Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2019

Η «στοιχειωμένη» πόλη της Τουρκίας με τα 700 ερειπωμένα κάστρα


Θα στέγαζε πλούσιους επενδυτές από την Αναστολή αλλά όλα ναυάγησαν

Θα τα ζήλευε κάθε ηρωίδα παραμυθιού - ίσως εδώ θα ζούσε η Σταχτοπούτα με τον πρίγκιπά της, ή ακόμα και ο... δράκουλας. Τα γοτθικά αυτά «κάστρα» βρίσκονται στα περίχωρα της πόλης Mudurnu στη βορειοδυτική Τουρκία- 180 μίλια νοτιοανατολικά της Κωνσταντινούπολης- και εντυπωσιάζουν.
Πρόκειται για το άκρως φιλόδοξο πρότζεκτ Burj Al Babas που περιλαμβάνει περισσότερες από 700 πολυτελείς βίλες σε γοτθικό στιλ, οι οποίες κατασκευάστηκαν το 2014 προκειμένου να σαρώσουν στην αγορά ακινήτων αλλά τα σχέδια της κατασκευάστριας εταιρείας απλώς ναυάγησαν.
Ο Όμιλος Sarot Group, ο κύριος επενδυτής πίσω από το έργο, παρουσίασε οικονομική δυσπραγία και παρόλο που περίπου οι μισές βίλες - περίπου 350 ακίνητα - πωλήθηκαν κυρίως σε πελάτες από τη Μέση Ανατολή, η εταιρεία υπέβαλε αίτηση για υπαγωγή σε καθεστώς πτώχευσης λόγω πτώσης της τιμής του πετρελαίου που δημιούργησε έλλειμμα πολλών εκατομμυρίων δολαρίων, όπως γράφει η Telegraph. Προς το παρόν, το Burj Al Babas μένει μια πόλη φάντασμα, χωρίς ψυχή εντός των μίνι επαύλεων και...στοιχειωμένο.

Η τιμή όπου μπορούσε κάποιος να αποκτήσει μια τέτοια βιλίτσα, εικάζεται πως ήταν περί τα  φέρονται  400.000 δολάρια.


ΠΗΓΗ

Tι διακυβεύεται για τη Ρωσία στη Βενεζουέλα;



Ο Νίκολας Μαδούρο δίνει αγώνα πολιτικής επιβίωσης στη Βενεζουέλα έναντι της ισχυρής αντιπολίτευσης έχοντας την υποστήριξη της Μόσχας. Η αποχώρησή του από την εξουσία θα έχει επιπτώσεις για τη Ρωσία εξαιτίας πολλών παραγόντων. Για την ώρα όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα στον πετρελαϊκό κολοσσό Rosneft που ελέγχεται κατά πλειοψηφία από το ρωσικό κράτος. Επικεφαλής του εποπτικού της συμβουλίου είναι ο πρώην καγκελάριος Γκέρχαρντ Σρέντερ. Η Rosneft συμμετέχει συνολικά σε πέντε πρότζεκτ της Petroleos de Venezuela SA, της κρατικής δηλαδή εταιρείας διαχείρισης πετρελαϊκών πόρων και φυσικού αερίου. Η συμμετοχή της ρωσικής Rosneft σε αυτά ανέρχεται σε ποσοστά από 26% έως 40%. Πόσο πιθανό είναι όμως να υποστεί απώλειες λόγω των ραγδαίων πολιτικών εξελίξεων; 
   Το δάνειο της ρωσικής Rosneft στο Καράκας   
 Μέχρι στιγμής φαίνεται αμφίβολο ότι η όποια νέα κυβέρνηση, σε περίπτωση ανατροπής του Μαδούρο, θα διώξει από τη Βενεζουέλα τους ξένους επενδυτές, εν προκειμένω τους Ρώσους. Προϋπόθεση βέβαια για την παραμονή τους είναι οι επενδύσεις να έγιναν με νόμιμο τρόπο και να μην είναι «προϊόντα» διαφθοράς. Ίσως έτσι οι Ρώσοι επενδυτές που θέλησαν να ξεφορτωθούν γρήγορα την περασμένη Πέμπτη μετοχές της Ronsneft να ενήργησαν βεβιασμένα. Σύμφωνα με στοιχεία, το 2017 η Rosneft είχε χορηγήσει στη Βενεζουέλα δάνειο ύψους 6 δισ. δολαρίων. Το δάνειο αυτό πρόκειται να εξοφθηθεί εν μέρει μέσω εκχώρησης μετοχικού κεφαλαίου στη Rosneft στα μεγάλα πρότζεκτ της Petroleos de Venezuela και εν μέρει μέσω μεταφοράς πετρελαίου. Πρόσφατα όμως καταγράφηκαν καθυστερήσεις στην παράδοση πετρελαίου κι έτσι ο επικεφαλής της Rosneft Ιγκόρ Σέτσκιν αναγκάστηκε να πετάξει στο Καράκας τον Νοέμβριο του 2018. Δεδομένου ότι η δανειακή σύμβαση εκπνέει το 2019, εκτιμάται ότι η Rosneft έχει ήδη λάβει το μεγαλύτερο μέρος των οφειλομένων. 
Δάνεια και για την αγορά όπλων   
 Πιο περίπλοκη είναι η περίπτωση των δανείων που χορήγησε η Μόσχα στο Καράκας για την αγορά ρωσικών οπλικών συστημάτων. Σύμφωνα με ρωσικά ΜΜΕ είναι πιθανό η Μόσχα να έχει χορηγήσει στο Καράκας την τελευταία εικοσαετία δάνεια ύψους 11 δισ. δολαρίων γι’ αυτόν τον σκοπό. Τι ποσό έχει στο μεταξύ αποπληρωθεί παραμένει άγνωστο. Υπάρχουν ωστόσο πληροφορίες ότι τα συγκεκριμένα χρέη της Βενεζουέλας στο πεδίο αυτό έχουν αναδιαρθρωθεί με ευνοϊκούς όρους. Ωστόσο αμφίβολο παραμένει αν μια νέα κυβέρνηση στο Καράκας συνεχίσει να αποπληρώνει αυτά τα δάνεια. Οι στενές οικονομικές σχέσεις με τη Μόσχα ήταν εν τέλει επιλογή του Μαδούρο. Αντίστοιχο είναι το παράδειγμα της Ουκρανίας, η οποία ακόμη να αρνείται να αποπληρώσει υπέρογκο δάνειο που της είχε χορηγήσει το 2013 η Ρωσία προκειμένου να στηρίξει τον φιλορώσο πρόεδρο Βίκτορ Γιανουκόβιτς. Όμως στην περίπτωση της Βενεζουέλας ακόμη κι αν η επόμενη κυβέρνηση αρνηθεί να αποπληρώσει το εν λόγω ρωσικό δάνειο, τότε η Ρωσία και πάλι δεν θα βγει εντελώς χαμένη. Κι αυτό διότι τα δάνεια που δόθηκαν στη Βενεζουέλα προσέφεραν τελικά στήριξη στη ρωσική βιομηχανία όπλων και συγκεκριμένα στην κατασκευή καλάσνικοφ, μαχητικών αεροσκαφών, αρμάτων μάχης και λοιπού στρατιωτικού εξοπλισμού. 
   Τι φοβάται περισσότερο η Ρωσία ότι θα χάσει   
 Σε περίπτωση πολιτικής αλλαγής στη Βενεζουέλα η Ρωσία σε ένα πρώτο επίπεδο θα μπορούσε να χάσει συνολικά σχεδόν 11 δισ. δολάρια. Ωστόσο αυτό το ποσό δεν είναι τίποτα μπροστά στις πιθανολογούμενες απώλειες σε διεθνές επίπεδο λόγω των διακυμάνσεων στην τιμή του πετρελαίου. Η Βενεζουέλα έχει τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου από οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο, ακόμη και από τη Σαουδική Αραβία. Την περίοδο όμως της εικοσαετούς σοσιαλιστικής διακυβέρνησης Τσάβεζ και Μαδούρο η πετρελαϊκή βιομηχανία της Βενεζουέλας παρήκμασε. Η κατάσταση έγινε τόσο δραματική που σήμερα η Βενεζουέλα δεν παίζει σχεδόν κανέναν ρόλο στη διεθνή αγορά πετρελαίου. Ειδικοί εκτιμούν ότι μια αλλαγή στο πολιτικό τοπίο της χώρας θα μπορούσε να οδηγήσει σε αναγέννηση της εγχώριας πετρελαϊκής βιομηχανίας και των εξαγωγών, ενώ συγχρόνως θα μπορούσαν να επιστρέψουν δυτικές εταιρείες, κυρίως από τις ΗΠΑ. Μια τέτοια όμως εξέλιξη θα μπορούσε να αλλάξει άρδην το τοπίο και τους συσχετισμούς διεθνώς ρίχνοντας τις τιμές του πετρελαίου. Αυτό θα ήταν, τέλος, το χειρότερο δυνατό σενάριο για τη Ρωσία, η οικονομία της οποίας βασίζεται έντονα στις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου ενώ η ίδια έχει συμφέρον οι τιμές του πετρελαίου να κρατούνται σε υψηλά επίπεδα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ ΡΟΥΜΕΝ ΡΑΝΤΕΦ : «ΑΠΑΤΗ Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΩΝ ΠΡΕΣΠΩΝ»


Δεν υπάρχει ούτε βόρεια Μακεδονία ούτε μακεδονική γλώσσα σύμφωνα με τον Βούλγαρο πρόεδρο που έρχεται να βάλει τα πράγματα σχετικά με την Συμφωνία των Πρεσπών στην αληθινή-ιστορική τους θέση.
H Βουλγαρία, τελικά εξελίσσεται, (ή μπορεί να εξελιχθεί αφού φαίνεται ότι υπάρχει έντονος διχασμός), σε αστάθμητο παράγοντα για το Σκοπιανό και την συμφωνία εκχώρησης της Μακεδονίας που υπέγραψε στην Πρέσπες ο Α.Τσίπρας με τον ομόλογό του των Σκοπίων Σ. Ζάεφ τον περασμένο Ιούνιο.
Για πρώτη φορά ο πρόεδρος της Βουλγαρίας, Ρούμεν Ράντεφ, τοποθετήθηκε με σαφήνεια κατά της συμφωνίας και επέκρινε τον πρωθυπουργό Μ. Μπορίσοφ (και θεωρούμενο ως «άνθρωπο των ΗΠΑ») που εκφράστηκε θετικά γι αυτήν.
Ο Βούλγαρος πρόεδρος δήλωσε συγκεκριμένα ότι:
«Οι δραστηριότητες της βουλγαρικής κυβέρνησης σχετικά με την ένταξη των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, προχωρούν πάρα πολύ γρήγορα και εις βάρος της χώρα του. Τα προβλήματα τα οποία έχουν δημιουργηθεί εδώ και αιώνες, ίσως είναι δύσκολο να επιλυθούν μέσα σε έξι μήνες.
Η ταχύτητα με την οποία η κυβέρνηση υπέγραψε τη συμφωνία για τις σχέσεις καλής γειτονίας με την πΓΔΜ χωρίς να μιλήσει με την Ελλάδα και χωρίς εσωτερική συναίνεση είναι ανεξήγητες».
Και κατέληξε ότι «Ως πρόεδρος της Βουλγαρίας δεν συμφωνώ με το όνομα “Βόρεια Μακεδονία”. Δεν υπάρχει τέτοια χώρα. Αυτό το όνομα δεν μπορεί να ισχύσει. Και δεν μπορούμε να δεχθούμε ότι υπάρχει “μακεδονική γλώσσα”. Αυτό είναι ότι χειρότερo για την σταθερότητα στα Βαλκάνια».
Είχε προηγηθεί – δύο φορές – ανάλογη δήλωση του Βούλγαρου αντιπροέδρου της κυβέρνησης και υπουργού Αμυνας, Κρασιμίρ Καρακατσάνοφ στο ίδιο ακριβώς πνεύμα, λέγοντας ότι η Βουλγαρία θα προβάλει βέτο για να αναγνωριστεί ως «επίσημη γλώσσα» στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ η «μακεδονική»…
Και εξήγησε ότι:
«Ο όρος Βόρεια Μακεδονία αποτελεί γεωγραφική ονομασία, που περιλαμβάνει εδάφη της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, και αύριο μπορεί ο κ. Ζάεφ να θέλει να ορίσει παρόμοια βουλγαρική διάλεκτο ως επίσημη ξένη γλώσσα. Κάτι τέτοιο είναι απαράδεκτο και προκλητικό.
Η “ιστορία της Μακεδονίας” που προβάλλει ο πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ δεν ίσχυε έως το 1944 και γι αυτό τον λόγο του ζητήσαμε να υπογραφεί μεταξύ μας συνθήκη καλής γειτονίας, την οποία όμως δεν δέχεται.
Εάν αρνηθούν, δεν θα έχουν την υποστήριξή μας προς το ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Δεν θα επιτρέψω κανένα συμβιβασμό με την ιστορία μας», κατέληξε ο Βούλγαρος αναπληρωτής πρωθυπουργός και υπουργός Άμυνας Κ.Καρακατσάνοφ.

ΝΙΚΟΣ ΧΕΙΛΑΔΑΚΗΣ
Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος
www.nikosxeiladakis.gr

Τι εξηγεί τις αντιδράσεις της Βουλγαρίας στη Συμφωνία των Πρεσπών



Παρά την επικύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών τα εμπόδια στην ευρωατλαντική προοπτική της αυριανής Βόρειας Μακεδονίας κάθε άλλο παρά έχουν απομακρυνθεί. Διότι, ανεξαρτήτως των όποιων πιθανών πολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα, παραμονεύουν μεταξύ άλλων και οι αντιδράσεις της Βουλγαρίας, η οποία αισθάνεται ότι έχει παραγκωνισθεί.
Πριν από μερικές ημέρες, η υπουργός Εξωτερικών της Βουλγαρίας Εκατερίνα Ζαχάριεβα προειδοποίησε με συνέντευξή της στη Republika των Σκοπίων ότι η Σόφια θεωρεί ότι η ένταξη της πΓΔΜ στην Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ εξυπηρετεί τα εθνικά της συμφέροντα, ωστόσο πρόκειται να είναι αυστηρή στους όρους που θα θέσει για να δώσει το "πράσινο φως”.
Σε αυτούς περιλαμβάνεται, σύμφωνα με την επικεφαλής της βουλγαρικής διπλωματίας, η τήρηση σχέσεων καλής γειτονίας κατά τη διάρκεια των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, μακριά από "απομονωτικές και εθνικιστικές πολιτικές”. Η Βουλγαρία, πρόσθεσε, δεν θα ανεχθεί την "κλοπή” της ιστορίας της από τους γείτονές της, ούτε την άρνηση της κοινής τους ιστορικής διαδρομής.
Σημειώνεται ότι με βάση το προπέρσινο Σύμφωνο Φιλίας Σόφιας-Σκοπίων, που δημιούργησε και ένα προηγούμενο για τη Συμφωνία των Πρεσπών, η Βουλγαρία έχει αποκτήσει λόγο στην αναθεώρηση των ιστορικών εγχειριδίων της πΓΔΜ.
Περισσότερο αιχμηρές είναι οι κατά καιρούς τοποθετήσεις του Βουλγάρου προέδρου της Δημοκρατίας Ρούμεν Ράντεφ, ο οποίος επικρίνει όχι μόνο την επιλογή του ονόματος "Βόρεια Μακεδονία” (εφόσον και η βουλγαρική "Μακεδονία του Πιρίν” βρίσκεται στον Βορρά), αλλά και αρνείται την ύπαρξη διακριτής μακεδονικής εθνικής ταυτότητας και γλώσσας.
Οι τοποθετήσεις του Ρούμεν Ράντεφ εναρμονίζονται βέβαια με τις πάγιες τοποθετήσεις της Βουλγαρίας, η οποία υπήρξε από τα πρώτα κράτη που αναγνώρισαν την ανεξαρτησία της "Δημοκρατίας της Μακεδονίας", ωστόσο επιμένει να θεωρεί ότι η κυρίαρχη γλώσσα της δεν είναι παρά μία διάλεκτος της βουλγαρικής.
Ωστόσο, οι ενστάσεις του Ρούμεν Ράντεφ χρωματίζονται και από την εσωτερική πολιτική αντιπαράθεση, καθώς ο εκλεγείς με υποστήριξη των Σοσιαλιστών αρχηγός του βουλγαρικού κράτους κατηγορεί την κυβέρνηση του κεντροδεξιού πρωθυπουργού Μπόικο Μπορίσοφ ότι στο ζήτημα της πΓΔΜ κινήθηκε βιαστικά, προς βλάβη των εθνικών συμφερόντων της Βουλγαρίας. Δεν είναι τυχαίο ότι τον περασμένο Ιούνιο ο Μπορίσοφ αρνήθηκε να συναντηθεί με τον προσκληθέντα από τον Ράντεφ στη Σόφια πρόεδρο της πΓΔΜ Γκιόργκι Ίβανοφ, συντονιζόμενος με τις ευρωπαϊκές πιέσεις προς τον τελευταίο να προσυπογράψει τη Συμφωνία των Πρεσπών. Από την πλευρά του ο Ράντεφ ειρωνικά ανέφερε σε ραδιοφωνική συνέντευξή του την Κυριακή ότι, αν οι χειρισμοί ήταν διαφορετικοί, θα μπορούσε και ο Μπορίσοφ να προταθεί μαζί με τους Ζόραν Ζάεφ και Αλέξη Τσίπρα για το Νόμπελ Ειρήνης.
Περιττό να ειπωθεί ότι ηχηρές τοποθετήσεις στο ζήτημα έχει ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Άμυνας της Βουλγαρίας Κρασιμίρ Καρακατσάνοφ, ηγέτης της εθνικιστικής συμμαχίας VΜRΟ-ΒΝD, ο οποίος στις βουλγαρικές προεδρικές εκλογές του 2016 απέσπασε το 15% των ψήφων. "Κύριε Ζάεφ, μην καταχραστείτε το θέμα της γλώσσας. Αυτό μπορεί να σας κοστίσει την ένταξή σας στην Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ. Δεν θα επιτρέψουμε συμβιβασμούς με την ιστορία της Βουλγαρίας, γιατί τα εδάφη αυτά ήταν βουλγαρικά” δήλωσε χαρακτηριστικά τον Δεκέμβριο.
Όλα αυτά παραπέμπουν στην παλαιά αντιπαράθεση "βουλγαριζόντων” και "μακεδονιστών” και υπενθυμίζουν ότι, από ειρωνεία της Ιστορίας, ήταν η ελληνική προπαγάνδα πριν από τους Βαλκανικούς Πολέμους και η σερβική διοίκηση μετά από αυτούς που κατέβαλαν κάθε προσπάθεια ώστε η μακεδονική εντοπιότητα να αξιοποιηθεί για "αποβουλγαροποίηση”, όπως μέχρι σήμερα καταγγέλλουν πολλοί στη Σόφια, των σλαβόφωνων πληθυσμών της επίμαχης περιοχής. Σε κάθε περίπτωση, η διακριτή μακεδονική ταυτότητα ήταν ήδη παρούσα στην εξέγερση του Ίλιντεν το 1903 (που αποτέλεσε μια πρώτη ήττα των βουλγαριζόντων), ενώ το ρήγμα κατέστη αγεφύρωτο μετά τη βουλγαρική φασιστική κατοχή της βόρειας Μακεδονίας κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Δεν είναι άσχετες προς αυτά και οι ταυτοτικές αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό της πΓΔΜ, καθώς οι Σοσιαλιστές του Ζάεφ είναι διαχρονικά περισσότερο συμφιλιωμένοι με τη σλαβική τους καταγωγή (όπως αποδεικνύει και η υπογραφή τους στη Συμφωνία των Πρεσπών), πράγμα που τους καθιστά ύποπτους "γιουγκοσλαβικής νοσταλγίας” στα μάτια των εθνικιστών του VMRO-DPMNE, οι οποίοι από την πλευρά τους πρωταγωνίστησαν στην οικειοποίηση ελληνικών πολιτιστικών αναφορών, με την πολιτική της "αντικβιζάτσιγια” (εξαρχαϊσμού) του Νίκολα Γκρούεφσκι. Το ότι οι πρώτοι αποτελούν αυτοί τη στιγμή τους εκλεκτούς της Δύσης, ενώ οι δεύτεροι κατηγορούνται ως ενεργούμενα της Μόσχας (μολονότι υπέρμαχοι και αυτοί της ευρωατλαντικής προοπτικής της γείτονος) απλώς επιδεινώνει την ειρωνεία του πράγματος.
 capital.gr