Τετάρτη 16 Αυγούστου 2017

Η κρίση ταυτότητας του Έλληνα στον 21ο αιώνα



Η εποχή που διανύουμε είναι μία εποχή κρίσιμη, καθώς είμαστε μάρτυρες μίας πρωτόγνωρης αποδόμησης κοινωνικών δομών, αξιών και θεσμών σε παγκόσμιο επίπεδο. Η παγκοσμιοποίηση και ο σύγχρονος τρόπος ζωής έχουν δημιουργήσει μια άνευ προηγουμένου, πολιτισμική αλλοτρίωση, και ταυτόχρονα μία σειρά από αντιφάσεις στις κοινωνίες. Έτσι η ατομική ελευθερία περιορίζεται στα πλαίσια αντιμετώπισης της «τρομοκρατίας», αλλά και η τεχνολογία, ενώ προορίζεται για μία καλύτερη ποιότητα ζωής, καταστρέφει το φυσικό περιβάλλον, υποβαθμίζοντας την ποιότητα της ζωής μας.

Εάν στα παραπάνω προστεθεί η πρόσφατη οικονομική κρίση που υφίσταται το παγκόσμιο πολιτικοοικονομικό σύστημα, τότε είναι επιτακτική τόσο η ανάγκη αναθεώρησης του υφιστάμενου μοντέλου ανάπτυξης, όσο και του τρόπου δόμησης των ανθρώπινων κοινωνιών.

(Κείμενο γραμμένο το 2009….)
Η Ελλάδα παρόλες τις αρχικές καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις, θα βιώσει την οικονομική κρίση πολύ πιο επώδυνα, από άλλες Ευρωπαϊκές οικονομίες. Η χώρα μας έχει ένα τεράστιο Δημόσιο Έλλειμμα, (έως το 1974 το δημόσιο χρέος ήταν στο 30% του Α.Ε.Π, σήμερα βρίσκεται στο 100% του Α.Ε.Π), αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο πληρωμών, τεράστιες στρατιωτικές δαπάνες, ενώ οι Ελληνικές τράπεζες έχουν δανείσει μέσω των υποκαταστημάτων τους στις πρώην ανατολικοευρωπαϊκές χώρες αθροιστικά το 27% του Α.Ε.Π της Ελλάδος. Χαρακτηριστικό είναι πως δεδομένων των συνθηκών όπως έχουν διαμορφωθεί, το Ελληνικό δημόσιο για να καλύψει τις δημοσιονομικές του ανάγκες, δανείζεται αυτή την στιγμή - παρότι στην ευρωζώνη - , με επιτόκιο 6% (επιτόκιο που δανείζονται χώρες όπως η Αλγερία και η Ρουμανία..)

Και αυτό την στιγμή που η Ελληνική οικονομία αφορά μία οικονομία, παροχής υπηρεσιών, βασιζόμενη κυρίως στην Ναυτιλία και στον Τουρισμό. Δύο κλάδοι που πλήττονται καίρια και άμεσα σε συνθήκες ύφεσης.

Η Ελλάδα όμως δεν έχει να αντιμετωπίσει μόνο την οικονομική κρίση, αλλά και πλήθος άλλων χρόνιων προβλημάτων που έχουν συσσωρευτεί στην χώρα εδώ και δεκαετίες ( κυρίως μετά την μεταπολίτευση), για τα οποία το μόνο μέτρο που είχε παρθεί, ήταν ένας αδιέξοδος καιροσκοπισμός, δια μέσω της μετάθεσης του προβλήματος και της λύσης του στο μέλλον, κάτι που δεν μπορεί βέβαια να συνεχίζεται επ’ αόριστο, με αποτέλεσμα αυτή την στιγμή να έχουμε βρεθεί προ των δυσάρεστων ευθυνών μας, και να ατενίζουμε με προβληματισμό το μέλλον. Όπως όμως χαρακτηριστικά γράφει ο Κικέρων, τα μελλοντικά γεγονότα δεν κάνουν ξαφνικά την εμφάνισή τους..

Το πέρασμα του χρόνου μοιάζει με το ξετύλιγμα ενός σχοινιού, το οποίο δεν παράγει τίποτα καινούριο αλλά απλώς ξεδιπλώνει αυτό που υπήρχε εξ αρχής.

Ίσως λοιπόν αυτή η κρίσιμη στιγμή να είναι μία από τις σημαντικότερες επιλογές που καλούνται να πάρουν οι Έλληνες, επιλογές που θα καθορίσουν τόσο το δικό τους μέλλον, όσο και των παιδιών τους..

Το «Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει», στις διαμορφωμένες συνθήκες δυστυχώς δεν φαίνεται να αρκεί, παρότι ο Ελληνισμός έχει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, μία αδιάλειπτη πολιτιστική παρουσία 7.000 χρόνων στο παγκόσμιο διεθνές στερέωμα.

Η ιστορία είναι αμείλικτη, και μας προσφέρει πλήθος παραδειγμάτων εθνών και αυτοκρατοριών που σβήστηκαν από τον χάρτη. Αυτό συμβαίνει όταν ένας πολιτισμός θυσιάζει στον βωμό των υλικών αγαθών την πνευματικότητα του, περιορίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την ελευθερία της σκέψης του, γεγονός που τον καθιστά ανίκανο να ανταποκριθεί στις προκλήσεις των καιρών.
.
Σίγουρα δεν είναι η πρώτη φορά που ο Ελληνισμός κινδυνεύει. Στις κρίσεις του παρελθόντος όμως, ο Ελληνισμός επιβίωσε, έχοντας ως αρωγό την πλούσια πολιτισμική του ιστορία, με ότι αυτή σημαίνει και συμβολίζει, αλλά και εξαιτίας της ομοιογένειας του έθνους, που βασιζόταν κυρίως σε δύο πόλους, το ομόθρησκο και το ομόγλωσσο.

Το 1821 η νεοσύστατη Ελλάδα είχε ορίσει ως καθοριστικό στοιχείο Ελληνικότητας το θρήσκευμα.: «Όσοι αυτόχθονες κάτοικοι της Επικράτειας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν, εισίν Έλληνες» , καθώς όλοι ανεξαιρέτως οι αγωνιστές της Επανάστασης προέτασσαν το «υπέρ πίστεως» πριν το «υπέρ πατρίδος», ενώ ως Ελλάδα οριζόντουσαν όσες επαρχίες είχαν επαναστατήσει κατά του Οθωμανικού ζυγού. Η εθνική ταυτότητα συνεπώς αναζητήθηκε πρωτίστως στην θρησκεία.

Στον 21ο αιώνα όμως οι συνθήκες αλλάξουν ταχύτατα. Κατά τη δεκαετία του 1990 η Ελλάδα δέχτηκε απροετοίμαστη και χωρίς κανένα σχεδιασμό ή έλεγχο, περίπου ένα εκατομμύριο μετανάστες, μετέχοντας στην παγκόσμια επιταγή της πολυ-πολιτισμικότητας, έτσι το στοιχείο της ομοιογένειας του πληθυσμού δεν ισχύει πια.

Έτσι ενώ σε παρελθόντα χρόνο, σε εποχές κρίσης της «Ελληνικής ταυτότητάς», ο Έλληνας θα μπορούσε να καταφύγει στην ένδοξη ιστορική του μνήμη, γεγονός που θα μπορούσε να λειτουργήσει αντισταθμιστικά στην αποδόμησης της «εθνικής» του ταυτότητας, σε μελλοντικό χρόνο αυτό δεν θα είναι εφικτό.

Τα τελευταία χρόνια όμως, υπάρχει ακόμα ένας πιο επικίνδυνος απορυθμιστικός παράγοντας. Αυτό οφείλεται σε ένα παρεχόμενο εκπαιδευτικό σύστημα που στερείται προγραμματισμού και οράματος, που θα είχε ως στόχο την παροχή γνώσης και εφοδίων, στο πιο δυναμικό κομμάτι της χώρας. Ως επακόλουθο, η χώρα πορεύεται αποκομμένη από τον ομφάλιο λώρο που μας συνδέει με τον ελληνικό πολιτισμό, εφόσον οι περισσότεροι Έλληνες σήμερα αγνοούν βασικά στοιχεία για την αληθινή τους ταυτότητα, θεωρώντας την ελληνικότητα κληρονομικό δικαίωμα, και όχι βίωμα και καθημερινή κατάκτηση.



Ίσως βέβαια κάποιος να ρωτήσει, πως οι προ παππούδες μας που δεν μετείχαν καθόλου της αρχαιοελληνικής πολιτισμικής κληρονομιάς ,( λόγω της ανύπαρκτης - εξαιτίας των συνθηκών – εκπαίδευσης) , συνεπώς δεν γνώριζαν τον Όμηρο, τον Πυθαγόρα, τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, παρόλα αυτά πολέμησαν σαν τους Σπαρτιάτες στις Θερμοπύλες το 1821, αλλά και αργότερα το 1912-13 , και το 1940.

Η διαφορά έγκειται πως στην πρώτη περίπτωση οι πνευματικοί άνθρωποι της εποχής (πολλές φορές στις μικρές κοινότητες ήταν απλώς ο δάσκαλος ή ο ιερέας), που είχαν λάβει παιδεία, διακατέχονταν από ιδανικά, διαμορφώνοντας την εθνική συνείδηση του λαού, έχοντας γνώση του υψηλού τους χρέους , ενώ στην δεύτερη, έχουμε ασύνειδη ή ασυνείδητη απαξίωση της ιστορίας.... 

Από τους Ελληνιστικούς χρόνους, η Ελληνικότητα δεν εστιαζόταν στον τόπο, αλλά στον τρόπο του βίου. Αλλά και πιο πριν στην κλασική Ελλάδα, ο υπέρτατος στόχος της συλλογικής συμβίωσης είχε εκδηλωθεί με την συγκρότηση της πόλεως, και τον βίο που βρισκόταν σε αρμονία με την φύση. ( για αυτό τον λόγο το σύμπαν ονομάστηκε «κόσμος» κόσμημα). Η αρμονία ήταν πανταχού παρούσα στο σύμπαν αλλά σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης δραστηριότητας στην αρχαία Ελλάδα: Στην αρχιτεκτονική, στη γλυπτική, στον σχεδιασμό της πόλεως, στο θέατρο, στους ναούς, στα αγάλματα, έτσι ώστε τα πάντα κατ’ αντιστοιχία της φύσης να προξενούν την αγαλλίαση δια της θεάσεως των αθάνατων ιδεών...

Σήμερα αντί να δημιουργούμε πολιτισμό , στο όνομα μίας κακώς εννοούμενης δημοκρατίας καταστρέφουμε την ίδια μας την χώρα, και εγκληματούμε έναντι στο περιβάλλον. Στον βωμό του ευημερισμού και του εύκολου χρήματος, έχουμε χάσει την αίσθηση του μέτρου, «το παν μέτρον άριστον», ηχεί τόσο ξεπερασμένο.

Στην χώρα που γεννήθηκε το κάλος, βιάζουμε βάναυσα το φυσικό και το τεχνικό περιβάλλον, το σκουπίδι, το τσιμέντο οι ευθείες γραμμές, οι σκουριασμένες κεραίες, και η ακαλαισθησία κυριαρχεί παντού.

Ο πιο ασφαλής και αναίμακτος τρόπος υποδούλωσης ενός έθνους γίνεται δια μέσου της οικονομικής και πολιτιστικής κατάκτησης. Αυτό το εφάρμοσε κατ’ επανάληψη στο παρελθόν ο Ελληνικός πολιτισμός. Η πολιτισμική αυτή κληρονομιά θα μπορούσε να αξιοποιηθεί και σήμερα, αντί αυτού τα «αρχαία ερείπια», τα αξιοποιούν καλύτερα οι ξένοι, από ότι εμείς στην χώρα μας...
.
Και δεν θα πρέπει να ανατρέχουμε μόνο στην ύστατη αρχαιότητα. Ο Ελληνισμός είναι μία συνέχεια στον χρόνο. Πού είναι σήμερα η Ελληνική παραδοσιακή τέχνη, χοροί, μουσική , η μεσογειακή διατροφή; Είμαστε ένα έθνος νεόπτωχων γιάπηδων, που παρά το προσεγμένο περιτύλιγμα, μας διακατέχει η μοιρολατρία ο πεσιμισμός, και η επανάληψη διαρκώς των ίδιων λαθών...

Η Ελλάδα αυτή την φορά δεν απειλείται από τους «βαρβάρους» αλλά από εμάς τους ίδιους καθώς διαπράττουμε συστηματικά τα χειρότερα εγκλήματά κατά του τόπου μας, αποδίδοντας την ευθύνη σε κάποιους τρίτους. Σε κάποιους ανθέλληνες, ενώ οι χειρότεροι ανθέλληνες είμαστε εμείς, η Ελλάδα των «αεριτζήδων» των «φιγουρατζήδων» του φτωχού κράτους, αλλά με τους πολίτες με τα περισσότερα ακριβά αυτοκίνητα στην Ευρώπη...

Δεν μας φταίει κανείς «βάρβαρος» που δεν μαθαίνουμε πια ιστορία, που έχουμε ξεχάσει να σκεφτόμαστε, που ζούμε μόνο για το σήμερα, που η δημοκρατίας μας είναι... «κληρονομικό χάρισμα» για κάποια πολιτικά τζάκια, που κυριαρχεί η γραφειοκρατία και η διαφθορά σε κάθε επίπεδο της δημόσιας οργάνωσης..

Το πολιτικό σύστημα βρίσκεται από καιρό σε κρίση, καθώς oι πολιτικοί μας στερούνται οράματος , ενώ είμαστε όμηροι ενός ανελαστικού, διεφθαρμένου πελατειακού κράτους, το οποίο δεν μπορεί να σχεδιάσει και να στηρίξει μακροπρόθεσμες πολιτικές και στρατηγικές σε ουσιαστικά προβλήματα, όπως η οικονομία, η εξωτερική πολιτική, η παιδεία, η υγεία, ή το περιβάλλον. Ο κάθε λαός βέβαια έχει την εξουσία που του αρμόζει....

Δεν ευθύνεται κανένας «βάρβαρος», που βάλλεται από τους δικούς μας πνευματικούς ανθρώπους και το τελευταίο οχυρό, η Ελληνική γλώσσα, μία γλώσσα μοναδική, στην οποία έχει γράψει ο Όμηρος, ο Αισχύλος, ο Πυθαγόρας, ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης, ο Πλωτίνος, οι Πατέρες της Εκκλησίας, ο Μακρυγιάννης, ο Σολωμός, Καζαντζάκης ο Σικελιανός, ο Σεφέρης, ο Ελύτης…

Η αγάπη για την πατρίδα, κάτι που θεωρείται αυτονόητο για κάθε χώρα, (όσο και οπισθοδρομικό και εάν ακούγεται αυτό την εποχή της παγκοσμιοποίησης και της νέας τάξης πραγμάτων) , στην Ελλάδα σημαίνει τον γραφικό αν όχι τον ακραίο εθνικιστή.... Θα πρέπει να γνωρίζουν όμως όσοι καλλιέργησαν ένα τέτοιο κλίμα, πως η απώλεια του παρόντος και του μέλλοντος οδηγεί ασφαλέστερα και πιο σύντομα στο παρελθόν, και στην αναγέννηση του εθνικισμού, και του θρησκευτικού φανατισμού....

Η αρχαιογνωσία από την άλλη βέβαια, δεν προκαλεί κατ’ ανάγκην την αυτογνωσία και την συνειδητότητα. Θα ήταν ιστορικός αναχρονισμός να ωραιοποιούμαι και να προβάλουμε στο σήμερα τον τρόπο βίου και σκέψης των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων. Μπορούμε όμως να αναπτύξουμε το κριτικό μας πνεύμα, καθώς αυτοί πρώτοι δίδαξαν στην ανθρωπότητα τον «Λόγο» , την λογική  Η φιλοσοφία βέβαια σε αντίθεση με την σημερινή της χρήση, δεν αφορά μόνο τον κόσμο των ιδεών, οφείλει να ασχολείται και με ζητήματα που έχουν άμεση σχέση με τις ανάγκες της ζωής, με την ευρύτερη έννοια.

