Τετάρτη 3 Αυγούστου 2016
Ο αξιότιμος κ. Κουβέλης είναι ο άνθρωπος που έριξε την κυβέρνηση Παπανδρέου; Ο ρόλος του…
Δεν γνωρίζω, αν η φερόμενη ως σοβαρή μορφή της “δημοκρατικής αριστεράς” της χώρας και σημερινός Πρόεδρος της Ε.Κ.Ε.Α., (Ενωτική Κίνηση Ευρωπαϊκής Αριστεράς) Φώτης Κουβέλης, δεν μπορεί – όπως ο ίδιος αναφέρει σε συνέντευξή του – να μελλοντολογεί, προφανώς αρνούμενος να απαντήσει σε ερώτηση για ενδεχόμενη συμμετοχή του ιδίου σε ενδεχόμενο ανασχηματισμό, στην Κυβέρνηση Τσίπρα – Καμμένου, κυβέρνηση που και επίσημα πλέον στηρίζει με δημόσιες τοποθετήσεις.
Σίγουρα, ο πάλαι ποτέ πρόεδρος και ιδρυτής – για συγκεκριμένους λόγους- της Δημαρ, βρίσκεται αντιμέτωπος με το παρελθόν του -πρόσφατο η μη-, αντιμέτωπος με τις δικές του πολιτικές πράξεις, πράξεις που κάλλιστα ο ιστορικός του μέλλοντος – αν ασχοληθεί ποτέ με τη συγκεκριμένη περίπτωση ισοδύναμη του πολιτικού οπορτουνισμού -, μπορεί να τις χαρακτηρίσει ακόμα και ως πολιτικά επικίνδυνες για τη νεότερη ιστορία της χώρας ειδικά για την περίοδο της μεταμνημονιακής Ελλάδας.
Άλλωστε, όσο και αν σ ` αυτή τη χώρα του μνημονίου μας αρέσει – έχοντας ή όχι το δικαίωμα- να μελλοντολογούμε, παρελθόν υπάρχει, δεν σβήνει και ουδείς δεν βρίσκεται στην Ελλάδα του 2016 προερχόμενος από παρθενογένεση.
Στην χώρα αυτή, μελλοντολογούμε κάνοντας πολιτικές αναλύσεις από την απλή γραφική αλλά συμπαθή νοικοκυρά, μέχρι και τον άνθρωπο που έφερε την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, με τα γνωστά επακόλουθα, αρνούμενος να αποδεχθεί τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας όταν του προτάθηκε.
Τον ευγενή – αναμορφωτή της πάλαι ποτέ Ε.Δ.Α. σε συνθήκες πρώτου μνημονίου, κ. Φώτη Κουβέλη. Η πολιτική καριέρα στη κεντρική πολιτική σκηνή της χώρας, του πάλαι ποτέ νεολαίου του Ρήγα Φεραίου, Φώτη Κουβέλη -προερχόμενο από τη Νεολαία Λαμπράκη-, αρχίζει το 1989 με την εκλογή του στη θέση του Γραμματέα της Ε.Α.Ρ., την συμμετοχή μέσω της Ε.Α.Ρ στον νεοσύστατο Συνασπισμό και τη κομματική άνοδο στην Πολιτική Επιτροπή του Συνασπισμού.
Στην κυβέρνηση “κάθαρσης” του Τζανή Τζαννετάκη το 1989, συγκυβέρνηση ΝΔ – Συνασπισμού, ο Φώτης Κουβέλης συμμετέχει ως Υπουργός Δικαιοσύνης στη παραπομπή του Ανδρέα Γ. Παπανδρέου στο ειδικό δικαστήριο.
Τον κ. Κουβέλη τον συναντάμε ξανά πολιτικά τον Φλεβάρη του 2010, όταν απέτυχε να εκλεγεί στην προεδρία του Συνασπισμού, με τον ίδιο να λαμβάνει το 28 % και τον Αλέξη Τσίπρα να εκλέγεται στην Προεδρία του Συνασπισμού, μετέπειτα ΣΥΡΙΖΑ με 70 %.
