''Ο
φάκελος του ανθρώπου αυτού, στα κρατικά αρχεία, έμοιαζε με ιδέα πλατωνική''
ΜΙΛΑΝ ΚΟΥΝΤΕΡΑ
''Όλοι
βγήκαμε από Το Παλτό του Γκόγκολ''
Φ. Μ. ΝΤΟΣΤΟΓΙΈΦΣΚΙ
[Ακάκι
Ακάκιεβιτς : ''Είμαι αδερφός σου''] - από Το Παλτό
.....[είχα
μια επίσκεψη από τις πιο αταίριαστες και αναπάντεχες - φυσικά χωρίς νόημα]
:
.....άναβε
το δικό του τσιγάρο, στο μεταξύ σκεφτόταν, ο διάλογος πήρε μια παράξενη τροπή -
παράξενη κι απωθητική - ο συνομιλητής μου ονειρεύεται πως είναι νεκρός, - κάθε
άλλο - τα γεράματά του φωνηεντόληκτα -, o Cesare o niente, με το απαλό κόκκινο
χνούδι και τα δάχτυλα του Φαύνου, - κι αυτή η αιμορραγία, φωσφορίζουσα, όπως το
φόρεμα της Ρα ίσα Πετρόβνα, - η κλίμακα όσων έχω υποστεί κατά βάθος -, ''οι
Βοργίες είναι πολλοί και δεν θα μπορούν να ελεγχθούν εύκολα κι αποτελεσματικά,
ούτε θ' αλλάξω πορεία, - θα προηγείται εκείνη με το κόσμημα από όστρακα'',
έλεγε ο Εβσέι[6*], αλλά μάλλον όχι, ήταν απαίδευτος, και είχε ένα εισιτήριο
χωρίς επιστροφή προς τη δυστυχία των άλλων - τελικός προορισμός για την Κόλαση
του Δάντη - ανάμεσα σε λέξεις κι αναφιλητά η φωνή του είχε τη λάμψη από το φως
του αίθριου, -
δεν σάς είπα : είμαι το Παλτό [5*], κάποιες φορές σκεπάζω στοργικά τον ίδιο τον Ακάκι Ακάκιεβιτς, άλλοτε προχωρώ σαν ένα φάντασμα αμφίβολων προαιρέσεων - οι χαφιέδες δεν έχουν τύχη στα χέρια μου, κι ο κερδώος Ερμής ήταν πάντα ύποπτος για ό,τι άφηνε πίσω του, κυρίως στις ''λευκές νύχτες'' {sic}'[1*], στην αναπόληση της Νάστιενκα - η πραγματικότητα μάς ξεπερνάει, είναι ουτοπικότερη απ' την ουτοπία σαν την βουβή σκηνή στο τέλος της δυστυχίας - ο τάφος του Γκόγκολ - στη Μονή Δανίλοφσκι [2*], το καθεστώς είχε αποφασίσει το κλείσιμο της Μονής και τη μεταφορά της σορού το 1931, κάτι όπως στο ''Μαιτρ και Μαργαρίτα'' του Μπουλγκάκοφ, - έκανα άπειρες σκέψεις για το κομμένο στο δυστύχημα κεφάλι του Μπερλιόζ, που ο συγγραφέας υποστήριζε ότι το κρανίο του συμμετείχε σαν κούπα σε ''μαύρες'' τελετές [3*] - ορίζω την άλλη τύχη-την παραβίαση καθώς ρεμβάζω παλιούς περιπάτους της μνήμης με ληστρικές αλήθειες ή αναλήθειες - ή βυθίζω τα μάτια στο προδοτικό ημίφως αγνοώντας πού κοιτάνε, - συνθηκολόγησα στ' αφύλαχτα σταυροδρόμια των τρένων, - το κρανίο του Γκόγκολ μπορεί να είχε την ίδια τύχη,-/ πάντως δεν ήταν στη θέση του -
δεν σάς είπα : είμαι το Παλτό [5*], κάποιες φορές σκεπάζω στοργικά τον ίδιο τον Ακάκι Ακάκιεβιτς, άλλοτε προχωρώ σαν ένα φάντασμα αμφίβολων προαιρέσεων - οι χαφιέδες δεν έχουν τύχη στα χέρια μου, κι ο κερδώος Ερμής ήταν πάντα ύποπτος για ό,τι άφηνε πίσω του, κυρίως στις ''λευκές νύχτες'' {sic}'[1*], στην αναπόληση της Νάστιενκα - η πραγματικότητα μάς ξεπερνάει, είναι ουτοπικότερη απ' την ουτοπία σαν την βουβή σκηνή στο τέλος της δυστυχίας - ο τάφος του Γκόγκολ - στη Μονή Δανίλοφσκι [2*], το καθεστώς είχε αποφασίσει το κλείσιμο της Μονής και τη μεταφορά της σορού το 1931, κάτι όπως στο ''Μαιτρ και Μαργαρίτα'' του Μπουλγκάκοφ, - έκανα άπειρες σκέψεις για το κομμένο στο δυστύχημα κεφάλι του Μπερλιόζ, που ο συγγραφέας υποστήριζε ότι το κρανίο του συμμετείχε σαν κούπα σε ''μαύρες'' τελετές [3*] - ορίζω την άλλη τύχη-την παραβίαση καθώς ρεμβάζω παλιούς περιπάτους της μνήμης με ληστρικές αλήθειες ή αναλήθειες - ή βυθίζω τα μάτια στο προδοτικό ημίφως αγνοώντας πού κοιτάνε, - συνθηκολόγησα στ' αφύλαχτα σταυροδρόμια των τρένων, - το κρανίο του Γκόγκολ μπορεί να είχε την ίδια τύχη,-/ πάντως δεν ήταν στη θέση του -
....βεβαιότητα
απαιτεί το παλιό καθεστώς, την άκαμπτη ασφάλεια, την προκατάληψη που συντηρεί
το χρόνο ανέπαφο καρτερικό γεμάτο από την αίγλη του γραφικού μάταιου, - το
νοσηρό γεγονός γράφτηκε μεταξύ 1929 και 1940, εννοώ τον Μπουλγκάκοφ στο ''Μ.
και Μ.'' - όταν ανοίχτηκε το φέρετρο του Γκόγκολ οι συγγραφείς που παραβρέθηκαν
στην τελετή είδαν ότι έλειπε το κρανίο του - κανείς συγγραφέας δεν μπορούσε πια
να είναι σίγουρος για το δικό του κρανίο, - νεκρός ή ζωντανός - , οι ώμοι
αποδείχνονται ανίσχυροι, ίσως η μυστήρια βαρύτητα καθώς δεν περιμένουμε τίποτα,
ούτε την πιο μεθυστική ασυδοσία της ποίησης για να συγκλονίσει -/ είναι
νύχτα -, νομίζω επιπλέει όμορφη ή/και αιώνια - δεν τελειώνει όπως οι μοίρες ή
τα ανένταχτα σύνορα - μια κρεολή που θα υμνήσει ο Μπωντλαίρ, αλλά εγώ θα
βρίσκομαι στην Αγία Πετρούπολη - έχω επιζήσει μέχρι σήμερα όπως τα βήματα ενός
μόνο ανθρώπου ή το κατάλυμα του πεπρωμένου - όταν δεν έχει να πει τίποτε ο ένας
για τον άλλο
ΝΑΣΤΙΕΝΚΑ
: ....η μυρωδιά ενός καινούριου σπιτιού δεν μπορεί παρά να είναι το ένστιχτο,
κάτι περίεργο ανάμεσα σε μια υστερόβουλη σιωπή και την κακία των εραστών που
ανατρέπονται...
ΕΝΑΣ
ΑΝΤΡΑΣ : [παίζει αμήχανα στα χέρια το καπέλο του].....- έρχονται οι φίλοι,-
είναι οι παλιοί δεσμοφύλακες, δεν άλλαξαν καθόλου, επιτελούν ένα ευγενικό
επισκεπτήριο, όπως η συνήθης κατασκευασμένη κατάληξη των ερώτων [παύση]
Ο
ΕΝΟΙΚΟΣ : .....κάποτε υπάρχουν θάλασσες που δε συναντιόνται, που δεν μιλιούνται
- ο ύπνος συνεγείρει τις πιο ασύστολες υποσχέσεις θα ξαναβάλλει τα μέταλλα στη
φωτιά που περίμεναν[παύση-σκοτάδι] -/
''.....ο
Γκόγκολ υπέφερε από μανιοκατάθλιψη, η ιδέα να θαφτεί ζωντανός γύριζε στο μυαλό
του σαν εφιάλτης - ''ήταν ξαπλωμένος στο φέρετρο με άψογα ρούχα, ακόμα κι
εσώρουχα με κοκάλινα κουμπιά και ψηλοτάκουνες μπότες, αλλά ακέφαλος- σχεδόν 80
ή 100 χρόνια μετά τον θάνατό του....[4*]
.....λαχανιασμένες
μέρες - λησμόνησα να σάς πω ότι θα ξανά 'ρθω, είμαι το Παλτό, αρχίζω ν'
ανεβαίνω με κόπο - όπως χαρίζονται τα υπερφίαλα χαμόγελα, - αναπνέω δύσκολα και
είμαι ξαπλωμένος ακουμπώντας στα δέντρα κάθε τόσο -/
ΝΑΣΤΙΕΝΚΑ
: ......- ποια θα είναι η πρώτη μας λέξη στην άλλη ζωή ή η τελευταία - έτσι
επέζησαν οι Καίσαρες σε μια χαμηλόφωνη προσποίηση, κρυψίνοες -
Ο
ΕΝΟΙΚΟΣ : .......πάντως θα γεννηθούμε σε δειλινά και σε βιβλία που διαβάσαμε
πολλές φορές [παύση]
ΕΝΑΣ
ΑΝΤΡΑΣ : .....ή ο τοίχος - η ανερμήνευτη ειλικρίνεια - τα κουπιά που μάς
αγκάλιασαν με τη σκιά που έγερνε κατά τη θάλασσα - καθώς λογάριασε Το Θέλημα
που τα προόρισε όλα απ' την αρχή - κάποιο πάθος έμμονο με όρισε ως εδώ, -
αβύθιστη σιγή σαν να 'πρεπε να φτάσει η κραυγή της πρώτης γέννας στ' αυτιά μας
[μεγάλη παύση] ή πάλι να πεθαίνεις στον Παράδεισο που χάθηκε του Μίλτον - να
ξεψυχάει κανείς στα χέρια του άλλου, την άνοιξη να βλασταίνει η θύμηση
κυριευμένη από καιρό
ΝΑΣΤΙΕΝΚΑ
: ......στην ιστορία κρύβεται η περιττή επιφύλαξη, ό,τι γράφτηκε είναι αυτό που
δεν απαντάνε οι θεοί
Ο
ΕΝΟΙΚΟΣ : .....με βλέμμα κενό είχα αγαπήσει το χρόνο να πάω και να 'ρθω [μικρή
παύση-περίπου σκοτάδι]
ΕΝΑΣ
ΑΝΤΡΑΣ : ....τι σημαίνει ο φθόνος - εκείνον που προκαλεί η ποίηση και η
συμπόνια - επειδή η ζωή δεν επαρκεί χωρίς αυτά που μιλήσαμε, ό,τι δεν ήρθε στη
σιωπή του και στην ώρα του, - προσμένει βίαιο και βλοσυρό στ' ακρωτήρι -/ το
Βιβλίο της Ανύπαρχτης Ζωής μου αφιερώνεται στο Χάος , στον νεαρό Έρεβο και στη
Νύχτα του, στην Πολλαπλότητα που με γεννάει κάθε στιγμή -Ω, Σπάραγμα του Είναι
- της Άβυσσος -, Εσύ απόμακρε απ' τον φόβο σου, Φάουστ, στους φανοστάτες των
κρεμασμένων γεννιέται η θεολογία του αύριο... [μεγάλη παύση]
....είχα
στην τσέπη μου το θόρυβο όταν ξυπνάει η πόλη, οι στρίγκλες σκιές των πρόστυχων
παλιάτσων βαδίζουν αργά επιστρέφοντας, θα χρειαστεί να φωνάξω καθώς ο ήλιος
χαμήλωνε, ο άνεμος σπρώχνει ανώφελα την πόρτα - κάποτε μόλις θάβουμε μιαν
ανάμνηση είναι σαν να πεθαίνουμε διαρκώς, δεν έχουν νόημα τ' αφημένα ονόματα,
μια οργή που φτάνει στα σκοτάδια αυτής της οριστικής απουσίας, όπως ένα έγκλημα
που η φωτογραφία του θύματος ξεχνιέται αδιάφορα ή ένα νόμισμα βαρύ που κύλησε
αθόρυβα μοιρολογώντας την αδέσποτη τύχη μας, - παρά την έκπληξη και την
ανατριχίλα στη θέα του ακέφαλου Γκόγκολ κάποιοι από αυτούς, γνωστοί λογοτέχνες
έκοψαν με ψαλίδι - που κουβάλησαν επί τούτου - κομμάτια απ' το σακάκι
του, ένα πλευρό, ένα κομμάτι κνήμης, ένα παπούτσι - ευτυχώς δεν έβλεπαν πουθενά
το Παλτό - δηλαδή εμένα-, ήμουν έτοιμος να εκφωνήσω τον επικήδειο, θα 'λεγα
περίπου αυτά : ''φιδότοπος - ιδού -μέρη ασήμαντα όπου οι πόρνες κοιμούνται
νωρίς για να διαβάσουν τους ονειροκρίτες - /πέθανε κατάκοπος, αλήθεια, στην
κουνιστή πολυθρόνα του - ε, λοιπόν, ο αγενής φίλος μας άφησε την πόρτα της
κάμαρης ανοιχτή για ν' ακούει καλά κάθε κρότο, - πρόσωπα πηγαινοέρχονταν sur la
gamme cromatique σαν τουριστικά ιστιοφόρα,- Μ'
αυτόν τον τρόπο, προξενούσα, τον τρόμο σε κάμποσους γείτονες - άλλαζαν πια
όνομα πολλοί στην ενδοχώρα.
ΑΝΑΦΟΡΕΣ
[1*]
Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι, Λευκές Νύχτες, Εκδοτική Εμπειρία, 2016
[2*],
[3*], [4*] Ευγενία Κριτσέφσκαγια, Ξαναδιαβάζοντας το Παλτό του Νικολάι
Γκόγκολ http://www.avgi.gr/article/10976/785877/xanadiabazontas-to-palto-tou-nikolai-nkonkol
[5*]
Nikolay Gogol, Το παλτό, παραπέντε, αχρονολ.
[6
*] Μaxim Gorky, Ο χαφιές, παραπέντε, αχρονολ.