Όλοι γνωρίζουμε το Νεοζηλανδό πυρηνικό φυσικό Ernest Rutherford, γνωστό ως «πατέρα της Πυρηνικής Φυσικής», που το 1908 τιμήθηκε με το Νόμπελ Χημείας.
Ο Rutherford λοιπόν έχει να μας διηγηθεί μια «απλή» ιστορία αναφορικά με τη δύναμη που πηγάζει από τον άνθρωπο που κατέχει την αλήθεια, τη βαθιά γνώση για ένα θέμα.
Όταν δίδασκε, ως καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Cambridge, του τηλεφώνησε ένας συνάδελφός του προσκαλώντας τον να διαιτητεύσει σε ένα ζήτημα που είχε προκύψει με τη βαθμολόγηση ενός μαθητή του σε ένα τεστ φυσικής.
Ο συνάδελφός του είχε βαθμολογήσει με μηδέν το γραπτό του φοιτητή, ο οποίος με τη σειρά του υποστήριξε ότι θα έπρεπε να βαθμολογηθεί με άριστα. Η όλη κατάσταση είχε πυροδοτήσει μεγάλη ένταση μεταξύ τους και αφού και οι δύο εμμένανε στις θέσεις τους, συμφώνησαν να καλέσουν έναν ουδέτερο διαιτητή, γνώστη του θέματος, και να δεχθούν τη λύση που αυτός θα έδινε. Έτσι έφτασαν στο Rutherford.
Ο Rutherford δέχτηκε να αναλάβει το ρόλο του διαιτητή, καθώς η υπόθεση φαινόταν ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και έτσι πήγε στο ραντεβού που είχαν δώσει για την εξέταση του γραπτού. Η ερώτηση ήταν:
«Δείξτε πώς μπορούμε να βρούμε το ύψος ενός ψηλού κτιρίου χρησιμοποιώντας βαρόμετρο».
Η απάντηση του φοιτητή ήταν:
«Παίρνουμε το βαρόμετρο και το ανεβάζουμε στο υψηλότερο σημείο του κτιρίου. Το δένουμε στην άκρη ενός νήματος, το κατεβάζουμε μέχρι το επίπεδο του δρόμου, μετά το ξανανεβάζουμε και μετράμε το μήκος του νήματος. Το μήκος του νήματος από το δρόμο ως την κορυφή του κτιρίου είναι το ύψος του κτιρίου».
«Ενδιαφέρον» σκέφτηκε ο Rutherford, «μια τόσο απλοϊκή απάντηση αλλά τόσο σωστή και πλήρης. Αυτός που την έγραψε σίγουρα δεν είναι συνηθισμένος φοιτητής».
Η υπόθεση είχε αρχίσει να αποκτά ενδιαφέρον και ως ένας γνήσιος ερευνητής του άγνωστου ενθουσιάστηκε με την προοπτική της λύσης αυτού του μυστηρίου.
Σκέφτηκε λοιπόν και αποφάνθηκε να δοθεί στο φοιτητή μια δεύτερη ευκαιρία υπό όρους. Αυτή τη φορά η απάντηση θα έπρεπε να πιστοποιεί τις γνώσεις του της φυσικής και θα έπρεπε να δοθεί μέσα σε 6 λεπτά. Το πρότεινε και έγινε δεκτό ως λύση και από τον συνάδελφό του και από το φοιτητή, ο οποίος φαινόταν αρκετά αποστασιοποιημένος από την όλη κατάσταση.
Η διαδικασία ξεκίνησε αλλά ο φοιτητής παρότι είχαν περάσει ήδη πέντε λεπτά δεν είχε γράψει ούτε μια λέξη. Ο Rutherford άρχισε να πιστεύει ότι ο φοιτητής δεν ξέρει την απάντηση και τον ρώτησε:
«Η καθυστέρηση σου σημαίνει ότι εγκαταλείπεις την προσπάθεια;».
