Κυριακή 17 Δεκεμβρίου 2017

Η ΦΩΝΗ - του φώτη μισόπουλου



μονόπραχτο για μυστικό Δείπνο

ΣΕ ΤΡΕΙΣ ΕΙΚΟΝΕΣ


ΑΜΕΔΑΙΟΣ : Κύριε ταχυδρόμε, το δίχως άλλο είναι ένα λάθος ! Το βλέπετε κι εσείς πως είναι ένα λάθος!                                                  
ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΙΟΝΕΣΚΟ
[....ίσως μια ακτή ή παραλία. Θαλασσοπούλια. Ηλιοβασίλεμα. Ένα μεγάλο στενόμακρο τραπέζι με καθίσματα. Υπάρχει κρασί σε ποτήρια και ψωμί μοιρασμένο]

ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ: 
ΕΝΑΣ ΑΝΤΡΑΣ 
ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ
Ο ΙΟΝΕΣΚΟ [φοράει μάσκα-προσωπείο σε όλη τη διάρκεια] 
             
                     ΜΕΡΙΚΑ ΑΚΙΝΗΤΑ ΒΟΥΒΑ ΠΡΟΣΩΠΑ 

ΕΙΚΟΝΑ ΠΡΩΤΗ : Αμεδαίος

Ο ΑΝΤΡΑΣ : .....πάνω κάτω λίγο πριν τα χαράματα ένας γλάρος χάνει ξαφνικά το αόρατο σύννεφο που τον πήγαινε - απομένει να γραφτεί η μνήμη απ' την αρχή, η γραμμή του ορίζοντα υπόκωφη αμυδρή επειδή επιμελείσαι την ένδεια, το ανεξάντλητο τίποτε, - το νέο φεγγάρι ανακρατεί βροχή - τα ρολόγια ερμηνεύουν με ειρωνεία το χρόνο, αναδεύουν στα ψέμματα μιαν ώρα διαφορετική για τον καθένα [μικρή παύση] και μετά δεν ακούγεται τίποτα.....


Η ΓΥΝΑΙΚΑ : ....πατάς τη σκιά σου στον κατήφορο τις ντροπαλές μιμόζες που πουλιότανε πανάκριβα ακόμα, - το πρωί - ανέραστες κι απορριγμένες - τα φώτα των δρόμων αξίζουν περισσότερο.
Ο ΑΝΤΡΑΣ : .....από τι ;;; [παύση]
Η ΓΥΝΑΙΚΑ : ......έτσι      καθώς η ενήλικη θύμηση αποχτά το συνειρμό της - θα προσάπτεις άδικα ελαττώματα στην αγωνία σου   όλα δείχνουν γαλήνη
Ο ΑΝΤΡΑΣ : ....τέλειωσα χωρίς να μαρτυρήσω τις προ-ιστορικές ειλικρίνειες μ' άλλα λόγια επιμένω σε μια λογιστική του χάους σταθμίζω τα τελεσίγραφα απ' τα δικά μου ετερώνυμα που φιλοξένησαν το τυχαίο μιας ποίησης αφού δέχτηκε τα πάντα, - το δικό μου καθημαγμένο άχρονο πρέπει τώρα να συνοψίσω μιαν εποχή ώστε να υπάρξω και την επόμενη μέρα - δε θυμάμαι γιατί ξεχειλίζει ο χρόνος σαν την επιστροφή ενός άσωτου ύπνου που φτάνει γεμάτος προγενέστερες αθανασίες 
Η ΓΥΝΑΙΚΑ : θα συζούμε σε μια στιγμή απώλειας το Αθέατο δεν έχει ανάγκη απ' τον περίπλου της Γης για να μας δείξει τη μαγεία Του - Δεν Υπάρχει είναι Νεκρό
Ο ΑΝΤΡΑΣ : ....ή αν Υπάρχει είναι κρεουργημένο στον Ιερό του Ακρωτηριασμό        επιστρέφω μ' έναν επίλογο, το τέλος κρύβει την ουσία όσων συνέβησαν μέσα στην τιποτένια προτεραίότητα της ανάγκης [παύση]
Η ΓΥΝΑΙΚΑ : .....τι δεν κατάφερα     εκείνη τη νύχτα;;           απλά να μάθω την προφητεία της, - και μόνο αυτό - και πλέον σέρνω μια σύγκρουση που δεν εξηγείται 
Ο ΑΝΤΡΑΣ : ...αυτά τα ίδια μάτια το σώμα που αγκαλιάστηκε απ' τον θεό-ποτάμι ένα πουλί άλαλο που όταν πέρασε με τράνταξε η σιωπή του

