Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου 2017

Μ. Σταγογιάννης: «Γιατί έβαλα φωτιά στα γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ»


«ΜΕ ΟΔΗΓΗΣΕ Η ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ ΚΑΙ Η ΑΓΑΝΑΚΤΗΣΗ»
«ΛΥΠΑΜΑΙ ΕΙΛΙΚΡΙΝΑ ΚΑΙ ΖΗΤΩ ΣΥΓΝΩΜΗ ΑΠΟ ΟΣΟΥΣ ΠΙΚΡΑΝΑ»
Ο Μανώλης Σταγογιάννης, αντιπρόεδρος του Συλλόγου Αλληλοβοήθειας Οφειλετών Ρεθύμνου και μέλος του, τα τελευταία χρόνια που δραστηριοποιείται προασπίζοντας τα συμφέροντα των πολιτών ενάντια στους πλειστηριασμούς μιλάει αποκλειστικά στο «ΡΕΘΕΜΝΟΣ» για τη φωτιά που προκάλεσε στα γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ.
Γράφει η Αθηνά Πετρακάκη
Ο κ. Μανώλης Σταγογιάννης, φανερά καταβεβλημένος από τα γεγονότα των τελευταίων ημερών μιλάει για το τι ακριβώς συνέβη το πρωί του περασμένου Σαββάτου αναφερόμενος τόσο στην απόφασή του να προκαλέσει ζημιές στα γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ, όσο και για το χαστούκι που έδωσε στο δικαστικό επιμελητή, μετά από βάναυση πρόκληση που δέχτηκε από αυτόν. Ο ίδιος περιγράφει, τα γεγονότα όπως ξεκίνησαν και εξελίχθηκαν από τα ξημερώματα του περασμένου Σαββάτου έως την ώρα που συνελήφθη. Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι με τη σύμφωνη γνώμη ανακριτή και εισαγγελέα, αφέθηκε ελεύθερος χωρίς περιοριστικούς όρους.
ΠΡΩΙ ΣΑΒΒΑΤΟΥ 2 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ
Ο κ. Μανώλης Σταγογιάννης περιγράφει: «Είχαμε μια πληροφορία ότι θα ερχόταν από τα Χανιά κάποιος γυψοσανιδάς για ένα κατάστημα στο Ρέθυμνο. Αμέσως καταλάβαμε ότι θα ερχόταν για το Borsalino, στα πλαίσια της γνωστής κατάσχεσης. Αυτή ήταν η μόνη πληροφορία που είχαμε καθώς στην αστυνομία επικρατούσε σιγή ιχθύος. Η μυστικότητα της αστυνομικής επιχείρησης ήταν τέτοια τελικά που δεν μπορούσε να αντιληφθεί κανείς τίποτα απολύτως. Αξιολογώντας τη μοναδική αυτή πληροφορία που είχαμε, αποφασίσαμε με το ΣΑΟΡ να κατέβουμε τα ξημερώματα στο κατάστημα του Αντώνη Πατερογιαννάκη. Βρεθήκαμε εκεί λίγο μετά τις 5:30, όχι περισσότερα από 10 άτομα. Η Αρκαδίου ήταν ήσυχη, ο κόσμος κοιμόταν. Κι ενώ όλα ήταν ήσυχα μέσα σε ένα λεπτό, πλήθος αστυνομικών συνοδεία διμοιριών των ΜΑΤ όλης της Κρήτης γέμισαν το δρόμο. Μόλις τους είδαμε, πήγαμε και σταθήκαμε μπροστά στην πόρτα του μαγαζιού, ενώ από πριν είχαμε συνεννοηθεί ότι δεν επρόκειτο να τα βάλουμε με τους αστυνομικούς, γιατί  είναι δικά μας παιδιά. Αδέλφια, ξαδέλφια, ανίψια, συμπολίτες μας… Δε θέλαμε να έρθουμε σε αντιπαράθεση μαζί τους για κανένα λόγο, άλλωστε έχουμε τα ίδια προβλήματα με αυτούς, με τη διαφορά ότι εκείνοι είναι υποχρεωμένοι να εκτελούν εντολές…
Τη στιγμή που μας πλησίασαν οι αστυνομικοί, τους παρακάλεσα να ενωθούν με μας, ν’ αφήσουν τις ασπίδες τους και τα όπλα τους και να μην επιτρέψουν να μπει κανείς στο κατάστημα, αφού η εκτέλεση ήταν παράνομη. Είπαν πως εκτελούσαν εντολές και μας ζήτησαν να απομακρυνθούμε από το σημείο.
Ένας από αυτούς νομίζω ότι δάκρυσε κιόλας. Φύγαμε από εκεί και πήγαμε παραδίπλα, άλλωστε τι θα μπορούσαμε να κάνουμε 10 μόλις άνθρωποι μπροστά σε δύο διμοιρίες των ΜΑΤ.
Από κει και πέρα, οι ειδικές δυνάμεις αναπτύχτηκαν με τέτοιο τρόπο που κανείς δεν μπορούσε να πλησιάσει το κατάστημα από πουθενά.
Δεν πέρασαν ούτε 5 λεπτά και εμφανίστηκε ο δικαστικός επιμελητής Γιάννης Παναγόπουλος πλήρως προστατευμένος από την Αστυνομία και πάντα το ίδιο προκλητικός όπως άλλωστε είναι όλες τις φορές. Ήρθε με το ύφος του θριαμβευτή, καθώς είχε καταφέρει να προστατεύεται από το σύνολο σχεδόν της αστυνομίας της Κρήτης , δίνοντας ακόμα και εντολές στους αστυνομικούς.
Χωρίς να μιλάω καθόμουν στο πεζοδρόμιο απέναντι και απλά παρακολουθούσα με απορία και έκπληξη αυτό που συνέβαινε. Παρατηρούσα ένα «ανθρωπάκι» να κάνει κουμάντο τους αξιωματικούς της Αστυνομίας. Ένας Παναγόπουλος έδινε εντολές και ειρωνεύονταν όλους εμάς που ήμασταν πίσω από τα ΜΑΤ και δεν μπορούσαμε να τον πλησιάσουμε. Εκμεταλλευόμενος την παρουσία της αστυνομίας, την οποία είχε από πριν πείσει να τον ακολουθήσει, μας έβριζε, μας έκανε χειρονομίες, ειρωνικές κινήσεις με τα χέρια και τα πόδια του, φθάνοντας στο σημείο να βρίζει ακόμα και τις οικογένειές μας. Αυτό που σας λέω είναι αλήθεια και μπορείτε να διαπιστώσετε τον χαρακτήρα και την ποιότητα αυτού του δικαστικού επιμελητή αν δείτε το βίντεο – διάγγελμα στο οποίο την ίδια στιγμή που ευχαριστεί τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας και τον Διοικητή του ΑΤ Ρεθύμνου, που αποφάσισαν να τον συνδράμουν, τους εκθέτει κιόλας, βρίζοντας τους Κρητικούς και τους Ρεθεμνιώτες. Ας δουν τελικά όσοι τον βοήθησαν, ποιόν άνθρωπο βοήθησαν και ποιος κάνει παράνομες πράξεις και σοβαρά εγκλήματα! Όσο τον έβλεπα, τόσο «έβραζα» μέσα μου. Για μια στιγμή σκέφτηκα να πάρω φορά κι ας γινόταν ότι ήθελε, αλλά με σταματούσε η σκέψη ότι θα παρασύρω κι άλλους μαζί μου που θα έτρεχαν να με βοηθήσουν.
Εκεί που καθόμουν και παρατηρούσα, μπροστά μου βρίσκονταν ένας αστυνομικός των ΜΑΤ, που τον αναγνώρισα, ως ξυλουργός του είχα φτιάξει το δωμάτιο του όταν ήταν παιδάκι. Με αναγνώρισε κι εκείνος, με κοίταξε και δάκρυσε. Δάκρυσα κι εγώ…
Εκείνη την ώρα ένιωσα τρομερή πίεση. Νόμιζα ότι θα τρελαθώ. Ένιωθα σαν θηρίο στο κλουβί. Απομακρύνθηκα για να νιώσω καλύτερα, καθώς ήμουν και συναισθηματικά φορτισμένος γιατί πριν λίγες μέρες έχασα ένα καλό μου φίλο από ανεύρυσμα λόγω των πιέσεων που δεχόταν για να ανταπεξέλθει στις οικονομικές του υποχρεώσεις.
Βρισκόμουν εκτός ελέγχου και πήρα τη λάθος απόφαση. Πήγα στο μηχανάκι μου και με ένα λαστιχάκι της μηχανής έβγαλα λίγη βενζίνη και την έβαλα σε ένα μικρό μπουκαλάκι του νερού, έκρυψα το μπουκαλάκι στα ρούχα μου κι έφυγα με τα πόδια για τα γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ».
Στο σημείο αυτό ο Μανώλης Σταγογιάννης παίρνει μια βαθειά ανάσα και συνεχίζει: «Η αγανάκτηση με έπνιξε και με οδήγησε να κάνω κάτι που δεν ήθελα να συμβεί και λυπάμαι πολύ για αυτό.
Το μυαλό μου θόλωνε όσο σκεφτόμουν το σύνθημα του πρωθυπουργού της Κυβέρνησης «κανένα σπίτι σε χέρια τραπεζίτη» σε σχέση με την κατάσταση που μας έχουν φέρει. Να κινητοποιούν όλη την αστυνομία της Κρήτης και τα ΜΑΤ για να μας βάλουν να σκοτωθούμε μεταξύ μας; Δεν έβλεπα πια μπροστά μου από το θυμό.
Έφτασα στα γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ με το φως της ημέρας, στο πιο κεντρικό σημείο της πόλης, δίπλα στην φρουρούμενη σχολή της αστυνομίας, ούτε κουκούλα έβαλα, ούτε κρύφθηκα από τις κάμερες, την ύπαρξη των οποίων γνώριζα. Πήγα με το πρόσωπό μου να φαίνεται καθαρά, έσπασα την πόρτα με μια κλωτσιά κι έριξα τη βενζίνη μόνο στον προθάλαμο του γραφείου. Δεν ήθελα να το κάψω όλο, ήθελα μόνο να καταλάβουν την οργή και την αγανάκτησή και βέβαια δεν ήθελα η φωτιά να επεκταθεί στα διαμερίσματα. Φρόντισα γι’ αυτό. Αφού έριξα μικρή ποσότητα βενζίνης, κι έτσι όπως δεν έχω ξαναβάλει φωτιά, άναψα τον αναπτήρα και κόντεψα κι εγώ να καώ. Η φωτιά με έλουσε και ίσα που πρόλαβα και βγήκα. Πριν προλάβω να κατέβω τις σκάλες, φώναζα δυνατά φωτιά και χτύπησα τα κουδούνια της πολυκατοικίας. Φώναξα φωτιά πάρτε την Πυροσβεστική και όταν βγήκα στο δρόμο, κι έφυγα τρέχοντας με κατεύθυνση την Αρκαδίου. Με άκουσαν πολλοί και από ότι έμαθα αργότερα κανείς άνθρωπος δεν κινδύνευσε. Η φωτιά εξάλλου ήταν μικρή και δεν επεκτάθηκε.
Ήμουν εκτός ελέγχου κι σε αυτό το σημείο με οδήγησε η αγανάκτηση, η απελπισία και ο πόνος με όλα αυτά που έχουν γίνει όλο αυτόν τον καιρό. Τους θεωρώ όλους υπευθύνους στο κοινοβούλιο για την κατάσταση που έχει περιέλθει η χώρα, αλλά θεώρησα κύριο υπεύθυνο το κυβερνών κόμμα. Η φωτιά ήταν μια διαμαρτυρία αγανάκτησης.
Όταν έφτασα, ο δικαστικός επιμελητής είχε ήδη σπάσει η πόρτα και ήταν στον προθάλαμο του καταστήματος. Αυτός ο επιμελητής ο Παναγόπουλος αντί να σκεφτεί τον πόνο του καθενός και να προσπαθήσει να κάνει τη δουλειά του, με όσο γίνεται πιο σεμνό και διακριτικό τρόπο, συνέχιζε να προκαλεί.
Έφτασα από την πλευρά του λιμανιού, εκεί κοντά στεκόταν  κι αυτός. Όταν με είδε, μου είπε μια βαριά βρισιά για την οικογένειά μου και κατάφερε να με κάνει να ξαναξεπεράσω τα όριά μου. Από το θυμό μου μετά από αυτό που άκουσα, πέρασα δίπλα από τον κλοιό της αστυνομίας του έδωσα ένα δυνατό χαστούκι.
Πάνω στην αγωνία μας και στο δίκιο μας, βρεθήκαμε να είμαστε και κρατούμενοι και ν’ απολογούμαστε κιόλας, ως εγκληματίες. Γιατί να μας τσουβαλιάζουν; Επειδή είμαστε αλληλέγγυοι σε ένα άνθρωπο που χάνει το σπίτι, την υγεία του, την δουλειά του, την αξιοπρέπειά του, τα παιδιά του που μεταναστεύουν, τους ανθρώπους που αυτοκτονούν με όλα αυτά που βιώνουμε καθημερινά; Τελικά ποιος εγκληματεί στην Ελλάδα του σήμερα;».
Σε ερώτημα αν ήξερε κάποιος από πριν ότι σκόπευε να βάλει φωτιά, ο ίδιος απάντησε: «Έγιναν όλα τόσο γρήγορα που ούτε εγώ δεν το είχα συνειδητοποιήσει. Δεν ήξερε κανείς τίποτα. Δεν φταίει κανείς άλλος. Ήταν μια λανθασμένη απόφαση της στιγμής που τη σκέφτηκα, την αποφάσισα και την εκτέλεσα μόνος μου.
Ζητώ ειλικρινά συγγνώμη, από τους ανθρώπους που στεναχώρησα και τους έφερα σε μια τόσο δύσκολη θέση. Λυπάμαι πολύ για ότι έγινε.  Δεν το συγχωρώ στον εαυτό μου αυτό που έκανα».
Τέλος ο κ. Σταγογιάννης, τόνισε ότι όπως ανέφερε ήδη και στην ανακριτική αρχή, προτίθεται ν’ αποκαταστήσει τη ζημιά που προκάλεσε με προσωπική του εργασία. «Το είπα και στην κυρία Ανακρίτρια, ό,τι κάηκε ή καταστράφηκε, γραφεία, καρέκλες, σπασμένη πόρτα θα τα φτιάξω, είμαι ξυλουργός και ξέρω.
ΤΗΝ ΤΡΙΤΗ Η ΔΙΚΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΩΜΑΤΙΚΕΣ ΒΛΑΒΕΣ
Αναβλήθηκε για την Τρίτη 12 Σεπτεμβρίου η δίκη για τις σωματικές βλάβες εναντίον του δικαστικού επιμελητή, προκείμενου να παραβρεθεί στη δίκη και ο μηνυτής, μετά από αίτημα του κ. Σταγογιάννη. «Ζητήσαμε να βρίσκεται στη δίκη και ο δικαστικός επιμελητής, καθώς οφείλει να είναι εκεί μετά από όσα έχει πει και έχει κάνει. Εκτός από εμένα το ζήτησε και ο κ. εισαγγελέας και η κ. πρόεδρος», είπε ο ίδιος.

ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΣΤΟΝ ΙΔΙΟ
Σε ερώτημα που αφορούσε για το ποια είναι η προσωπική του οικονομική ιστορία ανέφερε: «Η δουλειά μου όπως είπα και πριν είναι επιπλοποιός, αποφάσισα λοιπόν να επεκτείνω την επιχείρηση μου το 2007 και να φτιάξω ένα εργοστάσιο, όπως ο κάθε επαγγελματίας θέλει να προχωρήσει η δουλειά του.
Μπήκα σε ένα πρόγραμμα του ΕΣΠΑ και ξεκίνησα να φτιάχνω το εργοστάσιο χωρίς βοήθεια από τις τράπεζες. Όταν μου ζήτησαν ένα έγγραφο που θα αποδείκνυε ότι το ακίνητο που θα χρησιμοποιούσα δεν ήταν δεσμευμένο πήγα στο Υποθηκοφυλακείο κι εκεί έμαθα ότι είναι δεσμευμένο για 150 χιλιάδες ευρώ, λόγω ενός δανείου πρώην συνεταίρου μου, που είχα μπει εγγυητής.
Πάνω στην απελπισία μου πήγα στην Τράπεζα Κύπρου και ο διευθυντής μου έβγαλε 4 δάνεια για το ποσό των 150 χιλιάδων, προκειμένου να αποδεσμευτεί το ακίνητο. Μέσω τραπέζης μεταφέρθηκαν τα χρήματα έφτιαξα το εργοστάσιό μου και ξεκίνησα να πληρώνω δόση 10 χιλιάδες ευρώ που είχαμε συμφωνήσει ανά τρίμηνο.
Όταν είχα φτάσει στο σημείο να έχω δώσει ήδη τις 137 χιλιάδες και μου έμεναν μόλις 13 χιλιάδες η τράπεζα Κύπρου έκλεισε και πουλήθηκε στην τράπεζα Πειραιώς. Αργότερα το ποσό των 13 χιλιάδων έγινε 280 χιλιάδες και σήμερα έχει περάσει τις 350 χιλιάδες. Μου βγάζουν το εργοστάσιο στον πλειστηριασμό κάθε 2-3 μήνες! Πήγα στην τράπεζα προσπάθησα να καταλάβω τι συμβαίνει και μου είπαν ότι το δάνειο έχει φύγει στα κόκκινα δάνεια και δεν μπορούν να βοηθήσουν… Από εκεί ξεκίνησε και ο Γολγοθάς που συνεχίζεται…. Και μένα μου χρωστάνε πάνω από 750 χιλιάδες ευρώ πελάτες μου που καταστράφηκαν και δεν μπορούν πια να με πληρώσουν, αλλά δεν τους έχω στείλει ούτε ένα εξώδικο! Απεναντίας τους συναντώ στο δρόμο αυτούς αλλά και άλλους, τους δίνω κουράγιο, τους βοηθάω και τους διαβεβαιώνω ότι θα είμαι δίπλα τους. Όλοι πρέπει να είμαστε ενωμένοι και αγαπημένοι στον οικονομικό πόλεμο που μας κάνουν και να στηρίζει ο ένας τον άλλο. Αυτό διαχωρίζει τους ανθρώπους από τα ζώα. Αυτό είναι που λένε «Ανθρωπιά».
Ζαχαρίας Κλάδος: «Ζητούνται απαντήσεις»
Ο πρόεδρος του ΣΑΟΡ κ. Ζαχαρίας Κλάδος, σε τοποθέτησή του σε σχέση με την αστυνομική δύναμη που εμφανίστηκε το περασμένο Σάββατο ανέφερε μεταξύ άλλων: «Από τα γεγονότα και τη συμπεριφορά του κρατικού μηχανισμού, τις τελευταίες ημέρες στο Ρέθυμνο, γεννάται ένα σοβαρό ερώτημα. Πώς και γιατί ο αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας, έδωσε εντολή να πραγματοποιηθεί αυτή η πρωτοφανής αστυνομική επιχείρηση, στηρίζοντας τοκογλυφικά και κερδοσκοπικά συμφέροντα, τη στιγμή που αποδεικνύεται από τις δηλώσεις και τις ενέργειες της Ομοσπονδίας Δικαστικών Επιμελητών, ότι ήταν μια πράξη παράνομη;»
Και πρόσθεσε: «Γι’ αυτή τη φασιστική μέθοδο που το κράτος εφάρμοσε στο Ρέθυμνο, ζητούνται απαντήσεις και τοποθετήσεις τόσο από τους κοινοβουλευτικούς εκπροσώπους όσο και από τις Νομαρχιακές Επιτροπές των κομμάτων. Οφείλουν να τοποθετηθούν για το αν αυτό τους εκφράζει ή όχι. Πρέπει να ξέρουν οι πολίτες.»
Τέλος ο κ. Κλάδος, αφού τόνισε ότι αυτό είναι ένας προάγγελος για το τι πρόκειται ν’ ακολουθήσει, κατέληξε: «Θα είχε ενδιαφέρον να μάθουμε ποια συμφέροντα εκπροσωπούν αυτό το fund και έχουν τόση δύναμη που ο κρατικός μηχανισμός είναι στη διάθεσή τους».

Παπαδημητρίου: Δεν μπορεί δανειολήπτης με «κόκκινο» δάνειο να το εξαγοράσει πριν πάει σε fund



Οι δανειολήπτες με «κόκκινα» δάνεια και υποθηκευμένη την πρώτη τους κατοικία δεν θα μπορούν να τα εξαγοράζουν κατά προτεραιότητα από την τράπεζα πριν αυτό καταλήξει σε κάποιο fund ξεκαθάρισε ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Δημήτρης Παπαδημητρίου.

Μάλιστα ο κ. Παπαδημητρίου απαντώντας σε ερώτηση του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξανδρου Τριανταφυλλίδη επισήμανε σύμφωνα με πληροφορίες του ΑΠΕ πως: «Ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών δημιουργήθηκε για να προστατεύσει αυτούς που πραγματικά αδυνατούν να εξοφλήσουν τα στεγαστικά τους δάνεια. Θα διαπραγματευτούμε για την παράταση της προστασίας της πρώτης κατοικίας για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, όπως το έθεσε ο κ. Σταθάκης» είπε ο υπουργός Οικονομίας.

Επιπλέον, σημείωσε ότι «θα ενθάρρυνε τους κακοπληρωτές μια ρύθμιση με την οποία θα γνώριζαν ότι η τράπεζα υποχρεούται να τους εξαγοράσει το δάνειο». «Μια ρύθμιση όπου ένας δανειολήπτης γνωρίζει ότι είναι προς το συμφέρον του να μην αποπληρώσει το δάνειό του θα δημιουργήσει μεγάλο πλήθος στρατηγικών κακοπληρωτών» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Παπαδημητρίου και πρόσθεσε: «Είναι ανέφικτο στην εφαρμογή του. Το fund, όταν αγοράζει δάνεια, δεν είναι προς όφελός του να δημιουργήσει ξεχωριστό τμήμα για τα μη εξυπηρετούμενα, αλλά να προσφέρει ένα συνολικό πακέτο. Τα funds αγοράζουν πακέτα δανείων και δεν μπορούν να τα ξεχωρίσουν σε εξυπηρετούμενα και μη εξυπηρετούμενα. Είναι αδύνατον να βγουν τα μη εξυπηρετούμενα και να δημιουργηθεί καινούργιο πακέτο. Δεν μπορεί να γίνει τέτοιος νόμος».

Επίσης, απαντώντας στον κ. Τριανταφυλλίδη που υποστήριξε ότι στη Κύπρο έγινε κάτι αντίστοιχο, ο κ. Παπαδημητρίου σημείωσε: «Αυτή τη μονομερή απόφαση, που έκανε η Κύπρος, εμείς δεν μπορούμε να την κάνουμε».

Από την πλευρά του, ο ερωτών βουλευτής έκανε λόγο για «θολό τοπίο και καθεστώς που υπάρχει και πρέπει να ρυθμιστεί και να διευκρινιστεί» ώστε -όπως είπε- να γίνει πράξη η δέσμευση της κυβέρνησης και να συνεχιστεί η προστασία της πρώτης κατοικίας για τους πραγματικά αδύναμους οφειλέτες, κάτω από την ομπρέλα του νόμου Κατσέλη και μετά τη λήξη της παράτασης, στα τέλη Δεκεμβρίου του 2017.

«Μέσα από την ερώτησή μου δεν βρίσκονται οι πονηροί και οι συστηματικοί κακοπληρωτές, αλλά οι αποδεδειγμένα οικονομικά αδύνατοι, άνεργοι, ΑμΕΑ, άποροι, για να αντιμετωπιστεί η φάμπρικα της κινδυνολογίας και να σταματήσει η πλειοδοσία του φόβου και του πανικού που γίνεται. Οφείλει ο πραγματικά οικονομικά αδύνατος να νιώσει τη κυβέρνησή μας ως αγκωνάρι πάνω στο οποίο πρέπει να ακουμπήσει» υπογράμμισε ο κ. Τριανταφυλλίδης.

Πηγή : ΑΠΕ