ΑΙΡΗ : Φαίνεται πως το ξανασύνδεσαν.
Εμπρός. [Σιωπή]. Εμπρός.
ΤΡΟΥΜΑΝ ΚΑΠΟΤΕ [βλ. σημειώσεις 1α & 2]
.....όλη η κριτική είναι ποίηση σε
πρόζα
ΧΑΡΟΛΝΤ ΜΠΛΟΥΜ [1β]
...μέσα στο κίνητρο της γραφής του
αμφίβολου έχω πίστη ανεξάντλητη στο αγαθό τεκμήριο της ουτοπίας Να
βρέχει Με ροκανίζουν οι εφιάλτες κόκαλα σωροί που ρυπαίνουν τα
άχρονα υλικά οι αποστεωμένες μνήμες των αγαλμάτων
Αναθυμιάσεις Ο απόηχος μόνος του κατέχει την ανάμνηση της
οιδιπόδειας συνουσίας που πασχίζει να υπερβεί κάθε ξημέρωμα
στηρίζω ένα δέρμα από μαγικούς αριθμούς κι από βαθιά ευγένεια έχω σταματήσει να
ζω τα βράδια διαθέτουν μοναδική γενναιότητα την
αγωνία δεν ταξίδευα ποτέ ως το τέλος της ζωής μου
έκανα τον ίδιο περίπατο εκεί όπου σταματούσε το μυθιστόρημα αυτή η νεκρή
παράσταση ολάνθιστη με τ' αποσπάσματα του ασυγχρόνιστου βίου μου
δεν αποδίδουν πουθενά κι ο,τι επιστρέφει είναι αυτό που κατ' ανάγκη δεν υπήρχε
όπως ο μύθος που απολεπίζει στοργικά κάθε τι όταν πεθαίνει
Στοχάστηκα ενώ τους κυρίευε η μεγάλη φρίκη η απόγνωση με
κατάντησε προκλητικό τα σχήματα είναι η βοηθητική πορεία μέσα στο Άγνωστο κι αν
γελιέται κανείς λάμπει όπως η κόψη του νέου φεγγαριού ένα φως μαυριδερό γεμάτο
ορμή θυμητικό ελαττωματικό σημαδεύοντας και την πιο
ακαθόριστη λεπτομέρεια του Λαβύρινθου η Αριάδνη ήταν νευρωτική μπορεί να έβαζε
βανίλια όπως η Μαίρη Σάντσεζ [2] πίσω από τ' αυτιά της καραδοκούν
οι σελίδες της θάλασσας στους μήνες αν όχι στα χρόνια που
έρχονται ο θάνατος έχει μια συμπτωματική όψη ενσαρκώνεται
μέσα στην ίδια την αξία που στέργει απρόοπτα στην πιο αληθοφανή του εξήγηση
''ποιος είναι αυτός ;'' ρωτούσε συχνά αλλά γιατί ; πότε πότε έβρισκε μια
διαφορετική απόδειξη αν υπάρχει Θεός Αποκοιμήθηκα
Ξύπνησα σε κρεβάτι λευκοντυμένος ένας τελειωμένος κόσμος διάλεξα να ομολογήσω
την κόπωση ακατάδεχτα πηγαίνω για τα συλλυπητήρια στους
συγγενείς μπορώ να πω πως είμαι πιο ελεύθερος τώρα μια ώριμη στιγμή που θάρθει
αν υπάρχει αν ζήσει μαζί μας η βροχή χτυπάει τα τζάμια
ξεπλένει την ηχώ της εγκατάλειψης από καιρό
...έχω συγκρατήσει στο μυαλό μου τα
πάντα περίμενα την τύχη να θυμάμαι πρέπει να σάς πω υπάρχει το
ύστατο χτες με την ενσωμάτωση κάπου στις υγρές ανυποχώρητες νύχτες όταν
απήγαγαν τη Μαίρη Σάντσεζ τα ράκη της Αριάδνης ανθοδέσμες και κράνη
στους λαβυρίνθους διαδίδονται ενδημικά οι ενοχλητικές
νευραλγίες θα υπάρχουν φαντάσματα που τα ενδιαφέρει το πλακόστρωτο ή ο άνεμος
περνώντας από τους γενέθλιους τόπους που με συγκίνησαν προσφέροντας συγκομιδή
στο τραχύ μεσημέρι κοιμίζω τη μορφή μου σ' ένα κρύσταλλο
άλαλο η ονειροπόληση έχει τις περιπολίες της μέσα στα
κελιά μισάνοιχτα όπως
παίζοντας το ρόλο του μεθυσμένου ή μια θέση μοιραία στο μουσείο καθώς εύχονταν
παλιά στην επαρχία επικρατούσαν αμφιβολίες για το τι μπορούσε
να δώσει η ζωή Στο Μινώταυρο άρεσαν οι βαριές κονσόλες από μαόνι
προσαρμοσμένες στις πιο απίθανες χρήσεις συνήθως με κόπο ως
την Παρκ Άβενιου για να συναντηθεί με την Αριάδνη κατ' εντολή του
Burroughs ''ακούστε'' μου λέει ''στο φως οι δολοφόνοι
αποδομούν εν γαλήνη το στερέωμα αφανίζοντας τις ετοιμόρροπες καταπακτές''
επαναλάμβανε τις γνωστές κατηγορίες πως οι ποιητές γίνονται φιλάργυροι
πρωτόγονο και πεινασμένο βλέμμα ούτε τώρα παραβιάζω τις μακροχρόνιες αχρηστίες
των διαδρόμων και των στοών Πήγα πίσω προς την άλλη πλευρά του
δρόμου Συνήρθα Γύρισα σπίτι Η πιο περίεργη
σιωπή έπεσε στο χειρουργείο η ασημένια παγωνιά από τα πλούσια φεγγάρια του Μίνωα
ονειροκρίτες με τις δικές τους προλήψεις ιδιοτέλεια
με τα χέρια στις τσέπες ήταν σαν ακίνητος πετρωμένος ο ποταμός είναι
θεός δε στοιχειώνει μακριά στη στροφή ακουγόταν ''θέλησε
το Κακό ως την αποτυχία του Κακού'' [3]
ΜΑΙΡΗ ΣΑΝΤΣΕΖ : .......φαίνεται πως το ξανασύνδεσαν. Εμπρός.
[Σιωπή]. Εμπρός....[Παύση]
ΑΡΙΑΔΝΗ : .......φαίνεται πως το
ξανασύνδεσαν. Εμπρός. Εμπρός
....κάποτε θα φεύγω χωρίς να πω
λέξη μου έδινε χαλαρότητα ο παλιός εφησυχασμένος
εαυτός η Αριάδνη χρειαζόταν αλλαγή καβαλιέρου τα παράθυρα
ήταν αφώτιστα η είσοδος έρημη την
άκουσα αρκετές φορές σαν αθέλητους συλλογισμούς ήθελα να τα έβγαζα
πέρα κι όταν θα διαλύονταν η νεκρή εποχή όλες εκείνες οι σάρκες χωρίς τα καπέλα
τους και την ασχολίαστη ασυδοσία με το ανήμπορο πένθος μέρα με τη μέρα τα ρούχα
μου μ' αγκάλιαζαν στενότερα ''όταν με αγγίξουν τελείως θα πεθάνω''
σκέφτηκα ούτε ο Μινώταυρος ούτε η Αριάδνη ούτε ο Burroughs
''επιτέλους γυρίσατε'' ή ''επιτέλους ένα θαλασσινό πουλί δικαίωμα στα δροσερά
καλοκαίρια του Λαβυρίνθου'' φανταζόμουν κάποιον να λέει
''καταλαγιάζω με τους στίχους του Τέρατος μια βλαστήμια ή κάτι γελοίο που
στερήθηκα'' κάποτε θα ταιριάζει μια μεγάλη καλή
σοδειά μετά από τα ισχνά λεξιλόγια που μάς καθήλωσαν τόσα χρόνια Χλευαστικά
ανηδονικά καλούπια Μεταίχμια Ευγνωμοσύνη
Η ΦΩΝΗ : ......''Υπαρξιακή τροφοδοσία ή αρχετυπικότητα των novelists ή
πάνω απ' όλα χρωστάμε κι ένα μέλλον στον άμοιρο εσένα hypocrite
lecteur'' [4] Χτύπησε δέκα Μιλούσα με τον
κρότο που μου έλεγε εκείνο ή το άλλο
Τέλος θα πρέπει να ζήσουν και οι
ποιητές το βρίσκετε μάλλον ανώφελο χωρίς
κέρδος γιατί τι κέρδος μπορεί ν' αφήνει : ''Το πράγμα θα πάει
μονόδρομος'' Η Αριάδνη ήταν μπλεγμένη και είχε στημένη αξιοπρέπεια
Τώρα μπορώ να κλέψω μ' επιτυχία το αγιόκλημα εκεί που όρισε ο Θεός να ζήσω
''και σε τι θα βλάψει να κοιμηθούμε εδώ μέσα ;'' ''άκου'' μου λέει ένα
βράδυ το Tέρας ''όλη η κριτική είναι ποίηση σε πρόζα αρκεί να μην υποδύεσαι την ανοησία της
κλεψύδρας που αδειάζει από χρόνο όπως όλοι
μας'' Δεν φαινόταν Η βροχή
χτυπάει τα τζάμια Το Τέρας χτυπάει τα
τζάμια Δεν έβρεχε Θα μάθω από δω κι εμπρός ο,τι
εξιστορείται Η Μαίρη μένει κι αυτή στην Παρκ Άβενιου ψάχνει ένα άρωμα βαρύ από
βανίλια μεσάνυχτα Δεν ήταν μεσάνυχτα Δεν ήταν η Μαίρη
ΤΕΛΟΣ
ΑΝΑΦΟΡΕΣ-ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1α] ΤΡΟΥΜΑΝ ΚΑΠΟΤΕ, βλ. σημ. 2
[1β] Ο ΧΑΡΟΛΝΤ ΜΠΛΟΥΜ και η θεωρία της
επίδρασης : στο ΤΟ ΑΓΧΟΣ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ του ΝΑΣΟΥ ΒΑΓΕΝΑ, Η λέξη, τ. 87, σεπτέμβρης
1989
[2] : πρόσωπο στο : Μιας μέρας
δουλειά, ΤΡΟΥΜΑΝ ΚΑΠΟΤΕ, βλ. Η λέξη, τ. 38, οχτώβρης 1984, μτφρ. Ρούμπη
Θεοφανοπούλου
[3] : JEAN-PAUL SARTRΕ, Σελίδες για
τον Άγιο Ζενέ, Η λέξη, μτφρ. Γιάννης Αγγελίδης ο.π.
[4] : υποκριτή αναγνώστη, όμοιέ μου,
αδελφέ μου / στίχος του Σαρλ Μπωντλαίρ