Παρασκευή 6 Οκτωβρίου 2017

Πού πήγε ο πληθωρισμός;

Επειδή τον τελευταίο καιρό το ρίξαμε πολύ στην ιστορία, λέω σήμερα να επιστρέψω σε οικονομικό θέμα. Κι επειδή έχω και μια κάπως παιχνιδιάρικη διάθεση, λέω να σας βάλω μια ασκησούλα, κάτι σαν... πρόχειρο διαγώνισμα. Καλά, το ξέρω ότι το χειρότερό μας ως μαθητές ήταν πρόχειρο διαγώνισμα δευτεριάτικα αλλά ακούστε πρώτα την εκφώνηση και κατόπιν γκρινιάζετε:


Κατ' αρχάς, τα δεδομένα. Έχουμε πει ότι οι περισσότερες από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες του πλανήτη ακολουθούν κάποια πολιτική νομισματικής χαλάρωσης. Με απλά λόγια: εκδίδουν συνεχώς χρήμα, είτε με τον κλασσικό τρόπο (τυπώνοντας χαρτονομίσματα) είτε δημιουργώντας ηλεκτρονικό χρήμα (μέσω παροχής πιστώσεων). Στις ΗΠΑ η Fed κάνει χρόνια τώρα αυτή την δουλειά, στην Ιαπωνία η BoJ έχει πλημμυρίσει τον τόπο με γιεν, στην Αγγλία η -μετρημένη ως τώρα, λόγω Ευρωπαϊκής Ένωσης- ΒοΕ ετοιμάζεται να φορτσάρει... ακόμη και η ΕΚΤ σπρώχνει συνεχώς χρήμα κατά την τελευταία διετία στα πλαίσια της περίφημης ποσοτικής χαλάρωσης, αγοράζοντας τίτλους εμπορικών τραπεζών. Τα ίδια κάνουν και η Ελβετία και η Κίνα αλλά και μικρότερες χώρες, όπως η Αίγυπτος, το Πακιστάν ή η Αλβανία.



Και τώρα το ερώτημα. Πώς εξηγείται το φαινόμενο αυτή η αυξημένη προσφορά χρήματος να μην έχει οδηγήσει σε πληθωριστική έκρηξη; Για παράδειγμα, σε ολόκληρο σχεδόν τον κόσμο η αμοιβή της εργασίας παραμένει καθηλωμένη και συχνά βαίνει μειούμενη ενώ και οι αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων είναι μάλλον εξαιρετικά χαμηλές, παρ' ότι υπάρχει υπερπροσφορά χρήματος. Γιατί, λοιπόν, είναι τόσο εξασθενημένες οι πληθωριστικές τάσεις, οι οποίες θα δικαιολογούνταν απόλυτα από τον περίφημο νόμο προσφοράς και ζήτησης;


Δύσκολο το θέμα; Δεν πειράζει. Ρίξτε μια ματιά στα δυο διαγράμματα που συνοδεύουν το κείμενο, μήπως πάει κάπου το μυαλό σας. Όπως και νά 'χει, όμως, μιας και είναι τσαγκαροδευτέρα, θα πάμε να αναζητήσουμε μαζί την απάντηση. Και πρώτα-πρώτα, ας ξεκαθαρίσουμε ότι ο νόμος προσφοράς και ζήτησης εξακολουθεί να ισχύει απαρέγκλιτα, παρά τις στρεβλώσεις που επιφέρει στις επιπτώσεις του η ύπαρξη μονοπωλίων και ολιγοπωλίων.



Στην συνέχεια πρέπει να εντοπίσουμε την παγίδα που ενυπάρχει στο ερώτημά μας. Κακώς θέσαμε εκ προοιμίου την ανυπαρξία πληθωρισμού. Πληθωρισμός υπάρχει και, μάλιστα, πολύ υψηλός. Απλώς δεν εμφανίζεται στα είδη λαϊκής καταναλώσεως, οι τιμές των οποίων πέφτουν στην αντίληψη της μεγάλης μάζας του λαού. Πληθωρισμός υπάρχει εκεί όπου κυκλοφορεί αυξημένη ποσότητα χρήματος, οπότε τι πληθωρισμό περιμένουν να δουν οι μεγάλες λαϊκές μάζες, που έχουν στεγνώσει;



Σας μπέρδεψα; Πάμε σιγά-σιγά να ξεμπερδευτούμε. Όσο περνάει ο καιρός και βαθαίνουν όλο και περισσότερο οι σκληρές νεοφιλελεύθερες καπιταλιστικές επιλογές, τόσο περισσότερο συσσωρεύεται ο παγκόσμιος πλούτος σε λίγα χέρια. Μπορεί οι κεντρικές τράπεζες όλου του κόσμου να "κόβουν λεφτά" αλλά δεν τα μοιράζουν στο πόπολο. Το συντριπτικά μεγαλύτερο τμήμα αυτού του χρήματος συσσωρεύεται στα συρτάρια λίγων εκλεκτών κι αυτοί είναι που το ξοδεύουν, είτε καταναλίσκοντάς το είτε επενδύοντάς το. Μοιραία, λοιπόν, οι πληθωριστικές πιέσεις εμφανίζονται στα είδη που καταναλώνουν οι πλούσιοι και στα πάγια στοιχεία όπου επενδύουν, όχι στο ρύζι και στα μακαρόνια.



Η ορθότητα της απάντησής μας αποδεικνύεται από την πορεία των χρηματιστηρίων σε όλον τον κόσμο. Στην Ιαπωνία, ο δείκτης Nikkei κατέγραψε το 2016 το υψηλότερο κλείσιμο της τελευταίας εικοσαετίας. Στις ΗΠΑ, o Dow Jones βρίσκεται σήμερα πάνω από τις 21.000 μονάδες, σημειώνοντας άνοδο μεγαλύτερη του 20% από τις αρχές του 2016. Ο γερμανικός Dax σημειώνει νέα ρεκόρ το ένα μετά το άλλο. Το χρηματιστήριο της Κίνας έχει αυξήσει την κεφαλαιοποίησή του τα τελευταία 15 χρόνια σχεδόν κατά... 1.500% (!), ενώ ο παγκόσμιος μέσος όρος αύξησης κατά το ίδιο χρονικό διάστημα ανέρχεται στο καθόλου ευκαταφρόνητο 133%. Και όλα αυτά συμβαίνουν όχι σε συνθήκες οικονομικής ευμάρειας αλλά κατά την διάρκεια της μεγάλης παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης τού 2008, η οποία συνεχίζει να μας ταλαιπωρεί με τα απόνερά της.



Εξ ίσου ισχυρή απόδειξη των όσων υποστηρίξαμε πρωτύτερα, αποτελούν οι τιμές των ακινήτων, οι οποίες φαίνεται πως δημιουργούν επικίνδυνες φούσκες σε όλον τον κόσμο. Μέχρι τώρα, όποτε μιλάγαμε για φούσκα ακινήτων, το μυαλό μας πήγαινε στις ΗΠΑ. Τώρα πλέον το παιχνίδι δεν έχει σύνορα. Αυτή την στιγμή, το ρεκόρ το σημειώνει ο Καναδάς, όπου ο διοικητής τής κεντρικής τράπεζας αναγκάστηκε να βγει και να μιλήσει δημοσίως για φούσκα (*), καθώς στο Τορόντο οι τιμές των ακινήτων σημείωναν αύξηση τον Μάρτιο κατά 33% σε δωδεκάμηνη βάση ενώ μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαΐου η αύξηση έφτασε το 47%! "Δεν υπάρχει σοβαρή δικαιολογία γι' αυτόν τον πληθωρισμό στις τιμές των ακινήτων", δήλωσε ο διοικητής της καναδικής κεντρικής τράπεζας Στήβεν Πόλοζ και εξήγησε ότι "υπάρχει ένα χάσμα ανάμεσα στο τι μπορούμε να αξηγήσουμε και στο τι πραγματικά συμβαίνει, κάτι που υποδηλώνει ότι εδώ υπάρχει αυξημένο ενδιαφέρον για κερδοσκοπία".



Τέλος, μια ακόμη απόδειξη ότι υπάρχει υψηλός "πληθωρισμός των πλουσίων" είναι η εκρηκτική αύξηση των ισοτιμιών των ψηφιακών νομισμάτων. Το Bitcoin βρέθηκε την περασμένη εβδομάδα στα 2.020 δολλάρια (έχοντας πρωτύτερα πιάσει και τα 2.600!), ενώ πέρυσι τέτοια εποχή έπαιζε στα 230 δολλάρια. Όσο για το καινούργιο Ethereum, το οποίο στις αρχές της χρονιάς ισοδυναμούσε με 8 δολλάρια, εκτινάχτηκε προχτές στα 227, σημειώνοντας μια αύξηση σχεδόν 2.750% στο πεντάμηνο. Φυσικά, η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών δεν χρησιμοποιούν ψηφιακά νομίσματα ενώ ελάχιστοι απ' αυτούς γνωρίζουν πραγματικά περί τίνος μιλάμε. Αυτά αφορούν εκείνους που έχουν πολλά λεφτά και δεν ξέρουν πού και πώς να τα επενδύσουν, ώστε να κερδίσουν ακόμη περισσότερα.


Ας ολοκληρώσουμε, λοιπόν, την απάντησή μας. Η αυξημένη ποσότητα χρήματος που κυκλοφορεί, δημιουργεί πληθωρισμό και, μάλιστα, ιδιαίτερα υψηλό σε πολλές περιπτώσεις. Όμως, πρόκειται για πληθωρισμό ο οποίος εμφανίζεται κατά βάση σε αγαθά και υπηρεσίες που απευθύνονται στις πιο πλούσιες κοινωνικές τάξεις, δηλαδή σ' εκείνους στους οποίους καταλήγει το χρήμα.



Δεν ξέρω αν άφησα κάποια απορία αναπάντητη. Νομίζω, όμως, ότι καλά τα πήγαμε στο πρόχειρο διαγώνισμα, έστω κι αν είναι Δευτέρα. Και έστω κι αν πενθούμε. 
ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου