Η πλειοψηφία των ανθρώπων δεν θα αντιμετωπίσει μόνο τον περιορισμό του βιοτικού της επιπέδου, αλλά θα χάσει ακόμη και τη δυνατότητα της να κερδίζει τα προς το ζην – οπότε δεν πρέπει να απορεί κανείς που οι λαοί αναζητούν νέες κοινωνικές συμφωνίες, εκλέγοντας ανθρώπους που τους υπόσχονται ακριβώς αυτό.
«Η πλειοψηφία των ανθρώπων έχει αρρωστήσει από τη σημερινή κατάσταση (status quo) και νοιώθει πως έχει εγκαταλειφθεί από τους ηγέτες της, κρίνοντας από την εκλογή του κ. Trump, καθώς επίσης από το BREXIT – γεγονότα που συνέβησαν στην πιο επικίνδυνη χρονική περίοδο της ιστορίας της ανθρώπινης φυλής.
Επρόκειτο για εκείνη τη στιγμή που ο ξεχασμένος μίλησε, βρίσκοντας τη φωνή του για να απορρίψει τις συμβουλές και την καθοδήγηση των εμπειρογνωμόνων και των ελίτ – παρά το ότι χρειάζεται όσο ποτέ μέχρι σήμερα να συνεργασθούμε όλοι μαζί.
Αυτό που έχει όμως σημασία τώρα, πολύ περισσότερο από τις παραπάνω επιλογές, είναι το πώς οφείλουν να αντιδράσουν οι ελίτ. Πρέπει δηλαδή να απορρίψουν με τη σειρά τους τα αποτελέσματα των εκλογών, θεωρώντας τα ξεσπάσματα ενός λαϊκισμού που δεν λαμβάνει σοβαρά υπ’ όψιν του τα πραγματικά περιστατικά, οπότε να προσπαθήσουν να τα παρακάμψουν, να αδιαφορήσουν ή/και να τα περιορίσουν; Θα έλεγα πως κάτι τέτοιο θα ήταν ένα τρομερό λάθος εκ μέρους τους – με καταστροφικές συνέπειες.
Περαιτέρω, ας μην ξεχνάμε πως έχουμε μεν ανακαλύψει την τεχνολογία για να καταστρέψουμε τον πλανήτη, αλλά όχι αυτήν για να αποφύγουμε την καταστροφή του – ενώ μπορεί σε μερικές εκατοντάδες χρόνια να έχουμε ιδρύσει ανθρώπινες αποικίες στα αστέρια, αλλά σήμερα διαθέτουμε μόνο έναν πλανήτη, τον οποίο πρέπει να προστατεύσουμε εργαζόμενοι όλοι μαζί.
Συνεχίζοντας, η αυτοματοποίηση στην παραγωγή έχει ήδη αποδεκατίσει αρκετές θέσεις εργασίας στην παραδοσιακή βιομηχανία, ενώ η άνοδος της τεχνητής νοημοσύνης θα καταστρέψει πολύ περισσότερες, διευρύνοντας την ανεργία στη μεσαία τάξη – με τελικό αποτέλεσμα αυτές που θα μείνουν να είναι μόνο εποπτικές και διοικητικές.
Το γεγονός αυτό θα αυξήσει τις ήδη υφιστάμενες εισοδηματικές ανισότητες στον πλανήτη – πόσο μάλλον αφού τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το διαδίκτυο και οι πλατφόρμες του, επιτρέπουν σε όλο και λιγότερους ανθρώπους να αποκομίζουν συνεχώς υψηλότερα κέρδη, απασχολώντας όλο λιγότερους εργαζομένους.
Στα πλαίσια αυτά η πλειοψηφία των ανθρώπων δεν θα αντιμετωπίσει μόνο τον περιορισμό του βιοτικού της επιπέδου, αλλά θα χάσει ακόμη και τη δυνατότητα της να κερδίζει τα προς το ζην – οπότε δεν πρέπει να απορεί κανείς που οι λαοί αναζητούν νέες κοινωνικές συμφωνίες, εκλέγοντας ανθρώπους που τους υπόσχονται ακριβώς αυτό, όπως τον κ. Trump.
Με δεδομένη λοιπόν την εξαφάνιση των θέσεων εργασίας από ολόκληρους βιομηχανικούς κλάδους, θα πρέπει να βοηθήσουμε τους ανθρώπους να εκπαιδευτούν από την αρχή, όσον αφορά τον καινούργιο κόσμο που θα αντιμετωπίσουν – καθώς επίσης να τους στηρίξουμε οικονομικά για να το κάνουν» (S. Hawkins με παρεμβάσεις)
Ανάλυση
Σίγουρα αυτά που συμβαίνουν στην Ελλάδα είναι πολύ σημαντικά και πρέπει να μας απασχολούν – ενώ είναι καλύτερα να μην δίνουμε σημασία στους ιδιοτελείς επενδυτές που προσπαθούν να παρουσιάσουν μία διαφορετική εικόνα της πραγματικότητας, όπως το ότι το δημόσιο χρέος μας δεν είναι στο 177% του ΑΕΠ μας, αλλά στο 71%, με κριτήριο τη μελλοντική του εξέλιξη!
Άλλωστε είναι αδύνατον να το προσδιορίσει κανείς μελλοντικά, χωρίς να γνωρίζει το ύψος του πληθωρισμού, καθώς επίσης το ρυθμό ανάπτυξης – πόσο μάλλον όταν η Ελλάδα δεν είναι ασφαλώς ένα απομονωμένο νησί, υφιστάμενη άμεσα τις επιδράσεις του περιβάλλοντος της που είναι πλέον ολόκληρος ο πλανήτης.
Δεν πρέπει επίσης να δίνουμε σημασία σε εκείνους τους πολιτικούς που θέλουν να μας παρουσιάσουν τις δύο διαγραφές των χρεών μας στα πλαίσια του PSI, καθώς επίσης της επαναγοράς ομολόγων σε χαμηλότερες τιμές, ως σημαντικό επίτευγμα – αφού αρκεί να δούμε τη διαχρονική εξέλιξη του δημοσίου χρέους, για να κατανοήσουμε πως δεν έχουν καθόλου δίκιο (γράφημα), ακόμη και αν δεν είχαν δοθεί έναντι τα τρομακτικά ανταλλάγματα που ζητήθηκαν, τα κλειδιά της χώρας καλύτερα.
Άλλωστε, όπως φαίνεται καθαρά από το γράφημα, το χρέος μειώθηκε το 2012 σε σχέση με το 2011 μόλις κατά 62,5 δις €, ενώ αμέσως μετά, το 2013, αυξήθηκε σχεδόν κατά 16 δις € λόγω κυρίως των τραπεζών που χρεοκόπησαν ακριβώς από το PSI – οπότε η μείωση ήταν κάτω από 50 δις €.
Εάν αφαιρέσουμε δε από αυτήν τις απώλειες του κράτους από τη συμμετοχή του στις τράπεζες μετά την αύξηση κεφαλαίου τους το 2015, η οποία υπερέβαινε τα 30 δις € (χωρίς να γνωρίζουμε τι θα συμβεί με τις εγγυήσεις του δημοσίου), καθώς επίσης τις ζημίες των δημοσίων οργανισμών και των Ελλήνων ομολογιούχων, η «ωφέλεια» των διαγραφών σχεδόν μηδενίζεται – ενώ τα υπέρογκα ανταλλάγματα παρέμειναν ως είχαν.
Όσον αφορά τώρα τα δήθεν πολύ χαμηλά επιτόκια δανεισμού που εξασφαλίσαμε, μετά τις παρεμβάσεις της ΕΚΤ πολλές άλλες χώρες πληρώνουν χαμηλότερα – όπως η Ισπανία (περί το 1,5%), η Γερμανία (0,2%) κοκ. Εκτός αυτού, η Ελλάδα συνεχίζει να μη συμμετέχει στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της κεντρικής τράπεζας – ενώ υπάρχουν ορισμένοι λογαριασμοί του δημοσίου της τάξης των 700 δις €, οι οποίοι προκαλούν πολύ μεγάλη εντύπωση (γράφημα).
Εντύπωση προκαλεί επίσης η έκθεση του ελεγκτικού συνεδρίου, σύμφωνα με την οποία το δημόσιο προέβη σε συμφωνία επαναγοράς ύψους 694,2 δις € το 2015 ενώ είχε προϋπολογίσει 44 δις € – μία πραγματικά τεράστια απόκλιση, η οποία θα έπρεπε ασφαλώς να εξηγηθεί στους Έλληνες με κάθε λεπτομέρεια, για να γνωρίζουν τι τους περιμένει στο μέλλον.
Η παγκόσμια κρίση στην αγορά εργασίας
Ανεξάρτητα τώρα από όλα αυτά, επανερχόμενοι στην εισαγωγή του κειμένου, δεν βιώνει μόνο η Ελλάδα μία κρίση εργασίας, με κριτήριο τους ανέργους που έχουν φτάσει στο 1,5 εκ., καθώς επίσης τη μείωση του εργατικού δυναμικού της πάνω από 200.000 άτομα – ενώ πολύ δύσκολα θα καταπολεμηθεί το πρόβλημα, με βάση τις προβλέψεις για ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια (για κάθε θέση εργασίας απαιτείται τουλάχιστον αύξηση του ΑΕΠ κατά 50.000 € ετήσια).
Αντίθετα, σε ολόκληρο τον πλανήτη συμβαίνει κάτι ανάλογο, συμπεριλαμβανομένων των Η.Π.Α. – όπου
μέσα σε ένα μόλις μήνα αυξήθηκε ο αριθμός των Αμερικανών που δεν συμμετέχουν στην αγορά εργασίας κατά 446.000, στους συνολικά 95,1 εκ. (
πηγή). Εν προκειμένω πρόκειται για ανθρώπους που «απελαύνονται» σχεδόν οριστικά από το σύστημα, επειδή δεν τους χρειάζεται πια – για έναν κοινωνικό αποκλεισμό δηλαδή που έχει λάβει τεράστιες διαστάσεις παγκοσμίως (
ανάλυση).
Ακόμη περισσότερο, φαίνεται πλέον καθαρά πως οι σίγουρες, καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας του παρελθόντος, πολλές από τις οποίες υπήρχαν στο δημόσιο, καθώς επίσης στη βιομηχανία, εξαφανίζονται. Όσον αφορά τα κράτη, χάνονται κυρίως λόγω της υπερχρέωσης, όπου αναγκάζονται να πουλήσουν τις δημόσιες επιχειρήσεις, καθώς επίσης να περιορίσουν τις κοινωνικές παροχές – μειώνοντας ταυτόχρονα τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων στους απολύτως απαραίτητους και φθηνούς.
Σε σχέση με τη βιομηχανία, αφενός μεν η μείωση του ρυθμού ανάπτυξης παγκοσμίως, αφετέρου η χρήση των ρομπότ και η παγκοσμιοποίηση, καθώς επίσης η πτώση της ανταγωνιστικότητας και η αδυναμία υποτίμησης στις χώρες της Ευρωζώνης, έχουν ως αποτέλεσμα τη μαζική απώλεια θέσεων εργασίας σε ορισμένες από αυτές – καθώς επίσης την αντικατάσταση των υφισταμένων με πολύ φθηνότερες, ορισμένου χρόνου, εποχιακές ή/και μερικής απασχόλησης.
Σε όλες τις επιχειρήσεις δε αυξάνεται συνεχώς η ονομαζόμενη «κοινής χρήσης οικονομία» (Sharing Economy), όπου
οι εργαζόμενοι δανείζουν τον εαυτό τους έναντι μίας ελάχιστης αμοιβής – καθώς επίσης η «Gig Economy», με βάση την οποία οι άνθρωποι πληρώνονται ανάλογα με τα «κομμάτια» που παράγουν (
ερμηνεία). Οφείλουμε βέβαια να γνωρίζουμε πως οι θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης υπάρχουν λιγότερο από 100 χρόνια – ενώ γνώρισαν την άνθιση τους στη χρυσή εποχή της βιομηχανίας, μετά τον παγκόσμιο πόλεμο, η οποία έχει μάλλον περάσει ανεπιστρεπτί.
Περαιτέρω, το πρόβλημα με τις παραπάνω θέσεις εργασίας δεν είναι μόνο το μικρότερο ποσόν των χρημάτων, με τα οποία αμείβεται κανείς – αλλά
η ανισορροπία μεταξύ ενός μη σίγουρου εισοδήματος, καθώς επίσης των σίγουρων εξόδων. Εκτός αυτού περιορίζεται σημαντικά η πιστοληπτική ικανότητα αυτών των ανθρώπων, αφού καμία τράπεζα δεν τους δανείζει γνωρίζοντας πως τα έσοδα τους δεν είναι σταθερά, ενώ οι δαπάνες τους είναι. Έτσι έχει δημιουργηθεί μία νέα και επικίνδυνη τάξη, το ονομαζόμενο «πρεκαριάτο» (
πηγή), η οποία αυξάνεται συνεχώς – οπότε θα μας απασχολεί όλο και πιο πολύ στο μέλλον.
Εάν τώρα σε όλα αυτά προσθέσουμε το
ασφαλιστικό, καθώς επίσης την αδυναμία ανάπτυξης λόγω του δημογραφικού,
τα οποία συνιστούν τεράστια προβλήματα για εκείνες τις χώρες που έχουν δείκτη εξάρτησης άνω της μονάδας (
ανάλυση), όπως είναι η Ελλάδα με δείκτη 1,66 και η Ιταλία με δίκτη1,64 (Πίνακας Ι), έναντι 0,84 της Γερμανίας, θα κατανοήσουμε πως οι προοπτικές είναι πολύ δυσοίωνες – εάν δεν βρεθούν καινούργιες μέθοδοι αντιμετώπισης της κρίσης.
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Μεγέθη Ιταλίας
Συνολικός πληθυσμός (Ιούλιος 2016) | 62.000.000 |
Εργαζόμενοι (από 15 έως 65 ετών) | 25.500.000 |
Μη εργαζόμενοι (εξαρτημένοι) | 36.500.000 |
Φυσιολογική ανεργία 8% | 2.040.000 |
Θεωρητικά εργαζόμενοι | 23.460.000 |
Δείκτης Εξάρτησης Α | 1,56 (= 36.500.000 / 23.460.000) |
Πραγματική ανεργία 12,6% | 3.213.000 |
Πραγματικά εργαζόμενοι | 22.287.000 |
Δείκτης εξάρτησης Β (πραγματικός) | 1,64 (=36.500.000 / 22.287.000) |
Συμπερασματικά λοιπόν ο Βρετανός επιστήμονας έχει απόλυτο δίκιο με τις προβλέψεις του – αν και δεν φτάνει η εκπαίδευση των ανθρώπων για τη νέα εποχή, όπως προτείνει, αφού η πρόοδος δεν πρόκειται να σταματήσει, ενώ η παγκοσμιοποίηση δεν είναι μία ανατρέψιμη διαδικασία. Με εξαίρεση βέβαια τη μεσολάβηση ενός παγκοσμίου πολέμου, όπως συνέβη μετά την πρώτη εποχή της παγκοσμιοποίησης (στις αρχές του 20ου αιώνα).
Με δεδομένη όμως τη γνωστή φράση του Αϊνστάιν, σύμφωνα με την οποία ο τρίτος παγκόσμιος θα ήταν και ο τελευταίος στην ιστορία του ανθρώπου, προφανώς δεν έχουμε αυτήν την «πολυτέλεια» – οπότε πρέπει να βρεθεί κάτι άλλο.
Επίλογος
Η παγκόσμια κρίση της αγοράς εργασίας προκαλεί μία κρίση του κοινωνικού κράτους – όπου όμως αντιλαμβανόμαστε και επιχειρούμε να επιλύσουμε μόνο την τελευταία, με μέτρα που τελικά επιδεινώνουν την οικονομία.
Αντί λοιπόν να επικεντρωνόμαστε στη ρίζα του προβλήματος, το οποίο δεν είναι άλλο από την εξαφάνιση των παραδοσιακών θέσεων εργασίας, καθώς επίσης από την αυξανόμενη ανασφάλεια των εργαζομένων, η οποία μειώνει δραματικά την παραγωγικότητα και τη δημιουργικότητα τους, ασχολούμαστε μόνο με επιφανειακά θέματα – τα οποία όμως απλά μεταθέτουν το πρόβλημα επαυξημένο στο μέλλον.
Ενεργούμε ανάλογα δηλαδή όπως με τη χρηματοπιστωτική κρίση, η οποία μεταφέρεται οδυνηρότερη μέσω των κεντρικών τραπεζών στα επόμενα χρόνια– καθώς επίσης με την κρίση υπερχρέωσης των κρατών, των τραπεζών, των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, η οποία δεν πρόκειται να επιλυθεί χωρίς μαζικές διαγραφές.
Η λύση πάντως, όσον αφορά την αγορά εργασίας, είναι προφανώς η εισαγωγή ενός παγκόσμιου βασικού εισοδήματος – το οποίο θα προσφέρει στους ανθρώπους τη σιγουριά που χρειάζονται, για να μπορέσουν ξανά να παράγουν. Το σταθερό αυτό εισόδημα οφείλει να τοποθετείται σε ένα χαμηλό μεν ύψος, αλλά αρκετό για να καλύπτει τις απόλυτα βασικές τους ανάγκες – έτσι ώστε να έχουν κίνητρο να εργασθούν, προσαρμοζόμενοι στη νέα εποχή.
Ολοκληρώνοντας, ο δρόμος για την ευημερία στηρίζεται στις επενδύσεις – οι οποίες όμως δεν πρέπει να διενεργούνται μόνο στις μηχανές αλλά, επίσης, στους ανθρώπους. Εάν λοιπόν επενδυθούν χρήματα μόνο στις μηχανές και στα ρομπότ, προσφέροντας στους ανθρώπους μόνο ανασφαλείς και κακοπληρωμένες θέσεις εργασίας, τότε κάποια στιγμή οι άνθρωποι αυτοί θα επαναστατήσουν εναντίον τόσο των μηχανών, όσο και των ιδιοκτητών τους – οπότε οι ελίτ θα βιώσουν τρομακτικές καταστάσεις.