Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2019

η μακριά κόμη της Επανάστασης και οι έρωτες των οδοφραγμάτων - του φωτη μισοπουλου


Φαίνεται πως τα μαλλιά θα αναστηθούν αργότερα από ο,τι τα άλλα μέρη του σώματος 
ΘΩΜΑΣ  ΑΚΙΝΑΤΗΣ 
Περί της ακεραιότητας των αναστημένων σωμάτων [1]




........αυτό είναι το ριζικό μου δε συχνάζω πια παρά στις απόμερες γειτονιές όπου κανείς δε με γνωρίζει δε τελειώνεις ευκολότερα δεν αλλάζει κάποιος κι αυτή η γριά που άντεξε τα χειρότερα ξαναβρέθηκε στον κόσμο - στον αληθινό κόσμο - μια στιγμή σαν απολιθωμένη αιωνιότητα ή όπως τα μεγεθυμένα μισοσκόταδα ή σύμφωνα με τους φυσικούς νόμους που η ζωή έβλεπε στον άλλο το πρόσωπο τού πνιγμένου που προκαλεί η έκπληξη αυτό το φεγγάρι λοιπόν άμα το καλοσκεφτώ με παραξενεύει είμαι σε κατάσταση ένδειας και ειρηνικής περισυλλογής ολότελα σκεπασμένος από μια ψιλή σκόνη συγκίνησης μόλις ξημέρωνε οι βάλτοι έστελναν κάθε είδους έντομα το τελευταίο μου βλέμμα - τώρα είχα ολότελα αποκοιμηθεί έρχεται επίσης στο θυμητικό μου πώς ο ύπνος κέρδιζε έδαφος ξανά πώς οι νύχτες προφταίνουν να σε κοιτάξουν όταν ημερώνουν μπροστά στο παράθυρο - ένα βράδυ συνάντησα τον Φιόντορ Μιχαήλοβιτς : Να πηγαίνετε τακτικά τα δειλινά στη θάλασσα σύντροφε θα σάς κάνουν ευτυχισμένο είπε και τράβηξε για το υπόγειο ήταν άλλωστε κιόλας τέλη Μάρτη η Επανάσταση θα θεραπεύσει αυτό που δε θεράπευσε η ευτυχία έκανε χαμηλόφωνα και γέλασε -/ ξέχασα ότι οι πατερίτσες μου ακουμπούσαν στην πολυθρόνα Αδημοσύνη Ο κύριος Δείνα έγνεψε απλώς καταφατικά κάμποσες φορές σύντομα με τα μάτια ανοιχτά όπως ο Ιωνάς στην καρδιά του κήτους πήρα μια πατερίτσα κι άρχισα να χτυπάω τα έπιπλα μα χωρίς να τα σπάσω Ήταν λιγότερα απ' ο,τι το σούρουπο με βοηθούσε η συμπαγής κνήμη μου - ινκόγκνιτο - βγήκα στο πρόθυρο με τις δυο γυναίκες ακουμπισμένες στο κιγκλίδωμα τον πρώτο χρόνο εξορίας με ξυπνούσε ένα βουητό σαν από πλημμυρισμένα ποτάμια Α' ΓΥΝΑΙΚΑ : ......η έγνοια ήταν τότε να βάλω μόνο τις φωνές να λησμονήσω όσο το δυνατό γρηγορότερα την απελπισία -/ κατάλαβε περισσότερα από όσα κάποιος μπορούσε - ήξερε να συνεχίσει έδινε ευκαιρία στον πανικό - το υπόγειο λέει είναι μοιρασμένο όπως οι επανειλημμένες απόπειρες στη λεωφόρο Νιέφσκι σα να ήμουν υποχρεωμένος ν' αναγνωρίσω πως κι εμένα προοριζόταν να με αποκαλέσουν με το ίδιο όνομα - εμένα - μάλιστα - έναν άλλο εαυτό - τέτοιες άχρηστες για την τωρινή μου κατάσταση σκέψεις πέρασαν ανέλεγκτα Ο Θεός να σε φυλάει Μαρία δε Τόδος λος Άνχελες [2] έρχεται η ώρα που θα σε διώξουν [2] το πλήρωμα του χρόνου το τελευταίο αίσθημα μειονεκτικότητας στην εγκατάσταση της ευθυμίας -/ δάγκωνε το μαξιλάρι το χέρι της το μάτωνε η πρώτη συλλαβή τόσο κατάλληλη για ένα υπόγειο σαν η κραυγή μέσα απ' το χώμα - τα ξέπνοα σωθικά του - Τίποτε δεν έπρεπε να δίνει αυτό το δικαίωμα Β' ΓΥΝΑΙΚΑ : ......κολακεύομαι - ισορροπημένη - ανισόρροπη - όπως το κρύσταλλο χάνομαι σε υποστάσεις διφορούμενες αρκετός καιρός κύλησε από τότε ούτε λέξη κατηγόριας ψευτοπροφητικές κουβέντες κατά το πρότυπο του Κιρίλοφ πήγαινε επίτηδες πιο συχνά στη Φοντάνκα - Θα ξεκινήσω μια περιοδεία έλεγε που θ' αρχίσει απ' την αποχαύνωση του υπογείου μοναδική ευκαιρία να είμαστε μόνοι όπως οι σκονισμένοι δρόμοι στα οδοφράγματα ή ανατρίχιαζε με το καθυστερημένο φτεροκόπημα των περιστεριών Α' ΓΥΝΑΙΚΑ : ......και μια άλλη φορά πάλι : Ο Κιρίλοφ θα σάς συνοδεύσει - μου είπε ο Φιόντορ Μιχαήλοβιτς - μην ανησυχείτε - ξανάκλεισα απότομα το παράθυρο κατάλαβα τι σκάρωνε έστρεφε το κεφάλι στην πόρτα για να παρακολουθήσει τις γυναίκες όταν θα επέστρεφαν Άπνοια Δεν υπάρχει κανείς ίσως ένας μόνο από μια αξέχαστη περίπτωση για να ζήσουμε την ανείπωτη παραμυθία της εξέγερσης -/ Έφευγα χωρίς να πω λέξη έδινα αμνηστία στην αθλιότητα - όταν προς το βράδυ πλαγιασμένος στο σκοτάδι του δωματίου άκουγα τη σιγανή φωνή : το Ιερό σώζει το Παράλογο και την Επανάσταση σύντροφοι - και την άλλη μέρα ψάχναμε τους βλάσφημους επιτηρώντας προσεκτικά τις αποβάθρες Τα τρένα Ξημέρωνε Ρωτούσε ο πιο αδιάφορος : Γιατί είσαι δω ; Γιατί δεν έφυγες ; - Έκτοτε συνεισφέρουμε τον οβολό μας μήπως αρχίσει να κυλάει ξαφνικά το πανάρχαιο δράμα στις πλάτες αυτών που ζούνε μια ανήμπορη στιγμή -/
      Μαύρα γάντια - τα βρήκα πιο σοβαρά επειδή τα υπόγεια διαθέτουν νεκρικές κρύπτες - θα σάς περιγράψω εννοείται κείνο που συνάντησα ύστερα από τρεις μέρες - ελαφριά δόνηση διαπερνούσε το σώμα μου μετακινούσαν απ' τη θέση του το βαρύ παλιό σεντούκι ευχαρίστησα τον θυρωρό δεν ήταν ακόμα ευτυχώς μεσημέρι η τελειότητα αναστατώνει σκέφτηκα ρέμβαζα μήνες συνέχεια ζαρωμένος στη γωνιά αισθανόμουν την απόλυτη σύγχυση των αισθήσεων ο καιρός ευνοούσε - κατά διαστήματα ο Κιρίλοφ κατάφερνε ν' αναλύσει με τις σκιές των δέντρων την ανησυχία της Επανάστασης οι τελευταίοι δεκεμβριστές θα έμεναν κρυμμένοι στα υπόγεια απορροφημένοι στις σκέψεις και στην ομορφιά του καλοκαιριού που βρισκόταν σε απόδραση - αναίτια έχωνε τα χέρια στις τσέπες του παντελονιού δεν ήξερε καν ο ίδιος τι έπρεπε να κάνει το δικαίωμα και την δύναμη να πεθάνει όταν θα το ήθελε πραγματικά - μια μέρα άκουσα τον Φιόντορ Μιχαήλοβιτς έκλεισε τα μάτια και μίλησε χαμηλόφωνα - Εσείς μου λέει ποιος είστε ; ομολογώ ένα πράγμα που δεν κατάφερα ποτέ να μάθω - Είμαστε η μικρή νοσταλγία απ' τη Μεγάλη Πορεία με τις υγρές νύχτες ανακοίνωσα μα πριν ξανακοιμηθώ θυμήθηκα λίγο πως ο πόνος αυτός δεν ήταν ολότελα καινούριος θα σκεφτώ ακόμα αν πρέπει να παρουσιαστώ με κάποιο άγνωστο αυτοσχέδιο επινοημένο ονοματάκι σα να υποδύομαι τη ζωή ενός άλλου απλούστατα αντιστεκόμουν δεν είχα αμφιβολία για το τι μπορούσε να δώσει η φυγή ήπιαμε λιγάκι παραπάνω τα έλεγα αβίαστα χωρίς να κομπιάζω - ανυπολόγιστη ευχαρίστηση - ευχαρίστηση χωρίς μεταμέλεια Ο ΘΥΡΩΡΟΣ : ....μα και τώρα ακόμα δεν ντρέπομαι για τον πελώριο σκούρο λεκέ πάνω στη λουλουδένια ταπετσαρία -/ Το είπε σαν να ζητούσε την επιείκεια ή το θάνατο - εκείνο το άχρηστο παραμορφωμένο χαμόγελο όπως η σκιά του καπέλου στη ράχη του Μιλούσα με μια φωνή που μου έλεγε ετούτο ή το άλλο γύρισα στο σπίτι κι άρχισα να γράφω ήταν μεσάνυχτα δεν έβρεχε 
     

 
     Άφηνα τις ελπίδες να φουντώνουν και να πληθαίνουν μέσα μου δεν την είδα ποτέ μήτε από κοντά μήτε από μακριά όμως έβαλε το δάχτυλο στο στόμα κι έγνεψε ύστερα σιωπηλά και βιαστικά να έρθουμε στο δωμάτιο δε βάσταξα άλλο κι έκλαψα αγκάλιασε το λαιμό μου με τα δυο της χέρια όπως ποτέ ακόμα δεν είχα ξανακλάψει στη ζωή μου κι έλεγα μέσα μου ας πω πώς θα ήταν εκεί μια μέρα χωρίς να με βρει η συμφορά και δε νομίζω πως ζούσε γιατί αλλοιώς κάτι θα ένοιωθα με κύκλωνε η οπτασία της βρώμικα φωτάκια τρομαγμένων ανθρώπων που τρεμόσβηναν σα να ζητούσε με ταπεινοφροσύνη την καινούρια έγκριση για την απόφαση που ερχόταν υπόκωφα αποφάσισα να χρησιμοποιήσω τη σημερινή μέρα για ανάπαυση και περίπατο άξιζε μια μικρή διακοπή εργασίας μα ο ερχομός του Κιρίλοφ έβαλε τέρμα σ' αυτές τις μικροχαρές τα μάτια μου άστραφταν με πάθος κι έσφιξα δυνατά τα χέρια του πιο πολύ από αμηχανία ή περιφρόνηση έστρεψε το κεφάλι όχι εντελώς επειδή αισθανόταν το λαιμό του να γίνεται δύσκαμπτος μήπως υπάρχει κάτι να πιούμε ρώτησε ; εδώ και πολλές μέρες δεν έτρωγα τίποτα θα μπορούσα ίσως να βρω λίγο κρασί τώρα μπορούμε να ευχαριστήσουμε το Θεό φώναξε με επιδεικτική ειρωνεία το ξέρω θα μου πουν ότι όλα είναι απίστευτα ο αέρας κυνηγούσε τα σύννεφα το κλειδί έμπαινε με το ζόρι στην τρύπα μα δε γύριζε σταυροκοπήθηκα κάποιες γυναίκες ακολούθησαν το παράδειγμά μου πρώτα πρώτα και να την αγαπήσω πάλι ήταν αδύνατο αν δεν σήμαινε επικράτηση θα συμβόλιζε ευνουχισμό ο φρέσκος αέρας είχε αναμιχθεί με χλιαρότητα που φέρνουν οι νότιοι άνεμοι για να εξημερώσουν ήθη και έθιμα κι η Επανάσταση αποκτούσε τα γνώριμα χαρακτηριστικά της γραφειοκρατίας που εκπόρευαν γυναικεία πρόσωπα στημένα κατάλληλα με ξανθιές ανταύγειες και στο υπόγειο φαινόταν όλα να έχουν μια εντροπία ή απόγνωση ακριβώς γιατί έχαναν την αρχική τους εκδοχή οι τυχεροί έφευγαν με μεγάλα απρόβλεπτα βήματα στο διάδρομο χωρίς κανένας ν' αντιληφθεί κρότο ή θόρυβο Ησυχία   
        Ένας ορισμένος τόπος καθορισμένη ώρα και μέρα πολύ λεπτή δουλειά να οδηγήσω κάποιο πρόσωπο στα έγκατα κάποτε μου ζητούσαν να γράψω ταυτόχρονα ενα αφήγημα δεχόμουν να το κάνω για λόγους βιοποριστικούς σ' εκείνη την παλιά νοβελλίστκη διάθεση του περασμένου αιώνα η θεατρίνα Μ.Κ. ήταν το αντικείμενο αρκετά γνωστή τη βλέπω ακόμα να με κοιτάζει ενώ ξεμακραίνω η σκέψη μου έχει ηττηθεί ένα ατύχημα όσο κανένας άλλος στον κύκλο των φίλων οι φτωχοί άλλωστε εκπληρώνουν στο μέγιστο κάθε απαίτηση αρκεί στο υπόγειο να φαίνεται ότι τυπώνονται τα φυλλάδια της Επανάστασης πολύ λεπτή δουλειά σάς το είπα δεν αφορούσε απλά μια και μόνη γυναίκα αργότερα η μνήμη χανόταν δεν θυμόμουν να διηγηθώ απολύτως ούτ αράδα δεν είχαν μείνει τελείως άθικτες παρά κείνες οι πίκρες που το αξίζουν έβγαλα το καπέλο ο σκύλος ακολουθούσε ανόρεχτα θα μπορούσε να μείνει και βδομάδες στην ίδια περίπου θέση δίχως να πει ότι ο Θεός έφερνε τα πάντα βολικά ο Κιρίλοφ ήταν μαζί με τον επιστάτη και τους εργάτες στο βαθύτερο σημείο της κρύπτης υγρασίες αυλάκωναν κατά μήκος τους τοίχους χαρακτηριστικές αγωνίες συνάμα επαγρυπνούσε με άλλη ευαισθησία για την εξέγερση άχρηστα ή ακάθαρτα παλιοπράγματα είχαν χάσει την όποια ανοχή του συνεργείου ύστερα από λίγα λεπτά ακούστηκε το μετρημένο βήμα του εργάτη που ήταν μπροστά έβλεπα γύρω τριγύρω με πολύ μεγάλη προσοχή ώσπου κάποια αμυχή στον τοίχο φάνηκε σε όλους ύποπτη δεν ήξερα πώς θα μπορούσα να σπάσω τη βουβαμάρα - Εδώ - έδειξαν όλοι με το δάχτυλο παραμέρισα τον τενεκέ της στάχτης και τον τενεκέ των σκουπιδιών λίγο έλειψε να επιστρέψω στο φως ο σκύλος κοντοστάθηκε μαζί μας ο Κιρίλοφ διάβαζε συλλαβιστά την επιγραφή ''η Επανάσταση θ' αποκτήσει σάρκα και οστά'' και πιο κάτω - φαγωμένο απ' την υγρασία διαβαζόταν μόνο ένα όνομα : ''Σιέρβα Μαρία δε Τόδος λος Άνχελες''. ''Απλωμένη καταγής η θαυμάσια κόμη είχε μάκρος είκοσι δύο μέτρα κι έντεκα εκατοστά'' [3] 



ΤΕΛΟΣ



ΑΝΑΦΟΡΕΣ-ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] στην προ-επιφυλλίδα του ''Περί έρωτος και άλλων δαιμονίων'' βλ. & σημ. [2]
[2] κύριο πρόσωπο στο ''Περί έρωτος και άλλων δαιμονίων'', Gabriel Garcia Marquez, μτφρ. Κλαίτη Σωτηριάδου, Νέα Σύνορα-Α. Α. Λιβάνη 1994]
[3] Gabriel Gargia Marquez ο.π.