Σάββατο 6 Ιανουαρίου 2018

cannibal 's party - του φώτη μισόπουλου

''....και τώρα ιδού αυτή η χώρα. Τώρα δεν μπορούσε πια να γεννήσει. Νεκρή, ο θάνατος μιας γριάς, το γκρίζο βυθισμένο μουνί της γης. Ερήμωση''.  JAMES JOYCE, ULISSES [A] 

μονόπραχτο σε τρεις εικόνες

ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ
                        Α' ΗΘΟΠΟΙΟΣ
                        Β' ΗΘΟΠΟΙΟΣ
                        Γ' ΗΘΟΠΟΙΟΣ
                        ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ


[στα πρόσωπα δεν τίθεται θέμα φύλου - στενόμακρο τραπέζι κάποιου υποθετικού μυστικού Δείπνου, ένας μεγάλος επιμήκης καθρέφτης όπου καθρεφτίζονται ηθοποιοί και θεατές καθισμένοι μόνο από τη μια πλευρά - μιλούν με πλάτες γυρισμένες, - συνομιλούν απευθυνόμενοι στα είδωλά τους. Το κεντρικό μεσαίο κάθισμα είναι άδειο, ωστόσο μια ταμπέλλα στη ράχη του κρεμασμένη γράφει ''ΔΕΝ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΜΕ ΤΟΝ GODOT''. Φορούν μάσκες και προσωπεία οι συνδαιτυμόνες σε όλη τη διάρκεια της παράστασης- ακόμα και οι θεατές. Υπάρχουν ισάριθμα ποτήρια με κρασί και κομμάτια ψωμί. Ανέγγιχτα. Λίγο φως]


ΠΡΩΤΗ ΕΙΚΟΝΑ : allegro ma non troppo

A' HΘΟΠΟΙΟΣ : ''....τι καυχάσαι ως μη λαβών''[1], - το πρόσωπο - ποιά είναι η προδοσία του;; - έν' απόγεμα στα μέσα του καλοκαιριού, - ποιος μπορεί να είναι;; [μικρή παύση] ο ήλιος έπεφτε σαν βλαβερή συνέπεια ή κρυφή σιωπή - ερχόταν στο μυαλό η φράση από κάτι που δεν υπήρχε - οι σκιές τους, μια σκιά, μια νύχτα σαν δηλητηριώδες σφύριγμα οχιάς, ο χρόνος μοιάζει με αίμα, ματαιοπονεί στα νοσηρά παιχνίδια κάποιας προγενέστερης εφηβείας....

Β' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : ...οι σκιές, α, οι σκιές - κάποτε χάνουν τη νάρκη τους, κοιμούνται έναν ύπνο που στεριώνει σα θάνατος, οι καρδιές τους χτυπάνε μουντά από έλεος...

ΧΟΡΟΣ : ...τα δειλινά περνούν σαν εγκλεισμός - ένας στίχος -/ ή εκείνο το βράδυ - μια σκουριασμένη παλίρροια [παύση]

Γ' ΗΘΟΠΟΙΟΣ :...μετά απ' αυτό κατάλαβα ότι είχα πεθάνει, ακριβώς όπως η ανάμνηση που σου μαθαίνει ''πέντε η ώρα και φθινόπωρο'', - η ήττα σε παρασέρνει κι αναδύεσαι θαμπά....

Α' ΗΘΟΠΟΙΟΣ :...με την άνεσή σου

Β' ΗΘΟΠΟΙΟΣ :....φυλακισμένος [2] [μικρή παύση]

Γ' ΗΘΟΠΟΙΟΣ :...γιατί η αλήθεια χρειάζεται ομίχλη, όπως μια σταγόνα νερού στο ρολόι που μετράει την ψεύτικη συναλλαγή, - ''περάστε'', μου λέει,''ή ο Θεός είν' εδώ ανάμεσα στα βρύα και τις θηλυκές υγρασίες ή εμείς βρισκόμαστε σε λάθος θέση και θα 'ρθεί από την άλλη μεριά, όπως ένας κωφάλαλος που βρίσκει την πόρτα ξαφνικά''.

Α' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : Σάς είπα, ο ποιητής την τελευταία φορά κοιμόταν σ' ένα κοίλο στρώμα σαν φοβία [παύση] [απ' τα μεγάφωνα ακούγεται κάτι σαν κλάμμα ή βαθύς αναστεναγμός] - ιδού ο λυγμός της γυναίκας που σβήνει μεθοδικά τα όνειρα στο ημίφως.

ΧΟΡΟΣ :...τα δειλινά περνούν σαν εγκλεισμός - ένας στίχος -/ ή εκείνο το βράδυ - μια σκουριασμένη παλίρροια, ήταν άνοιξη γύρω απ' τα κάγκελα σα ν' ανθίζαν μαστοί [παύση] [γελάει]

Β' ΗΘΟΠΟΙΟΣ :...μια ασθματική τρυφερότητα - απ' την προχτεσινή ομορφιά της θα κρατήσω τα φτερά, - όσο ζούσα δεν τολμούσε, τώρα περιμένει το τέλος μου, ένα λεπτεπίλεπτο κομψό πάρτι ωμοφαγίας - θα είναι όλοι - γνωστοί, φίλοι, συγγενείς, ακόμα και τα σκυλιά που μ' έχουν λησμονήσει [παύση] ΘΑ ΕΙΣΤΕ ΟΛΟΙ - χρειάζεται ζέση, ζήλος και μίσος θαυμαστό - ξεσκίστε τις σάρκες μου, επιτήδειοι, - δεν είμαι πια το όνειρο - και τι είναι το όνειρο;; αν δεν ήταν αυτός ο τελευταίος ένοικος με τα χοντρά παπούτσια σαν παρελθόν, που βηματίζει ασταμάτητα λέγοντας ξόρκια και προσευχές για να σωθεί απ' τον εαυτό του. [στη διαρκεια των λόγων που εκφέρει κάνει πιρουέτες, κινήσεις απότομες ενώ ξεντύνεται, χορεύει, ουρλιάζει μέσα σ' ένα οργιαστικό πνεύμα διονυσιασμού - οι συνδαιτυμόνες τον μεταφέρουν γυμνό πάνω στο τραπέζι, η μάσκα του παραμένει πάντα στο πρόσωπο. Μένει ακίνητος. Σκοτάδι. / Φως. Ακρωτηριασμένα ανθρώπινα μέλη βαμμένα σε διάφορα χρώματα πάνω στο τραπέζι. / Ο ίδιος έχει αποσυρθεί]

ΧΟΡΟΣ :...τα δειλινά περνούν σαν εγκλεισμός - ένας στίχος -/ ή εκείνο το βράδυ - μια σκουριασμένη παλίρροια.
Τώρα δεν θα έρθει κανείς να ρίξει συνθηματικά τη μικρή πέτρα στο τζάμι όλοι θα περάσουν κρυφά και υποχθόνια στον Παράδεισο, εκεί όπου θα γελάνε ασταμάτητα σε μια ανελέητη ευφορία, κόβωντας τις γλώσσες σε όσους πίστεψαν αληθινά στο Καθαρτήριο - τα δειλινά περνούν σαν εγκλεισμός - ένας στίχος-/ ή εκείνο το βράδυ - μια σκουριασμένη παλίρροια

Α' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : ''....τι καυχάσαι ως μη λαβών'', - το πρόσωπο - ποιά είναι η προδοσία του;; - εν' απόγεμα....

Γ' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : ......οι σκιές, α, οι σκιές, κάποτε χάνουν τη νάρκη τους....

Α' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : ......όπως η ανάμνηση που σου μαθαίνει ''πέντε η ώρα και φθινόπωρο''.......[σκοτάδι]



ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΙΚΟΝΑ : adagio andante 

[Λίγο φως]
Α' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : ........ποιος άραγε τολμά ν' αποφασίζει πόσοι άνθρωποι δε θάχουν όνομα την επομένη;;

Γ' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : .....όπως ένα χρέος ή μια επιτύμβια πλάκα - που συντηρούν τις ίδιες απορίες

Α' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : ....τι νόημα έχει αυτή η αμετάβλητη κι αδιαπέραστη πραγματικότητα στη θύμησή μου;; [παύση]

Γ' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : ....ή τα βιβλία τόσο κανονικά βαλμένα και με τάξη σαν οστεοφυλάκια των συγγραφέων τους

Α' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : .....δεν μπόρεσα να μεταπείσω τη Λιούμπα Αντρέγεβνα [3]- κυρίως αυτήν....[μικρή παύση]

Γ' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : .....ήταν κι άλλοι, μιλούσαν μια γλώσσα νοθευμένη, υπαινιχτική, κάπως αόριστη με την ανάμνηση δεκαετίας

Α' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : ......καθώς δεν βγάζεις νόημα απ' την μοναδική περιήγηση - πριν φτάσεις στο φόνο - λέγανε -

Γ' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : .....είχα προχωρήσει στη μελέτη αμέτρητων σελίδων - συνήθως οι ιστορίες έχουν ανάγκη ένα πρόσωπο βακχικό να συνοψίσει ό,τι απέμεινε από μια χαρισματική σάρκα, - ύστερα, ακολουθεί μια ρομαντική, αλλά κυρίως επική διαπίστωση στην ακαταστασία του φόβου - τότε όλα βρίσκονται μεταμφιεσμένα αργά ή γρήγορα - όπως κάτι απρόσωπο που μάς χτυπάει στον ώμο και χάνεται ή όταν ανάβουμε το φως για να μιλήσουμε με τη σκιά μας στον τοίχο, - τότε λέγονται όλα, γιατί πώς αλλοιώς θα γράψουμε ένα ποίημα, ή εκείνη τη σκάλα που οδηγούσε σ' ένα είδος ευθανασίας αλλά δεν το ξέραμε, - στην τελευταία ασκητική μας

Α' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : [στη διαρκεια των λόγων που θα εκφέρει κάνει πιρουέτες, κινήσεις απότομες ενώ ξεντύνεται, χορεύει, ουρλιάζει μέσα σ' ένα οργιαστικό πνεύμα διονυσιασμού - οι συνδαιτυμόνες τον μεταφέρουν γυμνό πάνω στο τραπέζι, η μάσκα του παραμένει πάντα στο πρόσωπο. Μένει ακίνητος. Σκοτάδι. / Φως. Ακρωτηριασμένα ανθρώπινα μέλη βαμμένα σε διάφορα χρώματα πάνω στο τραπέζι. / Ο ίδιος έχει αποσυρθεί]
.......ποιος άραγε τολμά ν' αποφασίζει πόσοι άνθρωποι δε θάχουν όνομα την επομένη;;

Γ' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : .....όπως ένα χρέος ή μια επιτύμβια πλάκα - που συντηρούν τις ίδιες απορίες [μικρή παύση]

ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ : [δεν φορεί μάσκα, μιλά σαν να δίνει οδηγίες] ......τι νόημα έχει αυτή η αμετάβλητη κι αδιαπέραστη πραγματικότητα.......

Γ' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : .......ή τα βιβλία τόσο κανονικά βαλμένα και με τάξη...

ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ : .......σαν οστεοφυλάκια των συγγραφέων τους [με τρόπο σα να διδάσκει τον ηθοποιό][παύση]

Γ' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : ....δεν μπόρεσα να μεταπείσω τη Λιούμπα Αντρέγεβνα - κυρίως αυτήν [σκοτάδι]




ΤΡΙΤΗ ΕΙΚΟΝΑ : allegro moderato
                                                                         
''....θα υπάρχει πάντα ''ο νεκρός που μάς χρειάζεται''/ ΧΟΡΧΕ ΣΕΜΠΡΟΥΝ

[λίγο φως]

Γ' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : .....όνειρα μικρά, ελάχιστα, άπειρα - η ευτυχία σου λιγοστεύει πριν γεννηθείς, ένα πελώριο ερείπιο γεμάτο βουή διασχίζει τις κραυγές των ποιητών - σε ποια ανομία υπήρξες;;- ποιος πυρετός στεγνώνει το επερχόμενο;;,
δεν θα υπάρχεις παρά σαν εξαργυρωμένη ιστορία, - ο αγρός του αίματος, - κάτω απ' το δέντρο - στη μέση -, θα λες ''δεν είμαστε μεις, δεν είμασταν ποτέ''
-αποσύρεται ή γονατίζει ο άνεμοςλοπως τα πέλματα που με πατούν, σα να  ξεσπάει η αγωνία, τ' όνομα του αγνοούμενου που με ψάχνει στο ζόφο των μεσημεριών [παύση]
- τίνος είναι αυτή η αγάπη στηριγμένη στη δυστυχία μας, στο λίγο φως,
-μια μέρα η ζωή θάναι τυχάρπαστη όπως το κέρμα του ζητιάνου που ξεροβήχει
ή ένα βράδυ θα γυρίσουμε στο άλλο πλευρό,- αρχαία τεχνάσματα που λάτρεψαν τη γύμνια, σαν κάποιος να ενοικεί το αδύνατο και μετά τί νόημα έχει να σάς ρωτώ, τι νόημα έχει αυτός ο βαρύς ήχος - οι βαθειές καμπάνες - απέφευγα να διηγηθώ την ιστορία μου, πώς γίνεται και μια ανάσα συνεχίζει τις λέξεις την ομίλία που έρχεται από τον άδειο τοίχο, πώς γίνεται ν'ασχοληθώ με τους ανθρώπους πριν το ξημέρωμα [στη διαρκεια των λόγων που εκφέρει κάνει πιρουέτες, κινήσεις απότομες ενώ ξεντύνεται, χορεύει, ουρλιάζει μέσα σ' ένα οργιαστικό πνεύμα διονυσιασμού - οι συνδαιτυμόνες τον μεταφέρουν γυμνό πάνω στο τραπέζι, η μάσκα του παραμένει πάντα στο πρόσωπο. Μένει ακίνητος. Σκοτάδι. / Φως. Ακρωτηριασμένα ανθρώπινα μέλη βαμμένα σε διάφορα χρώματα πάνω στο τραπέζι. / Ο ίδιος έχει αποσυρθεί][παύση]




ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ : ....ΤΈΛΟΣ - τώρα πια έχουμε κι εμείς τους δικούς μας νεκρούς . Όσοι χρειαστούνε την αθώωση- [σκοτάδι - αυλαία]


ΑΝΑΦΟΡΕΣ - ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[Α] ΤΖΕΗΜΣ ΤΖΟΥΣ, ΟΔΥΣΣΕΑΣ, μτφρ. Σ. ΚΑΨΑΣΚΗΣ, ΚΕΔΡΟΣ
[1] Προς Κορινθ. Α, Δ, 7
[2] φυλακισμένη [αναλόγως του φύλου]
[3] Λιούμπα Αντρέγεβνα, απ' τον ΒΥΣΣΙΝΟΚΗΠΟ [Α.ΤΣΕΧΩΒ],
   [Ο Βυσσινόκηπος είναι ο προσωπικός Γολγοθάς της Λιουμπόφ Αντρέγεβνας. Μιας γυναίκας με πολυτάραχο και επιπόλαιο βίο. Συνοδοιπόροι σε αυτό το Γολγοθά είναι ο αδερφός της , οι κόρες, οι φίλοι και το υπηρετικό προσωπικό. Όλοι μαζί πλέουν για να γνωρίσουν την αλήθεια, άλλοι θα την κατακτήσουν και άλλοι θα την χάσουν για πάντα. Ο βυσσινόκηπος είναι ένα κωμικό δράμα γεμάτο έρωτα, ευτυχία, αλλά και απογοητεύσεις.][Ο ΒΥΣΣΙΝΟΚΗΠΟΣ από τον ΔΟΥΡΕΙΟ ΙΠΠΟ][Πηγή : Διαδίκτυο]