Ο φοιτητής όμως, παρότι φαινόταν εντελώς αποστασιοποιημένος παίζοντας αφηρημένα με το μολύβι του, απάντησε κάτι που ο Rutherford δεν περίμενε να ακούσει:
«Όχι, απλώς τριγυρίζουν πολλές λύσεις στο μυαλό μου και προσπαθώ να σκεφτώ ποια είναι η καλύτερη».
Ο Rutherford αποσβολωμένος του ζήτησε συγγνώμη για τη διακοπή και τον παρακάλεσε να συνεχίσει.
Το επόμενο λεπτό, η απάντηση είχε γραφεί αβίαστα στην κόλλα των εξετάσεων και έλεγε:
«Παίρνω το βαρόμετρο στην κορυφή του κτιρίου και σκύβω πάνω από το κενό. Αφήνω το βαρόμετρο να πέσει και χρονομετρώ την πτώση του. Στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας τον τύπο x=0.5*a*t^2, υπολογίζω το ύψος του κτιρίου».
Οι εξεταστές διάβασαν την απάντηση. Ήταν άψογη και ως τέτοια δεν μπορούσαν παρά να την βαθμολογήσουν και οι δύο με άριστα.
Όλα είχαν τελειώσει και ο φοιτητής ετοιμαζόταν να αποχωρήσει από την αίθουσα όταν ο Rutherford τον ρώτησε:
«Συγνώμη μήπως μπορείς να μου απαντήσεις σε μια ερώτηση;»
«Φυσικά» απάντησε ο φοιτητής.
«Είπες πριν ότι καθυστερείς να απαντήσεις, γιατί έχεις πολλές πιθανές λύσεις του προβλήματος και προσπαθούσες να διαλέξεις την καλύτερη; Μπορείς σε παρακαλώ, αν θέλεις βέβαια, να που πεις κάποιες από αυτές;»
Ο Rutherford είχε μια ανεξήγητη δίψα να μάθει πως λειτουργεί το μυαλό του παιδιού αυτού, κατά πόσο το χιούμορ που διέθετε ήταν αποτέλεσμα της βαθιάς του κατανόησης για τα φυσικά φαινόμενα ή όχι:
«Να σας πω», απάντησε ο φοιτητής. «Υπάρχουν πολλοί τρόποι να μετρήσεις το ύψος ενός κτιρίου χρησιμοποιώντας ένα βαρόμετρο. Για παράδειγμα, αν λάμπει ο ήλιος, παίρνεις το βαρόμετρο, μετράς το ύψος του, το μήκος της σκιάς του και το μήκος της σκιάς του κτιρίου και με απλή μέθοδο των τριών βρίσκεις το ύψος του κτιρίου». (Είναι περίπου η μέθοδος που λέγεται ότι χρησιμοποίησε ο Θαλής, για να μετρήσει το ύψος της πυραμίδας του Χέοπα, όχι βέβαια με βαρόμετρο, αλλά με ανθρώπινη σκιά).
«Σωστά», είπε ο Rutherford. «Υπάρχουν όμως και άλλες λύσεις;»
«Ναι», είπε ο φοιτητής, «υπάρχει μια στοιχειώδης μέθοδος που θα σας αρέσει. Παίρνουμε το βαρόμετρο κι αρχίζουμε να ανεβαίνουμε τα σκαλιά. Καθώς ανεβαίνουμε, χρησιμοποιούμε το βαρόμετρο σαν υποδεκάμετρο και σημαδεύουμε στον τοίχο κάθε φορά το μήκος του βαρόμετρου. Όταν θα έχουμε φτάσει στην κορυφή, μετράμε τα σημάδια και έχουμε το ύψος σε Χ μήκη βαρομέτρου».
«Πολύ άμεση και αρκετά κουραστική μέθοδος, δύσκολα θα την προτιμήσει κάποιος», σχολίασε ο Rutherford με μια δόση χιούμορ. Είχε αρχίσει να το διασκεδάζει.