Ο Φώτης Κουβέλης, έχοντας χάσει την εκλογή για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ από τον νυν πρωθυπουργό, διαφωνεί στην οραματιζόμενη από τον Αλέξη Τσίπρα μετεξέλιξη του Συνασπισμού σε ΣΥΡΙΖΑ και στο συνέδριο του Συνασπισμού του 2010 ανακοινώνει την αποχώρηση της Ανανεωτικής Πτέρυγας προχωρώντας στην κοινοβουλευτική ανεξαρτητοποίηση, μαζί με μια ομάδα ελεγχόμενων από τον ίδιο βουλευτών.
Τον Ιούλιο του 2010 ιδρύει την Δημοκρατική Αριστερά, στην οποία ορίζεται Πρόεδρος, έχοντας ως σχέδιο την αναβίωση της πάλαι ποτέ Ε.Δ.Α., μέσω της ΔΗΜΑΡ, με μια διαφορά. Αυτή τη φορά η ΔΗΜΑΡ με κάθε τρόπο θα είναι κυβερνητικός εταίρος.
Αρχικά, ο Φώτης Κουβέλης προχωράει στην υλοποίηση του σχεδίου αθόρυβα, ως μη υπολογίσιμος αντίπαλος από την τότε πολιτική ηγεσία της χώρας και τον τότε πρωθυπουργό Γ.Α. Παπανδρέου. Καταφέρνει με αριστοτεχνικό πολιτικό σχεδιασμό, να διαδραματίσει ο Φώτης Κουβέλης με τη ΔΗΜΑΡ, σημαντικό ρόλο στο τέλος της προμνημονιακής περιόδου της χώρας, αλλά και στη πρώιμη μεταμνημονιακή Ελλάδα, με τη συμμετοχή η μη στις κυβερνήσεις.
Τον Απρίλη του 2010, ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, ανακοινώνει από το Καστελόριζο την ένταξη της χώρας στο IMF. O πολιτικός χρόνος αλλάζει με γρήγορους ρυθμούς, οι πολιτικές εξελίξεις του καλοκαιριού του 2011 είναι γνωστές και στις 4 Νοέμβρη του 2011, ο Γιώργος Παπανδρέου λαμβάνει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή των Ελλήνων με την “κλειστή συμφωνία”, να παραιτηθεί και να παραδώσει την εξουσία σε μια μεταβατική, εθνικού σκοπού, κυβέρνηση συνεργασίας.
Σημαντικό ρόλο για την πτώση της Κυβέρνησης Παπανδρέου διαδραματίζει ο Φώτης Κουβέλης Ο ίδιος και η ανεξάρτητη “ομάδα“ βουλευτών που ελέγχει στη Βουλή, βρίσκονται μετά από τα γεγονότα του καλοκαιριού του 2011 σε πλήρη συνεννόηση με βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, οι οποίοι ανήκαν σύμφωνα και με τα λεγόμενά των ιδίων, ψυχικά και οργανωτικά στο “Παπανδρεϊκό” εριβάλλον.
Η συγκεκριμένη ομάδα βουλευτών “αδυνατούν” όπως αποδεικνύεται να στηρίξουν μνημόνια κοντά σε εκλογές, έχοντας όμως ψηφίσει και μνημόνιο και στη συνέχεια το μεσοπρόθεσμο της κυβέρνησης Παπανδρέου.
Υπερισχύει για τους ιδίους η με κάθε τρόπο επανεκλογή που έρχεται μέσω της συνεργασίας τους με τη ΔΗΜΑΡ του Φώτη Κουβέλη, παρά με την ψυχική και οργανωτική δέσμευση στο καράβι που βουλιάζει.
Οι πέντε βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, Γιάννης Αμοιρίδης, Γιάννης Μιχελογιαννάκης, Ηλίας Θεοδωρίδης, Γιώργος Παπαμανώλης και Οδυσσέας Βουδούρης υπό το βάρος της μη εκλογής τους με το ΠΑΣΟΚ σε ενδεχόμενες εκλογές, δεν ψηφίζουν το δεύτερο μνημόνιο, διαγράφονται και ανεξαρτητοποιούνται από την Κ.Ο. ΠΑΣΟΚ.
Στις 20 Μαρτίου 2012, λίγο πριν από τις δίδυμες εκλογές του 2012, οι νέο αποστάτες βουλευτές του ΠΑΣΟΚ -έχοντας ολοκληρώσει τις συζητήσεις με τον Φώτη Κουβέλη- εντάσσονται στη Δημαρ.
Η Δημαρ, δύο σχεδόν μήνες πριν τις εκλογές του Μαΐου του 2012, καταφέρνει και συγκεντρώνει τον αριθμό που απαιτείται στη Βουλή για τη συγκρότηση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, αποκτώντας τα ίδια δικαιώματα με τις υπόλοιπες Κοινοβουλευτικές Ομάδες. Το ΠΑΣΟΚ του Παπανδρέου δεν “πέφτει” από βουλευτές που βρίσκονται κοντά στον Ευάγγελο Βενιζέλο – όπως κάποιοι ισχυρίζονται-, αλλά από βουλευτές που δεν ψηφίζουν το δεύτερο μνημόνιο, στη συνέχεια αποστατούν και στο τέλος εντάσσονται στον νεοσύστατο φορέα του Φώτη Κουβέλη.
Η ιστορία της συνέχειας της Δημοκρατικής Αριστεράς γνωστή, με την Δημαρ, να συμμετέχει με στήριξη και υπουργούς στη συγκυβέρνηση ΝΔ ΠΑΣΟΚ,ΔΗΜΑΡ -πρόταση άλλωστε της Δημαρ-, έχοντας όμως ο Φώτης Κουβέλης στηρίξει στις διερευνητικές εντολές, ενδεχομένως για λόγους τακτικής, την άκαρπη προσπάθεια του Αλέξη Τσίπρα για το σχηματισμό κυβέρνησης. Στις 22 Ιουνίου του 2013 η Δημαρ, αποσύρει τη συμμετοχή της στη συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ- Δημαρ, στηρίζοντας τα νομοσχέδια, με βουλευτές να διαφωνούν, να αποστασιοποιούνται και να αποχωρούν με αποτέλεσμα τη διάσπαση, τη πολιτική συρρίκνωση αλλά και την περιθωριοποίηση του κόμματος που ο Φώτης Κουβέλης ίδρυσε.
Ο Φώτης Κουβέλης, ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για τη νυν κατάσταση της χώρας Δεδομένο πως το “αν” δεν χωράει στην πολιτική, σίγουρα η κατάσταση θα ήταν διαφορετική, εφόσον ο ίδιος είχε δεχτεί την τιμητική πρόταση Σαμαρά- Βενιζέλου, ώστε να ήταν υποψήφιος για την Προεδρία της Δημοκρατίας.
Η χώρα δεν θα πήγαινε σε πρόωρες εκλογές, ενδεχομένως θα υπήρχε πολιτικός χρόνος -έστω και μικρός- για να κλείσει η διαπραγμάτευση με τους εταίρους, ίσως η Ελλάδα κατάφερνε να βγει από τα μνημόνια και να μη συζητούσαμε ακόμα και σήμερα το έτσι κι αλλιώς μη αποδεκτό email Χαρδούβελη.
Σήμερα, ο Φώτης Κουβέλης, με τη στήριξή που ανοιχτά παρέχει στον Αλέξη Τσίπρα, επικροτεί και την οικονομική πολιτική που η κυβέρνηση ασκεί αλλά και νομιμοποιεί το προηγούμενο διάστημα της μη διαπραγμάτευσης, μη διαπραγμάτευση που οδήγησε στο τεταμένο πολιτικά περασμένο καλοκαίρι (δημοψήφισμα, capital controls, αλλαγή πλεύσης).
Ίσως ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα, έχοντας μπει πλέον στη μνημονιακή λογική αλλά και στη παραμονή της χώρας στο euro – πάγια αιτήματα της πάλαι ποτέ Ανανεωτικής Πτέρυγας-, να αποτελεί για τον Φώτη Κουβέλη τον μόνο πολιτικό φορέα που του εξασφαλίζει όχι μόνο την πολιτική επιβίωση, αλλά και με προϋποθέσεις τη συμμετοχή στο κυβερνητικό σχήμα.
Η Γ` Ελληνική Δημοκρατία πάντοτε ξέρει να προσέχει τα παιδιά που την “υπηρετούν”, ανεξάρτητα από κομματικούς χρωματισμούς και τον πολιτικό χρόνο που απαιτείται για την δικαίωση της υστεροφημίας των δικών της πολιτικά τέκνων. Ο πάλαι ποτέ αντίπαλος του Αλέξη Τσίπρα για την προεδρία του Συνασπισμού Φώτης Κουβέλης θα ήταν ιδιαίτερα ευτυχής, αν ο νυν πρωθυπουργός έδινε στον ίδιο ρόλο με τον οποίο θα μπορούσε να συμμετάσχει αλλά και να διαμορφώσει το πολιτικό παιχνίδι στην προς το παρόν σε συζήτηση Συνταγματική Αναθεώρηση, η οποία θα οδηγούσε τη Γ` Ελληνική Δημοκρατία στην Δ` Ελληνική Δημοκρατία, στην απαρχή της μετά της μεταπολίτευσης εποχής, καθώς συγκεντρώνει αρκετές φωνές η αλλαγή πολιτεύματος, εφόσον προκριθεί η απευθείας από τον λαό εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Ένα μεγάλο όνειρο για τον Φώτη Κουβέλη έστω και αν σε πρώτο πολιτικό χρόνο ο Φώτης Κουβέλης, αρνήθηκε να το κάνει πράξη. Άλλωστε, όπως είναι γνωστό η ιστορία κύκλους κάνει, επανερχόμενη πάντα σε πολιτικά γεγονότα που για κάποιους λόγους μια δεδομένη στιγμή δεν τελεσφόρησαν.
Δημοσιογράφος – Andreas.tsilogiannis@gmail.com
Πηγή: mignatiou.com
Ο δεκάλογος της χειραγώγησης
Όταν η κοινωνία πείθεται συλλογικά ότι είναι ανόητη, διεφθαρμένη και ανίκανη, οπότε είναι η ίδια ένοχος για τα δεινά που της συμβαίνουν (κακή συνείδηση), τότε εξουδετερώνεται πλήρως – αφού αυτός που νοιώθει ένοχος δεν είναι σε θέση να αγωνισθεί, να πλημμυρίσει τους δρόμους και να επαναστατήσει.
.
«Δεν είμαστε πλέον ελεύθεροι, ούτε η σκέψη μας είναι – γεγονός που τεκμηριώνεται σήμερα στην Ελλάδα, όπου παρά το ότι βαδίζει με γρήγορα βήματα στα σκουπίδια της ιστορίας, δεν αντιδράει απολύτως κανένας, δεν φαίνεται καμία μελλοντική προοπτική υγιούς εξέγερσης, ενώ οι «μελλοθάνατοι» σιωπούν όπως τα πρόβατα που οδηγούνται πειθήνια στη σφαγή. Ουσιαστικά λοιπόν προγραμματιζόμαστε, με την έννοια ότι μας μαθαίνουν πώς θα θέλαμε να είμαστε – έτσι ώστε να νομίζουμε ότι εμείς επιλέξαμε ελεύθερα τον τρόπο που συμπεριφερόμαστε και ενεργούμε ή παραμένουμε παθητικοί«.
Άποψη
Η λέξη «πλύση εγκεφάλου» είναι μία σύγχρονη έκφραση, η οποία αναφέρεται στην ψυχική χειραγώγηση που ασκείται σε ένα ή περισσότερα άτομα, με στόχο να υποκινήσει τον ή τους χειραγωγούμενους να υποταχθούν ασυνείδητα σε προκαθορισμένες απόψεις και ενέργειες – κάτι που δεν θα συνέβαινε ποτέ με τη χρήση βίας.
Περαιτέρω, παρά το ότι μέσω της «πλύσης εγκεφάλου» δεν πλένεται, καθώς επίσης δεν απομακρύνεται τίποτα αλλά, αντίθετα, «λερώνεται» η σκέψη με την προσθήκη ξένων στοιχείων που προγραμματίζουν τον εγκέφαλο εν αγνοία του, πρόκειται πλέον για έναν όρο που δεν μπορεί να αποφευχθεί – υπενθυμίζοντας πως η έρευνα και η χρησιμοποίηση της χειραγώγησης ξεκίνησε από τα πρώτα χρόνια της ανθρωπότητας.
Εν τούτοις, τις τελευταίες δεκαετίες βιώνουμε μία κατακόρυφη άνοδο της χρήσης των συνεχώς εξελισσομένων μεθόδων χειραγώγησης – μέσω των οποίων γίνεται πολύ δύσκολο για τους απλούς ανθρώπους να διακρίνουν τα ουσιώδη σύνορα, μεταξύ της μυθοπλασίας και της πραγματικότητας.
Ελάχιστοι είναι μόνο σε θέση να εφαρμόσουν τα ευρήματα της σύγχρονης ψυχολογίας και κοινωνιολογίας, για να καθοδηγήσουν την αντίληψη και τη συνείδηση μας προς την επιθυμητή από τους εντολείς τους πλαστή πραγματικότητα – κοιτάζοντας τότε από έξω τη «μήτρα» (matrix), στην οποία είμαστε φυλακισμένοι όλοι οι υπόλοιποι. Η κατανόηση της διαδικασίας και της κατάστασης αυτής μοιάζει ήδη με τον από-προγραμματισμό του εγκεφάλου μας – με την απελευθέρωση του δηλαδή από τις έξωθεν επιρροές, με στόχο να δραπετεύσει από τη φυλακή της χειραγώγησης, από τη «μήτρα» (matrix) δηλαδή, στην οποία έχει τοποθετηθεί.
Στο ξεκίνημα βέβαια της ανθρώπινης ιστορίας, η καθοδήγηση του πλήθους μέσω της φυλάκισης του στο matrix επιτυγχανόταν με τη βοήθεια της βίας – κάτι που έπαψε πλέον να είναι αρκετό, μετά την έναρξη της εποχής του Διαφωτισμού. Ένα επόμενο βήμα συνέβη γύρω στο 1850, όπου ξεκίνησε η πρώτη βιομηχανική επανάσταση – ενώ οι δύο επιστήμονες που έθεσαν τις βάσεις της σύγχρονης χειραγώγησης, ακούσια φυσικά, δεν είναι άλλοι από τους πατέρες της αναλυτικής ψυχολογίας S. Freud και C.G.Junk.
Από το επιστημονικό έργο του τελευταίου είναι γνωστό το ότι, ο άνθρωπος μπορεί να επηρεασθεί πολύ εύκολα από οπτικά ερεθίσματα – ενώ το συλλογικό ασυνείδητο διαδραματίζει έναν πολύ σημαντικό ρόλο. Χωρίς τώρα να επεκταθούμε σε περισσότερες λεπτομέρειες, οι δέκα βασικότερες στρατηγικές της χειραγώγησης είναι οι εξής:
.
(1) Η αντιστροφή της προσοχής (παραπλάνηση): Πρόκειται για σκόπιμες ειδήσεις που «πωλούνται» ως οι σημαντικότερες, έχοντας όμως στόχο να κρύψουν τις πραγματικά σημαντικές – όπως στο παράδειγμα της αναθεώρησης του συντάγματος, για να μη δοθεί προσοχή στα νέα μέτρα φτωχοποίησης των Πολιτών, καθώς επίσης στη λεηλασία της δημόσιας και ιδιωτικής (μέσω τωναφελληνισμένων τραπεζών) περιουσίας των Ελλήνων.
(2) Η σκόπιμη δημιουργία προβλημάτων, για τα οποία παρέχονται ταυτόχρονα οι ήδη προετοιμασμένες λύσεις: Για να επιτευχθεί ένας δύσκολος στόχος, προκαλούνται ορισμένες προβληματικές καταστάσεις, αφού διαφορετικά ο πληθυσμός επαναστατεί.
Για παράδειγμα, με σκοπό το ριζικό περιορισμό των κεκτημένων της πλειοψηφίας (μισθοί, κοινωνικό κράτος κλπ.), «παράγει» κανείς μία οικονομική κρίση, ενοχοποιώντας τους Πολίτες για τη δημιουργία της – παρέχοντας ταυτόχρονα «λύσεις», όπως η αύξηση της ποσότητας χρήματος από τις κεντρικές τράπεζες, οι οποίες δεν αφήνουν μεν το σύστημα να καταρρεύσει, αλλά αυξάνουν τη λεηλασία των πολλών που δεν αντιδρούν, επειδή δεν κατανοούν τι ακριβώς συμβαίνει.
Η «λύση» της κρίσης που προκλήθηκε σκόπιμα στην Ελλάδα ήταν κατ’ αναλογία η Τρόικα, μέσω της οποίας ολοκληρώνεται η λεηλασία της – ενώ ακόμη και σήμερα πλήθος εγχώριων ΜΜΕ επιμένουν να χειραγωγούν τους Έλληνες, ισχυριζόμενα πως η ευθύνη της χρεοκοπίας τους είναι δική τους, παρά το ότι αλλεπάλληλες εκθέσεις του ΔΝΤ όπως η πρόσφατη (πηγή), οδηγούν στα ακριβώς αντίθετα συμπεράσματα.
(3) Η διαβάθμιση των δυσάρεστων αλλαγών: Η σταδιακή αλλαγή προς το χειρότερο των υπηρεσιών που προσφέρει το δημόσιο είναι πιο εύκολο να επιτευχθεί, σε σχέση με την άμεση και απότομη – επειδή η μάζα, όταν μία κατάσταση διαρκεί πολύ, τείνει να πέσει στην παγίδα του «όλα θα περάσουν και θα γίνουν καλύτερα».
Παράδειγμα η επιβολή των ακραίων νεοφιλελεύθερων μέτρων στην Ελλάδα σταδιακά μετά το 2010, όπου δημιουργούταν η εσφαλμένη εντύπωση στους Πολίτες ότι, οι εκάστοτε κυβερνήσεις τους προστάτευαν καθυστερώντας – ή πως η κρίση θα είχε καταπολεμηθεί, εάν δεν είχαν μεσολαβήσει αυτές οι καθυστερήσεις, παρά το ότι στην Πορτογαλία τεκμηριώθηκε πως δεν ισχύει. Ως εκ τούτου, δεν δινόταν καμία σημασία στα πραγματικά νούμερα, τα οποία τεκμηριώνουν ακριβώς το αντίθετο (ανάλυση).
(4) Η αναβολή των επιδιωκόμενων αλλαγών: Πρόκειται για τη μετάθεση στο μέλλον εκείνων των αλλαγών που, εάν υιοθετούταν βραχυπρόθεσμα, θα προκαλούσαν μαζικές αντιδράσεις ή/και θα απορρίπτονταν από το σύνολο του πληθυσμού. Μέσω της αναβολής τους αυξάνεται σημαντικά η πιθανότητα αποδοχής τους εκ μέρους των ανθρώπων, επειδή έτσι συνηθίζουν καλύτερα στην ιδέα.
Παράδειγμα, οι μεταρρυθμίσεις του συνταξιοδοτικού συστήματος ακόμη και σε χώρες πλούσιες όπως η Γερμανία, οι οποίες αναβάλλονται μεν, αλλά τελικά επιβάλλονται (όπως θα συμβεί και στη Γαλλία, με τους εργατικούς νόμους). Επίσης η πεποίθηση που έχει δημιουργηθεί ήδη σε όλους τους Έλληνες κάτω των 60 ετών, σύμφωνα με την οποία δεν πρόκειται να πάρουν σύνταξη ή στην καλύτερη περίπτωση θα είναι σημαντικά μειωμένη – γεγονός που διευκολύνει φυσικά την πολιτική των δανειστών.
(5) Η ομιλία στις μάζες σαν να πρόκειται για μικρά παιδιά: Όταν απευθύνεται κανείς στους ανθρώπους μιλώντας τους σαν να είναι παιδιά, τότε νοιώθουν ανάλογα ασήμαντοι – οπότε έχει τη δυνατότητα να τους πει ευκολότερα δυσάρεστες αλήθειες. Ισχύει εν προκειμένω το ότι, όσο πιο ψεύτης είναι κανείς, τόσο πιο εύκολα πείθει – γεγονός που διαπιστώνεται συχνά στην Ελλάδα, όσον αφορά το εκλογικό κοινό και τους πολιτικούς που στέλνει στην εξουσία.
(6) Η έμφαση (επικέντρωση) στα συναισθήματα και όχι στη λογική: Με τη στροφή προς το συναίσθημα εμποδίζεται η κριτική σκέψη, σε βαθμό που δεν μπορεί να φαντασθεί κανείς. Παράδειγμα, η έμφαση στα χείλη του πρωθυπουργού με την έρπη, αντί στα καταστροφικά αποτελέσματα των δήθεν διαπραγματεύσεων του με τους δανειστές τον Ιούλιο του 2015 – ή στη σημερινή ρητορική του περί της υιοθέτησης δημοψηφισμάτων, όταν είναι ο μοναδικός στην ιστορία που δεν σεβάστηκε το δημοψήφισμα του 2015.
(7) Η διατήρηση της κοινωνίας σε άγνοια: Προφανώς οι μάζες δεν πρέπει να είναι σε θέση να κατανοούν τις μεθόδους, καθώς επίσης τις τεχνικές ελέγχου που εξασφαλίζουν τη χειραγώγηση τους. Στα πλαίσια αυτά, όλοι όσοι προσπαθούν να τις «ξυπνήσουν» είτε συκοφαντούνται μεθοδικά, είτε διακωμωδούνται, είτε χαρακτηρίζονται ως οπαδοί θεωριών συνομωσίας – έτσι ώστε να μην εισακούγονται ποτέ.
(8) Η χειραγώγηση της σκέψης του λαού, έτσι ώστε να πεισθεί πως είναι μία θλιβερή μετριότητα: Όταν οι άνθρωποι πείθονται ότι, είναι «μοντέρνο» να συμπεριφέρονται ανόητα, χυδαία και ματαιόδοξα, τότε είναι πολύ εύκολη η καθοδήγηση τους.
Παράδειγμα ο τρόπος ομιλίας και οι λέξεις που χρησιμοποιούνται πολύ συχνά στην ελληνική κοινωνία και στη Βουλή, οι οποίες μειώνουν δραστικά το πολιτισμικό επίπεδο της χώρας – οπότε δεν σημειώνονται αναταραχές και εξεγέρσεις, παρά τη ραγδαία πτώση του βιοτικού επιπέδου. Με απλά λόγια, η ευγένεια δεν συμβαδίζει με την παθητική αποδοχή της φτωχοποίησης – οπότε απαιτείται η μείωση του πολιτισμικού επιπέδου, χωρίς την οποία είναι αδύνατον να επιβληθεί.
(9) Μετάλλαξη της αντίστασης σε ένα συναίσθημα κακής συνείδησης: Χωρίς καμία ενέργεια, δεν υπάρχει καμία άμυνα – όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου είναι ανόητο να περιμένει κανείς κάτι καλύτερο, αφού δεν ενεργεί οπότε δεν αμύνεται. Όταν η κοινωνία τώρα πείθεται συλλογικά ότι είναι ανόητη, διεφθαρμένη και ανίκανη, οπότε είναι η ίδια ένοχος για τα δεινά που της συμβαίνουν (κακή συνείδηση), τότε εξουδετερώνεται πλήρως – αφού αυτός που νοιώθει ένοχος δεν είναι σε θέση να αγωνισθεί, να εξεγερθεί και να επαναστατήσει.
(10) Η γνώση των ανθρώπων καλύτερα από τους ίδιους: Τις τελευταίες δεκαετίες οι γνώσεις στη Νευρολογία (έρευνα του εγκεφάλου), στην Κοινωνιολογία και στην Ψυχολογία έχουν αυξηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό – οπότε η απόσταση που χωρίζει τα πολύ υψηλά εισοδηματικά στρώματα από τη μάζα είναι πια τεράστια. Ως εκ τούτου, ακόμη και η μεσαία τάξη έχει μείνει πολύ πίσω διανοητικά – οπότε είναι σημαντικά ευκολότερη η χειραγώγηση, ο έλεγχος και επομένως η «ληστεία» της.
.Κλείνοντας, θα θέλαμε να προσθέσουμε ότι, η πρώτη προτεραιότητα όλων όσων θέλουν να αποφύγουν την «πλύση εγκεφάλου» που τους ασκείται καθημερινά, είναι η προσεκτική επιλογή των ΜΜΕ, από τα οποία ενημερώνονται – κάτι που όμως απαιτεί πολύ μεγάλη προσοχή, αφού πρόκειται για κάτι εξαιρετικά δύσκολο. Σε κάθε περίπτωση, οποιοδήποτε μέσο αντιλαμβανόμαστε πως υποστηρίζει κάποιο πολιτικό κόμμα ή κάποια οικονομικά συμφέροντα, πρέπει να αποφεύγεται με κάθε τρόπο – αφού κάθε άλλο παρά ενημερώνει αντικειμενικά, ενώ δεν είναι τόσο απλό να το διακρίνουμε.
Βιβλιογραφία: Stendhal
analyst.gr