Η δήλωση Μέρκελ για τις σχέσεις ΗΠΑ-ΕΕ ήταν ένα σοβαρό ολίσθημα. Γιατί μπορεί να λειτουργήσει ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Οι κίνδυνοι για την ευρωπαϊκή ασφάλεια και τα μηνύματα της ιστορίας.
Η πρώτη επίσκεψη του Ντόναλντ Τραμπ στην Ευρώπη ήταν περίεργη.
Τα επακόλουθά της ήταν εκρηκτικά. Σε δηλώσεις της σε προεκλογική εκδήλωση στο
Μόναχο, λίγο μετά την επιστροφή του Αμερικανού προέδρου στην Ουάσιγκτον, η
Άγκελα Μέρκελ έφτασε κοντά στη διακήρυξη του θανάτου της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας.
Η Γερμανίδα καγκελάριος προειδοποίησε
ότι: «Οι εποχές στις οποίες μπορούσε κανείς να βασιστεί στους άλλους έχουν σε
ένα βαθμό παρέλθει, όπως συνειδητοποίησα τις τελευταίες ημέρες. Εμείς οι
Ευρωπαίοι πρέπει να πάρουμε τις τύχες μας στα χέρια μας. Φυσικά πρέπει να έχουμε φιλικές
σχέσεις με τις ΗΠΑ και με το Ηνωμένο Βασίλειο και με τους άλλους γείτονες,
συμπεριλαμβανομένης και της Ρωσίας. Αλλά πρέπει να παλέψουμε οι ίδιοι για το
μέλλον μας».
Τα σχόλια της Μέρκελ έγιναν γρήγορα
πρωτοσέλιδο. Ο Ρίτσαρντ Χάας, ο οποίος ως πρόεδρος του Συμβουλίου Εξωτερικών
Σχέσεων είναι ο πρεσβευτής του κατεστημένου της αμερικανικής εξωτερικής
πολιτικής, έγραψε στο Twitter: «Το να λέει η Mέρκελ ότι η Ευρώπη δεν μπορεί να
βασίζεται σε άλλους και πρέπει να πάρει τις τύχες της στα χέρια της είναι μια
κρίσιμη καμπή και αυτό που προσπαθούν να αποφύγουν οι ΗΠΑ από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο».
Είναι εύκολο και ορθό να κατηγορήσει
κανείς τον πρόεδρο Τραμπ για αυτή την κατάσταση. Αλλά παρά την προσεκτική
φρασεολογία της, έχει συμπεριφερθεί ανεύθυνα και η Μέρκελ, με μια δήλωση που
απειλεί να μετατρέψει ένα επικίνδυνο ρήγμα στη Βορειοατλαντική Συμμαχία σε μια οριστική
ρήξη.
Η κριτική ενάντια στον κ. Τραμπ είναι
πιο εύκολη. Η παρουσία του στην Ευρώπη ήταν καταστροφική. Σε ομιλία του στο
ΝΑΤΟ, ο πρόεδρος των ΗΠΑ δεν επιβεβαίωσε τη στήριξή του στο Άρθρο 5, τη ρήτρα
συλλογικής αυτοάμυνας της Συμμαχίας. Αυτή δεν ήταν μια τυχαία παράλειψη και
έστειλε ένα ξεκάθαρο μήνυμα ότι η δέσμευση της Αμερικής στην άμυνα
της Ευρώπης δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Αυτό με τη σειρά του δημιουργεί
τον κίνδυνο να δοκιμάσει η Ρωσία τις άμυνες του ΝΑΤΟ.
Στη σύνοδο της G7, ο κ. Τραμπ ήταν ο
μόνος που δεν ενέκρινε τη συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή. Εν τω
μεταξύ, φέρεται να αποκάλεσε τη Γερμανία «κακή, πολύ κακή» για το αμάρτημα της πώλησης πολλών
αυτοκινήτων στις ΗΠΑ.
Αντιμέτωπη με όλα αυτά και με το
Brexit, η κα Μέρκελ μπορεί να νιώθει ότι απλά δηλώνει το αυτονόητο όταν λέει πως η Γερμανία δεν μπορεί να
βασίζεται πλέον στους Αμερικανούς και Βρετανούς συμμάχους της. Σε κάθε
περίπτωση, η ομιλία της ήταν ένα ολίσθημα για πέντε τουλάχιστον λόγους.
Πρώτον, είναι λάθος να επιτρέπεται στην τεσσάρων
μηνών προεδρία Τραμπ να αμφισβητεί τη Βορειοατλαντική Συμμαχία που έχει
διατηρήσει την ειρήνη στην Ευρώπη για 70 χρόνια. Μπορεί να καταλήξουμε εκεί.
Αλλά είναι επίσης πιθανό ο κ. Τραμπ να είναι μια παρέκκλιση και σύντομα να
βρίσκεται εκτός Λευκού Οίκου.
Δεύτερον, ο Αμερικανός πρόεδρος είχε στην
πραγματικότητα ένα δίκιο όσον αφορά στην αποτυχία των περισσότερων ευρωπαϊκών
κρατών να τηρήσουν τους στόχους του ΝΑΤΟ για τις στρατιωτικές δαπάνες. Η
συμπεριφορά του κ. Τραμπ απέναντι στην Ευρώπη ήταν άκομψη. Αλλά το επιχείρημα
πως δεν είναι βιώσιμο για τις ΗΠΑ να συνεισφέρουν το 75% περίπου των αμυντικών
δαπανών στο ΝΑΤΟ είναι σωστό και είχε διατυπωθεί και από τον Ρόμπερτ Γκέιτς,
τον υπουργό Άμυνας του Μπαράκ Ομπάμα. Δεδομένου ότι η Γερμανία έχει επωφεληθεί
ανέξοδα από τις αμυντικές δαπάνες των ΗΠΑ, θέλει λίγο θράσος να κατηγορεί τις ΗΠΑ ως έναν
αναξιόπιστο σύμμαχο.
Τρίτον, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η δυτική
συμμαχία βρίσκεται υπό διάλυση, η Μέρκελ διόγκωσε το λάθος που διέπραξε ο κ.
Τραμπ όταν δεν αναφέρθηκε στο Άρθρο 5. Και τα δύο συμβάντα ενισχύουν τις
ελπίδες της ρωσικής κυβέρνησης για διάλυση της δυτικής συμμαχίας. Αυτό με τη
σειρά του δημιουργεί μεγαλύτερους κινδύνους για την ασφάλεια της Ευρώπης.
Τέταρτον, η Μέρκελ ήταν άδικη και επιπόλαιη που
έβαλε το Ηνωμένο Βασίλειο στο ίδιο κάδρο με την Αμερική του Τραμπ. Στις
συζητήσεις για την κλιματική αλλαγή, η Βρετανία τάχθηκε στο πλευρό της Ε.Ε.,
όχι των ΗΠΑ. Αντίστοιχα, η κυβέρνηση της Τερέζα Μέι έχει τονίσει επανειλημμένα τη δέσμευσή
της στο ΝΑΤΟ.
Ωστόσο, αν η κυβέρνηση της κας Μέρκελ
αντιμετωπίσει τις διαπραγματεύσεις για το Brexit με αυτή τη συγκρουσιακή
διάθεση -απαιτώντας από το Ηνωμένο Βασίλειο να πληρώσει εκ των προτέρων
τεράστια ποσά, προτού καν συζητήσει μια εμπορική συμφωνία-, διακινδυνεύει να
δημιουργήσει μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία και έναν μακροχρόνιο ανταγωνισμό
ανάμεσα στη Βρετανία και την Ε.Ε.
Είναι δύσκολο να δει κανείς πώς το
Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί να αντιμετωπίσει τις ίδιες χώρες ως αντίπαλους στο
Brexit και ως συμμάχους στο ΝΑΤΟ. Οπότε ένα πραγματικά σκληρό Brexit θα
μπορούσε πράγματι να δημιουργήσει ερωτήματα για τη δέσμευση της Βρετανίας στο
ΝΑΤΟ, ειδικά αν οι ΗΠΑ αποτραβηχτούν και αυτές από τη δυτική συμμαχία.
Το τελευταίο ολίσθημα στη στάση της Μέρκελ είναι ότι
επέδειξε μια σπάνια άγνοια για τα σημάδια της ιστορίας. Ένα από τα πραγματικά
εντυπωσιακά πράγματα για τη σύγχρονη Γερμανία είναι ότι, περισσότερο από κάθε
άλλη χώρα, έχει εξετάσει σοβαρά τα μαθήματα της ιστορίας και έχει διδαχθεί από
αυτά με ταπεινότητα και συνέπεια. Οπότε προκαλεί προβληματισμό που ένας
Γερμανός ηγέτης μπορεί να στέκεται σε ένα προεκλογικό περίπτερο γεμάτο μπίρες
στη Βαυαρία και να ανακοινώνει ρήξη με τη Βρετανία και τις ΗΠΑ, τοποθετώντας τις δύο αυτές χώρες στο
ίδιο πλαίσιο με τη Ρωσία. Οι ιστορικές αντηχήσεις είναι ανατριχιαστικές.
Τίποτα από τα παραπάνω δεν σημαίνει
πως η κα Μέρκελ βρίσκεται στο ίδιο πολιτικό και ηθικό επίπεδο με τον κ. Τραμπ.
Ο Αμερικανός πρόεδρος έχει επανειλημμένα επιδείξει περιφρόνηση
για τις δυτικές αξίες, από
την ελευθερία του Τύπου ως την απαγόρευση των βασανιστηρίων και την υποστήριξη
των δημοκρατιών στον υπόλοιπο πλανήτη.
Για τον λόγο αυτό, κάποιοι έχουν
ισχυριστεί ότι η Γερμανίδα καγκελάριος είναι πλέον ο πραγματικός ηγέτης του δυτικού
κόσμου. Ο τίτλος αυτός της δόθηκε αρκετά πρόωρα. Η θλιβερή πραγματικότητα είναι πως η
Μέρκελ φαίνεται να μην ενδιαφέρεται ιδιαίτερα να δώσει μάχη για τη σωτηρία της
δυτικής συμμαχίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου