Κυριακή 5 Νοεμβρίου 2017

Επί ποδός πολέμου είναι οι περισσότεροι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ....



Επί ποδός πολέμου είναι οι περισσότεροι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ εν όψη των εκλογών της ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗΣ ΣΥΜΠΑΡΑΤΑΞΗΣ (ΠΑΣΟΚ).

Όπως σε όλους είναι γνωστό, αυτά τα ανδρείκελα ως επί το πλείστον είναι γυρολόγοι των κομμάτων και οι περισσότεροι προέρχονται από το …πάλαι ποτέ κραταιό ΠΑΣΟΚ. 

Αμόλυσαν λοιπόν κάθε μέλος της οικογένειάς τους κοντά σε διαφορετικούς υποψηφίους ώστε να τα έχουν καλά με όλους προκειμένου να έχουν πάντα την πόρτα ανοιχτή σε περίπτωση που κάτι στραβώσει με τον ΣΥΡΙΖΑ.


Αυτά τα αποβράσματα είναι οι βουλευτές του Τσίπρα και της αριστεράς του καθώς μόνο με τέτοιους θα μπορούσε να περάσει κατοχικά νομοσχέδια. 

ΝΔ: «Είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα…»

Πώς είναι δυνατόν την ώρα που μια κυβέρνηση που ήδη μετράει δύο χρόνια στην εξουσία λαμβάνοντας σοβαρά αντιλαϊκά μέτρα υπό την πίεση των διεθνών δανειστών, ερχόμενη αντιμέτωπη με «κακές» δημοσκοπήσεις και δεχόμενη καταιγιστικά πυρά από τα περισσότερα ΜΜΕ της χώρας, την ίδια ακριβώς στιγμή η αντιπολίτευση που έχει το μεγάλο προβάδισμα στα γκάλοπ, «καλές» σχέσεις με τους δανειστές και στηρίζεται από τα ΜΜΕ, να σπαράσσεται, αυτό μόνον ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί να το απαντήσει!

Κάποιοι λένε ότι η καρέκλα του ήδη τρίζει καθώς δεν έχει καταφέρει να πείσει ούτε με το αφήγημα του «εκλογές εδώ και τώρα», ούτε με τα πυρά περί ανομίας, βίας και ανασφάλειας, ούτε καν με κάποιες σκόρπιες υποσχέσεις προεκλογικού χαρακτήρα τύπου ΕΝΦΙΑ.
Επιπλέον του προσάπτουν κακές επιλογές στην επικοινωνιακή τακτική του κόμματος, αδυναμία παραγωγής σοβαρού και στιβαρού αντιπολιτευτικού λόγου, ενώ ακόμα και για τις δημοσκοπήσεις μιλούν για ποιοτικά χαρακτηριστικά που «δείχνουν» κόπωση.
Σε κάθε περίπτωση χαρακτηριστική του κακού κλίματος που επικρατεί στο γαλάζιο στρατόπεδο είναι η φιλολογία που πυροδότησε η προχθεσινή κουβέντα στη Βουλή καθώς καλλιεργήθηκε η φιλολογία ότι ο Κυριάκος βγήκε με τα «πλευρά σπασμένα» ένεκα και του θέματος με τον Λ. Αυγενάκη.
Είναι αξιοσημείωτη δε και η επιλογή του Κώστα Καραμανλή, περίπου ένα λεπτό αφότου ξεκίνησε τη δευτερολογία του ο Κυριάκος Μητσοτάκης, να σηκωθεί και να βγει από την αίθουσα.

