Καθώς το δημόσιο χρέος των ΗΠΑ αναμένεται να ξεπεράσει για πρώτη φορά το “φράγμα” των 20 τρισ. δολαρίων, μια σειρά ερωτημάτων επανέρχονται στο προσκήνιο: ποιος ευθύνεται για την κατακόρυφη αύξησή του και τελικά κατά πόσο αποτελεί βόμβα στα θεμέλια όχι μόνο της αμερικανικής αλλά και της παγκόσμιας οικονομίας;
Για την κυβέρνηση του Donald Trump τα πράγματα είναι εξαιρετικά απλά: το χρέος απειλεί να “πνίξει” την αμερικανική οικονομία, όπως ο ίδιος ο Αμερικανός πρόεδρος είχε δηλώσει κατά την επιλογή του Mick Mulvaney, ως νέου επικεφαλής του προϋπολογισμού του Λευκού Οίκου. Άποψη φυσικά που συμμερίζεται και ο Mulvaney, ο οποίoς κατά την ανάληψη των καθηκόντων του είχε τονίσει ότι ένα χρέος της τάξης των 20 τρισ. δολαρίων αποτελεί κρίση όχι μόνο για το αμερικανικό έθνος αλλά και για τον κάθε πολίτη των ΗΠΑ προσωπικά. “Κάθε Αμερικανός χρωστά 60.000 δολάρια και το ποσό αυξάνεται. Είναι καιρός η Washington να κάνει κάτι”, είχε τονίσει ο Mick Mulvaney.
Η αλήθεια είναι ότι όταν ο Barack Obama κάθισε για πρώτη φορά στο Οβάλ Γραφείο, στις 20 Ιανουαρίου του 2009, το ομοσπονδιακό χρέος των ΗΠΑ άγγιζε τα 10,6 τρισ. δολάρια και ανερχόταν στο 87,1% του ΑΕΠ της χώρας. Στις 20 Ιανουαρίου του 2017, όταν ο Donald Trump ανέλαβε τη διακυβέρνηση των ΗΠΑ, το ποσό είχε εκτοξευθεί στα 19,9 τρισ. δολάρια, ανερχόμενο στο 104,8% του αμερικανικού ΑΕΠ. Μια αύξηση της τάξης των 9,3 τρισ. δολαρίων ή περίπου 88%, μέσα σε μια οκταετία.
Οι Ρεμπουπλικανοί κατηγορούν τη διακυβέρνηση Obama ότι εξαιτίας της επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής που ακολούθησε, με προγράμματα τόνωσης της οικονομίας και περικοπές στη φορολογία, εκτόξευσε τα ελλείμματα τα οποία στην τετραετία 2009 - 2012 κινούνταν σταθερά πάνω από 1 τρισ. δολάρια ετησίως. Ο αντίλογος βέβαια “λέει” ότι η συγκεκριμένη πολιτική ήταν απαραίτητη προκειμένου να ανακάμψει η αμερικανική οικονομία από την κρίση που ξέσπασε το 2008.
Η επόμενη ημέρα
Παρά τις εξαγγελίες της κυβέρνησης Trump, οι προβλέψεις των οικονομολόγων συγκλίνουν στην άποψη ότι το χρέος των ΗΠΑ θα συνεχίσει να αυξάνεται. Ωστόσο στο σημείο αυτό οι απόψεις διαχωρίζονται: από τη μια υπάρχουν αυτοί που υιοθετούν τα λεγόμενα “trumponomics” και πιστεύουν ότι το αμερικανικό χρέος πράγματι απειλεί την αμερικανική οικονομία. Στην αντίπερα όχθη βρίσκονται όσοι υποστηρίζουν ότι οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να δανείζονται με χαμηλά επιτόκια καθώς το δολάριο είναι το μόνο παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα.
Όσοι ανησυχούν για το χρέος των ΗΠΑ ισχυρίζονται ότι αργά ή γρήγορα αν συνεχίσει να αυξάνεται με τους σημερινούς ρυθμούς κάποια στιγμή θα γιγαντωθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε θα εκδηλωθεί διστακτικότητα για την αγορά αμερικανικών ομολόγων. Αν η διστακτικότητα είναι σημαντική θα δημιουργηθεί φόβος σε όσους ήδη διαθέτουν αμερικανικά ομόλογα, οπότε και θα υπάρξει σοκ στην παγκόσμια οικονομία. Σε αυτή την περίπτωση η αμερικανική κυβέρνηση θα καταφύγει πιθανότατα σε αύξηση της φορολογίας και περικοπή δαπανών ώστε να ενσταλάξει μια αίσθηση δημοσιονομικής ισορροπίας και να λειτουργήσει πυροσβεστικά απέναντι σε κάθε ενδεχόμενο πανικού. Ωστόσο σε αυτή την περίπτωση οι πρόσθετοι φόροι θα πλήξουν κυρίως τη μεσαία τάξη, καθώς η φορολόγηση των προνομιούχων και των μεγάλων επιχειρήσεων έχει αποδειχθεί εξαιρετικά δύσκολη, αφού μπορούν να μεταφέρουν τις δραστηριότητες και τα κεφάλαια τους σε χώρες με χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές. Οπότε, καταλήγει η συγκεκριμένη σχολή σκέψης, πρέπει να ληφθούν τώρα μέτρα για την ανάσχεση του ρυθμού αύξησης του χρέους.
Στον αντίποδα, όσοι αντικρούουν τη συγκεκριμένη ερμηνεία απορρίπτουν το ενδεχόμενο οι ΗΠΑ να παγιδευτούν σε μια κρίση χρέους. Σύμφωνα με την προσέγγιση αυτής της πλευράς, δεν υπάρχει ένα δεδομένο κατώφλι χρέους πέρα από το οποίο μια οικονομία αντιμετωπίζει πρόβλημα δανεισμού, και αυτό γιατί μπορείς να δανείζεσαι με βάση το πόσο αξιόπιστος θεωρείσαι στις αποπληρωμές σου και όχι με βάση πόσα χρωστάς. Μάλιστα, φέρνουν ως χαρακτηριστικό παράδειγμα την Ιαπωνία, της οποίας το χρέος ανέρχεται στο 250,4% αλλά εξακολουθεί να δανείζεται με εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια.
Μάλιστα, στην περίπτωση των ΗΠΑ τα πράγματα είναι ακόμα πιο “εύκολα” αφού έχει το μεγάλο πλεονέκτημα του δολαρίου, του μόνου πραγματικά παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος το οποίο χρησιμοποιείται σε όλες σχεδόν τις διεθνείς συναλλαγές και υπάρχει σε όλες τις κεντρικές τράπεζες. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι οι ΗΠΑ μπορούν να εξυπηρετήσουν το χρέος τους τυπώνοντας δολάρια χωρίς να δημιουργήσουν πληθωριστικές πιέσεις, αφού η ζήτηση για δολάρια είναι παγκόσμια και δεν περιορίζεται εντός των αμερικανικών συνόρων.
Μέχρι, λοιπόν, κάποιο άλλο νόμισμα να απειλήσει την κυριαρχία του δολαρίου το χρέος των ΗΠΑ θα παραμένει ένα νούμερο, που απλά θα χρησιμοποιείται για πολιτική εκμετάλλευση στο εσωτερικό της χώρας.
Παρά τις εξαγγελίες της κυβέρνησης Trump, οι προβλέψεις των οικονομολόγων συγκλίνουν στην άποψη ότι το χρέος των ΗΠΑ θα συνεχίσει να αυξάνεται. Ωστόσο στο σημείο αυτό οι απόψεις διαχωρίζονται: από τη μια υπάρχουν αυτοί που υιοθετούν τα λεγόμενα “trumponomics” και πιστεύουν ότι το αμερικανικό χρέος πράγματι απειλεί την αμερικανική οικονομία. Στην αντίπερα όχθη βρίσκονται όσοι υποστηρίζουν ότι οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να δανείζονται με χαμηλά επιτόκια καθώς το δολάριο είναι το μόνο παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα.
