Δευτέρα 26 Μαρτίου 2018

Δέκα χρόνια Παραπολιτική, κάτι σαν αποχαιρετισμός (με πολύ βαθιά νοήματα)



Δεκάδες χιλιάδες πολίτες συγκεντρώθηκαν την περασμένη Κυριακή στη Θεσσαλονίκη, θέλοντας να δείξουν ότι το ζήτημα της ονομασίας της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας τους αγγίζει και τελικά τους αφορά, σχεδόν προσωπικά.
Το πλήθος ήταν μεγάλο, ως τέτοιο μοιραία ετερόκλητο, και ο πειρασμός του να εστιάσει κανείς σε συγκεκριμένα πρόσωπα και σε συγκεκριμένες συμπεριφορές είναι πράγματι μεγάλος. Εξίσου μεγάλος όμως είναι και ο κίνδυνος μιας επιφανειακής προσέγγισης του φαινόμενου, η οποία θα καταλήγει στο ότι λίγο-πολύ όλοι οι συμμετέχοντες ήταν…Χρυσαυγίτες κι ως εκ τούτου η άποψη τους για τα δημόσια πράγματα θα πρέπει να περιφρονηθεί.
Δυστυχώς, το πρόβλημα είναι σημαντικά βαθύτερο. Περισσότερο από οτιδήποτε άλλο και πέρα από τις υπαρκτές διαφορές μεταξύ τους, οι άνθρωποι που συγκεντρώθηκαν στη Θεσσαλονίκη είναι γνήσια πεπεισμένοι ότι η στάση που τηρούν στο Μακεδονικό είναι η αληθινά πατριωτική. Γιατί τελικά τι είναι ο πατριωτισμός αν όχι μια εθνικά υπερήφανη στάση κόντρα σε εντός κι εκτός εχθρούς που υπομονεύουν το Έθνος και τις αξίες του; Δεν είναι άραγε πατριωτικό να αντιστέκεσαι απέναντι στον κίνδυνο αλλοίωσης του πολιτισμού της πατρίδας σου;
Κατά την προσωπική μου άποψη, ένας τέτοιος πατριωτισμός συκοφαντεί, απαξιώνει και τελικά βλάπτει την πατρίδα. Είναι ένας πατριωτισμός που αρμόζει σε χώρες με μικρότερο ιστορικό βάθος και με χαμηλότερου βεληνεκούς πολιτισμικό φορτίο. Η Ελλάδα δεν δικαιούται να συμμερίζεται τις ανησυχίες των πραματευτάδων της νεοελληνικής μιζέριας -η οποία συνήθως καταντά εθνική τύφλωση.
Όχι λοιπόν, το να θεωρείς ότι ο αλυτρωτισμός της γειτονικής χώρας αποτελεί υπαρξιακό κίνδυνο για την Ελλάδα δεν σε καθιστά πατριώτη. Σε καθιστά αφελή, ιδανικό χορηγό θλιβερών πολιτικών και δημοσιογραφικών σταδιοδρομιών που βασίζονται στον φόβο και στην ελκυστική ιδέα της διαχρονικής εθνικής μειονεξίας. Αυτοί που σου λένε ότι η Ελλάδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ οφείλει να φοβάται μια αδύναμη χώρα όπως η Π.Γ.Δ.Μ, υποτιμούν τη Μακεδονία περισσότερο από κάθε κωμικό προπαγανδιστή της απέναντι πλευράς.