 Οι «Καραμανλικοί» οργίστηκαν από τις πρόσφατες αλλαγές στην επικοινωνιακή ομάδα της Ν.Δ. που συνοδεύτηκε από τον απόλυτο αποκλεισμό των «Καραμανλικών». Δεν είναι τυχαίο το «χτύπημα» από τον Νίκο Καραχάλιο, πρώην γραμματέα Στρατηγικού Σχεδιασμού της Ν.Δ. που άσκησε κριτική για τη δημοσκοπική κόπωση του κόμματος.
Ένα ακόμη χτύπημα ήρθε από το μανιφέστο έξι σημείων του Βαγγέλη Μεϊμαράκη στο οποίο ανέφερε πως η παράταξη «χαρακτηρίζεται από το μέτρο, τη μετριοπάθεια, τη συναίνεση και τον διάλογο σε μείζονα θέματα που απασχολούν την κοινωνία και το κράτος με αιχμή του δόρατος τα εθνικά θέματα».
Στην εκδήλωση παρευρέθη και ο περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας, Απόστολος Τζιτζικώστας, που το ίδιο διάστημα ζήτησε απαντήσεις για την υπόθεση Αυγενάκη και Siemens, ενώ, αναφερόμενος στην πρόσφατα διαγραφείσα Κατερίνα Παπακώστα, σημείωσε πως η βουλευτής «έχει δώσει μάχες πολλά χρόνια τώρα» και πως «όταν δίνεις μια μάχη, δεν περισσεύει κανείς».
Σημαντική κρίνεται και δήλωση πρόθεσης του Θ. Ρουσόπουλου να κατέλθεί ως υποψήφιος βουλευτής της ΝΔ στις επόμενες εκλογές. Η κίνηση έγινε τηρώντας το κομματικό πρωτόκολλο και πετώντας το μππαλάκι στον Κυριάκο Μητσοτάκη ο οποίος -όπως δήλωσε ο στενός συνεργάτης του Κ. Καραμανλή- θα έχει και τον τελικό λόγο.
Από την πλευρά τους, οι «Σαμαρικοί» εμφανίζονται δυσαρεστημένοι μετά την αφαίρεση αρμοδιοτήτων από τον Άδωνι Γεωργιάδη, αλλά και με την εξέλιξη του θέματος Αυγενάκη (που ανήκει στο περιβάλλον της Ντόρας) ο οποίος βρίσκεται σε κόντρα με τον Αντώνη Σαμαρά. Μάλιστα, ο Μεσσήνιος πολιτικός έχει πυκνώσει τις εμφανίσεις του το τελευταίο διάστημα κάνοντας αρκετούς να μιλούν για δυναμικό comeback.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι συνεργάτες του Αντώνη Σαμαρά έσπευσαν να διαψεύσουν δημοσιεύματα, σύμφωνα με τα οποία, ο πρώην πρωθυπουργός, αναφερόμενος στη «μονομαχία» Τσίπρα-Μητσοτάκη στη Βουλή, φέρεται να είπε μιλώντας σε δημοσιογράφους: «Σήμερα ο Τσίπρας τον μάσησε και τον έφτυσε».
Το κερασάκι στην τούρτα για τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι από το μέτωπο των "δικών" του ΜΜΕ τα οποία σταδιακά αυξάνουν τα καμπανάκια που του απευθύνουν υποδεικνύοντας του να αλλάξει γραμμή πλεύσης.
Τα ερωτήματα πολλά: Ποιος κινεί τα νήματα, τι μορφή θα λάβει τελικά η εσωκομματική κόντρα, πως θα απαντήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης;
Η απάντηση απλή: Στη ΝΔ είναι μια ωραία ατμόσφαιρα...

ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ - Λ. Τρότσκι

Η κατάσταση της τέχνης μπορεί να προσδιοριστεί με τις ακόλουθες γενικές παρατηρήσεις. Αν το ρωσικό προλεταριάτο, ύστερα από την κατάληψη της εξουσίας, δεν είχε δημιουργήσει το δικό του στρατό, το εργατικό κράτος θα είχε πάψει να ζει από καιρό και μις δε θα καταγινόμαστε τώρα με τα οικονομικά προβλήματα, ακόμα λιγότερο με τα προβλήματα της κουλτούρας και του πνεύματος.



Αν η δικτατορία του προλεταριάτου δειχνόταν ανίκανη, μέσα στα προσεχή χρόνια, να οργανώσει την οικονομία και να εξασφαλίσει στον πληθυσμό, ας ήταν και ένα ζωτικό μίνιμουμ υλικών Αγάθων, το προλεταριακό καθεστώς θα ήταν τότε αληθινά καταδικασμένο να εξαφανιστεί. Η οικονομία είναι τώρα το πρόβλημα των προβλημάτων.

Ωστόσο, ακόμα κι αν τα βασικά προβλήματα της τροφής, του ρούχου, της στέγης καθώς και της κατώτερης εκπαίδευσης είχαν λυθεί, αυτό δε θα σήμαινε ακόμα με κανέναν τρόπο την ολοκληρωτική νίκη της νέας ιστορικής αρχής, δηλαδή του σοσιαλισμού. Μόνο μια πρόοδος της επιστημονικής σκέψης σε κλίμακα εθνική και η ανάπτυξη μιας καινούργιας τέχνης θα σήμαιναν ότι ο ιστορικός σπόρος όχι μονάχα μεγάλωσε για να σώσει φυτό μα και λουλούδιασε. Μ' αυτή την έννοια η ανάπτυξη της τέχνης είναι το ανώτερο κριτήριο για τη ζωτικότητα και τη σημασία κάθε εποχής.


Η κουλτούρα ζει από τους χυμούς της οικονομίας, όμως χρειάζεται παραπάνω από το αυστηρά αναγκαίο για να μπορέσει η κουλτούρα να γεννηθεί ν' αναπτυχθεί και να λαμπικαριστεί. Η μπουρζουαζία μας υποδούλωσε τη λογοτεχνία πολύ γρήγορα την εποχή που αυτή δυνάμωνε και πλούταινε. Το προλεταριάτο θα είναι ικανό να προετοιμάσει τη διαμόρφωση καινούργιας κουλτούρας και λογοτεχνίας, δηλαδή σοσιαλιστικής, όχι με μέθοδες εργαστηριακές, πάνω στη βάση της σημερινής φτώχειας μας, της ανάγκης μας, της αμάθειας μας, μα ξεκινώντας από πλατιά μέσα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτιστικά. Η τέχνη έχει ανάγκη από ευμάρεια, κι ακόμα από αφθονία. Οι μέρες πρέπει να είναι 
πιο ζεστές, οι τροχοί να γυρίζουν πιο γρήγορα, οι σαΐτες να τρέχουν πιο γοργά, τα σχολεία να δουλεύουν καλύτερα.
Η παλιά μας ρωσική λογοτεχνία κι η παλιά μας ρωσική κουλτούρα ήταν η έκφραση της τάξης των ευγενών και της γραφειοκρατίας και στηριζότανε πάνω στο χωρικό. Ο ευγενής ο διαποτισμένος από τον εαυτό του, το ίδιο όπως ο "μεταμελημένος" ευγενής βάλανε τη σφραγίδα τους πάνω στη σημαντικότερη περίοδο της ρωσικής λογοτεχνίας. Αργότερα εμφανίστηκε ο μη ευγενής διανοούμενος, στηριγμένος στο χωρικό και τον αστό, κι έγραψε κι αυτός το κεφάλαιο του στην ιστορία της ρωσικής λογοτεχνίας. Αφού πέρασε από την περίοδο της άκρας απλοποίησης των παλιών ναρόντνικων, αυτός ο χωριατοδιανοούμενος εκμοντερνιστηκε, διαφοροποιήθηκε και ατομικοποιήθηκε, με την αστική έννοια του όρου. Τέτοιος υπήρξε ο ιστορικός ρόλος της παρακμιακής σχολής και του συμβολισμού. Κιόλας από τις αρχές του αιώνα, ολότελα ξεχωριστά ύστερα από το 1907-1908, η αστική μεταμόρφωση της ιντελλιγκέντσιας και της λογοτεχνίας συντελέστηκε ολοταχώς. Ο πόλεμος έβαλε πατριωτικά τέλος σ' αυτό το προτσέσο.

Η Επανάσταση ανέτρεψε τη μπουρζουαζία κι αυτό το αποφασιστικό γεγονός έκανε την εισβολή του στη λογοτεχνία. Η λογοτεχνία που είχε διαμορφωθεί γύρω από αστικό άξονα δεν υπάρχει πια. Ότι απόμεινε λίγο - πολύ βιώσιμο στον τομέα της κουλτούρας, κι αυτό αληθεύει ιδιαίτερα για τη λογοτεχνία, πάσκισε και πασκίζει ακόμα να βρει καινούργιο προσανατολισμό. Από το γεγονός ότι η μπουρζουαζία δεν υπάρχει πια, ο άξονας δεν μπορεί να είναι παρά ο λαός δίχως τη μπουρζουαζία. 


Μα τι είναι ο λαός;

Πρώτα - πρώτα η αγροτιά και, σε ορισμένο μετρό, οι μικροαστοί των πόλεων, έπειτα οι εργάτες που δεν μπορούν να διαχωριστούν από το λαϊκό πρωτόπλασμα της αγροτιάς. Είναι αυτό που εκφράζει η βασική τάση όλων των "συνοδοιπόρων" της Επανάστασης. Είναι αυτό που βρίσκει κανείς στη σκέψη του μακαρίτη Μπλοκ. Το ίδιο στον Πιλνιάκ, στους "Αδελφούς Σεράπιον", στους "Εικονιστές" που είναι ακόμα πολύ ζωντανοί. Το ίδιο ακόμα σε κάποιους φουτουριστές (Χλέμπνικοβ, Κρουσένιχ και Β. Καμένσκι). Η χωρική βάση της κουλτούρας μας, ΄η καλύτερα της έλλειψης κουλτούρας μας, φανερώνει έμμεσα όλη την παθητική της δύναμη.

Η επανάσταση μας είναι η έκφραση του χωρικού που έχει γίνει προλετάριος ο οποίος ωστόσο στηρίζεται πάνω στο χωρικό και του δείχνει το δρόμο. Η τέχνη μας είναι η έκφραση του διανοούμενου που ταλαντεύεται ανάμεσα στο χωρικό και τον προλετάριο. Είναι οργανικά ανίκανος να συγχωνευτεί με τον έναν ΄η τον άλλο, όμως τραβιέται περισσότερο προς το χωρικό. Λόγω της ενδιάμεσης θέσης του και των δεσμών του δε μπορεί να γίνει μουζίκος, όμως μπορεί να τραγουδήσει το μουζίκο. Ωστόσο δεν μπορεί να υπάρχει επανάσταση χωρίς τη διεύθυνση του εργάτη. Αυτή η αντίφαση είναι η πηγή της βασικής δυσκολίας να πραγματευτούμε το θέμα. Μπορεί να βεβαιώσει κανείς ότι οι ποιητές και οι συγγραφείς αυτών των εξαιρετικά κρίσιμων χρόνων διαφέρουν ανάμεσα τους από τον τρόπο που βγαίνουν απ' αυτή την αντίφαση, καθώς και από τον τρόπο που γεμίζουν τα κενά της, ο ένας με το μυστικισμό, ο άλλος με το ρομαντισμό, ο τρίτος με τη συνετή απομάκρυνση κι ο τέταρτος με μια διαπεραστική κραυγή. Ανεξάρτητα από την ποικιλία στις μέθοδες για το ξεπέρασμα της αντίφασης, η ουσία της παραμένει μια. Αυτή συνίσταται στο διαχωρισμό που έχει κάνει η αστική κοινωνία ανάμεσα στη διανοητική εργασία, μαζί και την τέχνη, και τη σωματική εργασία. Ένας από τους τελικούς σκοπούς της επανάστασης είναι να υπερνικήσει ολοκληρωτικά το διαχωρισμό αυτών των δυο ειδών δραστηριότητας. Μ' αυτή την έννοια, όπως και μ' όλες τις άλλες έννοιες, η δημιουργία καινούργιας τέχνης είναι ένα χρέος που εκπληρώνεται εξολοκλήρου σύμφωνα με τις γραμμές του βασικού χρέους, του χρέους της οικοδόμησης μιας σοσιαλιστικής κουλτούρας.




Είναι γελοίο, παράλογο, κι ακόμα ηλίθιο στο υπέρτατο σημείο, να ισχυρίζεται κανείς ότι η τέχνη θα μείνει αδιάφορη στους σπασμούς της εποχής μας. Τα γεγονότα προετοιμάζονται από τους ανθρώπους, γίνονται από τους ανθρώπους, αντενεργούν πάνω στους ανθρώπους και τους αλλάζουν. Η τέχνη, άμεσα ΄η έμμεσα, αντανακλά τη ζωή των ανθρώπων που κάνουν ΄η ζουν τα γεγονότα. Αυτό αληθεύει για όλες τις τέχνες, από την πιο μνημειακή ως την πιο εσώτερη. Αν η φύση, ο ερωτάς ΄η η φιλία δε συνδεοτανε με το κοινωνικό πνεύμα μιας εποχής, η λυρικη ποίηση θα είχε από καιρό πάψει να υπάρχει. Μια βαθιά ανατροπή στην ιστορία, δηλαδή μια επανενθυμιση των τάξεων στην κοινωνία, τρανταζει την ατομικοτητα, τοποθετει την αντίληψη των βασικων θεματων της λυρικης ποιησης κάτω από καινούργιο πρίσμα και σωζει έτσι την τέχνη από μιαν αιώνια επανάληψη.

Όμως το "πνεύμα" μιας εποχής δε δουλεύει με τρόπο αόρατο κι ανεξάρτητα από την υποκειμενική θέληση; Βέβαια, σε τελευταία ανάλυση, αυτό το πνεύμα καθρεφτίζεται σ' όλους: σε κείνους που το αποδέχονται και το ενσαρκώνουν όσο και σε κείνους που παλεύουν απεγνωσμένα εναντίον του ΄η που πασκίζουνε να του ξεφύγουν. Κείνοι όμως που αποστρέφουν το κεφάλι αφανίζονται σιγά σιγά, κείνοι που αντιστέκονται είναι το πολύ πολύ ικανοί να αναζωπυρώσουν αυτή ΄η την άλλη αρχαϊκή φλόγα, ενώ η καινούργια τέχνη, βάζοντας καινούργια ορόσημα και πλαταίνοντας την κοίτη της καλλιτεχνικής δημιουργίας, θα μπορέσει να δημιουργηθεί από κείνους μόνο που γίνονται ένα σώμα με την εποχή τους. Αν χαράζαμε μια καμπύλη που να πηγαίνει από την τωρινή τέχνη στη σοσιαλιστική τέχνη του μέλλοντος θα μπορούσαμε να πούμε πως έχουμε μόλις ξεπεράσει σήμερα το στάδιο της προπαρασκευής αυτής της ίδιας της προπαρασκευής.

Να μια σύντομη σκιαγράφηση των ομάδων της ρωσικής λογοτεχνίας σήμερα.

Η λογοτεχνία που βρίσκεται έξω από την επανάσταση, από τους επιφυλλιδογράφους της εφημερίδας του Σουβόριν ως τους πιο θείους λυρικούς της Κοιλάδας των Δακρύων της αριστοκρατίας, είναι ετοιμοθάνατη, το ίδιο όπως και η τάξη που υπηρετούσε. Γενεαλογικά, όσον αφορά τη μορφή, αντιπροσωπεύει το τέλος της πρώτης γενιάς της παλιάς λογοτεχνίας μας που είχε αρχίσει σαν λογοτεχνία των ευγενών και είχε τελειώσει σαν λογοτεχνία καθαρά αστική.

29 Ιούλη 1924.

Λ. ΤΡΟΤΣΚΙ





El Publico: Η Γερμανία χρωστάει στην Ελλάδα περισσότερα λεφτά από το ελληνικό χρέος!

Η Γερμανία χρωστά χρήματα στην Ελλάδα και, σύμφωνα με αρκετούς υπολογισμούς, το ποσόν αυτό ανέρχεται σχεδόν στα διπλά χρήματα από αυτά που έχει λάβει η Αθήνα από τους Ευρωπαίους εταίρους της, αποφαίνεται σε σημερινό της δημοσίευμα η ισπανική ηλεκτρονική εφημερίδα El Publico.


Επικαλούμενη στοιχεία από μελέτες γνωστών και καθ” όλα έγκριτων Ισπανών ιστορικών κι οικονομολόγων, η αριστερών αποκλίσεων εφημερίδα δημοσιεύει, υπό τον τίτλο «Το χρέος της ναζιστικής Γερμανίας ξεπερνά όσα ζητούν οι Μέρκελ και ΕΕ από την Αθήνα» έναν εκτενή απολογισμό των γεγονότων από την επιβολή από το χιτλερικό καθεστώς του αναγκαστικού δανείου, ισοδύναμου με 3 δισ. ευρώ, τη συνδιάσκεψη του 1953 για τη διαγραφή του 63% του συνολικού εξωτερικού χρέους της Γερμανίας, έως τη συμφωνία των «Δύο συν Τέσσερις» του 1990 για τη μη πληρωμή των επανορθωτικών υποχρεώσεων του Βερολίνου, ενόψει της ενοποίησης των δύο Γερμανιών.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Ιστορίας Εδμούνδο Φαγιάνας Εσκουέρ, εάν για το κατοχικό δάνειο «ισοδύναμο με 3 δισεκ. ευρώ», «εφαρμοσθεί ως σημείο αναφοράς το μέσο επιτόκιο των αμερικανικών ομολόγων, το ποσόν που θα έπρεπε σήμερα να καταβάλει η Γερμανία θα ήταν 163,800 δισ. ευρώ».

Ποσό που ουδέποτε καταβλήθηκε, υπενθυμίζει από την πλευρά του κι ο καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας στο Παν/μιο Κομπλουτένσε της Μαδρίτης Κάρλος Σάνθ Ντίαθ, «μολονότι η Κατοχή στην Ελλάδα ήταν μία από τις ωμότερες στην Ευρώπη» επισημαίνοντας τις μεγάλες απώλειες, από πείνα και κακουχίες, μεταξύ του πληθυσμού τις χώρας και τις καταστροφικές επιπτώσεις στην οικονομία της Ελλάδας.

«Ο υπολογισμός της καταστροφής» εκτιμά ο Φαγιάνας Εσκουέρ «ποικίλει ανάλογα με τις διάφορες εκτιμήσεις, που την ανάγουν σε έως και 300 δισ. ευρώ. Ποσό που ο Γάλλος οικονομολόγος και πρώην σύμβουλος του Νικολά Σαρκοζί, Ζακ Ντεπλά, ανεβάζει ακόμη και στα 575 δισ. ευρώ» υπογραμμίζεται στο ίδιο άρθρο. «Είναι σαφές πως με αυτά τα ποσά, η Ελλάδα όχι απλώς θα είχε λύσει το πρόβλημα του χρέους, αλλά θα της περίσσευαν και χρήματα» προσθέτει ο ίδιος καθηγητής.

Μάλιστα η εφημερίδα σημειώνει ιδιαίτερα, πως οι αποζημιώσεις, που αξιώνουν οι Έλληνες, δεν φθάνουν ούτε καν στα πραγματικά χρηματικά ύψη που πρέπει να τους δοθούν: «162 δισ. ευρώ, χωρίς να υπολογισθούν τα επιτόκια από την εποχή της Κατοχής (….) τα 108 δισ. αντιστοιχούν στις καταστροφές των υποδομών, ενώ τα υπόλοιπα στο καταναγκαστικό δάνειο της δοσίλογης κυβέρνησης».

Αναφορικά με τη δυσαρέσκεια της γερμανικής κυβέρνησης για τη μετεκλογική στάση του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στο θέμα των επανορθώσεων, αλλά και στον παραλληλισμό που «τόλμησε» ο υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης στο Βερολίνο με την κατάσταση που οδηγεί στην άνοδο των νεοναζί στην Ελλάδα, ο καθηγητής στο UCM Κάρλος Σανθ Ντίαθ δηλώνει πως «δεν ήταν μία αναιδής στάση.
Κανένα άλλο έθνος δεν μπορεί να κατανοήσει καλύτερα την κατάσταση στην Ελλάδα. Η Ευρώπη οφείλει να διδαχθεί το μάθημα πως, όταν φέρνουν έναν λαό στην απογοήτευση και την ταπείνωση, ο δρόμος προς τον εξτρεμισμό ανοίγει διάπλατα».

Ο Σανθ Ντίαθ επιπλέον υπενθυμίζει πως η «Γερμανία πέτυχε από την Ευρώπη συμφωνία ότι πάνω απ’ όλα δεν πρόκειται να αποζημιώσει τις χώρες της Νότιας Ευρώπης», για τις «βοήθειες» εν είδει άλλου «Σχεδίου Μάρσαλ» που τις εξανάγκασε να της δώσουν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Συμφωνία που, όπως υπογράμμισε ο Γερμανός οικονομολόγος του London School of Economics Άλμπρεχτ Ριτσλ (σε συνέντευξή του στο Der Spiegel το 2011), καθιστά τη Γερμανία στον μεγαλύτερο χρεώστη του 20ου αιώνα, αλλά ακόμη και σε όλη την σύγχρονη χρηματοοικονομική ιστορία, καθώς ήταν πρωταγωνιστής στις πιο βαριές εθνικές χρεοκοπίες».

Κατά τον Σανθ Ντίαθ, η Ελλάδα έχει όλους τους καλούς λόγους και τα ιστορικά δεδικασμένα για να αξιώσει μία επίλυση του χρέους της… à la Γερμανικά, υπογραμμίζοντας πως χάρις σ’ αυτές τις χαριστικές συμφωνίες μπόρεσε να επανεκκινήσει το σημερινό γερμανικό οικονομικό θαύμα, να τεθούν οι βάσεις για τη σημερινή ανάπτυξή της.Καταλήγοντας σχολιάζει: «Η Γερμανία ήταν η χώρα που επωφελήθηκε όσο καμία άλλη από την ΕΕ, συνεπώς είναι εκείνη που περισσότερο απ’οποιονδήποτε άλλο οφείλει να φροντίσει γι αυτήν». Το άρθρο ολοκληρώνεται με την παρατήρηση του ίδιου καθηγητή, πως ψίχουλα που έδωσε η Γερμανία οιονεί επανορθώσεων στην Ελλάδα μεταπολεμικά, «ήταν μία αρχική δόση εν αναμονή της διαπραγμάτευσης για την καταβολή των αποζημιώσεων μετά τη (γερμανική) ενοποίηση. Όμως, τα πάντα παρέμειναν σ’ αυτό το σημείο και μάλλον θα παραμείνουν εκεί, εάν ο Τσίπρας δεν βγάλει την Μέρκελ από την οικονομική της αμνησία».

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