Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2018

Γιατί κάνουν θραύση οι αδίστακτοι καιροσκόποι της πολιτικής

Η «μικρή λεπτομέρεια» που θεμελίωσε τη σοσιαλδημοκρατία και πού πάσχει τώρα η οικονομία της αγοράς. Τα προβλήματα στη διακυβέρνηση και γιατί στρέφονται οι πολίτες της Δύσης προς τα άκρα.

Γράφει ο Αθ. Χ. Παπανδόπουλος.
Ο γερο-Κάρολος Μαρξ το είχε καταλάβει από την πρώτη στιγμή. Έβλεπε ότι ο βιομηχανικός καπιταλισμός ήταν ένα ανατρεπτικό σύστημα παραγωγής πλούτου, που όντως άνοιγε νέες προοπτικές στον άνθρωπο. Σκέφτηκε λοιπόν ότι αντί ο αυξανόμενος αυτός πλούτος να συσσωρεύεται ως αντιπαραγωγικό κεφάλαιο στα θησαυροφυλάκια ολίγων καπιταλιστών, θα μπορούσε μέσω της δικτατορίας του προλεταριάτου να γίνει κτήμα των περισσότερων.

Όμως, σε αντίθεση με τον ιδεολογικό του αντίπαλο Εδουάρδο Μπερνστάιν, δεν θέλησε να καταλάβει ότι η δικτατορία του προλεταριάτου θα οδηγούσε και στην κατάργηση της πηγής παραγωγής πλούτου.

Συνεπώς, ο κομμουνισμός ναι μεν θα μοίραζε τον πλούτο των καπιταλιστών, πλην όμως στη συνέχεια, χωρίς τους τελευταίους, αντί να παράγεται πλούτος προς διανομή θα υπάρχει φτώχεια για όλους. Πάνω σε αυτή τη «μικρή λεπτομέρεια» θεμελιώθηκε η σοσιαλδημοκρατία, η οποία πιστεύει ότι χωρίς παραγωγή πλούτου προς διανομή, ο σοσιαλισμός παραμένει όνειρο απατηλό για τους πολλούς και μέσον πλουτισμού για τους λίγους.

Στη βάση αυτής της συλλογιστικής, στον δυτικό κόσμο, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, φιλελεύθεροι και σοσιαλδημοκράτες βρήκαν κοινά σημεία συνεργασίας και συναίνεσης, κατάφεραν δε, από τη μία μεριά, να διαλύσουν τους φαιοκόκκινους ολοκληρωτισμούς και, από την άλλη, να πετύχουν ασύλληπτα για τον άνθρωπο επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης και κοινωνικής ευμάρειας. Έτσι, μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού, η οικονομία της αγοράς παρέμεινε το μοναδικό αξιόπιστο σύστημα παραγωγής πλούτου, με αποτέλεσμα να το υιοθετήσουν ακόμα και χώρες όπως η Κίνα, όπου ο πολιτικός κομμουνισμός παραμένει για την ώρα κυρίαρχος.

Το γεγονός αυτό ανέτρεψε πολλές παραδοσιακές ισορροπίες στην παγκόσμια αγορά, παράλληλα όμως η είσοδος της βιομηχανίας σε νέες μορφές παραγωγής πλούτου, περισσότερο άυλες παρά υλικές, έφερε στο προσκήνιο και νέα προβλήματα διακυβέρνησης. Σημαντική υπήρξε επίσης και η μετατόπιση της πραγματικής οικονομίας προς τη χρηματοοικονομία, με την τελευταία να αντιπροσωπεύει σήμερα σε μέγεθος είκοσι φορές το παγκόσμιο εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών -συμβάλλοντας ταυτόχρονα και στην επιτάχυνση της παγκοσμιοποίησης, χάρη στην οποία πάνω από ένα δισεκατομμύριο πεινασμένοι άνθρωποι τα τελευταία τριάντα χρόνια απέκτησαν εισοδήματα και αγαθά που δεν μπορούσαν να φανταστούν.

Μέσω της παγκοσμιοποίησης, έτσι, παρατηρείται τα τελευταία χρόνια μία εντυπωσιακή αναδιανομή του παγκόσμιου πλούτου, με εξίσου εντυπωσιακές μεταφορές του από χώρα σε χώρα, από επιχειρήσεις σε επιχειρήσεις, από ανθρώπους σε ανθρώπους.

Η εξέλιξη αυτή δημιουργεί πρωτόγνωρες καταστάσεις ανισορροπίας και ανισοτήτων, που στην πορεία δεν γίνονται γρήγορα αντιληπτές από τις παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις. Αποτελούν έτσι μάλλον εύκολη λεία στους φορείς του λαϊκισμού και της οπισθοδρόμησης, οι οποίοι τώρα έχουν «ανακαλύψει» και νέους «εχθρούς». Οι τελευταίοι εντοπίζονται σε παλιές αξίες της φιλελεύθερης δημοκρατίας, όπως είναι το δικαίωμα επιλογής ηγετών, το κράτος δικαίου, η ανεξιθρησκεία και η ανοχή. Με άλλα λόγια, τον τελευταίο καιρό ασκείται οξύτατη κριτική στην κυριαρχία των ελίτ, οι οποίες λέγεται ότι στον βωμό της ατομικής ελευθερίας θυσιάζουν κοινωνικούς δεσμούς και οικονομική ασφάλεια. Κατά συνέπεια, με τις πολιτικές αυτές, οι ελίτ υποβοηθούν την άνοδο αντιφιλελεύθερων δυνάμεων.

Χαρακτηριστικό και αποκαλυπτικό, από την άποψη αυτή, είναι το τελευταίο βιβλίο του γερμανικής καταγωγής Αμερικανού καθηγητή Γιάσα Μουνκ (Yascha Mounk) με τίτλο «Λαός Κατά Δημοκρατίας», στο οποίο κάνει λόγο για τον «μη δημοκρατικό φιλελευθερισμό» (undemocratic liberalism) και τον ρόλο του στην ανάδυση του αυταρχισμού.

Ένα από τα βασικά επιχειρήματα του Γιάσα Μουνκ είναι ότι ο οικονομικός φιλελευθερισμός στηρίζεται πλέον σε αποφάσεις που λαμβάνονται χωρίς δημοκρατικό έλεγχο και άρα ευνοούν μικρές ομάδες συμφερόντων εις βάρος των πολλών. Επισημαίνει επίσης τον ρόλο των κεντρικών τραπεζών και τον τρόπο με τον οποίο το εμπόριο ρυθμίζεται από διεθνείς συμφωνίες που δημιουργήθηκαν μετά από μυστικές διαπραγματεύσεις σε απρόσιτους θεσμούς. Κατά συνέπεια, η συνεπαγόμενη από τις συμφωνίες παγκόσμια ανάπτυξη και κινητικότητα του εμπορίου, περιορίζοντας τις οικονομικές διαφορές ανάμεσα στα καθιερωμένα κόμματα της κεντροαριστεράς και της κεντροδεξιάς, συμβάλλει στην αποπολιτικοποίηση των λαών και αφήνει το πεδίο ελεύθερο στους φορείς της ανελεύθερης δημοκρατίας.

Στο επίπεδο αυτό ο γνωστός Γάλλος οικονομολόγος και συγγραφέας του πολύκροτου βιβλίου «Το Κεφάλαιο τον 21ο Αιώνα», Τομά Πικεττί, εκτιμά ότι στην Δύση κυριαρχούν σήμερα οι ομάδες της «αριστοκρατικής αριστεράς» και της «δεξιάς των εμπόρων», οι οποίες αδυνατούν πλέον να ελέγχουν τις διαδικασίες συσσώρευσης του πλούτου -με ό,τι αυτό συνεπάγεται από πλευράς νέων ανισοτήτων.

Η κοινή γνώμη, έτσι, βλέποντας και καταλαβαίνοντας ότι οι πολιτικο-ιδεολογικές διαφορές είναι ελάχιστες στον χώρο της διαχειριστικής πολιτικής, κάθε φορά που βρίσκεται αντιμέτωπη με μία κρίση, όπως για παράδειγμα το μεταναστευτικό, επιλέγει και ψηφίζει μη συστημικά κόμματα για να εκφράσει την δυσαρέσκειά της. Αυτός είναι σήμερα και ο βασικός λόγος της ανόδου ακραίων κομμάτων στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και κυρίως σε αυτές που έχουν σοβαρά προβλήματα μεταναστών και προσφύγων.

Το φαινόμενο αυτό, από τη μία μεριά, αποτελεί σαφέστατη έκφραση αντισυστημικής διαμαρτυρίας και, από την άλλη, είναι πραγματικό εφαλτήριο για να κάνουν καριέρα αδίστακτοι καιροσκόποι της πολιτικής.

«Δεν είναι τυχαίο ότι η ακροδεξιά συχνά όχι μόνον καταγγέλλει συλλήβδην τα συστημικά κόμματα, κερδίζοντας έτσι από τη λαϊκή δυσαρέσκεια, αλλά και διαλύει τη δυνατότητα των ανθρώπων να σκεφτούν. Έχει δηλαδή τοξική επίδραση συνολικά στους όρους που αρθρώνεται ο δημόσιος λόγος, αλλά και δομείται η σφαίρα της δημοσιότητας και άρα οι όροι της πολιτικής αντιπαράθεσης. Μόνον που αυτή η λογική απλώς ενισχύει το αφήγημα της ακροδεξιάς, τη βοηθά να παρουσιάζεται ως συγκρουσιακή επιλογή, ακόμη και αν στην πραγματικότητα έχει βαθειά συντηρητικές και συστημικές απόψεις», γράφει ο Λευτέρης Χαραλαμπόπουλος στο Unfollow, όπου θέτει και το θέμα της πολιτικής αντιπαράθεσης.

Μία αντιπαράθεση η οποία, στο μέτρο που μπορεί να υπάρξει, δεν μπορεί να λάβει χώρα παρά μόνο σε επίπεδα που απαιτούν ισχυρή γνώση της πολυπολικότητας του κόσμου μας και κυρίως των νέων μηχανισμών γνώσης που φέρνουν στην επιφάνεια οι τεχνολογικές ανατροπές. Για την πραγματική σημασία των τελευταίων δεν γίνεται ευρύτερα λόγος, ενώ θα έπρεπε.

Ποιος ευθύνεται για την επιθετική συμπεριφορά της Σαουδικής Αραβίας;



Η φερόμενη δολοφονία του Τζαμάλ Χασόγκγι εκθέτει περαιτέρω τον αποσταθεροποιητικό ρόλο της Σαουδικής Αραβίας στη Μέση Ανατολή. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις πρέπει να πιέσουν το Ριάντ να αλλάξει πορεία
Του Julien Barnes-Dacey
Η εξαφάνιση και πιθανώς ο θάνατος του Σαουδάραβα δημοσιογράφου jamal Khashoggi, στέλνει ένα ακόμη ανησυχητικό μήνυμα για την κατάσταση που επικρατεί στη Μέση Ανατολή σήμερα. Ο φερόμενος θάνατός του είναι τραγικός, αλλά υπογραμμίζει επίσης το βαθμό απόλυτης ατιμωρησίας που επικρατεί στην ευρύτερη περιοχή, συμπεριλαμβανομένου και εντός κράτους που είναι αμαμφίβολα ο πιο στενός σύμμαχος της Ευρώπης και της Δύσης. Η Σαουδική Αραβία αρνείται σθεναρά κάθε ανάμειξή της στην εξαφάνιση του Khashoggi, αλλά το ότι δεν βγήκε από το προξενείο της χώρας του στην Κωνσταντινούπολη, έχει αφήσει ερωτήματα στον κόσμο για τη χώρα. Πηγές της τουρκικής κυβέρνησης ισχυρίζονται ότι έχουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι Σαουδάραβες ομόλογοί τους σκότωσαν το δημοσιογράφο.
Από πολλές απόψεις, η εικαζόμενη συμπεριφορά της Σαουδικής Αραβίας είναι αντιπροσωπευτική της κατακόρυφης επιδείνωσης της τήρησης των διεθνών κανόνων σε όλη την περιοχή, ακόμη και σε παγκόσμια βάση, δεδομένης της πρόσφατης σύλληψης του Κινέζου επικεφαλής της Interpol από το Πεκίνο και της φερόμενης στόχευσης της Ρωσίας πολιτών της στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η φερόμενη δολοφονία του Khashoggi, εάν αποδειχθεί ότι έχει ενορχηστρωθεί από τη Σαουδική Αραβία, δεν θα πρόκειται για την πιο μεγάλη παραβίαση αυτών των κανόνων από την πλευρά του Βασιλείου τα τελευταία χρόνια, με τη φύση του πολέμου στην Υεμένη να δικαιούται σαφώς πολύ μεγαλύτερη προσοχή. Αλλά δεδομένης της στενής εγγύτητας των σχέσεων μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών και της Σαουδικής Αραβίας, το ξαφνικό αυτού του γεγονότος υποχρεώνει τώρα τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να υποχωρήσουν δεδομένης της ευρύτερης ανησυχίας για τις θεωρούμενες άνευ όρων σχέσεις με τα κράτη του Κόλπου.
Παρόλα αυτά, οι Ευρωπαίοι είναι πιθανό να συνεχίσουν να δίνουν προτεραιότητα στα στρατηγικά και οικονομικά συμφέροντα με τη Σαουδική Αραβία. Αλλά η συμπεριφορά της χώρας όλο και περισσότερο δείχνει ότι χωλαίνει η λογική πως η καλύτερη προσέγγιση είναι οι στενές σχέσεις. Η αμερικανική κυβέρνηση αρνήθηκε να ασκήσει οποιαδήποτε πίεση στο Ριάντ τους τελευταίους μήνες, αν και ακόμη και ο Donald Trump τώρα απαιτεί απαντήσεις για την τύχη του Khashoggi. Εάν οι Ευρωπαίοι αποτύχουν να πιέσουν τώρα το Ριάντ ώστε να αναλάβει τις ευθύνες του για τις δράσεις του, ρισκάρουν να ενθαρρύνουν τη χώρα προς ακόμη πιο επικίνδυνες επιλογές πολιτικής.
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα πρέπει –το ελάχιστο- να απαιτήσουν από τη Σαουδική Αραβία να αποδεχθεί μία ανεξάρτητη έρευνα σχετικά με την τύχη του Khashoggi. Και θα πρέπει να το κάνουν με ενιαίο τρόπο, παρά αποσπασματικά, καθώς αυτός ο τρόπος τους αφήνει εκτεθειμένους σε τιμωρία από το Ριάντ. Σε αυτό το πλαίσιο ο Ευρωπαίοι δεν θα πρέπει να εγκρίνουν αυτομάτως μια αμερόληπτη έρευνα από τους ίδιους τους Σαουδάραβες, όπως προτείνουν προφανώς το Ριάντ και η Άγκυρα. Μια τέτοια διαδικασία ίσως να ήταν περισσότερο εστιασμένη στο να βρεθεί ένας τρόπος εξόδου από την κρίση χωρίς να θίγεται η εικόνα της, παρά να ξεκαθαριστεί τι πραγματικά συνέβη. Εάν το Ριάντ πιστεύει πραγματικά τις δικές του ισχυρές αρνήσεις κάθε υπαιτιότητας, δεν θα πρέπει να φοβάται τίποτα από μια ανεξάρτητη έρευνα. Αλλά η υπόθεση Khashoggi είναι επίσης ένα παράθυρο σε ένα ευρύτερο θέμα και οι Ευρωπαίοι πρέπει να συνοδεύουν αυτή την προσέγγιση με νέες πιέσεις στον στενό τους σύμμαχο, το Ριάντ, για να επαναφέρει τις ευρύτερες αντιπαραγωγικές περιφερειακές πολιτικές. Αυτό δεν θα ήταν διαφορετικό από τον τρόπο με τον οποίο οι Ευρωπαίοι ορθά και σταθερά πιέζουν άλλες χώρες όπως το Ιράν, για να σταματήσουν τις επιθετικές περιφερειακές τους πολιτικές.
Ο τωρινός πρίγκιπας του στέμματος της Σαουδικής Αραβίας και de facto ηγεμόνας, Muhammad bin Salman (MBS), έχει τύχει τεράστιας διεθνούς υποστήριξης από το 2015 όταν ο πατέρας του έγινε βασιλιάς. Οι δυτικές κυβερνήσεις βλέπουν τον MBS ως το όχημα για μια ομαλή μεταφορά της εξουσίας, καθώς και τον συγγραφέα ενός επείγοντος μεταρρυθμιστικού προγράμματος το οποίο απολαμβάνει ισχυρής εγχώριας υποστήριξης. Οι μεταρρυθμίσεις του έχουν εστιάσει στην προώθηση της πολύ αναγκαίας οικονομικής διαφοροποίησης ώστε να μειωθεί η εξάρτηση από τα πετρελαϊκά έσοδα, καθώς και σε έναν βαθμό κοινωνικής απελευθέρωσης. Φοβούμενες μια αποτυχία για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των εσωτερικών προκλήσεων από τη Σαουδική Αραβία, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν υποστηρίξει σε μεγάλο βαθμό αυτή την εσωτερική ατζέντα.
Αλλά από την πρώτη στιγμή έχει καταστεί σαφές ότι αυτό το όραμα συνοδεύεται από μια σταθερή αυταρχική πορεία, με τον MBS να κλείνει ταυτόχρονα το χώρα για τους εγχώριους διαφωνούντες. Αυτό περιλαμβάνει τη στόχευση εκείνων που φαινομενικά θα βρισκόταν στην καλύτερη θέση για να αποτελέσουν τον κινητήριο μοχλό της μεταρρυθμιστικής ατζέντας, συμπεριλαμβάνοντας και την φυλάκιση μελών της ιδιωτικής επιχειρηματικής κοινότητας και γυναικών ακτιβιστών που κάνουν εκστρατεία για μεγαλύτερα δικαιώματα των γυναικών. Η εξαφάνιση του Khashoggi ταιριάζει σε αυτό το μοτίβο. Ένας μακροχρόνιος υποστηρικτής του βασιλικού συστήματος της Σαουδικής Αραβίας και πρώην σύμβουλος σε έναν πρίγκιπα, ο Khashoggi εμφανίστηκε ως ένας εξέχων, αν και μετρημένος, διεθνής επικριτής του MBS αφότου πέρασε στην εξορία το 2017. Η εξαφάνισή του και η πιθανή δολοφονία του στην Τουρκία, εάν αποδειχθεί ότι έχει οργανωθεί από τη Σαουδική Αραβία, θα αναδείξει περαιτέρω το μέχρι που μπορεί να φτάσει το Βασίλειο για να εξολοθρεύσει τους διαφωνούντες.
Η εγχώρια μεταρρυθμιστική ώθηση συνοδεύει μια εξίσου έντονη επιθετική εξωτερική πολιτική που στόχο έχει να αντιμετωπίσει τους περιφερειακούς εχθρούς, όπως αυτοί γίνονται αντιληπτοί. Υπάρχουν πολλοί ανασταλτικοί παράγοντες στη Μέση Ανατολή και η Σαουδική Αραβία έχει δίκιο να υπογραμμίζει τις ενέργειες του Ιράν και άλλων, ως βασικών παραγόντων για την αστάθεια. Αλλά είναι επίσης σαφές ότι οι δικές της πολιτικές διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην επιδείνωση της περιφερειακής πόλωσης και της σύγκρουσης.
Το πιο σαφές παράδειγμα αυτού είναι ο πόλεμος στην Υεμένη, όπου η Σαουδική Αραβία έχει θεμιτές ανησυχίες για την ασφάλεια, δεδομένης της παρουσίας των υποστηριζόμενων από το Ιράν Χούτις στα νότια σύνορά της. Αλλά οι στρατιωτικές πολιτικές του Βασιλείου έχουν οδηγήσει στην κατάρρευση του κράτους και τροφοδότησαν την μεγαλύτερη εν εξελίξει ανθρωπιστική καταστροφή στον πλανήτη. Αλλού, ο συνεχιζόμενος αποκλεισμός του Κατάρ από τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχει καταστήσει ανίσχυρο το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου, το οποίο προηγουμένως ήταν ένα από τα λίγα λειτουργικά διακρατικά σώματα της περιοχής. Το Ριάντ φέρεται επίσης να έχει πάρει όμηρο τον Λιβανέζο πρωθυπουργό, Saad Hariri, το 2017 αναγκάζοντάς τον να παραιτηθεί –μία κίνηση που στη συνέχεια ανακάλεσε- εξαιτίας της πεποίθησής του ότι η κυβέρνηση του Λιβάνου τελεί υπό τον έλεγχο του Ιράν.
Συνολικά, αυτά τα περιστατικά συσσωρεύονται σε έναν κατάλογο πολιτικών που έχουν συμβάλει μόνο στην επικίνδυνη αύξηση των περιφερειακών διαφωνιών, ακόμη και αν οι Σαουδάραβες είχαν όντως θεμιτές ανησυχίες. Αυτή η κατάσταση θα πρέπει να προκαλεί όλο και μεγαλύτερη ανησυχία μεταξύ των Ευρωπαίων που συνηθίζουν να θεωρούν τη Σαουδική Αραβία ως βασικό σύμμαχο και πυλώνα της περιφερειακής σταθερότητας. Η εγχώρια και περιφερειακή υπερβολική επιθετικότητα της χώρας θα πρέπει να υποχρεώσει τους Ευρωπαίους να απαντήσουν σε ερωτήματα σχετικά με την καταλληλότητα των πολιτικών της. Αλλά αυτό θα πρέπει επίσης να αμφισβητήσει την θεμελιώδη προϋπόθεση ότι ο MBS οδηγεί σε βαθύτερη σταθερότητα, τόσο στο εσωτερικό όσο και σε όλη την περιοχή. Οι πολιτικές του επίσης υπονομεύουν την ίδια τη μεταρρυθμιστική του προσπάθεια, καθώς ένας αυξημένος αριθμός επιχειρήσεων αρνείται να επενδύσει στη Σαουδική Αραβία σε αυτό το κλίμα. Ενώ οι Ευρωπαίοι δεν έκλειναν τα μάτια στην προκλητική φύση ορισμένων πολιτικών της Σαουδικής Αραβίας, η απάντηση που επέλεγαν ήταν να προσπαθήσουν να έχουν μια ήπια επιρροή στους επιτελείς της χώρας, σε μια προσπάθεια να αλλάξουν ήσυχα τη συμπεριφορά της Σαουδικής Αραβίας. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον φόβο ότι μια πιο έντονη στάση θα κατέστρεφε τις σχέσεις, συμπεριλαμβανομένων και των οικονομικών. Στον βαθμό που οι Ευρωπαίοι έχουν προσπαθήσει να προωθήσει πιο εποικοδομητικές πολιτικές της Σαουδικής Αραβίας, αυτή η στρατηγική αποτυγχάνει.
Σε αυτό το πλαίσιο, το προφανές συμπέρασμα είναι ότι οι Ευρωπαίοι δεν είναι σε θέση να διαδραματίσουν έναν καθοριστικό ρόλο στην συγκράτηση της σαουδαραβικής συμπεριφοράς όσο η αμερικανική κυβέρνηση εγκρίνει τις ενέργειές τους. φαίνεται ότι η άνευ όρων στήριξη των ΗΠΑ για τη Σαουδική Αραβία, που σε μεγάλο βαθμό στηρίζεται στην κοινή τους αντιπάθεια για το Ιράν, έχει τροφοδοτήσει τις χειρότερες παρορμήσεις του Βασιλείου. Οι παρατηρητές επίσης υπογραμμίζουν τα παραδείγματα της Γερμανίας και του Καναδά, με τον οποίο το Ριάντ έχει διακόψει τις σχέσεις –με την αντίστοιχη οικονομική τιμωρία- ως απάντηση σε μια μικρή κριτική που είχε ασκηθεί. Οι σχέσεις του Βερολίνου με το Ριάντ αποκαταστάθηκαν μόλις προσφάτως αφότου το Βερολίνο χαλάρωσε κάποιους περιορισμούς για τις πωλήσεις όπλων που είχε θέσει λόγω της εμπλοκής της Σαουδικής Αραβίας στον πόλεμο στην Υεμένη.
Αλλά η Σαουδική Αραβία εξακολουθεί και ενδιαφέρεται για την ευρύτερη κάλυψη που μπορούν να παράσχουν οι Ευρωπαίοι. Μια σταθερή και κοινή ευρωπαϊκή απαίτηση για μια διαφανή έρευνα στην υπόθεση του Khashoggi, και μια κατάλληλα ισχυρή απάντηση στα αποτελέσματα της έρευνας, θα μπορούσαν και πάλι να διαδραματίσουν ένα ρόλο στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς της χώρας. Εδώ είναι επιτακτικό το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία, ως οι πιο στενοί στη Σαουδική Αραβία, να παρουσιάσουν ένα ενωμένο μέτωπο με τους Ευρωπαίους εταίρους. Το γεγονός ότι ακόμη και ο Trump κάνει ερωτήσεις για αυτό το τελευταίο επεισόδιο, προσφέρει ένα μικρό παράθυρο για να ασκηθούν πιέσεις για μια αλλαγή πορείας στο Ριάντ. Αυτό είναι επειγόντως αναγκαίο δεδομένου του κινδύνου ευρύτερης έκρηξης στην περιοχή.
Η Σαουδική Αραβία παραμένει ένας κρίσιμος παράγοντας για εκείνους που αναζητούν βιώσιμες λύσεις στις βαθιές προκλήσεις της Μέσης Ανατολής και η Ευρώπη πρέπει να επιταχύνει τις προσπάθειές της για να βρει λύσεις στις πολλαπλές περιφερειακές συγκρούσεις. Είναι επίσης αδιαμφισβήτητα αλήθεια ότι η άνευ προηγουμένου εσωτερική οικονομική μεταρρυθμιστική ατζέντα που εγκαινιάστηκε από τον MBS, είναι μια τεράστια υπόσχεση. Αλλά ο φερόμενος θάνατος του Khashoggi θα πρέπει να αναγκάσει στην επικράτηση μιας λογικής που λέει ότι δεν μπορεί να επανέλθουν όλα "στο κανονικό" εάν οι πολιτικές του Ριάντ αποδειχθούν τόσο επιβλαβείς για τον κοινό δηλωμένο στόχο της σταθεροποίησης της Μέσης Ανατολής.

Η Σαουδική Αραβία απειλεί να βάλει φωτιά στις τιμές πετρελαίου

Για πρώτη φορά μετά το εμπάργκο του πετρελαίου και την πετρελαϊκή κρίση του 1973, η Σαουδική Αραβία απειλεί έμμεσα να χρησιμοποιήσει τον «μαύρο χρυσό» ως πολιτικό όπλο για να αντεπιτεθεί στις ΗΠΑ.

Αιτία είναι, βέβαια, η διπλωματική κρίση που έχει προκαλέσει στις σχέσεις του Ριάντ με την Ουάσιγκτον η εξαφάνιση του Τζαμάλ Κασόγκι, δημοσιογράφου της Washington Post, και οι απειλές που εξακοντίζει ο Αμερικανός πρόεδρος. Αν, όμως, το Ριάντ αποφασίσει να υλοποιήσει τις απειλές του, οι επιπτώσεις θα υπερβούν το σύνορα της Σαουδικής Αραβίας και τις σχέσεις της με την υπερδύναμη. Το βασίλειο παράγει το 1/10 της παγκόσμιας παραγωγής «μαύρου χρυσού». Μπορεί εν ολίγοις να γονατίσει την παγκόσμια οικονομία, εκτοξεύοντας τις τιμές του πετρελαίου σε πολύ υψηλότερα επίπεδα από τα 80 δολάρια που ενοχλούν τον Ντόναλντ Τραμπ.
Απαντώντας στις απειλές του Αμερικανού προέδρου για «αυστηρή τιμωρία» της Σαουδικής Αραβίας αν αποδειχθεί ότι ο Κασόγκι δολοφονήθηκε στο προξενείο της στην Τουρκία, το Ριάντ τόνισε την Κυριακή ότι στην περίπτωση αυτή θα αντεπιτεθεί με «ακόμη σκληρότερα μέτρα».
Σε μια έμμεση αναφορά στον πακτωλό υδρογονανθράκων που βρίσκεται στο υπέδαφός της, η Σαουδική Αραβία υπογράμμισε πως «διαδραματίζει κρίσιμο και ζωτικό ρόλο στην παγκόσμια οικονομία».
Νέα πηγή κινδύνου
Μιλώντας στο αμερικανικό δίκτυο CNBC, ο Ρόμπερτ Καρνέλ, οικονομολόγος και επικεφαλής του τομέα ερευνών στην ING, χαρακτήρισε το περιστατικό «νέα πηγή κινδύνου», καθώς «οποιαδήποτε αντεκδίκηση από πλευράς των Σαουδαράβων θα είναι είτε μείωση της προσφοράς είτε αύξηση των τιμών». Ομοίως ο Μάικλ Χέιζε, οικονομολόγος της Allianz, τόνισε στο CNBC ότι οι Σαουδάραβες ενδέχεται πράγματι να χρησιμοποιήσουν το πετρέλαιο για να εκδικηθούν. «Θα εξαρτηθεί από το πόσο σκληρές θα είναι οι κυρώσεις των ΗΠΑ», τόνισε στο αμερικανικό δίκτυο και δήλωσε απαισιόδοξος για το θέμα.
Ολα αυτά συμβαίνουν ενώ αναμένεται τον Νοέμβριο να εκλείψει από την παγκόσμια αγορά το ιρανικό πετρέλαιο με την επαναφορά του εμπάργκο από την Ουάσιγκτον. Την πρόθεση της Ουάσιγκτον να προχωρήσει στην επαναφορά του εμπάργκο επιβεβαίωσε μάλιστα χθες, από το Παρίσι, ο επιτετραμμένος των ΗΠΑ για θέματα του Ιράν και τόνισε πως η αμερικανική κυβέρνηση εκτιμά ότι δεν θα υπάρξει αντίκτυπος στην παγκόσμια αγορά. Οι τιμές του πετρελαίου έχουν πάρει την ανιούσα προτού ακόμη αρχίσουν να εξακοντίζουν απειλές οι δύο σύμμαχοι.
Χθες το αργό ΗΠΑ κυμαινόταν το βράδυ σε επίπεδα γύρω στα 71,5 δολάρια το βαρέλι και το Brent πάνω από τα 81 δολάρια το βαρέλι. Οπως σχολίασε στο Bloomberg ο Ρότζερ Ντιγουάν, παρατηρητής του ΟΠΕΚ και σύμβουλος της IHS Markit, οι Σαουδάραβες διαρρηγνύουν «ένα ουσιαστικό ταμπού της αγοράς πετρελαίου»: την παραδοσιακή θέση του Ριάντ ότι το πετρέλαιο δεν εμπλέκεται στην πολιτική.
Το πετρέλαιο ως όπλο
Στο μεταξύ, την ανησυχία ενέτεινε άρθρο γνώμης του Τρουκί αλ Ντακίλ, επικεφαλής του δικτύου Al Arabiya, που πρόσκειται στον οίκο των Σαούντ. Αναφερόταν ανοικτά στη δυνατότητα να χρησιμοποιηθεί το πετρέλαιο ως όπλο. Τόνιζε μάλιστα πως «αν ο πρόεδρος Τραμπ θυμώνει όταν το πετρέλαιο βρίσκεται στα 80 δολάρια το βαρέλι, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει την εκτίναξη των τιμών στα 100 ή και στα 200 δολάρια το βαρέλι».
Αργότερα η πρεσβεία της Σαουδικής Αραβίας στην Ουάσιγκτον υποβάθμισε τη βαρύτητα του άρθρου, τονίζοντας πως οι θέσεις του Ντακίλ δεν αντιπροσωπεύουν την επίσημη θέση του βασιλείου. Παράλληλα, ο Σαουδάραβας υπουργός Ενέργειας, Χαλίντ αλ Φαλίχ, επιχείρησε να κατευνάσει την ανησυχία υποσχόμενος πως η χώρα του θα παραμείνει υπεύθυνος παράγοντας στην παγκόσμια αγορά και θα διατηρήσει σταθερότητα στην αγορά πετρελαίου. Το άρθρο είχε αναρτηθεί, όμως, στην ιστοσελίδα της Al Arabiya λίγα λεπτά μετά τις δηλώσεις του Ντακίλ. Ετσι, πολλοί το εξέλαβαν ως προειδοποίηση εκτός των επίσημων διαύλων της διπλωματίας.


H Τουρκία ετοιμάζεται για έξοδο στις αγορές



Η Τουρκία ετοιμάζεται να επιστρέψει στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου με την έκδοση ενός ομολόγου σε δολάριο, λίγες ημέρες μετά την απελευθέρωση του Αμερικανού πάστορα Μπράνσον.
Η Άγκυρα ανακοίνωσε την Τρίτη ότι προσέλαβε τη Deutsche Bank, την Goldman Sachs και τη Societe Generale ως συμβούλους στην πώληση ενός νέου 5ετούς ομολόγου.
Σύμφωνα με πηγή των Financial Times η Τουρκία εξετάζει να αντλήσει ένα ποσό μεταξύ 1 και 1,5 δισ. δολαρίων, με την απόδοση να κυμαίνεται στις πρώτες αποτιμήσεις κοντά στο 7,625%.
Η Τουρκία βγήκε τελευταία φορά στις αγορές τον Απρίλιο, αντλώντας 2 δισ. δολάρια μέσω ενός 10ετού ομολόγου σε δολάριο με απόδοση 6,2%. Το ομόλογο αυτό διαπραγματεύεται στη δευτερογενή αγορά στο 7,789%.

Αλλαγή στάσης από το Πατριαρχείο – Δεν αυτονομεί την εκκλησία των Σκοπίων


Επικαλούμενο “υψηλόβαθμες εκκλησιαστικές πηγές” της πΓΔΜ, δημοσίευμα της εφημερίδας των Σκοπίων “SLOBODEN PECHAT”  αναφέρει ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος απάντησε πρόσφατα στην επιστολή της εκκλησίας της πΓΔΜ, η οποία ζητούσε να της απονεμηθεί αυτοκέφαλο υπό την ονομασία “Αρχιεπισκοπής Αχρίδας και Πρώτης Ιουστινιανής”.
Όπως αποκαλύπτει το thepresident.gr, σύμφωνα με το δημοσίευμα της συγκεκριμένης εφημερίδας, η απάντηση του Οικουμενικού Πατριαρχείου ήταν αρνητική.
Όπως υποστηρίζει το δημοσίευμα, στην απαντητική επιστολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου αναφέρεται ότι «μετά το αίτημα της Ορθόδοξης Εκκλησίας από τα Σκόπια να της αποδοθεί αυτοκέφαλο υπό την ονομασία “Αρχιεπισκοπή της Αχρίδας”, λάβαμε απόφαση να μην αποφασίσουμε επ’ αυτού του θέματος, διότι η περιοχή αυτή δεν εμπίπτει στην δικαιοδοσία μας, αλλά είναι υπό την δικαιοδοσία του Πατριαρχείου του Πεκίου, δηλαδή της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας».
Σύμφωνα με την εφημερίδα, στην επιστολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου προς την εκκλησία της πΓΔΜ αναφέρεται, επίσης, ότι δεν μπορεί να γίνει κανένας απολύτως παραλληλισμός μεταξύ του αιτήματος της εκκλησίας της πΓΔΜ και της διευθέτησης του ζητήματος της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, διότι πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικές καταστάσεις. Όπως διευκρινίζεται, σύμφωνα με την ε/φ, στην επιστολή προς την εκκλησία της πΓΔΜ, το Οικουμενικό Πατριαρχείο τονίζει ότι δεν είχε παραχωρήσει ποτέ στην Μόσχα τις εκκλησιαστικές επαρχίες της Ουκρανίας, ενώ το 1922 έχει παραχωρήσει στην Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία τις εκκλησιαστικές επαρχίες που περιλαμβάνονται σήμερα στην επικράτεια της πΓΔΜ.
Σε δηλώσεις του προς την εφημερίδα ο “Μητροπολίτης” Πέταρ της εκκλησίας της πΓΔΜ αναφέρει ότι «ακόμα και αν καταρρεύσουν οι ελπίδες για την επίλυση του εκκλησιαστικού ζητήματος μέσω της Κωνσταντινούπολης, η “Μακεδονική” Ορθόδοξη Εκκλησία-Αρχιεπισκοπή της Αχρίδας θα συνεχίσει να λειτουργεί ως αυτοκέφαλη εκκλησία». Παράλληλα, δηλώνει πεπεισμένος ότι όταν λυθεί το ζήτημα της ονομασίας του κράτους της πΓΔΜ, την ίδια στιγμή θα αποδοθεί και το αυτοκέφαλο στην εκκλησία της χώρας…


Τσίπρας: Δεσμευτείτε ότι δεν θα με ρίξετε!



Της Νίκης Ζορμπά 
Τη δέσμευση των υπουργών των ΑΝΕΛ (Κόλλια, Κόκκαλης, Κουντουρά) ότι δεν πρόκειται να ρίξουν την Κυβέρνηση ζήτησε ο Αλέξης Τσίπρας κατά τη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, με αφορμή κυρίως δηλώσεις του εκπροσώπου των ΑΝΕΛ Θ. Τοσουνίδη ότι είναι πιθανό οι ΑΝΕΛ να στηρίξουν πρόταση μομφής της Ν.Δ για τη Συμφωνία των Πρεσπών. 
Είναι ξεκάθαρο ότι ο κ. Τσίπρας απευθύνεται στους βουλευτές των ΑΝΕΛ που συμμετέχουν στην κυβέρνηση δεδομένου ότι χθες ο Πάνος Καμμένος στη συνέντευξή του στην ΕΡΤ δήλωσε ότι δεν πρόκειται να κάνουμε "τη χάρη στον Μητσοτάκη να ρίξουμε την Κυβέρνηση".
Σύμφωνα με πληροφορίες ο κ. Τσίπρας έχει λάβει την προσωπική δέσμευση του προέδρου των ΑΝΕΛ και ΥΠΕΘΑ ότι ο ίδιος δεν πρόκειται να υπερψηφίσει πρόταση δυσπιστίας της Νέας Δημοκρατίας. 
Τα μηνύματα άλλωστε Τσίπρα συνεπώς στο υπουργικό συμβούλιο αφορούν τους υπουργούς που προέρχονται από τους ΑΝΕΛ καθώς υπάρχουν μάλλον αμφιβολίες για το τι προτίθεται να κάνει καθένας από αυτούς. 
Σύμφωνα με πληροφορίες από κυβερνητικές πηγές, ο πρωθυπουργός κατά την ομιλία του στο υπουργικό ανέφερε:
* Ότι για πρώτη φορά η ελληνική Κυβέρνηση κατέθεσε σχέδιο προϋπολογισμού στη διαδικασία του ευρωπαϊκού εξαμήνου, επιβεβαιώνοντας την καθαρή έξοδο της χώρας από τη μνημονική επιτροπεία. Στο πλαίσιο αυτό, υπογράμμισε ότι στο σχέδιο καταγράφεται η πρόθεση της κυβέρνησης:
-Να μην εφαρμοστεί το μέτρο της περικοπής των συντάξεων, με δεδομένο ότι επιτυγχάνεται ο στόχος του 3,5% χωρίς το μέτρο αυτό
-Να εφαρμοστούν τα μέτρα λελογισμένης δημοσιονομικής επέκτασης που εξαγγέλθηκαν στη ΔΕΘ
* Εξέφρασε δε στο πλαίσιο αυτό την εκτίμηση, ότι το σχέδιο της ελληνικής Κυβέρνησης θα γίνει δεκτό από την ευρωπαϊκή επιτροπή.
* Παρουσίασε το χρονοδιάγραμμα των νομοθετικών παρεμβάσεων για την υλοποίηση της δημοσιονομικής πολιτικής της Κυβέρνησης, που εξαγγέλθηκε στη ΔΕΘ με αποκορύφωμα την ψήφιση του προϋπολογισμού.
* Έθεσε ως προτεραιότητα την εκκίνηση των διαδικασιών για την Συνταγματική αναθεώρηση στις αρχές Νοέμβρη, στη βάση των προτάσεων του Ιούλη 2016 και των συμπερασμάτων του εθνικού διαλόγου.
* Κλείνοντας, έθεσε ως κεντρικό πολιτικό ζήτημα την ανάγκη ενότητας της κυβέρνησης, σε μία περίοδο που μπορεί να δρέψει τους καρπούς μίας προσπάθειας 3,5 ετών, καθώς πλέον βρισκόμαστε στη μεταμνημονιακή φάση ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας. Στο πλαίσιο αυτό ζήτησε από όλους τους υπουργούς να δεσμευθούν ότι δεν υπάρχει σκέψη να ταυτιστούν και δε θα ταυτιστούν ποτέ με τις προσπάθειες της Δεξιάς και της Ακροδεξιάς να ανατραπεί η κυβέρνηση με αφορμή το ονοματολογικό, αλλά με πραγματική αιτία την επιθυμία τους να ανατρέψουν την πορεία εξόδου από την κρίση με την κοινωνία όρθια. Και ως εκ τούτου, δε θα στηρίξουν ενδεχόμενη πρόταση μομφής της ΝΔ κατά της κυβέρνησης. 


Έντονο επεισόδιο Ν. Κοτζιά - Π. Καμμένου στο υπουργικό συμβούλιο


Έντονο επεισόδιο ανάμεσα στον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά και τον υπουργό Άμυνας Πάνο Καμμένο, σημειώθηκε στη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου. 

 Σύμφωνα με πληροφορίες, ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς πήρε τον λόγο και επιτέθηκε δριμύτατα κατά του υπουργού Άμυνας τον οποίο κατηγόρησε ότι ασκεί εξωτερική πολιτική βλάπτοντας την κυβέρνηση και τη χώρα, ενώ φέρεται να του καταλόγισε προσωπικό παιχνίδι. Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι υπήρξαν παρεμβάσεις από άλλους υπουργούς, όπως ο Νίκος Παππάς, για να ηρεμήσουν τα πνεύματα αλλά αυτό δεν κατέστη δυνατόν. 
 Είχε προηγηθεί η  τοποθέτηση του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα  , ο οποίος φέρεται να είπε ότι κατανοεί τις διαφορετικές απόψεις στο Σκοπιανό, αλλά δεν μπορεί να δεχθεί ότι υπάρχουν τοποθετήσεις που βάζουν πρόωρο τέλος στη θητεία της κυβέρνησης, αναφερόμενος στη δήλωση του κ. Καμμένου ότι αν έρθει η Συμφωνία των Πρεσπών προς κύρωση στην ελληνική Βουλή, τότε οι ΑΝΕΛ θα αποχωρήσουν από την κυβέρνηση. 
 Δεν έχει γίνει ακόμα γνωστό αν ο κ. Καμμένος απάντησε επί προσωπικού στην επίθεση που εξαπέλυσε εναντίον του ο κ. Κοτζιάς, ωστόσο φέρεται να είπε - απαντώντας κυρίως στον Πρωθυπουργό - ότι διατηρεί τις απόψεις του στο Σκοπιανό αλλά δεν πρόκειται να συμβάλλει στο να πέσει η κυβέρνηση, ενώ στο ίδιο κλίμα – ότι δηλαδή δεν θα ρίξει την κυβέρνηση – φέρεται να κινήθηκε και η κ. Κουντουρά. 
 Ουδείς μπορεί να προδιαγράψει τις εξελίξεις αυτή τη στιγμή, καθώς γίνονται προσπάθειες να σβήσει η «φωτιά» που άναψε, ωστόσο φαίνεται ότι το θέμα της κυβερνητικής διαφωνίας - όπως εμφανίζεται τουλάχιστον, καθώς η αντιπολίτευση μιλά ήδη για άλλη μία κακοπαιγμένη παράσταση – δεν έκλεισε στη συνάντηση που είχαν χθες Δευτέρα Αλέξης Τσίπρας και Πάνος Καμμένος στη Λέσχη Αξιωματικών, στη Ρηγίλλης. 
 Σημειώνεται ότι ο Πρωθυπουργός κατά τη συνεδρίαση κάλεσε τους υπουργούς να δεσμευθούν πως δεν θα ρίξουν την κυβέρνησή του, καθώς και ότι δεν θα στηρίξουν ενδεχόμενη πρόταση μομφής από την πλευρά της Ν.Δ. Αυτό ήταν το πρώτο υπουργικό συμβούλιο μετά από τις ημέρες του 2015 που η εισήγηση του Πρωθυπουργού δεν μεταδόθηκε ζωντανά από την ΕΡΤ, ενώ η ένταση ήταν εμφανής στα πρόσωπα των υπουργών που αποχωρούσαν από την αίθουσα του υπουργικού συμβουλίου. 
   Κρίση στους ΑΝΕΛ   
 Σημειώνεται επίσης ότι έχουν σημειωθεί – επισήμως – τουλάχιστον δύο κρούσματα διαφοροποίησης στους ΑΝΕΛ από την κομματική γραμμή που έχει θέσει ο κ. Καμμένος να μην στηριχθεί η Συμφωνία των Πρεσπών, αν έρθει στην ελληνική Βουλή. Μετά τον Θανάση Παπαχριστόπουλο που δήλωσε επισήμως ότι θα ψηφίσει τη Συμφωνία των Πρεσπών θα καταψηφίσει ενδεχόμενη πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης και μετά θα παραδώσει την έδρα, και η υπουργός Τουρισμού Έλενα Κουντουρά σημείωσε πως θα ψηφίσει κατά συνείδηση, δηλαδή θα «σπάσει» την κομματική γραμμή. Στο ίδιο κλίμα, κατά πληροφορίες, κινείται και ο υφυπουργός Τέρενς Κουίκ, ο οποίος ωστόσο δεν είναι βουλευτής. 
 naftemporiki.gr