Γιατί από το 1992 μέχρι σήμερα, μπορεί πράγματι η Ελλάδα να έχασε τη διπλωματική μάχη και δεκάδες χώρες να αναγνώρισαν τη γειτονική χώρα ως σκέτο «Μακεδονία» αλλά στο μεταξύ ουδείς σοβαρός άνθρωπος στον πλανήτη αμφισβήτησε την ελληνικότητα της Αρχαίας Μακεδονίας και του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ουδείς θεώρησε ότι η ύπαρξη μιας χώρας με το ίδιο όνομα αμφισβητεί τη γνησιότητα της Βεργίνας ή της Αμφίπολης, κανείς δεν ταξίδεψε στα Σκόπια για να γνωρίσει τον «μακεδονικό πολιτισμό». Κι όσοι έτυχαν να περάσουν εκεί, κυρίως έβαλαν τα γέλια με την εθνικιστική εξτραβαγκάντζα του Γκρουέφσκι.
Γιατί πατριωτισμός σημαίνει εθνική αυτοπεποίθηση. Πατριωτισμός δεν είναι να φοβάσαι μήπως μια σλαβική διάλεκτος βαφτιστεί «μακεδονική» και αλλοιώσει τη γλώσσα σου, η οποία τόσα άντεξε ανά τους αιώνες. Πατριωτισμός σημαίνει να έχεις πετύχει να σπουδάζουν οι ελίτ της ΠΓΔΜ στα πανεπιστήμια σου, να γίνονται κοινωνοί της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού, να αποτελεί για εκείνους η Ελλάδα την πύλη τους προς τη Δύση, να καταφέρεις να γελούν προοδευτικά και οι ίδιοι με τους γραφικούς ηγέτες τους.
Γιατί ο πατριωτισμός πάνω από όλα προϋποθέτει έναν υγιή εθνικό δυναμισμό. Πατριωτισμός σημαίνει να ξεπερνάς τα σύνορα σου και να ηγείσαι, να είσαι το παράδειγμα σε μια ταραγμένη περιοχή της Ευρώπης. Σημαίνει να αυξάνεις την ισχύ σου κι όχι διαρκώς να αμύνεσαι, σημαίνει να μεγαλώνεις τη σφαίρα της επιρροής σου κι όχι να καταντάς να γυρεύεις του δικούς σου πολίτες στα βενζινάδικα της Γευγελής. Σημαίνει να βλέπεις στο έδαφος της Π.Γ.Δ.Μ μια μεγάλη ευκαιρία κι όχι ένα μεγάλο πρόβλημα.
Γιατί πατριωτισμός θα πει να βλέπεις την Ιστορία ως έναυσμα κι όχι ως φυλακή. Οι πατριώτες διαπλάθουν και γράφουν τις σελίδες της Ιστορίας, δεν τις υπηρετούν με υποτέλεια, δεν τις συρρικνώνουν στα μέτρα τους. Οι πατριώτες δεν χαμηλώνουν τον πήχη στο επίπεδο της εθνικής επιβίωσης, τον τοποθετούν πάντοτε υψηλότερα από εκεί που τον βρήκαν. Γιατί πατριωτισμός δεν είναι να επικαλείσαι τον Θεό της Ελλάδας αλλά το να πιστεύεις πραγματικά στις δυνατότητες και στην εργατικότητα αυτού του λαού.
Αν ακόμα και σήμερα, τόσα χρόνια μετά την εθνικιστική λάβα του 1992, τόσοι πολλοί Έλληνες φοβούνται γνήσια κι αληθινά για την τύχη της Μακεδονίας μας, τότε αυτό σημαίνει ότι στο μεταξύ απέτυχαν σχεδόν όλοι όσοι ήταν αρμόδιοι για την εκπαίδευση και τη διαπαιδαγώγηση της κοινωνίας. Γιατί αν έχεις πειστεί ότι πράγματι η Π.Γ.Δ.Μ μπορεί να αποτελέσει απειλή για την Ελλάδα, κυρίως έχεις απωλέσει την πίστη σου στην Ελλάδα και τις προοπτικές της.

Κι αυτό τελικά είναι και το πρόβλημα -και η συλλογική αποτυχία μας.

Οι ξηροί καρποί ρίχνουν τη χοληστερίνη όσο οι στατίνες – και δεν έχουν παρενέργειες

Γιατροί προειδοποιούν ότι απλώς αλλάζοντας τη διατροφή μπορεί είναι αρκετό για ορισμένους ασθενείς ώστε να απαλλαγούν από την ανάγκη να πάρουν στατίνες, τα φάρμακα που μειώνουν τη χοληστερίνη. Να σημειωθεί ότι οι στατίνες έχουν προταθεί, από πέρυσι, για ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού.


Οι άνθρωποι με υψηλό κίνδυνο καρδιακών παθήσεων έχουν μια «ψευδαίσθηση προστασίας» από τις στατίνες, ενώ μπορεί να είναι καλύτερα γι’ αυτούς να τρώνε περισσότερους ξηρούς καρπούς και ελαιόλαδο, ισχυρίζονται τρεις κορυφαίοι καρδιολόγοι, ο Aseem Malhotra, ο Andrew Apps και ο Simon Capewell.
Οι ασθενείς που κάνουν μια υγιεινή διατροφή η οποία περιλαμβάνει ξηρούς καρπούς μπορούν να έχουν παρόμοια οφέλη με τη λήψη φαρμάκων που μειώνουν τη χοληστερίνη. Καρύδια, αμύγδαλα, φουντούκια, και φιστίκια, περιέχουν υψηλά επίπεδα «καλών» λιπών τα οποία ρίχνουν τη χοληστερίνη.
Μάλιστα, σε άρθρο τους, οι τρεις γιατροί υποστηρίζουν ότι για ορισμένους ασθενείς η συνταγογράφηση των στατινών θα μπορούσε να προκαλέσει βλάβες λόγω κάποιων παρενεργειών που έχουν αυτά τα φάρμακα. «Οι στατίνες δεν πρέπει να δίνουν την ψευδαίσθηση μιας προστασίας που θα επιτρέπει σε πολλά άτομα να υιοθετούν ανθυγιεινό τρόπο ζωής», γράφουν στο Prescriber, ένα περιοδικό του Ηνωμένου Βασιλείου που φιλοξενεί άρθρα για τη συνταγογράφηση και τη διαχείριση των φαρμάκων.
Το 80% των καρδιαγγειακών παθήσεων οφείλεται σε παράγοντες που αφορούν τον τρόπο ζωής όπως είναι η ανθυγιεινή διατροφή, το κάπνισμα και η έλλειψη σωματικής δραστηριότητας, γράφουν οι τρεις καρδιολόγοι. Και για τα άτομα με χαμηλό κίνδυνο, είναι σαφές ότι τα οφέλη των στατινών είναι μέτρια, στην καλύτερη περίπτωση.
Εναλλακτικές λύσεις για τις στατίνες περιλαμβάνουν το να τρώει κανείς ένα μήλο την ημέρα, μια χούφτα καρύδια ή τέσσερις κουταλιές της σούπας έξτρα παρθένο ελαιόλαδο. Επίσης, λίγο αλκοόλ την ημέρα, μειώνει τον κίνδυνο των καρδιακών παθήσεων κατά 20%.

Οι παρενέργειες των στατινών

Οι τρεις καρδιολόγοι αμφισβητούν τις συστάσεις στη Βρετανία σύμφωνα με τις οποίες τέσσερις στους 10 ενήλικες πρέπει να παίρνουν στατίνες. Με τις νέες συστάσεις, κάθε υγιής άνδρας άνω των 60 ετών, και υγιής γυναίκα άνω των 65 ετών πρέπει να λαμβάνει φάρμακα για να μειώσει τα επίπεδα της χοληστερόλης του.
Οι γιατροί, πιο παλιά, συνταγογραφούσαν στατίνες μόνο σε εκείνους που είχαν 30% κίνδυνο για  καρδιακή προσβολή μέσα στην επόμενη δεκαετία, αλλά το ποσοστό μειώθηκε στο 20% το 2005. Από το 2013 η σύσταση είναι να χορηγούνται στατίνες σε όσους έχουν 10% κίνδυνο για έμφραγμα στη δεκαετία συμπεριλαμβανομένων των ατόμων άνω των 85 ετών. Όμως πολλοί γιατροί αγνοούν τις νέες συστάσεις. Μάλιστα, ο Βρετανικός Ιατρικός Σύλλογος ανέφερε ότι δεν έχει καμία εμπιστοσύνη στις νέες συστάσεις λόγω έλλειψης «επαρκών αποδεικτικών στοιχείων» για το όφελος που υπάρχει από αυτά τα φάρμακα.
Αν και τα δεδομένα δείχνουν μια μεγάλη μείωση στα ποσοστά θανάτου για τους ασθενείς που λαμβάνουν στατίνες ύστερα από μια καρδιακή προσβολή, τα πλεονεκτήματα είναι λιγότερο σαφή για εκείνους που βρίσκονται σε χαμηλό κίνδυνο. Εξάλλου, μια μελέτη διαπίστωσε ότι τα άτομα που λαμβάνουν στατίνες τρώνε περισσότερα λιπαρά τρόφιμα και καταναλώνουν περισσότερες θερμίδες.
Η ανεξάρτητη έρευνα βρήκε ότι μεγαλοποιούνται τα οφέλη των στατινών και υποτιμούνται οι παρενέργειες που έχουν, όπως αυτή που αφορά τον πόνο των μυών. Τουλάχιστον το 17% των ασθενών έχουν την εμπειρία παρενεργειών.
Ακόμα και το φυλλάδιο της Pfizer για το Lipitor (ατορβαστατίνη) αναφέρει ότι υπάρχουν συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες που μπορεί να εμφανιστούν ακόμα και στο 10% των ασθενών που παίρνουν το φάρμακο. Οι παρενέργειες περιλαμβάνουν πονόλαιμο, ναυτία, πεπτικά προβλήματα, πόνο μυών, πόνο στις αρθρώσεις, καθώς και αύξηση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα.
Αν και τα περισσότερα συμπτώματα αντιστρέφονται όταν οι ασθενείς σταματήσουν να παίρνουν αυτά τα φάρμακα, ο κίνδυνος το 1-2% των ασθενών να εμφανίσει διαβήτη τύπου 2 δεν μπορεί να αγνοηθεί “ελαφρά τη καρδία”.

 healthyliving.gr

Herbert Marcuze “Λόγος και Επανάσταση” (αποσπάσματα)


Αποσπάσματα από το βιβλίο του Χέρμπερτ ΜαρκούζεΛόγος και Επανάσταση” που στα ελληνικά κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ύψιλον. 

“(…) Άφού όμως οί ανώτερες τάξεις μπορούσαν νά διατηρούν τά κεκτημένα, μέσα στό απολυταρχικό πλαίσιο, καί άφού δέν υπήρχε οργανωμένη εργατική τάξη, τό δη­μοκρατικό κίνημα σέ μεγάλη έκταση προερχόταν άπό τήν αγανά­κτηση τής ανίσχυρης μικροαστικής τάξης. Ή αγανάκτηση αυτή πήρε έντονη έκφραση στό πρόγραμμα τών ακαδημαϊκών Burschenschaften* καί τών προδρόμων τους Turnvereine. Γινόταν πο­λύς λόγος γιά ελευθερία καί ισότητα, άλλά επρόκειτο γιά μιά ελευθερία πού θά ήταν αποκλειστικά τό κεκτημένο προνόμιο τής τεκτονικής φυλής καί γιά μιά ισότητα πού έσήμαινε γενική φτώχεια καί στέρηση. Ή πνευματική καλλιέργεια θεωρούνταν σάν κάτι πού άνηκε στους πλούσιους καί τούς ξένους, καί είχε σκοπό νά διαφθείρει καί νά κάνει μαλθακό τό λαό. Τό μίσος γιά τούς Γάλλους συνοδευόταν άπό τό μίσος γιά τούς Εβραίους, τούς Κα­θολικούς καί τούς «ευγενείς». Τό κίνημα απαιτούσε έναν αληθινά «γερμανικό πόλεμο», ώστε νά μπορέσει ή Γερμανία νά αποκαλύ­ψει τήν «άφθονη υγεία τού εθνισμού της». Ζητούσε ένα «σωτήρα» γιά νά επιτύχει τή γερμανική ενότητα, ένα σωτήρα πού «ό λαός θά τού συγχωρήσει κάθε αμάρτημα». Τό κίνημα έκαιγε βιβλία καί καταφερόταν εναντίον τών Εβραίων. Θεωρούσε τόν εαυτό του υπεράνω τού νόμου καί τού συντάγματος επειδή «γιά τό σωστό σκοπό δέν υπάρχει νόμος». Τό κράτος έπρεπε νά οικοδομηθεί «έκ τών κάτω», άπό τόν έξαλλο ενθουσιασμό τών μαζών, καί ή «φυσική» ενότητα τού Λαού τουΕθνους (Volk) έπρεπε νά άντικαταστήσει τήν κατά στρώματα διάταξη τού κράτους καί τής κοινωνίας

Δέν είναι δύσκολο νά αναγνωρίσει κανείς σαυτά τά «δημο­κρατικά» συνθήματα τήν ιδεολογία τής φασιστικής Volksgemein­schaft. Υπάρχει, έν προκειμένω, μιά πολύ στενότερη σχέση ανάμεσα στόν ιστορικό ρόλο τών Burschenschaften, μέ τό ρατσισμό καί τόν άντι-ορθολογισμό τους, καί στό ρόλο τού Έθνικοσοσιαλισμού, άπ’ αυτήν πού υπάρχει ανάμεσα στόν Έθνικοσοσιαλισμό καί τή θέση τού Χέγκελ. Ό Χέγκελ έγραψε τή Φιλοσο­φία τον Δικαίου γιά νά υπερασπιστεί τό κράτος εναντίον τής ψευδοδημοκρατικής ιδεολογίας, στήν οποία έβλεπε μιάν απειλή γιά τήν ελευθερία πιό σοβαρή άπό αυτήν πού αντιπροσώπευε ή συνεχιζόμενη κυριαρχία τών εξουσιοδοτημένων άρχων

Δέν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτό τό έργο ενίσχυε τήν εξουσία αυτών τών άρχων καί βοηθούσε έτσι τή θριαμβεύουσα ήδη αντίδραση όμως, σέ σχετικά πολύ μικρό διάστημα αποδείχτηκε πώς είναι ένα όπλο κατά τής αντίδρασης. Διότι τό κράτος πού είχε στό νού του ό Χέγκελ ήταν ένα κράτος πού τό κυβερνούσαν οί κανόνες τού κριτικού λόγου καί οί καθολικά ισχύοντες νόμοι. Ή λογικότητα τού δικαίου, λέει, είναι τό στοιχείο ζωής τού σύγχρονου κράτους. « Ό νόμος είναιή λυδία λίθος πού μας βοηθάει νά ξεχωρίζουμε τούς δήθεν αδελφούς καί φίλους τού λεγομένου λαού»1 7 , θά δού­με ότι ό Χέγκελ έχει συνυφάνει αυτό τό θέμα μέσα στήν ώριμη του πολιτική φιλοσοφία. Δέν υπάρχει αντίληψη πιό συμβιβάσιμη μέ τή φασιστική ιδεολογία άπό εκείνη πού θεμελιώνει τό κράτος σένα καθολικό καί έλλογο δίκαιο πού εξασφαλίζει τά συμφέροντα όλων τών ατόμων ανεξαρτήτως τής φυσικής καί κοινωνικής τους κατάστασης.” (σελ: 180-181)
Ή επανά­σταση εξαρτάται πράγματι άπό ένα σύνολο αντικειμενικών συν­θηκών: απαιτεί ένα ορισμένο επίπεδο υλικού καί πνευματικού πολιτισμού, μιά συνειδητή καί οργανωμένη εργατική τάξη σέ παγκόσμια κλίμακα καί μιά όξυνση τής ταξικής πάλης. Όλαυτά όμως γίνονται επαναστατικές συνθήκες μόνο άν συλλαμβάνονται καί κατευθύνονται άπό μιά συνειδητή δραστηριότητα πού άποβλέπει στό σοσιαλισμό. Καμιά αναγκαιότητα καί κανένας αναπό­τρεπτος αυτοματισμός δέν εγγυάται τή μετάβαση άπό τόν καπιτα­λισμό στό σοσιαλισμό.” (σελ: 302-303)
Στήν πορεία τής σύγχρονης κοινω­νίας «ό εργάτης γίνεται ολοένα καί φτωχότερος όσο αυξάνεται ό πλούτος πού παράγει, δσο αυξάνεται ή παραγωγή του σέ ισχύ καί μέγεθος. Ό εργάτης γίνεται ένα όλο καί φθηνότερο εμπόρευμα, δσο περισσότερα εμπορεύματα παράγει. Μέ τήν εκμετάλλευση (Verwertung) τού κόσμου τών αντικειμένων προωθείται σέ άμεση αναλογία ή υποτίμηση τού κόσμου τών ανθρώπων». Ή κλασική πολιτική οικονομία (ό Μαρξ αναφέρεται στόν Adam Smith καί τόν J.B.Say) παραδέχεται δτι ακόμη καί ό μεγάλος κοινωνικός πλούτος γιά τόν εργάτη δέν σημαίνει παρά «ακατάπαυτη φτώ­χεια»” (σελ: 263)
Ό αλλοτριωμένος άπό τό προϊόν του εργάτης αλλοτριώνεται συγχρόνως καί άπό τόν εαυτό του. Ή ίδια του ή εργασία παύει νά τού ανήκει, καί τό γεγονός ότι γίνεται ιδιοκτησία ενός άλλου μαρτυράει μιάν αποστέρηση πού αγγίζει τήν ίδια τήν ουσία τού άνθρωπου. Ή εργασία στήν αληθινή της μορφή είνένα μέσο γιά τήν αυθεντική αύτοεκπλήρωση τού άνθρωπου, γιά τήν πλήρη ανάπτυξη τών δυνατοτήτων του ή συνειδητή χρησιμοποίηση τών φυσικών δυνάμεων θά έπρεπε νά συντελείται γιά τήν ικανοποίη­ση καί τήν απόλαυση του. Στήν τρέχουσα μορφή της, όμως, ή ερ­γασία σακατεύει όλες τίς ανθρώπινες ικανότητες καί απαγορεύει τήν ικανοποίηση. Ό εργάτης «δέν καταφάσκει άλλά αντιφάσκει στήν ουσία του». «Αντί νά αναπτύσσει τίς ελεύθερες φυσικές καί πνευματικές του δυνάμεις, απονεκρώνει τό σώμα του καί κατα­ στρέφει τό πνεύμα του. Γιαυτό νιώθει στόν εαυτό του όταν είναι έξω άπό τή δουλειά του, καί έξω άπό τόν εαυτό του όταν είναι στή δουλειά του. Βρίσκεται στά νερά του όταν δέν δουλεύει, καί έξω άπό τά νερά του όταν δουλεύει. Ή δουλειά του, συνεπώς, δέν γίνεται εθελοντικά, άλλά μέ καταναγκασμό. Είναι καταναγ­καστική εργασία. Δέν αποτελεί συνεπώς ικανοποίηση μιάς ανάγκης, άλλά μονάχα ένα μέσον γιά τήν ικανοποίηση αναγκών εξωτερικών πρός αυτήν»” (σελ: 266-267)
Ό Μαρξ αναφέ­ρεται στήν καθοριστική σύλληψη τού Χέγκελ πού τού αποκάλυψε ότι ή κατάσταση τού κυρίου καί τού δούλου προκύπτει αναγκαία άπό ορισμένες σχέσεις εργασίας οί όποιες, μέ τή σειρά τους, είναι σχέσεις ενός «πραγμοποιημένου» κόσμου. “Ετσι, ή σχέση κυρίου καί δούλου δέν είναι μιά αιώνια ούτε μιά φυσική σχέση, άλλά έχει τίς ρίζες της σέ έναν ορισμένο τρόπο εργασίας καί στή σχέση πού έχει ό άνθρωπος μέ τά προϊόντα τής εργασίας του.” (σελ: 122)
Herbert Marcuse, Λόγος και Επανάσταση, Εκδόσεις ΎψιλονΑθήνα 1999