Η γνώση για το αρχαίο Ελληνικό φιλοσοφικό πνεύμα, μπορεί να εξατομικευόταν σε ατομικό επίπεδο, αλλά σε αντίθεση με τους άλλους λαούς η γνώση προσφέρονταν στο κοινωνικό σύνολο, έτσι ώστε η πρόοδος ήταν ένα συλλογιστικό κατόρθωμα, σε μία δυναμική κοινωνία, που γέννησε την δημοκρατία, τις επιστήμες, το θέατρο. Σήμερα ο ατομισμός και η απαξίωση κυριαρχούν σε κάθε τομέα της ζωής μας.

Ως αντιστάθμισμα βέβαια στην πνευματική πενία, και στο άγχος του Ελληνισμού για σύνδεση με το ένδοξο παρελθόν που έρχεται σε αντίθεση με το ανύπαρκτο παρόν, αναπτύχθηκε ένα επικίνδυνο «κίνημα», που βασίζεται στο γεγονός πως βρίσκει ένα κοινό, δίχως γνωσιολογικό και ιστορικό υπόβαθρο.

Έτσι σε αντίθεση με τον θεμέλιο λίθο της Ελληνικής φιλοσοφικής σκέψης, που ήταν ο «λόγος», και που είχε ως προϋπόθεση τον σκεπτόμενο άνθρωπο, τώρα επιδιώκουμε ακριβές το αντίθετο, ή στην καλύτερη περίπτωση το «ευκολόπεπτο»...

Αναπτύχθηκαν έτσι απόψεις που κάνουν λόγο για τον Ελλαδικό χώρο, ως μήτρα της ανθρωπότητας, γίνεται λόγος για σύνδεση του Έλληναμε «υποχθόνιους», «επιχθόνιους», εξωγήινους, σύνδεση των αρχαίων Ελλήνων με Χριστιανικές μεσσιανικές προφητείες, ενώ ομάδες τύπου «Έψιλον», θα σώσουν με τα υπέρ...όπλα τους, την Ελλάδα από κάθε κίνδυνο ... (!!!)

Η «Ελληνικότητα» όμως μάλλον, δεν βρίσκεται σε ...γονίδια που μεταβιβάζονται μέσω της «βιολογικής οδού» στους απογόνους μας, αλλά προϋποθέτουν την υιοθέτηση μίας στάσης ζωής, ένα βίωμα που πρέπει κανείς ν’ αγωνίζεται εφ’ όρου ζωής για να το διατηρήσει. Η στάση αυτή βίου, προϋποθέτει γνώση και εκτίμηση των αξιών που θεμελιώνονται με την παιδεία και ολοκληρώνονται με την κατανόηση της ανθρώπινης φύσης.

Έτσι ήταν πάντα. Ούτως ή άλλως, ο Ελληνισμός λόγω της στρατηγικής θέσης της Ελλάδος και των συνεχών πολέμων, ήρθε από την αρχαιότητα σε πρόσμιξη με πολλούς λαούς και πολιτισμούς. Ακόμα και όταν φυλετικά οι Έλληνες ήταν μειοψηφία, η Ελληνική πολιτιστική κληρονομιά υπερίσχυσε, δημιουργώντας μία ισχυρή Ελληνική συνείδηση, αφομοιώνοντας πολιτισμικά τους άλλους πολιτισμούς με τους οποίους συναντήθηκε.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι, πως κατά την διάρκεια των Βυζαντινών χρόνων, ο πληθυσμός της Ελλάδας είχε συρρικνωθεί τόσο πολύ - λόγω διαρκών εχθρικών εισβολών και επιδρομών και επιδημιών - που στον 14ο και στις αρχές του 15ου αιώνα οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες αναγκάστηκαν να μετακινήσουν δεκάδες χιλιάδες οικογένειες από τα Βαλκάνια στην έρημη Πελοπόννησο. Η «Εθνική συνέχεια» δεν είναι πια ζήτημα φυλετικό, αλλά πολιτισμικό και τρόπου βίου.

Ο Βενιζέλος το είχε αναγνωρίσει  υποστηρίζοντας πως : «Το θρήσκευμα, η φυλή, η γλώσσα δεν δύνανται να θεωρηθούν ως βέβαιαι ενδείξεις εθνικότητας. Ο μοναδικός αλάνθαστος παράγων είναι η εσκεμμένη θέλησις των ατόμων, όπως καθορίσουν την τύχη των και αποφασίσουν εις ποίαν εθνικήν οικογένεια επιθυμούν να ανήκουν», ερχόμενος σε αντίθεση με τον Ηρόδοτο που υποστήριζε πως τα θεμέλια συγκρότησης του ελληνικού έθνους ήταν «Το όμαιμο, το ομόγλωσσο, τα κοινά ιερά και οι θυσίες».

Αυτά μπορεί να ίσχυαν στην εποχή του Ηρόδοτου, σήμερα όμως τα πάντα είναι παρωχημένα. Στην αρχαία Ελλάδα εξάλλου δεν υπήρχε η έννοια του κράτους - έθνους όπως αυτή διαμορφώθηκε το 18 αιώνα στην Ευρώπη, αλλά αντίθετα του έθνους κράτους. Έτσι για πολιτικοοικονομικούς λόγους είχαμε την δημιουργία κρατών που κλήθηκαν να δημιουργήσουν ένα έθνος. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο, το να είναι κανείς πολίτης ενός κράτους ισοδυναμούσε με το να ανήκει στο έθνος, το οποίο δημιούργησε το κράτος αυτό. Όταν μιλάμε για το ελληνικό έθνος στην αρχαιότητα, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η ταυτότητά του υπήρξε φυλετική και «πολιτοκρατική».


Σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει, όπως και η ιστορία, εφόσον κάποιοι την παραποιούν εσκεμμένα. Και καθώς η νοοτροπία και η συμπεριφορά ενός έθνους καθορίζονται από την κυρίαρχη κουλτούρα και παιδεία που επικρατεί σε αυτό, και εφόσον δεν γνωρίζουμε επαρκώς ιστορία, επιτρέψαμε σε βαρβάρους να διεκδικούν την ιστορία μας, και εδάφη μας, ενώ εμείς αναζητούμε το δίκαιο μας από τρίτους...

Θεωρήσαμε πανάκια την είσοδο στην Ευρωπαϊκή ένωση (αλήθεια πόσοι γνωρίζουν ποία ήταν σύμφωνα με τον μύθο η ..Ευρώπη..) με την κρυφή επιθυμία οι Ευρωπαίοινα «εκπολιτίσουν» και να μας εξασφαλίσουν σύνορα.

Και όλα αυτά την στιγμή που είναι ιστορικά καταγεγραμμένο πως στην πολιτική δεν υπάρχουν φιλίες, παρά μόνο συμφέροντα. Μόνο κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα υπολογίζεται πως περίπου δύο εκατομμύρια Έλληνες χάθηκαν στα πεδία των μαχών, στις σφαγές και στις εκτοπίσεις που ακολούθησαν, εξαιτίας και των φίλων συμμάχων μας, και της βοήθειας που δεν μας πρόσφεραν. Όταν κάποιος δεν είναι σε θέση να υπερασπιστεί τα συμφέροντα του κανείς, δεν θα το κάνει για αυτόν.

Κάτι αντίστοιχο επιχειρήθηκε κατά την περίοδο της παρακμής του Βυζαντίου, όταν οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες πλήρωναν μισθοφορικούς στρατούς , έτσι ώστε να διασφαλίζουν την ασφάλεια του κράτους...Όταν βέβαια οι μισθοφορικοί στρατοί κατάλαβαν πως μπορούσαν να έχουν και τα χρήματα και τα εδάφη της αυτοκρατορίας, τα αποτελέσματα ήταν οι καταστροφές του Αλάριχου, και η εγκαθίδρυση των Σελτζούκων Τούρκων μόνιμα έκτοτε στον Ελληνικό χώρο...

Εάν η Ελλάδα ηττήθηκε στο πεδίο της μάχης στο παρελθόν, αλλά κατάφερε να κυριεύσει πολιτισμικά τους κατακτητές της, αυτό δεν είναι πια εφικτό. Λόγω αδυναμίας, η Ελλάδα υποχωρεί διπλωματικά σταθερά σε όλες τις εις βάρους της διεκδικήσεις, θέλοντας να αναδείξει την Ελληνική πολιτική ως την ήρεμη δύναμη στην περιοχή. Στον παγκόσμιο όμως γεωπολιτικό χάρτη, οι σχέσεις είναι πάντα δυναμικές, και αποσκοπούν στον έλεγχο των ενεργειακών πόρων, και στην δύναμη επιβολής της ισχύος.

Η Ελλάδα δυστυχώς την δεδομένη χρονική στιγμή δεν μπορεί να υποστηρίξει επαρκώς ούτε καν τον ρόλο κομπάρσου στα Βαλκάνια, την στιγμή κατά την οποία η Τουρκία αναγνωρίζεται ως ένας από τους βασικούς περιφερειακούς παίκτες στην παγκόσμια Γεωπολιτική σκακιέρα. Ο Μαιτρ της Γεωπολιτικής Μπρεζίνσκι χαρακτηρίζει ως Γεωπολιτικούς παίκτες : «τα κράτη που έχουν την δυνατότητα και την εθνική θέληση να ασκήσουν δύναμη και επιρροή πέρα από τα σύνορα τους ώστε να μεταβάλλουν - σε βαθμό που θίγονται τα συμφέροντα τους - την υπάρχουσα γεωπολιτική άποψη.»

Παρότι λοιπόν η Τουρκία είναι ο κύριος ανταγωνιστής στην περιοχή, αλλά και μόνιμος διεκδικητής του Αιγαίου, είμαστε οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές της ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε . (Εκτός των Αμερικανών που το κάνουν για τους δικούς τους γεωστρατηγικούς. Λόγους).

Όσοι βέβαια γνωρίζουν ιστορία, ξέρουν πολύ καλά πως η Τουρκία δεν ανήκε ποτέ στον ευρωπαϊκό πολιτισμό, ο οποίος έχει ως βάσεις την αρχαία Ελλάδα, τη Ρώμη, και το Χριστιανισμό. Οι Τούρκοι (1) , πολέμησαν και τα τρία αυτά πολιτισμικά στοιχεία. Δεν ενδιαφέρθηκαν ποτέ για την αρχαιοελληνική φιλοσοφία, όπως έκαναν για παράδειγμα οι Άραβες μουσουλμάνοι.

Οι ιμπεριαλιστικές βέβαια πρακτικές ανήκουν σε άλλες εποχές, μία Ελλάδα με όραμα και προοπτικές θα πρέπει να προσβλέπει σε έναν άλλο τρόπο επίλυσης των διαφορών, που θα βασίζεται στα συγκριτικά της πλεονεκτήματα και στην στρατηγική της θέση στα Βαλκάνια.

Αποτρέποντας ταυτόχρονα κάθε σκέψη για αμφισβήτησης των κυριαρχικών της δικαιωμάτων, όπως εξάλλου οφείλει να κάνει κάθε έθνος που σέβεται την ιστορία του, το παρόν του, και δεν είναι διατεθειμένο να υποθηκεύσει το μέλλον του.

Το όνειρο μιας πανανθρώπινης κοινότητας, που θα βασίζεται στην ελευθερία και στην ισότητα, που θα σέβεται την διαφορετικότητα χωρίς πολέμους , δεν μπορεί κανείς να το αρνηθεί, φαίνεται όμως πως η ανθρωπότητα δεν είναι έτοιμη ακόμη για ένα τέτοιο βήμα.

Είναι συνεπώς επιτακτική η ανάγκη, δημιουργίας μίας ισχυρή οικονομίας, που θα αποτελείται από ένα κράτος συνειδητοποιημένων πολιτών με κουλτούρα και γνώση των κινδύνων που έχει επιφέρει η παγκοσμιοποίηση, μακριά όμως από εθνικιστικά παραληρήματα, ρατσισμό και ξενοφοβία, αλλά με σεβασμό στην διαφορετικότητα, και στις ανάγκες της Χώρας.

Με ποια ταυτότητα συνεπώς θα πορευτούν οι Έλληνες στον σύγχρονο κόσμο; Κάποτε είχαμε μια διακριτή ταυτότητα. Σήμερα την αναζητούμε και πάλι, για να συνεχίσει να υπάρχει ο Ελληνισμός.. Η Ελλάδα είναι ουραγός τα τελευταία 30 τουλάχιστον χρόνια, στο διεθνές σύστημα καταμερισμού της υλικής και πνευματικής εργασίας, καθώς σπανίζουν πια οι δημιουργοί, και επικρατεί το χάος και η αποδιοργάνωση.

Είναι συνεπώς αναγκαίος περισσότερο από ποτέ, ο ρόλος της εκπαίδευσης στην διαμόρφωση ενός πολίτη με αξίες και γνώσεις, που θα τον καταστήσει ικανό να αναπτύξει το κριτικό του πνεύμα, διαφυλάσσοντας ταυτόχρονα την ιστορική μας κληρονομιά, προφυλάσσοντας την γλώσσας μας, και αναπτύσσοντας την ελληνική συνείδηση ως τρόπο ζωής, παράγοντας και προβάλλοντας τέλος, εκ νέου, αυτό που γνωρίζαμε καλύτερα από οτιδήποτε άλλο στο παρελθόν, τον πολιτισμό..

(1) Όταν μιλάμε για Τούρκους, πρέπει γνωρίζουμε πως φυλετικά είναι κυρίως απόγονοι των εξισλαμισμένων ορθόδοξων της Μικρασίας και δευτερευόντως της Βαλκανικής, και πολύ λιγότερο των διάφορων τουρκομανικών φυλών που ήρθαν από τις στέπες της Ασίας. Οι πρώτοι νομάδες Τούρκοι , συγγενικό φίλο των Μογγόλων, - εξού και ο γκρίζος λύκος της στέπας το εθνικιστικό τους σύμβολο - , κατακτώντας την Μ. Ασία , δεν ήταν πάνω από ήταν 300 με 500 χιλιάδες εισβολέων, έναντι 8 εκατομμυρίων περίπου κατοίκων της Μικράς Ασίας. Οι περισσότεροι όμως Ελληνικοί πληθυσμοί εξισλαμίστηκαν λόγω της αδυναμίας του Βυζαντίου να τους προστατέψει.



το παλτό του Πολύφημου - φεύγω, σύντροφοι. του Φώτη Μισόπουλου.



.....τριγυρνάμε μέσα στη νύχτα, αναλωνόμαστε από τη φωτιά
                                                                     Γκυ Ντεμπόρ
....ένα χαρούμενο τέρας αξίζει περισσότερο από ένα συναίσθημα ενοχλητικό

 Βολταίρος


....'Η Κλάρα Παολίνα, η βασιλεύουσα πριγκίπισσα, περιτριγυρισμένη από τιμές αλλά φυλακισμένη μέσα στο πιο απαρχαιωμένο πρωτόκολλο'', τόχε αναφέρει ο Σταντάλ στο Μοναστήρι της Πάρμας, - καμιά φορά νομίζω οι γειτονιές είναι βασανιστικές ή άδειες,- χωρίς βλέμματα-, τα βράδια χάνω κι εκείνα τα τελευταία αρρωστιάρικα φώτα του δειλινού, οι σκιές πέφτουν πλαγιαστές σαν απονεκρωμένοι γίγαντες, περιέχουν τη μεγάλη προσποίηση που γεννούν στο μυαλό οι άμορφες σκέψεις που ξαναγυρίζουν στη γη, γονιμοποιώντας το χώμα ή ένα χαμένο νόμισμα σαν την ειμαρμένη, έπειτα φορώ το παλτό μου και παίρνω το ύφος του Πολύφημου, το ένα μάτι μου έχει χαθεί στ' απρόθυμα επεισόδια της ζωής μου, σ' έρωτες που διακύβευσαν την αλήθεια τους σ' ακυβέρνητα μα αστόχαστα ψέμματα, - ο Γκόγκολ μου δανείζει τακτικά στα μεγάλα κρύα το πανωφόρι του, ακόμα και το φάντασμα που το φορούσε τ' αποδιώχνει κι αυτό κι έτσι είμαστε τρεις - εγώ το παλτό και το φάντασμα κοιτώντας κατά τις σπηλιές της Οδύσσειας όπως κανείς περπατάει στο δρόμο και νοιώθει μέρος μιας ιστορίας που δεν κατανόησε ποτέ ή όπως ένα μυθιστόρημα την ώρα που περνάει αλώβητο από την μοναξιά του γιατί οι λέξεις έχουν κάτι, σα ν' αδειάζουν τα μάτια από τη γη που μάζευες χρόνια και στην ουσία είσαι ανύπαρχτος ή όταν πάλι εκείνες οι επικηρυγμένες ώρες που το αίμα χτυπούσε φρενιασμένο κατά τα δέντρα που ακουμπούσε ο ήλιος και τα πουλιά άφηναν ξέφτια από κύκλους στο νερό, μπορεί και νάναι αλήθεια [1]


....στην ουσία είμαι ο Πολύφημος, δεν παίρνω απλά και μόνο το ύφος του όπως είπα πιο πάνω-, αλλά κανείς στους έρωτες κρύβεται από το φόβο της εξορίας, και το παλτό μου είναι γοητευτικό σαν ένα κομψό πουλί που γέρνει στον ώμο της Γαλάτειας για ν' αποδείξει την ευθυμία τού χειμώνα καθώς προσπερνάει την εικόνα του παλιού ναυάγιου στην ακτή, όταν ερημώνει τέτοιο καιρό, - αλλά η Γαλάτεια είναι μικροσκοπική και κάθε τόσο χάνεται, είναι μεγάλη όσο η παλάμη μου,- μια μέρα όμως μου είπε θα μεγαλώσει όσο εκείνο το δέντρο με τα δαμάσκηνα, κι έτσι υποσχέθηκα κι εγώ στην ίδια να μικραίνω και να κοντύνω λίγο ώστε οι γλάροι να κάθονται εύκολα στο κεφάλι μου - κάτι τέτοιο θα ήταν η άλλη ζωή, όπως εκείνες οι παλιές περπατησιές στην ανώνυμη θάλασσα τα μεσημέρια άλλων ανθρώπων, - όποια στιγμή θελήσω θα είναι εκείνη η μαγική πίστη σ' ένα τίποτα, σε κάποιο καθόλου, που ομορφαίνει το τοπίο, επειδή όλα ακούστηκαν στην ώρα τους και τα σκυλιά μου επιστρέφουν με ικανοποίηση-, θα κάναμε πολλά παιδιά θα ζούσαμε μαζί, μπορεί να κατεβαίναμε στην πόλη, οι φλυαρίες θα σταματούσαν κάποτε - τι πείραζε, ας είχα ένα, μοναδικό, μάτι, μου έφτανε να βλέπω μακριά και για κείνη, για όλη την οικογένεια - έτσι τώρα δε μπορείτε να το νιώσετε αυτό το παλτό που μου δώρισε ο Γκόγκολ,- ήταν η αιωνιότητα, όπως μια αθόρυβη επικύρωση ότι όλα θα γίνουν ιερά σαν την πιο ασυνήθιστη λεπτομέρεια που κουβαλάει ιστορίες αιώνων -''οι καμέλιες φέρνουν ατυχία''- έλεγε ο γέρος, μιλώντας με την ακατανόητη υπομονή του χαμένου δίχως μάτια κάθε τόσο, όταν τον πλησίαζα....[2]


....''οι καμέλιες φέρνουν ατυχία'' - εγώ ξέρετε έχω μεγάλη φήμη λόγω της δύναμής μου - γι' αυτό και τ' όνομά μου είναι Πολύφημος, είμαι βοσκός, ζω για πρώτη φορά ένα ειδύλλιο που θα μείνει στην παγκόσμια βουκολική ιστορία-, με την Γαλάτεια, κόρη μιας θαλάσσιας θεότητας, - αλλά τι τα θέλετε, η αμηχανία ενός βοσκού στον έρωτα είναι ίδια μ' αυτήν απέναντι στο ποίμνιό του ή την ξαφνική αλλαγή του καιρού, και θα σάς πω, όταν πολλά θαλασσοπούλια έχαναν το δρόμο εφορμώντας με δύναμη στα βράχια της σπηλιάς μου πέφτοντας νεκρά - είχα ένα επί πλέον κακό σημάδι που με τρόμαζε ακόμα πιο πολύ κι από το άρωμα της καμέλιας,- είχαν ακούσει άλλωστε και πολλοί συγγενείς μου Κύκλωπες για τον πολύτροπο και πολυμήχανο Οδυσσέα που γύριζε απ' τη Τροία-, σαν την κουρσέψανε οι Αχαιοί κι ο ίδιος έριξε βρέφος ακόμα τον Αστυάνακτα από τα τείχη, συνθλίβοντας τον γιο του Έκτορα - βάρβαρος- γνωστός σ' όλα τα λιμάνια και τις στεριές όπου άκουγαν ακόμα για το Σκάμαντρο, πόσα κουφάρια ρούφηξε στα σωθικά του ο ποταμός αυτός,- που ήταν και θεός,- τον έβλεπα στον ύπνο μου, σαν γιος που ήμουνα του Ποσειδώνα,- σάρκα ή αίμα, δυο απορίες μετέωρες στη μέση όταν σέρνεις τη μανία της απολυτότητας και της θεοφαγίας, όπως τα δάχτυλα όταν μπήγονται στο πρόσωπο να περάσει η βροχή απέναντι, κατά τα δέντρα - ή ερημώνεις ή πάλι καθώς στρίβεις ακολουθώντας τ' απομεσήμερο - το νέο φεγγάρι θα φέρει άνεμο, λέει-, και μένεις άφωνος,- η νύχτα έχει σιδερένιες τροχιές κι ένα ολόκληρο κορμί σαν ενέδρα [3]


....''οι καμέλιες φέρνουν ατυχία'', λοιπόν,- έπειτα από μερικές μέρες έφτασε στο νησί που κατοικούσαμε ο διαβόητος Οδυσσέας με 12 συντρόφους του,- ο ήλιος είχε ανατείλει πνιχτά και αθόρυβα σα να ξυπνούσε από ένα διεστραμμένο όνειρο,
έκρυψα με τέχνη τη Γαλάτεια γιατί βοήθησε κι ο Νηρέας που ήταν ο πατέρας της, τα καλάμια έλαμπαν ασημένια στο φως σαν πολεμικά λάφυρα και νόμιζα πως ακουγότανε κλαγγές όπλων, ιαχές μάχης και ουρλιαχτά, - και την υπόλοιπη ιστορία την γνωρίζετε σαν μια ''επίσκεψη'' που αφήνει τις πιο άσχημες αναμνήσεις, εγώ γλίτωσα το τομάρι μου άσχετα τι έγραψε μπορεί κι εσκεμμένα ο Όμηρος, - εκείνος ο φλεγόμενος ξύλινος στύλος μπήκε στο μάτι ενός άλλου Κύκλωπα, όχι στο δικό μου- εγώ παραφιλούσα σκεπασμένος από πρόβατα ζωντανά και προβιές αφημένες να λιαστούν για στέγνωμα- κι έπειτα σάς εξήγησα- το μοναδικό μου μάτι είχε ελάχιστη όραση, όπως η ομιλία μιας γυναίκας που κάποτε γίνεται αργή και ήρεμη γεμάτη υστεροβουλία κι ένστιχτο, γύρισα να πάρω μαζί μου τη Γαλάτεια που ακόμα κοιμόταν σε μέρος ασφαλές και απάνεμο και το δέρμα της είχε μια λάμψη απαλή κι αιθέρια, χωρίς κανένα ψεγάδι, σαν Ορφικός Ύμνος και μια γεύση παντοτινού - κάναμε έρωτα μέσα σε μια ατμόσφαιρα τρόμου και λαγνείας που οδηγούσε σε ανέλπιστη έκσταση τα σώματα και τις ψυχές, κι εκεί στον απολογισμό της μάχης αναγκάστηκα καταπίνοντας 4-5 απο τους μαχητές του Οδυσσέα, έτσι ανάμεσα στην πυκνή σκόνη και την πάλη σώμα με σώμα το πιο παράδοξο ήταν μόνο το φως - καθώς ο ήλιος περνούσε πίσω μας, άκουσα το γέρο ξανά, ''οι καμέλιες φέρνουν ατυχία'', με την ακατανόητη υπομονή του loser,- δίχως μάτια [4].


.....ή πάλι εκείνο το απόγεμα,- θα ήταν-, που δεν θέλησα κανένα μορφασμό ή χαμόγελο, ''φεύγω, σύντροφοι'', τους λέω, ''πώς αισθάνεστε;;'', μού λέει κάποιος, ''είμαι ο άλλος, έχετε πάθει σύγχυση, καταλαβαίνω αυτές εδώ οι μοχθηρίες είναι μέρος του Σύμπαντος, απλά κατεβαίνω στην επόμενη αποβάθρα, κι ό,τι χάνεται, μάς αφήνει και μια βουή, έτσι ν' απασχολείται το μυαλό μας με κάτι που θα γίνει την άλλη φορά - στην Επανάσταση όσων κοιμήθηκαν νωρίς, στην Επανάσταση όσων αγαπήθηκαν νωρίς- στο ηλιοβασίλεμα- κι αισθάνθηκαν τα στόματά τους να στεγνώνουν'', το πιο μεγάλο πρόβλημα ήταν πως έπρεπε να βρω τα ίδια μέρη - την πάροδο Κιριούσκιν, τη γέφυρα Καλίνκιν, τη γέφυρα Ομπούκωφ, την Καρολίνα Ιβάνοβνα, δηλ. τη Γαλάτεια, και περισσότερο απ' όλους τον Νικολάι Γκόγκολ- όφειλα να επιστρέψω το παλτό, άκουσα ότι και τα φαντάσματα κρυώνουν, - για το επόμενο φάντασμα ή αυτό το ίδιο, ''θα είχε όνομα'', σκέφτηκα, σαν τις ομολογίες στα μπράτσα των γυναικών που ξεχνιούνται την άλλη στιγμή - ή ένα τρένο που θυμίζει τα παλιά νοσοκομεία ή τα υγρά προάστια με το διάφανο τίποτε, - εκείνη η αποταμιευμένη αδιαφορία ''πότε τελικά αναχωρείτε;;''- με την πιο κωμική κατάληξη: ''Συχωρέστε με, κύριοι'', είπε το φάντασμα και μπήκε στη σπηλιά του, υπαινισσόμενο την άβυσσο, - ο κλειδούχος άλλαζε πορεία στην Επανάσταση- γιατί πόσοι ακόμα από μάς ζούνε αληθινά ή ύποπτα κι ο Γκόγκολ θα 'ραβε ένα ακόμα παλτό από τα τόσα ψέμματα - αλλά εδώ επιβάλλεται να πούμε και κάτι πολύ σημαντικό - οι Κοζάκοι ήταν πάντα μεθυσμένοι και χωρίς μεγαλεία πια. [5]