Όσοι ανησυχούν για το χρέος των ΗΠΑ ισχυρίζονται ότι αργά ή γρήγορα αν συνεχίσει να αυξάνεται με τους σημερινούς ρυθμούς κάποια στιγμή θα γιγαντωθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε θα εκδηλωθεί διστακτικότητα για την αγορά αμερικανικών ομολόγων. Αν η διστακτικότητα είναι σημαντική θα δημιουργηθεί φόβος σε όσους ήδη διαθέτουν αμερικανικά ομόλογα, οπότε και θα υπάρξει σοκ στην παγκόσμια οικονομία. Σε αυτή την περίπτωση η αμερικανική κυβέρνηση θα καταφύγει πιθανότατα σε αύξηση της φορολογίας και περικοπή δαπανών ώστε να ενσταλάξει μια αίσθηση δημοσιονομικής ισορροπίας και να λειτουργήσει πυροσβεστικά απέναντι σε κάθε ενδεχόμενο πανικού. Ωστόσο σε αυτή την περίπτωση οι πρόσθετοι φόροι θα πλήξουν κυρίως τη μεσαία τάξη, καθώς η φορολόγηση των προνομιούχων και των μεγάλων επιχειρήσεων έχει αποδειχθεί εξαιρετικά δύσκολη, αφού μπορούν να μεταφέρουν τις δραστηριότητες και τα κεφάλαια τους σε χώρες με χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές. Οπότε, καταλήγει η συγκεκριμένη σχολή σκέψης, πρέπει να ληφθούν τώρα μέτρα για την ανάσχεση του ρυθμού αύξησης του χρέους.
Στον αντίποδα, όσοι αντικρούουν τη συγκεκριμένη ερμηνεία απορρίπτουν το ενδεχόμενο οι ΗΠΑ να παγιδευτούν σε μια κρίση χρέους. Σύμφωνα με την προσέγγιση αυτής της πλευράς, δεν υπάρχει ένα δεδομένο κατώφλι χρέους πέρα από το οποίο μια οικονομία αντιμετωπίζει πρόβλημα δανεισμού, και αυτό γιατί μπορείς να δανείζεσαι με βάση το πόσο αξιόπιστος θεωρείσαι στις αποπληρωμές σου και όχι με βάση πόσα χρωστάς. Μάλιστα, φέρνουν ως χαρακτηριστικό παράδειγμα την Ιαπωνία, της οποίας το χρέος ανέρχεται στο 250,4% αλλά εξακολουθεί να δανείζεται με εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια.
Μάλιστα, στην περίπτωση των ΗΠΑ τα πράγματα είναι ακόμα πιο “εύκολα” αφού έχει το μεγάλο πλεονέκτημα του δολαρίου, του μόνου πραγματικά παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος το οποίο χρησιμοποιείται σε όλες σχεδόν τις διεθνείς συναλλαγές και υπάρχει σε όλες τις κεντρικές τράπεζες. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι οι ΗΠΑ μπορούν να εξυπηρετήσουν το χρέος τους τυπώνοντας δολάρια χωρίς να δημιουργήσουν πληθωριστικές πιέσεις, αφού η ζήτηση για δολάρια είναι παγκόσμια και δεν περιορίζεται εντός των αμερικανικών συνόρων.
Μέχρι, λοιπόν, κάποιο άλλο νόμισμα να απειλήσει την κυριαρχία του δολαρίου το χρέος των ΗΠΑ θα παραμένει ένα νούμερο, που απλά θα χρησιμοποιείται για πολιτική εκμετάλλευση στο εσωτερικό της χώρας.
Πηγές: MarketWatch.com, Forbes.com, Tradingeconomics.com, liberal.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου