Κυριακή 8 Οκτωβρίου 2017

ΕΞΑΛΛΟΣ Ο ΕΡΝΤΟΓΑΝ! Η Ρωσία στην πράξη,ντε φάκτο, αναγνωρίζει το Κουρδιστάν



Έμμεση αναγνώριση του Κουρδιστάν γίνεται από την Ρωσία η οποία επισήμως αρχίζει επιχειρηματικές συνεργασίες και μάλιστα στον κρίσιμο τομέα των πετρελαίων.  Την ώρα που οι Τούρκοι απειλούν ότι το Κερκουκ και η Μοσούλη θα γίνουν 82ος και 83ος νομός της  Τουρκίας, την ίδια ώρα  ο CEO της Rosneft δήλωσε πως ¨Βλέπουμε ένα λαμπρό μέλλον με το Κουρδιστάν. Καμία πλευά δεν μπορεί να εμποδίσει τις εργασίες μας. ¨
Ο CEO της Rosneft Ιγκόρ Ιβάνοβιτς Σετσίν μιλώντας στην Rudaw, ανέφερε πως είναι έτοιμοι για να αρχίσουν στην πράξη εργασίες στο Κουρδιστάν.
Όταν τον ρώτησαν ¨Η Τουρκία δεν θα εμποδίσει τα σχέδια σας στο Κουρδιστάν;¨, ο Σέτσιν απάντησε λέγοντας πως ¨ Καμία πλευρά δεν μπορεί να εμποδίσει τις εργασίες μας¨.

Ο Σέτσιν ανέφερε πως είναι σε συνεχή επικοινωνία με το υπουργείο Φυσικών Πόρων του Κουρδιστάν και συνέχισε λέγοντας : ¨Βλέπουμε ένα λαμπρό μέλλον με το Κουρδιστάν, οπωσδήποτε θα συνεχίσουμε τις εργασίες. Εκεί εργαζόμαστε. Όταν εφαρμοστούν τα σχέδια μας, οι δουλειές μας θα πάρουν τον δρόμο τους. Όλα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο¨.

Έτσι εκπαιδεύουν στο ρατσισμό και το φασισμό



Ο άνεργος, ο φτωχός και ο νεόπτωχος δεν αντιδρούν, δεν αγανακτούν, αντίθετα η οργή σαπίζει εντός τους. Δεν υπάρχει πολιτικός θεσμός που να οργανώσει και να πολιτικοποιήσει την οργή, να την κάνει δύναμη, τέτοια που να αλλάξει το συσχετισμό των αισθημάτων και των δυνάμεων. 

Έτσι, χωρίς οργανωμένο πλαίσιο, χωρίς ρέουσα πηγή, ο λόγος της αξιοπρέπειας και της ανυπακοής θολώνει και στερεύει. Η ποιητική γλώσσα, που κάποτε λειτουργούσε ως δύναμη εντροπίας, ωθώντας στην ανατροπή της κρατούσας συμβολικής τάξης, στην ανάδευση της ακινησίας και στην παρεμπόδιση της σήψης, που δημιουργούσε μια νέα κοινωνικότητα, μία νέα συλλογικότητα, αντλώντας από την ποιητικότητα των δρόμων, από τον τόπο της υπερωρίας των νέων και του νέου λόγου, τώρα εξαντλείται στις αυτοεκδόσεις ποετάστρων ελάσσονος ποιότητας και μείζονος ναρκισσισμού. 

Τα γράφω αυτά γιατί ναι, χρειαζόμαστε «κουράγιο», χρειαζόμαστε ελπίδα. Γιατί η λογοτεχνία είναι ένας τρόπος να ουρλιάζει κανείς βουβά, φουσκώνοντας το μεγάλο ποτάμι της αγανάκτησης για την κοινωνική αδικία. Γιατί η τέχνη δεν είναι μόνο για τους «χορτάτους», η λογοτεχνία δεν είναι μόνο μία τεχνο-λογία της εξουσίας, αλλά και ο σπινθήρας που θα βάλει φωτιά στις ψυχές των περιφρονημένων, των απόκληρων, των ξεριζωμένων. Γι’ αυτό έχει σημασία για ποιους γράφει κανείς. Γι’ αυτό το ερώτημα που πρέπει να θέσουμε, έλεγε ο Έντουαρντ Σαΐντ, είναι για ποιό λόγο ελάχιστοι καλλιτέχνες "αντιμετωπίζουν ευθέως τα μεγαλύτερα κοινωνικά και οικονομικά εξωτερικά γεγονότα της ύπαρξής τους», όπως είναι η αποικιοκρατία και η κοινωνική εκμετάλλευση. 

Τελικά, ο έλεγχος των «κάτω» δεν γίνεται μόνο με τη χρήση του φόβου και την καταστολή, αλλά πρωτίστως με τη χειραγώγηση της συνείδησης. Ήδη από τον 19ο αιώνα ο Αμερικανός ποιητής και φιλόσοφος Ραλφ Ουάλντο Έμερσον (1803-1882), έλεγε: «Πρέπει να εκπαιδεύουμε το λαό έτσι ώστε να μη μας αρπάξει απ’ το λαιμό». Αυτοί, λοιπόν, που κατέχουν τις λέξεις, δηλαδή την πνευματική εξουσία, επιβάλλουν και τον χαρακτήρα των κοινωνικών σχέσεων, μας υποβάλλουν -συνειδητά η υποσυνείδητα- τον τρόπο που αγαπάμε, που μισούμε, που σκεφτόμαστε και ονειρευόμαστε. Γι’ αυτό προσπαθούν ώστε η σημερινή λογοτεχνία να μην περνάει ούτε από τη σκέψη ούτε από τη μνήμη ούτε από την καρδιά, αλλά να είναι μια αφήγηση εφησυχασμού, διατήρησης της κατεστημένης σαπίλας και ενίσχυσης της αδιαφορίας. Δεν χρειάζεται, λοιπόν, καμία επεξεργασία, καμία προσπάθεια, καμία «πέψη». Όλα είναι με τέτοιο τρόπο κατασκευασμένα ώστε να οδεύουν κατευθείαν στο παχύ έντερο! 

Έτσι, μετά από τέτοια «τύφλωση» της ψυχής, κανείς δεν θα δει αυτό το παιδί που σηκώνει λευκό πανί ανάμεσα στα διασταυρούμενα πυρά των αντιμαχόμενων κοντά στο Κιρκούκ του Ιράκ. Κανείς δεν θα κατανοήσει τους λόγους που ένας άνθρωπος ξεριζώνεται από τον τόπο του περνώντας θάλασσες και βουνά, κυνηγημένος από τις «βόμβες συμφερόντων» των ισχυρών. 

