνικής κυβέρνησης των δεινοσαύρων Βενιζέλου και Σαμαρά.
Ανταλλάξαμε μερικές κουβέντες. Ηθελε να μάθει ποιον θα συναντούσα στην Αθήνα.
Μου είπε εν συντομία για τα χάλια που είχε παραλάβει, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε έρθει
στην εξουσία τον Ιανουάριο του 2015. Αυτά τα χάλια έχουν μακρά ιστορία. Οπως σε
κάθε ελληνική τραγωδία, διάφοροι πρωταγωνιστές έπαιξαν καθοριστικό ρόλο, έτσι
και οι εξηγήσεις για τον λάθος δρόμο που πήρε η Ελλάδα είναι πολλαπλές. Οτι οι
Ελληνες έγιναν πολύ νωρίς δεκτοί στο ευρώ εξακολουθεί να είναι η πιο
συνηθισμένη εξήγηση».
Πολλά έχουν γραφτεί για το πάρτι που τελείωσε οδυνηρά για τους Ελληνες.
Ελάχιστα για τις ευθύνες της υπόλοιπης Ευρώπης. Ο κ. Φερχόφσταντ, από τον τίτλο
του βιβλίου του ήδη, διαμηνύει ότι δεν θα ακολουθήσει την πεπατημένη. «Η
«διάσωση» της Ελλάδας ξεκίνησε αργά, πάρα πολύ αργά. Αντί να πιάσουμε αμέσως
τον ταύρο από τα κέρατα και να δημιουργήσουμε έναν κλοιό γύρω από την Ελλάδα,
σε συνδυασμό με την επιβολή βαθιών μεταρρυθμίσεων, ξεκίνησε ένας γύρος «Greece
bashing», μισελληνισμού, κατά τον οποίο ορισμένοι πολιτικοί ηγέτες πρότειναν
ακόμη και την άμεση έξοδο της χώρας από τη ζώνη του ευρώ ή την Ενωση. Ηταν πιο
εύκολο να ρίξουν την ευθύνη για την κρίση του ευρώ στους Ελληνες από το
αναγνωρίσουν ότι υπάρχει διαρθρωτικό πρόβλημα στην ίδια τη νομισματική ένωση.
Αυτό ώθησε ακόμη ψηλότερα τα επιτόκια και έσπρωξε την Ελλάδα ακόμα πιο
βαθιά. Εκτός Ευρώπης κανείς δεν καταλάβαινε τίποτε. Αυτό ήταν το ενιαίο
ευρωπαϊκό νόμισμα; Μια νομισματική ένωση που διασπάται με το πρώτο σημάδι
κινδύνου και πετάει την αλληλεγγύη στη θάλασσα; Σε τελευταία ανάλυση, το
συνολικό χρέος του ελληνικού Δημοσίου αντιπροσωπεύει μόνο ένα μικρό ποσοστό του
συνολικού ετήσιου πλούτου της Ευρώπης. Μερικές εκατοντάδες δισεκατομμύρια
έναντι ενός ευρωπαϊκού ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της τάξης των δεκαπέντε
τρισεκατομμυρίων. Πρόκειται για το 1,7%. Για ποιο ακριβώς πράγμα μιλάνε αυτοί
οι Ευρωπαίοι; Η αναμονή κράτησε μέχρι τον Μάιο του 2010. Ολοι άρχισαν να
αντιλαμβάνονται ότι αυτή η μορφή μαζοχισμού έπρεπε να σταματήσει».
Αλλά δεν σταμάτησε. «Καθώς η κατάσταση επιδεινώθηκε, έναν μόλις χρόνο
αργότερα, υπήρξε ένα νέο πακέτο 130 δισ. Και τώρα εγκρίθηκε το τρίτο πακέτο.
Αυτή τη φορά πάνω από ογδόντα δισεκατομμύρια. Για την Ελλάδα αυτά τα δάνεια
μετατρέπονται σταδιακά σε δηλητήριο. Εχουν συνδεθεί με προϋποθέσεις που όρισαν
οι γραφειοκράτες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ∆ΝΤ. Εξυγίανση και περικοπές.
Αυτό που έχει σημασία είναι μόνο το οικονομικό αποτέλεσμα. Η ζημία που
προκαλείται στην ελληνική οικονομία ή στις τσέπες των απλών Ελλήνων είναι άνευ
σημασίας. Φτάνει να είναι εντάξει το πρωτογενές ισοζύγιο. Ετσι, το ευρώ
μετατράπηκε από ευλογία σε κατάρα για την Ελλάδα».
Αυτή είναι η μία πλευρά του νομίσματος. Η άλλη πλευρά αφορά τις δικές μας
ευθύνες και η περιγραφή είναι εξίσου οδυνηρή, ιδίως επειδή προέρχεται από έναν
ξένο, με την κρίση καθεαυτή. «Οποιος αναλύσει νηφάλια την υπόθεση, δεν μπορεί
να αποφύγει τη διαπίστωση ότι η ευθύνη για αυτήν την καταστροφική κατάσταση δεν
βρίσκεται μόνο στην απροθυμία των ηγετών μας, αλλά κυρίως στην ελληνική
πολιτική κάστα. Ο «απλοί» έλληνες και ευρωπαίοι φορολογούμενοι πληρώνουν τον
λογαριασμό. Εξι χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης, η Ελλάδα εφαρμόζει αργά τις
βαθιές μεταρρυθμίσεις που είναι αναγκαίες για να βρει τον δρόμο προς την
ευημερία. Η Ελλάδα παραμένει μια εντελώς διεφθαρμένη κοινωνία, βασισμένη σε ένα
πελατειακό σύστημα, το οποίο στήθηκε από τα δύο πρώην μεγαλύτερα πολιτικά
κόμματα, τη Νέα ∆ημοκρατία και το ΠαΣοΚ, πάνω στα ερείπια που άφησαν οι
συνταγματάρχες».
Στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση η λύση
«Ο Τύπος έκανε λόγο για απόλυτη ταπείνωση και ίσως δικαίως, λόγω του
αποτελέσματος του δημοψηφίσματος που είχε οργανώσει λίγες μέρες πριν η ελληνική
κυβέρνηση. Αλλά ταπείνωση ποιου; Της ελληνικής κυβέρνησης; Του Τσίπρα; Ή των
ελλήνων πολιτών; Για το σύνολο της ελληνικής πολιτικής κάστας ήταν πράγματι μια
ήττα, αλλά όχι για τον ελληνικό λαό. Αυτές τις μεταρρυθμίσεις και πολύ
περισσότερες έχουν ανάγκη οι Ελληνες. Αυτός ήταν ο βασικός λόγος για τον οποίο
ψήφισαν τόσο μαζικά «όχι» στο δημοψήφισμα. Εχουν κουραστεί να πληρώνουν κάθε
φορά τον λογαριασμό για ένα κακό πολιτικό σύστημα. Αυτός ήταν και ο σκοπός της
έκκλησής μου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο λίγες ημέρες πριν από τη σύναψη αυτής
της «αναθεματισμένης συμφωνίας». Ο Τσίπρας έδειχνε αποσβολωμένος όταν τον έφερα
αντιμέτωπο με την πραγματικότητα. Πάντως, σχεδόν δεν αντέδρασε. Για να
υπερασπιστεί τον εαυτό του, ανέσυρε κάνα δυο μικρές πρωτοβουλίες, με τις οποίες
η κυβέρνηση και οι φορολογικές Αρχές είχαν λάβει μέτρα κατά της φορολογικής
απάτης. Αλλά αυτό ήταν όλο. ∆εν μίλησε για την επανάσταση που χρειάζεται η χώρα
του· ούτε για το τεράστιο μέγεθος του ελληνικού κρατικού μηχανισμού. Μετά βίας
αναφέρθηκε στη διαφθορά και στις πελατειακές σχέσεις. Συνέχισε να επαναλαμβάνει
ότι οι Ελληνες είχαν ήδη κάνει πολλές προσπάθειες. Αλλά εγώ δεν είχα στο στόχαστρο
τους Ελληνες, αλλά την ελληνική πολιτική τάξη που δεν έκανε τίποτα για να
αλλάξει το σύστημα, πόσω μάλλον να το πετάξει στα σκουπίδια».
Η λύση που προτείνει ο βέλγος πολιτικός για όλα τα προβλήματα και τις
ασθένειες της Ευρώπης είναι ένα μεγάλο άλμα προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
Αυτό που έχουν ανάγκη η Ελλάδα και η ευρωζώνη, τονίζει, δεν είναι το
Grexit, αλλά το Grevo, μια ελληνική επανάσταση: μια νέα, συνολική συμφωνία που
θα παράσχει στη χώρα την απαραίτητη οικονομική ανάσα με αντάλλαγμα μια ριζική
αλλαγή στην πολιτική κουλτούρα και τους κοινωνικούς θεσμούς. Αυτό απέχει πολύ
από τις μειώσεις στους κατώτατους μισθούς ή στα χαμηλά επιδόματα ανεργίας ή τις
συντάξεις. Πρέπει να εκλείψουν οι πελατειακές σχέσεις. Η διαφθορά πρέπει να
καταπολεμηθεί και το φορολογικό σύστημα πρέπει να μεταρρυθμιστεί ριζικά. Οι
ελληνικές τράπεζες και άλλες κρατικές επιχειρήσεις πρέπει να ξηλωθούν και να
ιδιωτικοποιηθούν και να απελευθερωθούν αμέσως οι κλάδοι της οικονομίας που
είναι τώρα ερμητικά κλειστοί για τους νεοεισερχομένους. Τέλος, πρέπει να
αποκατασταθεί η αντικειμενικότητα στην πρόσβαση σε δημόσια αξιώματα. Ισως
η συμφωνία που επιτεύχθηκε στις αρχές Ιουλίου 2015 να δώσει μια μικρή ώθηση.
Αλλά αν αυτή θα είναι αρκετή, ώστε να μιλάμε για αποφασιστική στροφή, παραμένει
εξαιρετικά αμφίβολο.
Τα θύματα μιας ερειπωμένης δημοκρατίας
«Οι έλληνες ψηφοφόροι έκαναν μια καινούργια αρχή»
«Οι Ελληνες», συνεχίζει ο κ. Φερχόφσταντ, «έγιναν έτσι θύματα μιας ερειπωμένης
δημοκρατίας, η οποία βασίζεται αποκλειστικά και μόνο στην εξαγορά ψήφων, και
όχι στα προγράμματα των κομμάτων ή στις πολιτικές αρχές. Τα αποτελέσματα αυτού
του συστήματος είναι καταστροφικά. Ο μέσος έλληνας πολίτης έχει χάσει σχεδόν το
ένα πέμπτο της αγοραστικής του δύναμης. Τα ποσοστά της φτώχειας και της
ανεργίας έχουν τριπλασιαστεί και οι πτωχεύσεις των μικρών και μεσαίων
επιχειρήσεων είναι υψηλότερες από ποτέ. Ως εκ τούτου, δεν πρέπει να μας
εκπλήσσει το γεγονός ότι οι έλληνες ψηφοφόροι έκαναν στις τελευταίες εκλογές
μια τελείως καινούργια αρχή. Τα δύο παραδοσιακά κόμματα σφαγιάστηκαν. Το ΠαΣοΚ
σχεδόν εξαφανίστηκε και ο μεγάλος νικητής ήταν ένας συνασπισμός από διάφορα
μικρότερα αριστερά κόμματα με επικεφαλής τον Αλέξη Τσίπρα. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατέβηκε
στις εκλογές με την υπόσχεση ότι θα χειριστεί τα πράγματα εντελώς διαφορετικά, όχι
μόνο στην Ευρώπη, αλλά ιδιαίτερα στην Ελλάδα. Θα κατεδάφιζε το διεφθαρμένο
ελληνικό κοινωνικό σύστημα. Οι προσδοκίες ήταν υψηλές. Εν τω μεταξύ, έχουν
περάσει πολλοί μήνες και η μεγάλη επανάσταση δεν φαίνεται πουθενά».
«Οποιος είχε την ψευδαίσθηση ότι θα αναλάμβανε την εξουσία μια νέα
κυβέρνηση που θα άλλαζε ριζικά κατεύθυνση και θα μεταρρύθμιζε πραγματικά την
ελληνική κοινωνία εξαπατήθηκε. Επιπλέον, φαίνεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως το ΠαΣοΚ
πριν από σαράντα χρόνια, δεν έχει αποκηρύξει τις πελατειακές σχέσεις, αλλά
απλώς επιδιώκει να τις φέρει στα μέτρα του. Και αυτό διότι, όπως ακριβώς έκαναν
προηγουμένως οι Σοσιαλιστές και η Νέα ∆ημοκρατία, ο ΣΥΡΙΖΑ διορίζει τώρα μέλη
του κόμματος σε υψηλές κυβερνητικές θέσεις. Επαναπροσλαμβάνει δημοσίους
υπαλλήλους που είχαν απολυθεί· ίσως μετά την απόκτηση της κομματικής ταυτότητας
του ΣΥΡΙΖΑ. Σχέδια για τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας
δεν υπάρχουν. Οι προγραμματισμένες ιδιωτικοποιήσεις απλώς ακυρώθηκαν (…) Μόνο
μετά τα μέσα του 2015, όταν το ελληνικό υπουργείο Οικονομικών δεν είχε πια
δεκάρα, άλλαξε πορεία ο Τσίπρας. Αποδέχθηκε εξ ανάγκης μια νέα δέσμη μέτρων, εν
μέρει εξυγίανσης και εν μέρει αναδιάρθρωσης, ύστερα από μια μαραθώνια
συνεδρίαση που διήρκεσε δεκαεπτά ώρες. Λίγο μετά τις οκτώ το πρωί ο Τσίπρας
ενέκρινε διστακτικά το νέο πακέτο μέτρων. Η μεγάλη διαφορά με τις προηγούμενες
συμφωνίες είναι ότι η Ευρώπη έχει τώρα μια σειρά εγγυήσεων για να διασφαλίσει
ότι οι υπεσχημένες μεταρρυθμίσεις δεν θα παραμείνουν νεκρό γράμμα. Ηταν κάτι
που έλειπε κατά το παρελθόν, ανεξαρτήτως του ποιος ήταν στην εξουσία: ο Γιώργος
Παπανδρέου ή ο Αντώνης Σαμαράς. Τώρα, για πρώτη φορά, καθορίστηκε μια σαφής
νομοθετική ατζέντα με σαφή καθήκοντα και δεσμευτικές ημερομηνίες».