Ο φοιτητής έπιασε το λεπτό χιούμορ του Rutherford και συνέχισε το παιχνίδι των απαντήσεων ιδιαίτερα έξυπνα:
«Βεβαίως αν θέλετε μια πιο εξεζητημένη μέθοδο, μπορείτε να δέσετε το βαρόμετρο στην άκρη ενός νήματος, να το βάλετε να ταλαντεύεται σαν εκκρεμές και να μετρήσετε την τιμή του g [επιτάχυνση βαρύτητας] στο επίπεδο του δρόμου και στην κορυφή του κτιρίου. Από τη διαφορά των δύο τιμών του g μπορείτε, θεωρητικά, να υπολογίσετε το ύψος του κτιρίου. Επίσης θα μπορούσατε να πάρετε το βαρόμετρο στο ψηλότερο σημείο του κτιρίου και δεμένο, όπως πριν στην άκρη ενός νήματος, να το χαμηλώσετε μέχρι το επίπεδο του δρόμου και να το βάλετε να ταλαντεύεται σαν εκκρεμές, οπότε μπορείτε να υπολογίσετε το ύψος του κτιρίου από την περίοδο της μετατόπισης».
Ο Rutherford δεν μπορούσε παρά να συμφωνήσει με τις απαντήσεις του φοιτητή και φυσικά να θαυμάσει τη βαθιά κατανόησή του πάνω στο θέμα, αλλά η φωνή του φοιτητή διέκοψε τις σκέψεις του:
«Βεβαίως υπάρχουν και διάφοροι εναλλακτικοί τρόποι να μάθεις το ύψος του κτιρίου με ένα βαρόμετρο. Ίσως ο καλύτερος είναι να πάρεις το βαρόμετρο στο υπόγειο, να χτυπήσεις την πόρτα του επιστάτη και, όταν σου ανοίξει, να του πεις: «Αγαπητέ κύριε, ορίστε ένα καταπληκτικό βαρόμετρο. Θα σας το κάνω δώρο, αν μου πείτε ακριβώς το ύψος αυτού του κτιρίου».
Ένα πηγαίο και ειλικρινές γέλιο του Rutherford έκοψε το παιχνίδι που είχαν ξεκινήσει. Είχε έρθει η ώρα της ειλικρίνειας:
«Αλήθεια» ρώτησε ο Rutherford το φοιτητή «δεν γνωρίζεις τη συμβατική λύση του προβλήματος;»
«Και βέβαια τη γνωρίζω», του απάντησε ο φοιτητής.
«Τότε γιατί όλο αυτό;»
«Απλώς βαρέθηκα στο σχολείο και στο πανεπιστήμιο να μου λένε συνέχεια οι καθηγητές πώς θα πρέπει να σκέφτομαι».
Αυτή η συνάντηση σηματοδότησε την αρχή μιας γόνιμης επαγγελματικής συνεργασίας ανάμεσα στον Rutherford και το φοιτητή.
Και σε όλους εμάς αποδεικνύει περίτρανα ότι ο ανθρώπινος νους δεν έχει «πρέπει» ούτε στεγανά, ότι σημασία έχει να βρούμε τη αλήθεια με τον τρόπο που εμείς την καταλαβαίνουμε. Σκοπός κάθε γνώσης δεν είναι άλλος από το μπορεί να χρησιμοποιηθεί όταν τη χρειαστούμε και συνήθως τότε, σαν να θέλει η μοίρα να μας ειρωνευτεί, είναι που μας λείπει το «χαρτί και το μολύβι» και χρειάζεται να αποδείξουμε την απλή αλήθεια των πραγμάτων. Όμως το σίγουρο είναι ότι όλοι κρύβουμε μέσα μας ένα ανεξάρτητο μυαλό και τη δύναμη που αυτό συνεπάγεται.
Το όνομα του φοιτητή ήταν Niels Bohr, ο Δανός που στη συνέχεια της καριέρας του απέδειξε τις θεωρίες του Rutherford για τα ηλεκτρόνια και έδωσε σημαντική ώθηση στην ανάπτυξη της κβαντικής φυσικής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου