Για να καταλάβουμε, περί τίνος πρόκειται,
χρήσιμο είναι να δούμε τις βασικές παραμέτρους της μαρξικής θεωρίας, για την
αξία της εργασίας, την σχέση της, με τις τιμές και την οικονομική ζωή, στον
σύγχρονο καπιταλισμό.
Εννοείται ότι, για τον Karl Marx,
όπως και για τον Adam Smith, τονDavid Ricardo και όλους τους πατέρες
της οικονομικής επιστήμης, η βασική πηγή της παραγωγικής διαδικασίας και
μάλιστα, των αξιών, που πηγάζουν από αυτήν, είναι η ανθρώπινη εργασία, που
δημιουργείται και εξελίσσεται, στην γη και στο φυσικό περιβάλλον, που
χρησιμεύουν, ως περιοχή και ως πρώτη ύλη, για την ανθρώπινη δημιουργία.
Αυτή η εργασία, στον καπιταλιστικό κόσμο,
εμπορευματοποιείται, όπως εμπορευματοποιείται και η εργατική δύναμη, που την
παράγει, εμπορευματοποιώντας, έτσι και την ίδια την ανθρώπινη υπόσταση και με αυτόν
τον τρόπο, μέσα από την ιδιοποίηση των μέσων παραγωγής, από μια συγκεκριμένη
κοινωνική τάξη - τους κεφαλαιοκράτες -, ένα τμήμα της εργασίας διασπάται
και αυτονομείται, από την παραγωγό εργατική δύναμη, σχηματίζοντας, το κεφάλαιο,
το οποίο απεικονίζει το κέρδος των κεφαλαιοκρατών, είτε ως παραγωγικό κέρδος,
είτε, ως εμπορικό κέρδος, είτε ως δανειστικός και τραπεζικός τόκος (ακόμη
και όταν ο τόκος αυτός εκτρέπεται, σε τοκογλυφία - αν και αυτός ο όρος
συνδέεται με την μη παραγωγική και την αντιπαραγωγική άντληση δανειστικών και
τραπεζικών κερδών).
Για τον Karl Marx, τους οπαδούς και
τους μαθητές του, αυτή η διάσπαση της εργασίας, μέσα από την αντιθετική και
αντιπαραθετική παρουσία του ιδιωτικοποιημένου κεφαλαίου, το οποίο πιέζει την
παραγωγό εργατική δύναμη, για την συνέχιση και την μεγέθυνση της κερδοφορίας
του, με την συνεχή και διαρκή δημιουργία κερδών και την επακόλουθη αύξησή τους,
οδηγεί το καπιταλιστικό σύστημα, σε μακροπρόθεσμα αδιέξοδα, τα οποία
εκδηλώνονται, σε τρία επίπεδα, ως νόμοι που διέπουν την καπιταλιστική παραγωγή.
Ας τα δούμε :
Ο πρώτος νόμος, για την μαρξική Θεωρία
της Αξίας της Εργασίας, αφορά την αποκαλούμενη, ως Αύξηση της Οργανικής
Σύνθεσης του Κεφαλαίου.
Τί αφορά αυτός ο υποτιθέμενος νόμος της
καπιταλιστικής παραγωγής; Σύμφωνα με αυτόν, οι κεφαλαιοκράτες ολοένα και
μεγαλύτερο τμήμα, από τα κέρδη, που αποκτούν, στην παραγωγική διαδικασία, μέσα
από την δεσπόζουσα θέση τους, ως ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής, το επενδύουν,
στην νεκρή εργασία, δηλαδή, στις μηχανές και τις νέες τεχνολογίες (το
αποκαλούμενο Σταθερό Κεφάλαιο) και όχι, στην ζωντανή εργασία, δηλαδή, στην
εργατική δύναμη (το αποκαλούμενο Μεταβλητό Κεφάλαιο). Και αυτό το
πράττουν, για να απομακρύνουν, όσο το δυνατόν περισσότερο, την εργατική τάξη,
από την παραγωγική διαδικασία.
Έτσι, σύμφωνα, με την μαρξική θεωρία, στο
κλάσμα [Σταθερό Κεφάλαιο / Μεταβλητό Κεφάλαιο, (Σ/Μ)], ο αριθμητής
αυξάνεται ταχύτερα, από τον παρονομαστή και αυτό συμβαίνει, ως αποτέλεσμα αυτής
της συγκεκριμένης ταξικής επιλογής των κεφαλαιοκρατών, στα πλαίσια της
προσπάθειάς τους, για τον, κατά το δυνατόν, πλήρη έλεγχο των παραγωγικών
διαδικασιών, την μεγέθυνση της παραγωγής και την ταχεία και απρόσκοπτη αύξηση
των κερδών.
Ο δεύτερος νόμος, που σχετίζεται με την
μαρξική Θεωρία της Αξίας της Εργασίας αφορά την Αύξηση του Βαθμού
Εκμετάλλευσης της Εργατικής Δύναμης.
Τί έχει να κάνει αυτός ο υποτιθέμενος
νόμος, σε σχέση με την καπιταλιστική παραγωγή; Σύμφωνα, με αυτόν, ως αποτέλεσμα
της ισχύος του πρώτου νόμου, για την Αύξηση της Οργανικής Σύνθεσης του
Κεφαλαίου, η αποκτούμενη, από τους κεφαλαιοκράτες, Υπεραξία, αυξάνεται
ταχύτερα, από το κομμάτι εκείνο της εργασίας, που περιέρχεται, στους εργάτες,
δηλαδή από το Σταθερό Κεφάλαιο, με αποτέλεσμα, στο αντίστοιχο κλάσμα [Υπεραξία
/ Σταθερό Κεφάλαιο, (Υ/Σ)], ο αριθμητής να αυξάνει, σε σχέση με τον
παρονομαστή, γεγονός, που σημαίνει ότι ολοένα και μεγαλύτερα τμήματα της
παραγόμενης εργασίας να περιέρχονται, στους κεφαλαιοκράτες, με αποτέλεσμα να
αυξάνει και ο βαθμός εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης.
Και ερχόμαστε, τώρα, στον τρίτο μαρξικό
νόμο, για την καπιταλιστική παραγωγή. Ο νόμος αυτός αφορά την Πτωτική Τάση
του Ποσοστού του Κέρδους.
Πώς προκύπτει αυτός ο υποτιθέμενος νόμος,
ενώ παράλληλα λειτουργούν οι δύο προηγούμενοι, οι οποίοι, ως μαθηματικοί υπολογισμοί
έρχονται, σε αντίθεση με αυτόν;
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Karl Marx ήταν
παραγωγιστής. Επίκεντρό του ήταν, πάντοτε, η παραγωγή και οι εξελίξεις, εντός
αυτής. (δεν είχε άδικο, αλλά, συστηματικά, παρέβλεπε, ως κλασικός
ρικαρδιανός, τον ρόλο της νομισματικής κυκλοφορίας, στην ίδια την παραγωγή).
Για τον λόγο αυτόν η λογική του, στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν ήταν
μαθηματική. Η μαρξική λογική υπακούει, στους κανόνες της κοινωνικής λογικής και
όχι των μαθηματικών.
Πράγματι, εάν πάρουμε, ως ισχύοντες τους
δύο πρώτους νόμους, παρακολουθώντας την πορεία της αύξησης των αριθμητών των
κλασμάτων της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου και του βαθμού εκμετάλλευσης της
εργατικής δύναμης, βλέπουμε ότι, υπό αυτές τις συνθήκες τα διαχρονικά κέρδη των
κεφαλαιοκρατών αυξάνουν, όπως αυξάνουν και τα διαχρονικά ποσοστά των κερδών
τους. Ως εκ τούτου, ανάμεσα, στην αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου
και της αύξησης του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης, από την μία
πλευρά και της επαγγελλόμενης, από την μαρξική θεωρία, μακροπρόθεσμης πτώσης
του ποσοστού του κέρδους των καπιταλιστών, από την άλλη, υπάρχει μια θεμελιώδης
μαθηματική αντίφαση, αφού μαθηματικά, όταν αυξάνονται οι αριθμητές των
αντίστοιχων κλασμάτων, που εκφράζουν την αύξηση της οργανικής σύνθεσης του
κεφαλαίου και την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης, το
αποτέλεσμα δεν μπορεί να είναι άλλο, από την αύξηση των κερδών και των ποσοστών
των κερδών των κεφαλαιοκρατών.
Παρά ταύτα, ο Karl Marx θεωρεί
ότι, μέσα στο κεφαλαιοκρατικό σύστημα, το ποσοστό των κερδών, σε μακροπρόθεσμη
βάση, πέφτει. Παρά την όποια μαθηματική αντίφαση, η κοινωνιολογική λογική του
Γερμανοεβραίου φιλόσοφου, για την πτώση του ποσοστού του κέρδους έχει μια
στερεή βάση, μέσα στο κλειστό σύμπαν της θεωρίας του.
Αυτό συμβαίνει, επειδή όλα όσα
ενδιαφέρουν τον Karl Marx αφορούν την και εντοπίζονται στην
παραγωγική διαδικασία, ως κοινωνικά φαινόμενα και όχι, ως μαθηματικά μοντέλα.
Έτσι, η αυξανόμενη επένδυση των κεφαλαιοκρατών, ως μια μορφή ταξικού πολέμου,
στην νεκρή εργασία και η συναφής αύξηση της υπεραξίας, που, μέσα στα πλαίσια
της μαρξικής ανάλυσης της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής, απομακρύνουν, μέσα από
μια μακροπρόθεσμη διαδικασία, την ζωντανή εργασία, από την παραγωγή, οδηγούν,
κατά τον Karl Marx, στο φαινόμενο, ένας, ολοένα, μειούμενος αριθμός
εργατών να διαχειρίζεται έναν, ολοένα, αυξανόμενο αριθμό μηχανών, γεγονός, το
οποίο, εκ των πραγμάτων, πρόκειται, μακροπρόθεσμα, κάποια στιγμή, να μην είναι
δυνατόν να συνεχισθεί, με αποτέλεσμα η καπιταλιστική παραγωγή να καταρρεύσει,
εκ των ένδον και έτσι "οι απαλλοτριωτές να απαλλοτριωθούν".
Αν δούμε, όχι, μόνον, τις αναπτυγμένες
χώρες του σύγχρονου καπιταλισμού, αλλά και την πορεία τους όλα αυτά τα χρόνια,
που πέρασαν, από τότε, που ο Karl Marx πέθανε, δηλαδή 136 χρόνια
μετά, αντιλαμβανόμαστε ότι τα πράγματα πήραν άλλη κατεύθυνση, από αυτήν που
υπολόγιζε ο ιδρυτής του μαρξισμού. Τα κέρδη των καπιταλιστών και τα ποσοστά
τους δεν μειώθηκαν και δεν αυξήθηκαν, εξ αιτίας αυτής της παραγωγικής
διαδικασίας, που υποτίθεται ότι θα έθετε, εκτός των μονάδων παραγωγής την
εργατική τάξη, επειδή δεν θα ήταν απαραίτητη η εργατική δύναμή της, εν μέρει
και εν όλω, στην παραγωγή. Τα κέρδη των κεφαλαιοκρατών και τα ποσοστά των
κερδών αυτών, όλα αυτά τα χρόνια, άλλοτε αυξήθηκαν και άλλοτε μειώθηκαν, ως
αποτέλεσμα της, εκάστοτε, ισχύος των ανταγωνιζόμενων τάξεων.
Και αυτό δεν είναι τυχαίο.
Το κεφαλαιοκρατικό σύστημα, λοιπόν, δεν
κατέρρευσε. Αλλοιώθηκε, δηλαδή γραφειοκρατικοποιήθηκε, προσαρμοζόμενο, χωρίς να
αποβάλει, πλήρως, τα χαρακτηριστικά του, περισσότερο, σε εκείνο το τμήμα του,
το οποίο απευθύνεται, στην παραδοσιακή αγορά των ελεύθερων επαγγελματιών και
πολύ λιγότερο (έως ουδόλως), στην ολιγοπωλιακή αγορά των μεγάλων ιδιωτικών
και κρατικών επιχειρήσεων και των κρατών, ως κοινωνικών μηχανισμών εξουσίας.
Αυτή η γραφειοκρατικοποίηση του
καπιταλιστικού συστήματος προέκυψε μέσα από τις τεράστιες κοινωνικές
συγκρούσεις των δύο προηγούμενων αιώνων, δηλαδή, ως στοιχείο της κοινωνικής
πάλης, αλλά και της ίδιας της διαδικασίας μεγέθυνσης των κεφαλαιοκρατικών
παραγωγικών συντελεστών, στους χώρους εργασίας, μια διαδικασία, η οποία υπήρξε
το φυσικό αποτέλεσμα της συσσώρευσης, της συγκέντρωσης και της συγκεντροποίησης
του κεφαλαίου.
Αυτές οι διαδικασίες παρήγαγαν σαφέστατα
και αναμφισβήτητα κοινωνικά φαινόμενα, τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα, την
αλλοίωση και τον σταδιακό - αν και αρκετά ταχύ - μετασχηματισμό των
κοινωνικών τάξεων, που εμφανίστηκαν, ως πρωταγωνιστές, στο αρχικό
κεφαλαιοκρατικό σύστημα.
Έτσι, η κλασική καπιταλιστική τάξη του
παρελθόντος ζει παράλληλα - και ένα μεγάλο τμήμα της έχει συγχωνευθεί -,
μέσα στον κόσμο της γραφειοκρατικής τεχνοδομής, δηλαδή τον κόσμο της
γραφειοκρατίας των μεγάλων ιδιωτικών και κρατικών επιχειρήσεων, στις
περισσότερες των οποίων η ιδιοκτησία, ως κατοχή μετοχών, στις μεγάλες
πολυμετοχικές (πολυεθνικές, ή μη) ανώνυμες εταιρείες, δεν παίζει
κανέναν ρόλο, στην άσκηση της ενεργού διοίκησής τους και πολύ περισσότερο, στην
παραγωγική διαδικασία, παρά μόνον, ως πηγή κάποιου εισοδήματος, ενώ, ακόμη και
όταν υπάρχει κάποιος ενεργός κεφαλαιοκράτης, ο οποίος συμμετέχει, στην διοίκηση
των επιχειρήσεων αυτών, το πράττει, ως επί κεφαλής, ή ως μέλος της τεχνοδομής.
Από την άλλη πλευρά, χωρίς να έχει
εκλείψει η κλασική εργατική τάξη, που γνώρισαν ο Karl Marx, ο Μιχαήλ
Μπακούνιν και όλοι οι επαναστάτες που πέρασαν, από το καμίνι της Κομμούνας
του Παρισιού και μετά, παρατηρώντας τον καπιταλισμό της εποχής μας (όπως
και τον καπιταλισμό των προηγούμενων, από εμάς, γενεών), αντιλαμβανόμαστε,
εύκολα, ότι, όπως και η κλασική καπιταλιστική τάξη, η εργατική τάξη έχει και
αυτή γραφειοκρατικοποιηθεί.
Οι βιομηχανικοί εργάτες δεν έγιναν
πλειοψηφία, στις κοινωνίες του αναπτυγμένου καπιταλισμού, όπως περίμενε ο Karl
Marx.
Η αλήθεια είναι ότι, αντί ενός τεράστιου
εφεδρικού βιομηχανικού στρατού ανέργων, ο εργαζόμενος πληθυσμός, στην
πλειοψηφία του, εντάχθηκε μέσα σε μια ευρύτερη κατηγορία, αυτή των υπαλλήλων
και λοιπών μισθωτών, γεγονός, το οποίο, από μόνο του, δείχνει κάτι άλλο πολύ
ευρύτερο.
Η μετάπτωση της εργατικής τάξης, στην
ευρύτερη κατηγορία των μισθωτών, δείχνει ότι είναι η ίδια η παραγωγική
διαδικασία, που γραφειοκρατικοποιήθηκε. Και αυτό εκφράζεται, μέσα από την
τεράστια διόγκωση του τομέα των Υπηρεσιών, έναντι του Πρωτογενούς Τομέα και του
Τομέα της Βιομηχανίας / Βιοτεχνίας.
Αυτές οι ποσοστιαίες αναλογίες και οι
αντίστοιχες ισορροπίες, μεταξύ των τομέων αυτών δεν υπήρχαν, στην εποχή του Karl
Marx και των συγχρόνων του, όπως, επίσης, δεν υπήρχαν, στην εποχή του Βλαντιμίρ
Ίλιτς Λένιν, του Rudolf Hilferding και της Rosa Luxemburg, ή,
στην εποχή του Buenaventura Durruti και του Leon Bloum.
Προφανώς, κάποια προπλάσματά τους δημιουργήθηκαν, με την επικράτηση της ρωσικής
επανάστασης του 1917, όπως επίσης και στην αμερικανική οικονομία του
Μεσοπολέμου, αλλά η όλη διαδικασία της γραφειοκρατικοποίησης του
κεφαλαιοκρατικού συστήματος πήρε σάρκα και οστά, μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο,
για να φθάσει, στο αποκορύφωμά της, κατά την διάρκεια της παγκοσμιοποίησης και
την ένταξη της κομμουνιστικής Κίνας, σε αυτήν την, κολοσσιαίων διαστάσεων,
διαδικασία, αφού το μεταμαοϊκό καθεστώς της αχανούς αυτής χώρας, την διοικεί,
σταθερά, εφαρμόζοντας το λενινιστικό μοντέλο διοίκησης, ως μια οικονομία
συγκεντρωτικού κεντρικού σχεδιασμού.
|
James Burnham (22/11/1905 - 28/7/1987). Σε πολλά είχε δίκιο. Το κεφαλαιοκρατικό σύστημα γραφειοκρατικοποιήθηκε και συνεχίζει να γραφειοκρατικοποιείται. Τελικά, αυτό που αποκαλείται ήττα της ρωσικής επανάστασης του 1917, δεν ήταν ένα τυχαίο περιστατικό. Έκφραζε μια εσώτερη διαδικασία, που πηγάζει, από το ίδιο το σύστημα. Όμως, ο Λέων Τρότσκυ και οι επαναστάτες εκείνης της εποχής δεν μπορούσαν να το δουν. Αυτός το είδε και το περιέγραψε. |
Κάπως έτσι, σε έναν μεγάλο βαθμό, μέσα
από την λεγόμενη"επανάσταση των διευθυντών", για την οποία μίλησε ο
παλαιός Αμερικανός τροτσκιστής James Burnham (ο οποίος συγκρούστηκε,
σφοδρότατα, προς το τέλος του Μεσοπολέμου και στην αρχή του Β' Παγκοσμίου
Πολέμου, με τον Λέοντα Τρότσκυ, για το ζήτημα αυτό, αν και η αλήθεια
είναι, επίσης, ότι ο παλαιός μπολσεβίκος ηγέτης δεν ήταν, απόλυτα, αρνητικός,
σε όσα έλεγε ο Burnham, αφού έθετε, ως κριτήριο, για την επαληθευσιμότητα
των θέσεων του εσωκομματικού του αντιπάλου και για την διαψευσιμότητα των
προσωπικών του θέσεων, την έκβαση του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, η οποία θα
ξεκαθάριζε, το εάν η εργατική τάξη μπορούσε, ή όχι, να πάρει την εξουσία, για
τον εαυτό της και όχι, για την εργατική και την κομματική γραφειοκρατία), η
οποία συνένωσε την κεφαλαιοκρατική και την εργατική διαδικασία
γραφειοκρατικοποίησης, συνταιριάζοντας, σε ηγετικό κοινωνικό επίπεδο, την
καπιταλιστική γραφειοκρατία των επιχειρήσεων, με την εργατική αριστοκρατία των
συνδικάτων, φθάσαμε στην σύγχρονη εκδοχή του γραφειοκρατικού καπιταλισμού.
Αυτή είναι η ψυχρή και εκ των πραγμάτων, αλήθεια, για την εξέλιξη του
καπιταλιστικού συστήματος, η οποία δεν συμβαδίζει, με την Εργασιακή Θεωρία της
Αξίας του Karl Marx και των μαρξιστών, οι οποίοι υπήρξαν και είναι
πρωταγωνιστές, σε αυτήν την διαδικασία, η οποία, προφανώς, δεν έχει τελειώσει
και έχει πολύ μέλλον μπροστά της.
Και φυσικά, αυτό το μέλλον θα το παρακολουθήσουμε, όσο είμαστε εν ζωή.