πρόζα : καθώς ο Ελπήνορας συνάντησε τον
Τζόυς
Venus will Now Say a
Few Words [1] W.H.AUDEN
...όταν μάς κυριεύει η μεγάλη σύγχυση οι πρώτες
βροχές έχουν μιαν ακοίμητη ευφυΐα ''φρίκη για το κορμί και τις λειτουργίες
του'' ο Μπέκεττ στον Μολλόυ απέναντι η πόρτα που ανοίγει και ξανακλείνει
παγιδεύοντας έρωτες κάποιος έλκει να συμπάσχουμε ενώ προφανώς θα αιωρούνται
έσχατες οδύνες ή και ηδονές εικόνες σαν οποιεσδήποτε λεηλασίες που δεν
αποκρίνονται έρχομαι με κάποια φωνή αιχμαλωσίας λιγότερη θα υπάρχει μια νύχτα
τουλάχιστο μια υγρή νύχτα οι μνηστήρες αγωνιούν με νευραλγίες ή θανάτους η
Οδύσσεια η ακίνητη Νέκυια αποσκοπεί στην έρημη χώρα όπου δεξιά αριστερά θάλασσα
Στο κέντρο ο Τζόυς στο Όρος των Ελαιών ανάμεσα σε Ιησουίτες με τη φωνή που
ανοίγει η μοίρα σ' έναν ''ιδανικό θίασο ηθοποιών ''ευλύγιστων'', καλλίφωνων,
ενθουσιωδών'' επινόημα του Ντέρεκ Γουόλκοτ [2] - όλα όσα διηγήθηκα φτάνουν για
μια ενδοοικογενειακή συζήτηση τα λόγια απλώνονται όπως η αράχνη τα σκυλιά μου
έχουν πεθάνει σ' ένα κόσμο μεταφρασμένο απ' την αρχή στην κόψη του ξυραφιού ο
δρόμος τους είναι κλειστός δεν θα γυρίσουν [παύση]
Η ΦΩΝΗ : ......ούτε την άνοιξη Ένδειξη
χηρείας
Α' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : ......συμπεριλαμβάνεται στο σκηνικό
ένα δέντρο ο καλλιτέχνης πραγματεύεται : Θα γίνω το σύμβολο η πανταχού παρούσα
αλήθεια συνήθως τρομαγμένη
ΤΖΌΥΣ : ......κι ανεπιβεβαίωτη με την ομπρέλα
μου ένα πρόσχημα ή δίλημμα αόριστη αίσθηση του βυθού
Η ΦΩΝΗ : .......θα υποδεχτούμε τους Παριζιάνους
Χωρικούς ο Αραγκόν [3] θα κοιμάται δίπλα στον Αχέροντα
Α' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : ......ή ακόμα στην ομιχλώδη
τρυφερότητα της Κίχλης
ΤΖΌΥΣ : .......προτιμώ τον Παράδεισο του Larkin, του
Philip Larkin από εκείνο του Dante :''Such attics cleared for me ! Such
absences'' ''Absences'' [4]
Α' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : .......υπάρχει κάτι σ' αυτό το
αλλοτινό σπίτι που μ' εμποδίζει να τελειώσω ο,τι άρχισε όπως τα μάτια των
γυναικών όταν θηρεύουν επιτύμβια - επιστρέφουν χωρίς παρελθόν τ' αφηρημένα
ουσιαστικά Οι αμφίβολες επάλξεις τα βράδια είναι τα δόντια του Σιωπηλού Δράκου
που στρεβλώνει τον χρόνο Αμήν Αμήν Αμήν
....κάθε τόσο γυρίζω προς τους λόφους οι
σφραγισμένες ζωές των προγόνων είναι δικές μας ξανά και ξανά δεν υπάρχουν
είδωλα ανήκουν όλα στην καχύποπτη εποχή των ποιητών στην αντοχή της γενεάς που
ήρθε ακόρεστη να γυρέψει το έλεος ένα βράδυ θα συνεχίσω μια ζωή μακρινή η λάμπα
θα στιγματίζει μέρα νύχτα τον τρόπο που σφίγγω τα χέρια ή όταν τα φεγγάρια
απειλούν τους θορύβους έλα να δεις ξέθαψέ με άδειο χωρίς μνήμη μένει μετέωρος ο
τελευταίος ασπασμός Αυτό που πάντα ήθελα Να ζήσω Με λίγο κρασί και λάδι στο
χώμα Καταβροχθίζει η σκουριά ο,τι απέμεινε δέσμιο χωρίς τη μουσική του
Β' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : ......το καπέλο σας είναι ασυνήθιστο
σαν να μου γυρίζει την πλάτη
Α' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : ......υπάρχουν χειρονομίες ακόμα πιο
πρόστυχες [μικρή παύση] δεν θα φάω σήμερα για εξιλέωση ίσως μόνο μια μπύρα
[γελάει]
Β' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : ......ήταν μια επίσκεψη από τις πιο
αταίριαστες Travellers in their last distress [5]
Α' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : ......το ποτάμι είναι κυρτό αναδεύει
τα σπλάχνα έχουν τουφεκίσει τα κοπάδια ξεψυχώντας
Β' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : ......μες στην τσέπη μου μια αρμαθιά
κλειδιά
Α' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : ....οι έννοιες έχουν τη φωτοσκίαση των
γηρατειών
Β' ΗΘΟΠΟΙΟΣ : ......εν' απόγεμα έγινα δυσνόητος ή
χυδαίος για ν' αποπλύνω τις αμαρτίες των άλλων ''θα γυρίσω'' τους είπα ''αλλά
πρέπει πρώτα να συμβεί η μεγάλη προδοσία''
Α' ΗΘΟΠΟΙΟΣ :.......γιατί έτσι πάντα γίνεται ο
προδότης είναι ανέραστος ψάχνει μια συκιά να κρεμαστεί καταπίνοντας τ' αργύρια
με την πρώτη αφού όλοι θα ζήσουν και μια άλλη ζωή καλύτερη σ' ένα χωράφι που το
κρύβει η βροχή ή το σπασμένο κλειδοκύμβαλο που ηχούσε μόνο του κατά καιρούς για
να τρομάξει τους ανήμπορους Αρραβωνιαστικιές που ζούσαν με τις χίμαιρες των
άλλων
.......έπρεπε να βάλω τα δυνατά μου ο καπνός
σχημάτιζε καράβια υπερωκεάνειες αυτογνωσίες and the angel will not come [6] τα
σκυλιά μου ωστόσο δεν εμπιστεύονται τις γεωμετρίες της γλώσσας τόσους καιρούς
ζούνε απόμερα από την άλλη μεριά εκεί που συνήθως είναι κρεμασμένο το καινούριο
δίχρωμο καπέλο μου σαν την αλλότητα του σύμπαντος στην πιο συγκλονιστική σιωπή
τραγουδώντας μια μύγα ένα ακράτητο γέλιο η σταχτοθήκη κρεμασμένη απ' το ταβάνι
εκκρεμές πηγαινοέρχεται στους τριάντα δυό του ανέμους στο γλίσχρο δωμάτιο ήπια
μόνο μια μπύρα στις μακρινές ακτές του μύθου ο Τζόυς με τον Ελπήνορα αντίκρυ
παγιδευμένες μανίες παράνοιες οδυσσάμενες
το βάρος μου με
κάνει να γέρνω δεξιά σαν να ξεχνάω παλεύω να επανορθώσω μυθοτοκίες κοντινές η
φωλιά ήταν γεμάτη περιττώματα η στέγη χορταριασμένη ευτυχισμένος κάποτε θα φύγω
με το φουγάρο αγκαλιά όπως τα τελευταία σύννεφα με ωραίο καιρό και μοσχοβολιστό
αέρα η τελευταία ταπεινωτική παράκληση αφορούσε μια κονσέρβα μπακαλιάρου παύση
θα φανεί ετούτη η συμπόνια σαν δύσπνοια έπειτα θα ξεκουραστείς θα κοιμηθείς τα
βογγητά θα είναι άυλα τα δέντρα έχουν το καφέ από τις τάφρους ο κυνηγός δεν
έμοιαζε τελείως αποφασισμένος κι ο σκηνοθέτης όμως δούλεψε μόνος τα ωραία
κοστούμια του Δον Ζουάν φιλότιμα και με περίσκεψη φυσώντας εκείνη την άθλια
φυσαρμόνικα con brio.........
Η ΦΩΝΗ : .....and the angel will
not come [7] :
''η Λούση, ο Νταγκ- λέξεις που τώρα κοιμούνται,
απ' το χάος μάς βρίσκουν κραυγές που θυμούνται-
η πόλη δε σταματά- λέω τη νύχτα αργά
να βρεθούμε. Ο Γκάμπλερ απών, κάπου θα τρέχει.
Η βροχή δέρνει τα τζάμια, λίγο φως- ποιος προσέχει;
- ξεχασμένος Κυριακή καλοκαιριού, στα ρηχά'' [8 ]
ΤΕΛΟΣ
ΑΝΑΦΟΡΕΣ - ΣΗΜEΙΩΣΕΙΣ
[1] Η Αφροδίτη τώρα θα πει μερικά λόγια, W.H.Auden
[2] Seamus Heaney, Η κυβέρνηση της γλώσσας, μτφρ
Ερωτόκριτος Μωραΐτης, Πατάκης, 2008, [βλ. για τον Ντέρεκ Γουόλκοτ, βραβείο
Νόμπελ, Τζαμάικα, βλ. στο ίδιο : Η γλώσσα της εξορίας]
[3] Λουίς Αραγκόν, Οι Παριζιάνοι Χωρικοί - από τα
ονομαστά μυθιστορήματα του γαλλικού σουρρεαλισμού [βλ. και Νίκος Βασιλάκος,
Υπερρεαλισμός και μυθιστόρημα, δοκίμιο, Ύψιλον, 1990]
[4] S. Heaney/ πέλαγος φωτός Larkin 's Paradiso
[''τέτοιες σοφίτες άδειες από μένα, τέτοιες απουσίες'' ''Απουσίες'']
[5] o.π. Όποιον η έσχατη οδύνη καταβάλλει /
W.H.A.uden
[6] ο.π. Mα δε θάρθει ο άγγελος ξανά /
W.H.Auden
[7] ο.π.
[8] απόσπασμα σονέτου του γράφοντα 2012/13 με τίτλο
''Γράμμα στον Μοράν ΙΙΙ''