Και για να το θέσουμε διαφορετικά, στη νεωτερική Ευρώπη το Εγώ αντιστοιχούσε στην «ποίηση» και το Εμείς στο «έλεος». «Ποίηση και Έλεος. Ποίηση: απόλαυση προσωπική, σπάνια, μυστική. Έλεος: εγκατάλειψη του Εγώ σε όλους τους άλλους υποφέροντες...», αυτά τα δύο σε κανέναν μεγάλο ποιητή δεν πάνε χώρια έγραφε ο Σαρλ Μπωντλαίρ. Στο μετανεωτερικό "γενναίο" κόσμο μας, όμως, ισχύει ο απόλυτος διαχωρισμός της ποίησης και του ελέους, σε συνδυασμό με έναν ακραίο παροξυσμό της αδιαφορίας, έναν υπερτροφισμό του Εαυτού και μιας απόλυτης νέκρωσης της ενσυναίσθησης. Κι αυτά είναι που γονιμοποιούν το ρατσισμό, το φασισμό και τη βία…


artinews.gr

Ο Καταλανός Δον Κιχώτης

Μια από τις λιγότερo φωτισμένες παραμέτρους του δημοψηφίσματος της Kαταλωνίας είναι η ταξική – υπό την έννοια της στάσης των πλουσιώτερων. Στη στάση αυτή ανιχνεύεται η δυσφορία των εύπορων εις όσα αφορούν τη φορολόγηση και την κατανομή του καταλανικού ΑΕΠ από τη Μαδρίτη – αναλογίες που παραπέμπουν στη στάση της Λίγκας του Βορρά κατά της εκάστοτε κυβέρνησης των «άχρηστων στη Ρώμη», αναλογίες οι οποίες παραπέμπουν ακόμα και στην απόσχιση του «πλούσιου» Μαυροβουνίου από τη«φτωχή» Σερβία.

Εις ό,τι αφορά τους φτωχότερους στην Καταλωνία, τα πράγματα είναι πιο απλά. Αυτοί μέσα στο πλαίσιο μιας τρικυμιώδους (και μάλλον ναυαγούσας) παγκοσμιοποίησης, αναζητούν τον προσδιορισμό ενός (θεσμικού πλέον) εθνικού πλαισίου, μέσα στο οποίο το αίσθημα της κοινότητας και του αυτεξούσιου θα μπορούσε να αποδειχθεί ισχυρότερο και πάντως πιο προστατευτικό απέναντι στα τσουνάμι και τις κρίσεις που χαρακτηρίζουν την παγκοσμιοποίηση. Κάτι μάλλον μάταιο, όσον και στην Καταλωνία και στην Ευρώπη και στον κόσμο λυσσομανάνε οι άνεμοι από τον ασκό του νεοφιλελευθερισμού.

Το 40% των πλούσιων και των φτωχών Καταλανών που προσήλθαν στις κάλπες (και το 90% του «ναι») δείχνουν μια Καταλωνία διχασμένη από χέρι, μια Ισπανία διχασμένη επίσης και μια Ευρωπαϊκή Ένωση ανίκανη για μιαν ακόμη φορά (ως εκ της δομής της) να διαχειρισθεί οτιδήποτε μείζον την αφορά, πλην της διατήρησης των Εταιρειών ως κράτη εν κράτει.


***

Το Καταλανικό Ζήτημα (είτε με την έννοια της αυτονομίας είτε της απόσχισης είτε της ανεξαρτησίας) θέτει την Ένωση αντιμέτωπη με ένα τοπίο πολύ διαφορετικό στα έγκατά του απ’ ό,τι στην επιφάνειά του. Στην Ισπανία, στην Αγγλία, στο Βέλγιο, στη Γαλλία, στην Ιταλία, στα Βαλκάνια, πολλές εθνικές ταυτότητες και πολλές καταγωγικές ιδιοπροσωπίες υπάρχει ο κίνδυνος να ενδυθούνεθνικιστικές ιδεολογίες ή να χειραγωγηθούν από ρέμπελες ταξικές δημαγωγίες.

Αυτή η διαδικασία θέτει την κυρίαρχη δύναμη της Ένωσης, τη Γερμανία, μπροστά σε ένα αίνιγμα: μια «ενωμένη» Ευρώπη με προνομιούχα και μη προνομιούχα κράτη ή μια Ευρώπη διαμελισμένη σε χώρους και περιοχές (που άλλωστε χειραγωγούνται πιο εύκολα); Και στις δύο περιπτώσεις εκείνο που περισσεύει είναι η αστική δημοκρατία. Αυτή όλο και περισσότερο περιέχει τηνοικονομική τρομοκρατία που την υπονομεύει και τη μετατρέπει σε πολιτική τυραννίδα.

Το «σύστημα» στην Ευρώπη, κυρίως υπεύθυνο για την απίσχναση της δημοκρατίας, αντιμετωπίζει τώρα το «αντισύστημα» (που επιδιώκει ακριβώς τα ίδια). Αν ήθελε κανείς να εκφρασθεί με όρους τραγωδίας, θα έλεγε ίσως, ότι η Ευρώπη θυσίασε επί μακρόν στους χθόνιους θεούς της Απληστίας και του Παράλογου, ξυπνώντας έτσι τους υποχθόνιους θεούς της Βίας και του Μίσους.


***


Τέλος, εις ό,τι αφορά την Ισπανία ειδικότερα, στο Καταλανικό δράμα παίζεται και ένα χαρτί, «ένα ελλείπον παιγνιόχαρτο», καθώς θα έλεγε και ο Σκαρίμπας, που «κόβει». Το οποίον ανάγεται στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο και κατ’ επέκτασιν στη φασιστική δικτατορία του Φράνκο. Όταν η Δημοκρατία αποκαταστάθηκε στην Ισπανία, με τη συναίνεση όλων των κομμάτων, μάλιστα προεξάρχοντος του Κομουνιστικού Κόμματος Ισπανίας και του ίδιου του Καρίγιο, επεβλήθη γενική αμνηστία. Δεν αναζητήθηκαν ευθύνες, δεν καταλογίσθηκαν τα εγκλήματα, ουδεμία εκδοχή κάθαρσης επήλθε. Ακόμα και στα καθ’ ημάς, και παρά το (περίφημο) «στιγμιαίο», οι πρωταίτιοι της εφτάχρονης δικτατορίας δικάστηκαν και καταδικάστηκαν. Για τη σαραντάχρονη δικτατορία του Φράνκο «δεν άνοιξε μύτη», το αίμα έμεινε καλά καταχωνιασμένο, αδικαίωτο στα Τάρταρα – τροφή τώρα κι αυτό των υποχθόνιων θεών, που θέλουν να ξαναβγούν στο φως για να το ντύσουν και πάλι με μελανούς χιτώνες…
topontiki.gr

10 πράγματα που πρέπει να κάνεις πριν γεράσεις

Ο Γιώργος Ζορμπάς (που μάθαμε ως Αλέξη απ’ το μυθιστόρημα του Καζαντζάκη) έγραφε σ’ ένα γράμμα που είχε στείλει στον συγγραφέα και φίλο του: 


«Τίποτα δεν φοβάμαι. Έχω παλέψει με θεριά. Έχω πολεμήσει και με τ’ αληθινά θεριά, τους ανθρώπους. Τα ‘βαλα και με τα μεγάλα θεριά, τη θάλασσα και τη γη. Και το μεγαλύτερο θεριό, τη γυναίκα, την αγάπησα. 

Θεούς και διαβόλους δεν φοβάμαι. Για τον θάνατο ούτε που με νοιάζει. 

Τίποτα δεν φοβάμαι. Μόνο ένα: Τα γεράματα. 

Φοβάμαι μην έρθει η στιγμή που δεν θα μπορώ ούτε να κατουρήσω. Που θα περιμένω την νύφη μου να με ταΐσει. Που δεν θα μπορώ να σταθώ όρθιος. 

Μόνο αυτό φοβάμαι. Που θα ‘μαι γέρος κι ανήμπορος.»

Ο Ζορμπάς έζησε μέχρι τα 76, άλκιμος κι ανυπόταχτος. Πέθανε όρθιος στην Κατοχή. Τελευταία ανάσα την πήρε μπρος στο παράθυρο, αναθυμούμενος πόσες ωραίες πράσινες πέτρες βρήκε, πόσες γυναίκες αγκάλιασε, πόσα παιδιά έκανε. Τυχερός άνθρωπος. 


~~

Βγαίνω απ’ το σπίτι και βλέπω ένα διπλωμένο σώμα στο παρτέρι μπρος στην πολυκατοικία. Μου παίρνει λίγα δευτερόλεπτα για να καταλάβω ότι είναι ένας γέρος. Πήγε να κάτσει στο πεζούλι, έπεσε πίσω κι έμεινε εκεί, ανήμπορος να κινήσει. 

«Βόηθα με», μου λέει σαν στέκομαι μπρος του. 

Τον πιάνω απ’ το χέρι να τον σηκώσω, αλλά αυτός δεν βάζει καθόλου δύναμη, δεν έχει δύναμη να βάλει. Για ν’ αποφύγω την εξάρθρωση του ώμου του και τα χειρότερα, πάω από πίσω να τον σπρώξω. 

Σαν με βλέπει να φεύγω τρομάζει. 

«Μη φεύγεις!» κάνει με τρόμο. «Βόηθα με να σηκωθώ».
«Δεν φεύγω, μη φοβάστε», του λέω. 

Πάω πίσω και προσπαθώ να τον σηκώσω. Είναι βαρύς, παρότι λιπόσαρκος. Παράξενο είναι, πόσο δύσκολα σηκώνεις έναν άνθρωπο που έχει πέσει. 

Τελικά τα καταφέρνω να τον φέρω σε καθιστή στάση. Τον στρίβω ώστε ν’ ακουμπάει σ’ ένα δέντρο, να μη φύγει πάλι πίσω. Το πουκάμισο του έχει σκιστεί, το παντελόνι του έχει καφέ λεκέδες. Είναι πολύ γέρος, το δέρμα του φεγγίζει. 

«Σ’ ευχαριστώ», μου λέει.
«Τίποτα δεν έκανα.»
«Είναι άσχημα τα γηρατειά», κάνει, σαν να το λέει στον εαυτό του.
«Το ξέρω, το ‘χω καταλάβει», απαντάω εγώ.
«Δεν μπορείς να καταλάβεις», μου λέει ο γέρος. «Αν δεν το ζήσεις, δεν μπορείς.» 


~~

Συχνά οι άνθρωποι έχουμε αυτή την αυταπάτη. Νομίζουμε ότι μπορούμε να καταλάβουμε μια κατάσταση, επειδή έχουμε διαβάσει βιβλία, έχουμε δει ταινίες, έχουμε σκεφτεί. 



·                     Νομίζουμε ότι ξέρουμε τι είναι η προσφυγιά, επειδή ήταν πρόσφυγες οι πρόγονοι μας ή επειδή συγχρωτιζόμαστε με πρόσφυγες.
·                     Νομίζουμε ότι ξέρουμε τι είναι ο πόλεμος, επειδή είδαμε το Platoon και το Δουνκέρκη.
·                     Νομίζουμε ότι μπορούμε να καταλάβουμε το δράμα ενός γονιού που έχασε το παιδί του, επειδή είμαστε γονείς κι εμείς.

Όμως τίποτα δεν μπορείς να το καταλάβεις, να το νιώσεις όπως πραγματικά είναι, αν δεν το βιώσεις, αν δεν γίνεις εσύ το υποκείμενο. 

Εξ αποστάσεως, εξ ωσμώσεως, με βιβλία και φαντασίες, δεν ζεις κάτι, παριστάνεις ότι το ζεις, υποθέτεις πώς θα είναι αν το ζούσες. 


~~

Αφήνω τον γέρο στο πεζούλι, πάω κι έρχομαι, και καθώς περνάω ένα φανάρι τον βλέπω ξανά. Αυτή τη φορά στέκονται δίπλα του δυο Ζητάδες. Ο ένας αστυνομικός κρατάει μια σακούλα με πάγο. Ο άλλος τον βοηθάει να πάρει τηλέφωνο. 

Ο γέρος είναι καθισμένος σ’ ένα παγκάκι. Το φρύδι του ματωμένο και πρησμένο. Μάλλον αυτή τη φορά έπεσε κατά πρόσωπο, χωρίς καν να βάλει χέρια για να σταματήσει την πτώση. Με κοιτάει για λίγο, αλλά δεν με αναγνωρίζει. 


~~

Κάποιες μέρες πριν βρέθηκα, για προσωπικούς λόγους, σε μια γηριατρική κλινική. Όλοι υπερήλικες εκεί μέσα. Οι πιο πολλοί να μην μπορούν καν να σηκωθούν απ’ το κρεβάτι τους, με καθετήρα και τη νοσοκόμα να τους ταΐζει στο στόμα σαν μωρά. 

Μια γρια φωνάζει ακατάληπτες λέξεις κάθε τόσο. Ένας γέρος ακουμπισμένος στο μαξιλάρι κοιτάει τον τοίχο. Μια άλλη, σε καλύτερη κατάσταση, πηγαίνει πέρα δώθε στο διάδρομο με το πι. Μέχρι τον ένα τοίχο και πάλι πίσω, σαν φυλακισμένη. 

Μια μικρόσωμη γρια με τσεμπέρι κάθεται δίπλα μου και με παρατηρεί που διαβάζω τον Αναρχικό των Δύο Κόσμων. 

«Τι λέει;» με ρωτάει κάποια στιγμή, δείχνοντας με το πηγούνι το βιβλίο.
«Για μια αναρχική κοινωνία», της απαντώ. 

Δεν μοιάζει να καταλαβαίνει, αλλά το κοιτάει επίμονα. 

«Το θέλετε;» της λέω. «Να το διαβάσετε;»
«Δεν βλέπω να διαβάζω.»
«Θέλετε να σας διαβάσω εγώ λίγο;» τη ρωτάω. 

Της διαβάζω μια σελίδα. Είναι στο σημείο όπου ο Σεβέκ ταξιδεύει με διαστημόπλοιο στον μητρικό πλανήτη. Σκέφτομαι ότι η γριά θα αντιδράσει, θα πει κάτι για τα διαστρικά ταξίδια ή κάτι ακόμα πιο παράξενο. 

Γυρνάω να δω τι εντύπωση της έχει κάνει. Εκείνη κοιμάται, καθισμένη στην καρέκλα, σαν μωρό που το νανούρισαν με παραμύθια. 


~~

Δυο μέρες μετά βρίσκομαι ξανά στην κλινική. Παρατηρώ τους γέρους και τους φαντάζομαι σε άλλη ηλικία. Εκείνη η γιαγιά που λιώνει στο κρεβάτι της κάποτε ήταν παιδούλα κι έτρεχε στο χωράφι. Ο γέρος στο άλλο δωμάτιο, που κοιτά τον τοίχο, ήταν έφηβος κι αυνανιζόταν μετά μανίας. Ο άλλος μπορεί να πολέμησε στο Αλβανικό μέτωπο. Κι η κοπελίτσα (έτσι τη λέει η νοσοκόμα «κοπελίτσα μου») που δεν μπορεί να σηκώσει το χέρι της κάποτε έκανε τους άντρες να στενάζουν σαν τη βλέπαν να περνά. Η γιαγιά με το τσεμπέρι ίσως να ‘ταν δασκάλα και να διάβαζε τον Αόρατο Άνθρωπο σε μετάφραση του Παπαδιαμάντη. Κι ο γέρος με το οξυγόνο κάποτε εγκαινίασε το πρώτο του ζαχαροπλαστείο. 

Όλοι αυτοί ήταν μωρά κάποτε. Μετά παιδιά κι έφηβοι, μετά μεγάλωσαν αγάπησαν παντρεύτηκαν δούλεψαν γέννησαν πολέμησαν πάντρεψαν τα παιδιά τους διάβασαν είδαν κινηματογράφο για πρώτη φορά ήπιαν και μέθυσαν με την παρέα τους έφαγαν όσο άντεχαν γλέντησαν θρήνησαν έβγαλαν λεφτά ταξίδεψαν αρρώστησαν έγιναν καλά έκαναν έπαθαν έζησαν. 

Και τώρα πια έχουν μείνει μόνο οι σκιές τους, εκείνα τα άδεια μάτια και τα άτριχα κεφάλια και τα κόκαλα χωρίς κρέας. 

Ανήμποροι. 

«Δεν μπορείς να καταλάβεις», μου είπε ο γέρος που έπεσε, «τι είναι τα γεράματα». 


~~

Δεν μπορώ. Το ξέρω. Κι ίσως να μη θέλω να το βιώσω. 

Αλλά θυμάμαι κάτι: Καταλαβαίνουμε πόσο σημαντικό είναι αυτό που έχουμε μόνο όταν το χάσουμε. 



·                     Καταλαβαίνεις πόσο ωραίο είναι να μην σε πονάνε τα δόντια σου μόνο όταν αρχίζει ο πονόδοντος.
·                     Καταλαβαίνεις ότι το σκυλί «σου» ήταν μέλος της οικογένειας μόνο όταν αναγκάζεσαι να του κάνεις ευθανασία.
·                     Καταλαβαίνεις τι σημαίνει πατρίδα μόνο όταν ζεις καιρό ανάμεσα σ’ αλλόθροους ανθρώπους, σε ανήλιαγα μέρη, όπου εσύ είσαι ο ξένος.
·                     Καταλαβαίνεις πόσο την αγαπούσες μόνο όταν την χάνεις.

~~

Κι όπως βλέπω τους γέρους που σβήνουν στην κλινική, βγάζω το τετράδιο μου και γράφω βιαστικά μια λίστα με 10 πράγματα που πρέπει να κάνω πριν βρεθώ κι εγώ εκεί -όχι ως επισκέπτης. 



·                     Να περπατάω, ίσως και να τρέχω. Είναι ωραία να στέκεσαι όρθιος στα πόδια σου.
·                     Να φτιάχνω φαγητά νόστιμα, με πολύ αλάτι και λάδι, με καρυκεύματα και ταμπάσκο.
·                     Να βγαίνω στον ήλιο. Να κλείνω τα μάτια και να στρέφω το πρόσωπο μου στον ουρανό.
·                     Να φοράω όμορφα ρούχα. Σε ό,τι χρώμα μου ‘ρθει, σε ό,τι συνδυασμό θέλω.
·                     Να γελάω, να θυμώνω και να κλαίω.
·                     Να διαβάσω εκείνο το βιβλίο που πάντα αφήνω για μετά (Αδελφοί Καραμαζώφ του Ντοστογιέφκσι και Αμάντα του Τομ Ρόμπινς).
·                     Να χαϊδέψω την Πέρλα, τον σκύλο, μέχρι που να βαρεθεί και να φύγει.
·                     Να μάθω να κάνω κάτι καινούριο: Να ζωγραφίζω, να πλέκω, να παίζω σαξόφωνο, να οδηγήσω μηχανή.
·                     Να δω με τον Τηλέμαχο το Blade Runner (το παλιό).
·                     Να κάνω έρωτα.
·                     Να παντρευτώ.
·                     Να ευχαριστηθώ τον ύπνο και τα όνειρα.
·                     Ν’ ακούσω ξανά ολόκληρο το «The Wall» των Pink Floyd.
·                     Να χορέψω.
·                     Να μείνω ξύπνιος μέχρι που να ξημερώσει.
·                     Να πάω στην τουαλέτα.
·                     Να πιω νερό.


Δέκα πράγματα είπα; Μα είναι τόσο πολλά αυτά που μπορούμε και προλαβαίνουμε να κάνουμε, αλλά σημασία δεν τους δίνουμε, μέχρι που να μην μπορούμε να τα κάνουμε. 

Μάλλον ο τίτλος αυτού του κειμένου θα έπρεπε να ήταν: «100 πράγματα που πρέπει να (ξανα)κάνεις πριν γεράσεις». 

Ή μπορεί 1000. Και πάλι λίγα λέω.

sanejoker.info

Κλείσε την επιχείρησή σου τώρα που μπορείς λέει η κυβέρνηση στους ελεύθερους επαγγελματίες.

Νέο πλήγμα για τους ελεύθερους επαγγελματίες η αύξηση – για ακόμα μια φορά – των εισφορών που θα κληθούν να καταβάλουν σύμφωνα με αυτά που προβλέπει ο προϋπολογισμός του 2018.

Οι εισφορές για το 2017 υπολογίζονται με βάση τα εισοδήματα του 2016. Οι φοροτεχνικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την περαιτέρω αύξηση των εισφορών, καθώς, όπως λένε, αφενός θα δημιουργηθούν φαινόμενα φοροδιαφυγής και αφετέρου θα δούμε τη δημιουργία εταιρικών μορφωμάτων που θα επιτρέπει στους επιχειρηματίες τη μη καταβολή τους.
Όπως μετέδωσε ο ΣΚΑΪ, η αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών προς τα ταμεία θα αγγίξει το 130% έως το 2021, καθώς:
- Για το 2018 οι εισφορές ανέρχονται σε 53 εκατ. ευρώ
- Για το 2019 στα 124 εκατ. ευρώ
- Για το 2020 στα 126 εκατ. ευρώ
- Για το 2021, οι εισφορές αυξάνονται στα 128 εκατ. ευρώ
Οι αυξήσεις αυτές προκύπτουν από τον υπολογισμό των εισφορών όχι πλέον επί των καθαρών κερδών, αλλά επί του καθαρού ποσού των κερδών, προστιθέμενων σε αυτό των ασφαλιστικών εισφορών.
Δηλαδή πλέον οι εισφορές θα υπολογίζονται πάνω στο άθροισμα αυτών που εισέπραξε κάποιος, αλλά και σε αυτά που... πλήρωσε σε εισφορές.
Για παράδειγμα, όπως εξήγησε στον ΣΚΑΪ, ο δικηγόρος, Κ. Τσουκαλάς, αν κάποιος είχε ετήσια κέρδη 20.000 ευρώ θα πλήρωνε 4.000 - 5.000 ευρώ εισφορές. Με το νέο σύστημα αυτές οι 5.000 προστίθενται στο ποσό των κερδών, άρα οι εισφορές υπολογίζονται πάνω στο ποσό των 25.000 ευρώ και θα ανέρχονται σε 5.500-6.000 ευρώ! Από το 2018, θα ισχύει μια έκπτωση 15%, ωστόσο από το 2019 αυτή η έκπτωση καταργείται...

ΤΑ ...ΚΑΘΡΕΦΤΑΚΙΑ ΤΗΣ Intrum Justitia ΓΙΑ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΔΑΝΕΙΑ

«Δώστε ό,τι προαιρείσθε»: Αυτό θα είναι το μήνυμα του σουηδικού κολοσσού της είσπραξης καθυστερούμενων απαιτήσεων, Intrum Justitia, στους χιλιάδες «κόκκινους» δανειολήπτες της Eurobank, τα δάνεια των οποίων απέκτησε πριν από λίγες ημέρες με πρωτοφανή, στα διεθνή χρονικά, έκπτωση 97%  επί του κεφαλαίου τους.

Το πείραμα αυτό έχει μεγάλο ενδιαφέρον, όπως τονίζουν τραπεζικά στελέχη, γιατί θα δοκιμασθούν για πρώτη φορά στην ελληνική αγορά οι καθιερωμένες διεθνώς, από τις εταιρείες εξαγοράς και διαχείρισης προβληματικών δανείων, πρακτικές είσπραξης «κόκκινων» δανείων.
Ακριβώς επειδή πρόκειται για το πρώτο τεστ αυτών των πρακτικών σε «άγνωστη γη», αναφέρουν οι ίδιες πηγές, το τίμημα που προσφέρθηκε από τη σουηδική εταιρεία ήταν εξαιρετικά χαμηλό (μόλις 3 σεντς για κάθε ευρώ δανείου).
Πολλοί δανειολήπτες διερωτώνται σε τι ακριβώς συνίσταται η εισπρακτική καινοτομία που θα εφαρμοσθεί στους οφειλέτες καταναλωτικών δανείων χωρίς εξασφαλίσεις της Eurobank, τα δάνεια των οποίων κατέχει πλέον η  Intrum Justitia, ενώ θα συνεχίσει να τα διαχειρίζεται η εισπρακτική εταιρεία του ομίλου της Eurobank;
Προφανώς, το ότι η νέα κάτοχος των δανείων είναι έτοιμη να προσφέρει στους δανειολήπτες ένα γενναίο «κούρεμα» των οφειλών τους, που μπορεί να ξεπεράσει και το 90%, δεν συνιστά καινοτομία. Η ίδια η Eurobank, πριν «πακετάρει» για πώληση αυτά τα δάνεια είχε στείλει επιστολές στους χιλιάδες δανειολήπτες, προτείνοντας εξίσου μεγάλο «κούρεμα», αλλά ελάχιστοι ήταν αυτοί που ανταποκρίθηκαν.
Το νέο στοιχείο θα σχετίζεται, σύμφωνα με πληροφορίες, με το χρόνο εξόφλησης των οφειλών: ενώ η Eurobank είχε προτείνει στους πελάτες εξόφληση των «κουρεμένων» οφειλών έως και σε έξι δόσεις, η σουηδική εταιρεία θα τους προτείνει εξόφληση μέσω νέων δανείων, διάρκειας άνω και των δέκα ετών.
Η διαδικασία
Η Intrum Justitia (για την ακρίβεια: η αρμόδια θυγατρική της Eurobank που θα ενεργεί για λογαριασμό της σουηδικής εταιρείας) θα καλέσει με επιστολές να προσέλθουν σε συζήτηση για τη ρύθμιση των οφειλών τους, προσκομίζοντας όλα τα απαραίτητα στοιχεία για την εισοδηματική και περιουσιακή τους κατάσταση.
Ακολούθως, με βάση τις οικονομικές δυνατότητες του δανειολήπτη θα προτείνεται μια ρύθμιση με την εξής μορφή: η παλιά του οφειλή, αφού αφαιρεθούν οι τόκοι υπερημερίας, θα «σπάει» σε δύο κομμάτια. Ένα νέο δάνειο, με πολύ χαμηλό επιτόκιο (κάτω από 5%!) και διάρκεια όσο μεγάλη χρειάζεται για να βγαίνει μια «ανεκτή» δόση, που θα περιορίζει όσο γίνεται τον κίνδυνο νέας αθέτησης. Και ένα δεύτερο δάνειο, που θα μένει στην άκρη χωρίς να εξυπηρετείται και το οποίο θα διαγράφεται, όταν ο δανειολήπτης αποπληρώσει το βασικό δάνειο.
Αυτό το μοντέλο ρύθμισης, ιδιαίτερα όταν ο αγοραστής ενός προβληματικού δανείου το έχει αγοράσει με μεγάλη έκπτωση, μπορεί να οδηγήσει σε πολύ χαμηλή μηνιαία επιβάρυνση του δανειολήπτη, διασφαλίζοντας, ταυτόχρονα, ότι η εταιρεία που έχει αγοράσει το δάνειο θα εισπράξει στο τέλος το διπλάσιο, ή περισσότερο, του αρχικού της κεφαλαίου.
Ένα παράδειγμα μπορεί να «φωτίσει» τη λειτουργία αυτού του μοντέλου: για ένα καταναλωτικό δάνειο 20.000 ευρώ, το οποίο η εταιρεία είσπραξης έχει αγοράσει έναντι 600 ευρώ (έκπτωση 97% επί του κεφαλαίου), θα ζητήσει από το δανειολήπτη να πληρώσει κεφάλαιο 1.800 ευρώ, με ένα νέο δάνειο 5ετούς διάρκειας και με επιτόκιο 5%.
Ο δανειολήπτης θα πληρώνει μηνιαία δόση μόνο 34 ευρώ, αλλά στη λήξη του δανείου η εισπρακτική εταιρεία θα έχει λάβει 2.038 ευρώ (κεφάλαιο και τόκοι), δηλαδή ποσό υπερτριπλάσιο του ποσού που πλήρωσε αρχικά για να αγοράσει το δάνειο. Και ο δανειολήπτης, εάν έχει εξοφλήσει το δάνειο, θα έχει το κέρδος μιας διαγραφής χρέους κατά 90%.
Η παγίδα
Αυτό είναι το win-win scenario στην παρέμβαση των εξειδικευμένων εταιρειών είσπραξης απαιτήσεων στην ελληνική κρίση «κόκκινων» δανείων. Οι δανειολήπτες, πάντως, θα πρέπει να σταθμίσουν σοβαρά, πριν πάρουν τις αποφάσεις τους, τη νομική πλευρά του θέματος.
Τα δάνεια καταναλωτικής πίστης στην Ελλάδα έχουν σοβαρά νομικά προβλήματα (κυρίως το θέμα των υψηλών επιτοκίων, που έχει κριθεί από τον Άρειο Πάγο), γι’ αυτό και οι διαταγές πληρωμής των τραπεζών ανακόπτονται στα δικαστήρια, όταν προβληθεί η ορθή νομική επιχειρηματολογία.
Όσοι δανειολήπτες αποδεχθούν μια πρόταση ρύθμισης, με τη σύναψη ενός νέου δανείου χωρίς αυτά τα νομικά προβλήματα, θα πρέπει πάση θυσία να αποπληρώσουν κανονικά την οφειλή τους, γιατί, σε αντίθετη περίπτωση, θα γίνει απαιτητό όχι μόνο το «μικρό» αλλά και το «μεγάλο» δάνειο, χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να ανακόψουν τη διαταγή πληρωμής.

το σύνδρομο της Ντελγαδίνα του φώτη μισόπουλου


διήγημα-ιδέα για μια φάρσα



 ....σ' εκείνο το συρτάρι είναι φυλαγμένες οι σημειώσεις του πατέρα μου, κρυμένες βαθιά απ' τον ήλιο, πέρασα όλη μου τη ζωή ξένος -όπως κι ένα ακίνητο λεωφορείο απέναντι στο ανέμελο ποτάμι,-είναι αργά-, ήθελα να περάσω να ξαναδώ ανήμπορος πώς ήταν γυμνή και βυθισμένη απ' το μέρος της καρδιάς σ'ένα πρωτόγονο ύπνο,- έπεσε μια υποταγμένη σιωπή που δεν αναγνώριζε ότι ήθελα να κουβεντιάσω με κάποιον-έτσι κι αλλιώς ερχόταν βράδυ, τα κίτρινα τριαντάφυλλα αποκτούσαν το χρώμα της ουτοπίας μου - ''μόνο μια άλλη ουτοπία θα ήταν ο εχθρός μου'', σκεφτηκα,- κάποια στιγμή του λέω ''τι ξέρεις για το σύνδρομο της Ντελγαδίνα''


[1*], ''τίποτα'', μου λέει, ''ένας βασιλιάς είχε τρεις κόρες, κάποτε ζήτησε να γίνει ερωμένη του η πιο μικρή - κι αυτή αρνήθηκε- η Ντελγαδίνα, λοιπόν, πεθαίνει στη φυλακή για την άρνησή της'', ''αναρωτιέμαι συχνά αν ο Πρόσπερο[2*] θα ήταν μεγαλόκαρδος απέναντι σ' ένα τέτοιο βασιλιά'', ''για μένα το κίτρινο χρώμα στα τριαντάφυλλα είναι η χαμένη ελευθερία της Λυγερής, της Ντελγαδίνα, ό,τι και να πείτε - κι από τότε κάθε φορά που βλέπω κίτρινα τριαντάφυλλα μου γεννιέται η θλίψη για την δική μου μη-Ντελγαδίνα - όπως και νάχει ο έρωτας περιέχει βαθιές ρυτίδες σε πρόσωπα που δεν θα δούμε ποτέ, ''ψάχνω για το αντίγραφο ενός συμβολαίου όπου χαρίζω τα πάντα σε κάποιον μεγάλο έρωτα πριν ακόμα συναντηθούμε'', ''όμορφο, εκπληκτικό-μόνο ένας οξυδερκής συμβολαιογράφος θα καταλάβαινε κάτι τέτοιο, αναγκασμένος να εκτελέσει κάποτε την διαθήκη του θανόντος'' - ''όλα είναι τόσο κρυμένα απ' το φως'' 

                                                                       
...''η νύχτα έχει λόγο ν' αρχίζει άλλη στιγμή για τον καθένα,-δεν με θυμάστε'', μου λέει, ''όχι'', του λέω- όπως ένα βράδυ που κουβαλάει μυστικά, ή κάποιοι μπορούν να μάς οδηγήσουν στην πιο ανεξήγητη παραβολή του Κυρίου,- λόγια δυσνόητα που αγάπησαν τη μοναξιά τους, θάλασσες κρυμμένες απ' τα μάτια σαν γυναίκες που γύρισαν- ''η νύχτα έχει ένα λόγο ν' αρχίζει άλλη στιγμή για τον καθένα'', - είχε δίκιο ο Μάρκες - συμμετέχουμε στην αόριστη εφημερία των ηδονών, ''δεν καταλαβαίνω'', μου λέει, ''πώς γεννιόμαστε αναλφάβητοι απέναντι στον έρωτα και στο θάνατο- αλλά γι' αυτό θα σού μιλήσω άλλη φορά, όταν νυστάξουμε σα παροπλισμένα αυτοκίνητα'' και γέλασε νυσταγμένα,- δεν ήξερε στ' αλήθεια αν ήταν όλες πουτάνες ή όλες απλά θλιμμένες- όταν έγραφε-, είτε και τα δύο μαζί- μου εξήγησε- ''αυτό ήταν το μόνο δίλημμα που είχα'' - συναντιόμασταν τακτικά, άλλοτε στη θάλασσα, άλλοτε σ' έναν απρόσωπο χώρο των δικαστηρίων, όλα ήταν απλά και φαινόταν τέλεια.


[έρημη προκυμαία - ηλιοβασίλεμα]
Α' ΑΝΤΡΑΣ : ....υπάρχουν παρόμοιοι θάνατοι σ' ένα χρόνο άθικτο ακόμα;; μπορείτε να μου δώστε λίγο νερό;;
Β' ΑΝΤΡΑΣ : [του δίνει ένα μικρό πλαστικό μπουκάλι με νερό] 
Α' ΑΝΤΡΑΣ : Ευχαριστώ. Αποφασίζει κανείς να περπατάει χρόνια - πέφτει πάνω σ' ένα παπούτσι, - ένα παπούτσι μόνο του - και δεν ξέρει ποιανού νεκρού, - θυμάστε, εκείνες τις κανάτες σε σχήμα κόκκορα;;
                                         [παύση]
Β' ΑΝΤΡΑΣ : Αφού είμαι ζωντανός έχω υποχρέωση να μιλώ γι' αυτούς, υπομονετική αναμονή που δεν παρέχει, βέβαια, τίποτε διασχίζω το δρόμο μ' ένα είδος παραίτησης
                                   [μικρή παύση]
ανήκω σε κάποιο ''μεταφυσικό'' πρόγραμμα εξορίας όπως εκείνος που επέστρεψε χωρίς το σκυλί του ή μια γυναίκα που κοιτά, κι έπειτα κλείνει βιαστικά την πόρτα
                                   [μικρή παύση]
ή εγώ, χωρίς πρόσωπο, για ν' αποφύγω την αναγνώριση
Α' ΑΝΤΡΑΣ : Μόνο η νύχτα σταματά ανάμεσα στις σελίδες ενός βιβλίου για να συρθούμε σαν ξένοι ή να νυστάξουμε, αλλά θα είμαστε αιώνια ύποπτοι για ένα έγκλημα άγνωστο
- θα ψάχνουμε εκεχειρίες, μήπως γλυτώσουμε τη συντριβή.


...την άλλη μέρα έφτασαν οι ανακριτές, ολωσδιόλου αναπάντεχα, ''καταλήγουμε να γίνουμε, αυτό που οι άλλοι πιστεύουν ότι είμαστε,- Ιούλιος Καίσαρ'', έκανε ο πιο κοντός με κομπασμό κι άναψε τσιγάρο, - ήρθαν εκεί που πηγαίναμε, - δυο, τρεις καρέκλες κι ένα τραπέζι μέσα σ' ένα χώρο μη-χώρο, ο Μορίγιο που δεν τον ξέρετε, από κάποιο άλλο μυθιστόρημα πιο γωνιακό στη βιβλιοθήκη, - δε θυμάμαι με ακρίβεια- μου έλεγε, ''κλείσε καλά τα μάτια και μετέτρεψε τη νύχτα ή τη βροχή σε φάντασμα'', αλλ' ένα βράδυ τον βρήκαν μ' ένα ψαλίδι καρφωμένο στην καρδιά, μέσα στα φτηνά ρούχα του -μεγάλη και μυστηριώδης ιστορία χωρίς τουρίστες - δε χρησιμοποίησα ποτέ τέτοιες λέξεις, μόνο εκείνο το άθλιο βράδυ στο ημίφως και στο τέλος της παιδικής ηλικίας μου τα έμαθα όλα,


Α' ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ : ....όπως ο Ιούδας του Μυστικού Δείπνου, που κάτι τον έσπρωχνε σταθερά στην πτώχευση, στην απέραντη χρεοκοπία...
Β' ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ : ....και στο αίμα /- τι έχετε να πείτε;;....
ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ : Έμεινε ώρες με τη λάσπη στα μάτια και τις πληγές, ο υποτιθέμενος δεύτερος εραστής κάποιας Ανζέλ, βγαλμένος από φτηνά φωτορομάντσα - τούσφιξα θερμά το χέρι - το έλεος με γέμιζε τρόμο από πάντα
                                    [μεγάλη παύση]
Α' ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ : Τα χέρια μπορούν να χαιδεύουν μέσα στη μνήμη, όπως τα βήματα πεθαίνουν σ' ένα διάδρομο ή σ' ένα δωμάτιο πηχτό γεμάτο δισταχτικά αποθέματα - οι φωνές επιστρέφουν σβήνοντας ή πάλι πρέπει να φέρεις μέχρι τέλος όλες τις ιδέες που βασάνισες στο σκοτάδι με κύρια ονόματα
                                      [μικρή παύση]
Η γραμμή υπεράσπισης στο υπόμνημά της δίνει έμφαση στα πλεονεκτήματα μιας έγγραφης απολογίας για την υπόθεση

Β' ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ : Ανώφελες αποφάσεις, σκέψεις που πουλήσαν ακριβά τον δήθεν πολύτιμο χρόνο τους -μια άλλη έρημος, - κι οι σταυρωμένοι πεθαίνουν στις απέραντες λεωφόρους για να δείξουν τη Δευτέρα Παρουσία, - προς τα πού χάνεται από πού έρχεται. Είμαι δω περισσότερο από ποτέ, ποια η εκκρεμότητα ανάμεσα σε δυο φεγγάρια;;
                                         [λίγο φως]
ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ : Είχα ξεχάσει το ποτάμι, έστριβε με το δρόμο, σκαρφάλωνε στον τοίχο-χόρευα καθισμένος - χόρεψες ποτέ σου καθισμένος;;;; Άκούγα τη βροχή, το ποντίκι που ξεστρατίζει, κάποιος ήχος αόρατος και βαθύς σταματημένος σκοτεινός, πώς απλώνεις τα χέρια όταν χορεύεις καθισμένος, υπάρχει πάντα μια στριφνή ασάφεια καθώς το σώμα ακίνητο σφιγμένο ανυποχώρητο
                                           [παύση]
Με τρώει εκείνο το άδειο τώρα, σκοτάδι σε σιωπή, ή γέφυρα με σιωπή και σκοτάδι αέρας νερό, ο ξερόβηχας των μελαγχολικών γενεών  κι ο νοτισμένος ύπνος
                                       [μικρή παύση]
Β' ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ : Το σπίτι μένει ακόμα άδειο,- ξέρετε ποιο σπίτι ....όλα μοιάζουν αρκετά φορτισμένα, ο Πρόσπερο θα έστελνε μια μποτίλια στο πέλαγο, θάκανε το ίδιο ακόμα κι αν έπρεπε ν' αντιμετωπίσει τη θάλασσα μ' έναν τρόπο νομικό, με κάποια δικονομία κοινής δικηγορίας - επικαλούμενος τη δικαιοσύνη έστω κι αν κανείς ξεγελιέται απ' τη δική του επίγνωση, τ' απογέματα ασχολιόταν με τις καταιγίδες, και σκεφτόταν ''ποιος ο λόγος να γράψεις, να πεις - άμα δεν εξομολογείσαι την τυφλότητα, ό,τι σ' οδήγησε μέχρις εδώ'', - έν' απόγεμα ο Μάρκες μούκλεισε το μάτι, θα περνούσε απ' τη Ρόζα Καμπάρκας, ''η Ντελγαδίνα αποφυλακίστηκε'', μού λέει, αστειευόμενος, ''θάχω μια μυστική αποκλειστικότητα'', ερχόταν από την άλλη πλευρά του λόφου, εκεί που τα δέντρα ξαναφυτρώνουν, θαρρείς, πιο άγρια, ''η Ανζέλ, ανήκε κι αυτή στα κορίτσια της Καμπάρκας - τη δολοφόνησαν άδοξα, σε μια νουβέλλα - ήταν όλα ανιαρά, σίγουρα θα οδηγούσαν στο φόνο'', παραδέχτηκε, ''αλλ' αυτό απαιτεί τους ποιητές, να έχουν ενεργό συμμετοχή σ' ό,τι ονομάζεται ανάκριση- αδύνατο, βέβαια, και παράλογο'',- με χαιρέτησε βιαστικά, - είχε βρέξει, τα πόδια των μικρών πουλιών ήταν βαριά και κολλημένα στις λάσπες, δεν μπορούσαν να σηκωθούν απ' το έδαφος, μαζεύτηκαν σε μια σκοτεινή γωνιά, δίπλα στο βογκητό ενός ζώου που το χτυπούσε ο οίστρος- ο ήχος της θάλασσας είχε εξασθενήσει, ''όταν έφυγα τα χείλη της παρέμειναν μισάνοιχτα'' - είχαν περάσει ώρες χωρίς να το καταλάβω, ο Μάρκες γύρισε, ''όπως ο ήλιος όταν πέφτει κατακόρυφα κι αλλάζει την πορεία στο ταξίδι του καθένα, γι' ακόμα μια φορά'', - είπε...τις επόμενες μέρες με ήθελε μαζί του στης Ρόζας,- σχεδόν τα βράδια είμασταν εκεί - ανελλιπώς- κάποτε η θάλασσα αναδύει μια ανατριχιαστική σιωπή,- χωρίς το φεγγάρι, -όσοι ευτύχησαν δεν ερωτεύτηκαν ποτέ, αυτό είναι και το μεγάλο όνειδος της μοίρας και πρέπει ν' απολογηθούμε παρ' όλ' αυτά για ολάκερη την απουσία ή τον θλιμμένο πλούτο σωρευμένο απ' τις απίθανες εξηγήσεις των αστών, ''έλεος, ανάψτε το φως, σα να μάς έχουν κλειδώσει στα παρασκήνια'', ακούστηκαν οι δυνατές φωνές των αναξιοπαθούντων που είχαν εγκλωβιστεί - 
Α' ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ : Ο τρόπος που καθησυχάζει κανείς την αγωνία του μέχρι να βρεθεί στα βάθη της Κόλασης, είναι η απόρριψη - δε νομίζετε ;;


ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ : Δεν ξέρω να σάς απαντήσω με σιγουριά, έρχονταν ένα πλήθος, ένα άμορφο πλήθος, αλλά οι νεκροί τους ήταν αλλού, ωστόσο αυτοί επιθυμούσαν ν' αφήσουν τον οβολό τους εκεί, δίπλα στη δυστυχία μας κι ας ήταν ξένοι όσοι πέθαναν μιαν ώρα αρχύτερα - εγώ, μάλιστα, αντιλαμβανόμουν το ψέμα και ήθελα να τους σώσω, όμως αυτοί οι παντός είδους κήρυκες αφαιρούσαν κάθε ζωντάνια ''αφήστε με να πεθάνω'', έλεγαν οι τελευταίοι- όσοι περίμεναν δηλαδή έναν σωτήρα που έσερνε το δήμιό του με σπουδή κι ανείπωτη τάξη...
Β' ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ : Η κατηγορία που σάς βαραίνει είναι ο έκλυτος βίος, ο υπέρμετρος δανεισμός ακόμα και συναισθημάτων, φυσικά ένας άνθρωπος σαν εσάς μπορεί να κατηγορηθεί ότι ο αγοραίος έρωτας είναι ασύμφορος για όσους νομίζουν ότι έτσι αντιμετώπισαν τη ζωή - αυτό ίσως τους οδηγήσει στο έγκλημα ή στην αφόρητη ζηλοτυπία /- συνήθως είναι κρυμμένοι, πίσω απο υψηλά λειτουργήματα ή κερδοφόρα επαγγέλματα...
Α' ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ : Θα υποστήριζα ότι οι σοφοί τραπεζίτες εξισορροπούν το χρήμα και τους εναγκαλισμούς [γελάει] με έξυπνα τεχνάσματα και υπολογισμούς, έτσι, αγαπητέ μου, όταν κάποιος δεν αποπληρώσει τα έξοδα που οφείλει - για παράδειγμα- σ' έναν οίκο ανοχής αθροιστικά, τότε έρχεται η θεά του πεπρωμένου του κι αποπληρώνει με κάθε είδους εναίσθημα ό,τι οφείλει, για να μπορέσει να συμπέσει με την οικονομία του σύμπαντος - και φυσικά η εκδίκησή του στρέφεται στη δολοφονία ή και ληστεία μιας πόρνης, ή μιας τυχαίας γυναίκας που περπατάει ανύποπτη....
ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ : [σηκώνεται όρθιος απ' την καρέκλα του] Κύριοι, μη έχοντας καμιά αξίωση να υποδείξω ή ν' αποδείξω, παραιτούμαι από κάθε υπεράσπιση - για χάρη σας, είμαι έτοιμος για κάθε ποινή ...εκείνο το βράδυ φαντάστηκα ένα μεγάλο πουλί που κουνούσε το κεφάλι του πέρα δώθε, σα μαξιλάρι που έσταζε αίμα, γιατί ό,τι γίνεται ακούγεται στις μέρες μας, δε μένει θαμμένο, ''σάς έχω στερηθεί'', είπε ο νυχτοφύλακας, ''ελπίζω ο καλός Θεός να μας δεχτεί όλους στο Purgatorio'',- αρκετά μακριά το σπίτι της Ρόζας, ένα γκρουπ με τραπεζίτες εκδρομείς στην άκρη της θάλασσας και πιο πέρα τα βάθη της άβυσσος ...όταν έκλεισε οριστικά το σπίτι της Ρόζας Καμπάρκας, ο Μάρκες μπορεί και νάχε ολοκληρώσει το ''Περί έρωτος και άλλων δαιμονίων'',- σκέφτηκα ότι το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να συντονίζω τα βήματά μου με τον αέρα της θάλασσας που είχε εξ ορισμού την αδιαμφισβήτητη λογική κι αισθητική της φύσης ή την ανάμνηση μιας σχεδόν άγευστης σάρκας, που στο μέλλον θα πρόβαλλε πάλι την υπόστασή της ανενδοίαστα σαν ανεκπλήρωτη οργή ή ηδονή που διέφυγε σ' ένα σύννεφο αοριστίας-/ η επιβεβαίωση πολλών κύκλων μοναξιάς συντονίζουν το χρονικό της προσωπικής ιδιωτείας χρόνων, απέναντι σε πρόσωπα- και τελικά όλα συνοψίζονται μια χαρακτηριστική μέρα του φθινοπώρου, που έχει το ακατανόητο της εποχής
[στην ίδια προκυμαία, - η θάλασσα - το ηλιοβασίλεμα]
Α' ΑΝΤΡΑΣ : ....όπως και το τελευταίο καράβι, είναι σα να βλέπω με κλειστά μάτια τις καλωσύνες που γέρασαν σε κουπαστές, αυτούς που ονειρευτήκαν τις γυναίκες που φυλάκισε ο χρόνος για πάντα- σ'ένα ζευγάρι κυάλια, σε κάποιο σκούφο μάλλινο πλεχτό που αμόλυσαν οι γλάροι στα νερά
Β' ΑΝΤΡΑΣ : Κάποτε όλα απέχουν μια αιωνιότητα, για ν' αποχτήσουμε το οικείο σε μια νύχτα
Α' ΑΝΤΡΑΣ : Τα σύννεφα είναι παρατημένες αγχόνες για όσους μετανάστευσαν την άλλη μέρα
                                      [μικρή παύση]
Β' ΑΝΤΡΑΣ : .....και η μποτίλια στο πέλαγο θα έχει μια γραφή μυστήρια που αφού γυρίσει όλους τους ωκεανούς θαμάς μιλήσει με τη γλώσσα του Πρόσπερο, ''τρεις ώρες εξουσίας, για τη Μεγάλη Συχώρεση''
Α' ΑΝΤΡΑΣ : Ως τότε θάχουμε φύγει, κανένας φόβος μήπως γεράσουμε. Είστε μόνος;;
                                         [μικρή παύση]
Β' ΑΝΤΡΑΣ : Όχι, ζω από καθαρή τύχη - ο χειμώνας φαίνεται ηττημένος εκ των προτέρω - αλλά έχω εξαπατήσει τους πάντες, γι' αυτό κουβαλώ μαζί μου ένα κέρμα, μήπως με τρομάξουν, υπάρχουν κι αυτοί που δεν αντέχουν τα μυστικά - πρόσωπα σβησμένα, αλληγορίες ανώφελες.
                                           [παύση]
Α' ΑΝΤΡΑΣ : Δε μου απαντήσατε.....
...αλλά εγώ ήδη ταξίδευα -/ ή ο Θεός ήταν εκεί κοντά μας ή είχε φύγει ξαφνικά για την έρημο
                                               

ΑΝΑΦΟΡΕΣ
1. Γ.Γ. Μάρκες, Οι θλιμμένες πουτάνες της ζωής μου, μετφρ. Κλαίτη Σωτηριάδου, Α.Α.Λιβάνης
2. Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, Η Τρικυμία, μτφρ. Βασ. Ρώτα, Επικαιρότητα