Η ΓΥΝΑΙΚΑ : .......αναρωτήθηκα αν πετούν τα πεθαμένα πουλιά, ότι κάποιος ψάχνει έναν μάταιο κόσμο για να ζήσει [μικρή παύση]
Ο ΑΝΤΡΑΣ : μια τύχη κλειδωμένη από μέσα της σαν πόρτα που στοίχειωσε για ν' ανοίξει απρόσμενα
Η ΓΥΝΑΙΚΑ : ....πανέτοιμη [μικρή παύση]
Ο ΑΝΤΡΑΣ : ......-κάποτε στα δειλινά ο ήλιος κατακτούσε και μιαν ασήμαντη λεπτομέρια της ζωής
Η ΓΥΝΑΙΚΑ : ......έστω μια ασήμαντη λεπτομέρεια της ζωής μας     [μεγάλη παύση, σιωπή]

ΕΙΚΟΝΑ ΔΕΥΤΕΡΗ : Όπου ο Αμεδαίος συναντά τον Ιονέσκο

[Ο ΑΝΤΡΑΣ τοποθετεί μια μάσκα, ένα προσωπείο μπροστά στο κοινό - την ώρα της παράστασης, που απεικονίζει ένα άλλο πρόσωπο - υποθετικά, του Αμεδαίου]

ΑΜΕΔΑΙΟΣ : .....πίσω απ' τον μύθο που έμεινε άδειος στεγνός ή άθλιος φαντάζομαι τα δέντρα σαν πρόσχημα της Θείας Κωμωδίας - τα μάτια όσων μίλησαν τελευταία φορά - η δουλειά μου είναι να πληρώνω τα ναυάγια, έπειτα χρεοκοπώ γιατί ζητώ τη θέση   ενός μεσημεριού στην ιχθυόσκαλα ή στη σαπίλα των ψαριών που δεν φυγάδευσαν οι γείτονες
ΙΟΝΕΣΚΟ : ......περασμένες αιθρίες [παύση]
ΑΜΕΔΑΙΟΣ : .....καταχτώ τους ήλιους που κρύβονται 
ΙΟΝΕΣΚΟ : ......ελπίζω να μην ήταν κάτι σοβαρό αυτή η κυνηγημένη σιωπή [μικρή παύση]
ΑΜΕΔΑΙΟΣ : .....τα πουλιά πώς αγρυπνούν πάνω στα φανάρια ;;- βράδια που σκύβουν δίχως έλεος - κάποτε θα με βρεί η ευημερία από μόνη της, θα έχω σκάψει μια μεγάλη απουσία και τα σκυλιά δρασκελίζουν τη λησμονιά χωρίς τον τυφλό
ΙΟΝΕΣΚΟ : ....ευτυχώς μια λιγότερη σκέψη για τα στενά σοκάκια που θολώνουν στη βροχή και δεν υπόσχονται.......
ΑΜΕΔΑΙΟΣ : .....έχεις ξεμακραίνει ή ο πυροβολισμός που με σημάδευε από την άλλη σελίδα γυρίζοντας τις πλάτες ήταν η προδοσία όταν ενδίδεις απολείποντας την αφρόντιστη ησυχία, έτσι μπορούσα ν' ακούσω το σφυγμό μου [μικρή παύση]
ΙΟΝΕΣΚΟ : .....ποιος παραμόνευε στο δάσος δίπλα στ' ανέγγιχτο νερό ή ανάμεσα στα ξέφωτα 


ΑΜΕΔΑΙΟΣ : .....δεν είμαστε πλέον οι πιστοί - κάποιος έγραφε, έγραφε σαν η ζωή του να εξαρτιόταν απ' αυτό και μόνο θα κάνω ό,τι μπορώ με τα γυμνά χέρια και τις μελαγχολικές κόγχες [παύση] - ένα πρωί θα με ζητήσετε στον πονεμένο στεναγμό σας που καταξιώνει το δρόμο μου κι όταν θα επιστρέφω, εγώ ο Αμεδαίος, θα μου κρατάει τρυφερά το χέρι ο γέρος με το φλάουτο [γελάει]
ΙΟΝΕΣΚΟ : ......μεγάλοι έρωτες από το βάθος της ματαιότητας μπορεί και να ζήσουμε την πιο συγκινητική λύτρωση

[ήχοι θάλασσας, παφλασμοί κυμάτων, πετάγματα πουλιών, η σειρήνα ενός καραβιού - άλλοι θόρυβοι συγγενικοί προς το τοπίο] - [σιωπή, λίγο φως]

ΑΜΕΔΑΙΟΣ : .....η ανυπόταχτη φαντασία - θα μοιάζει με τα χαμένα χειρόγραφα - να δείτε θα μάς περιμένουν ακόμα και την τελευταία στιγμή στο Μυστικό Δείπνο, αλλά μόνο τον ένα, ο άλλος πρέπει να βρει την πιο σπουδαία προσδοκία για να περάσει κατευθείαν στον ουρανό....
ΙΟΝΕΣΚΟ : ....ξέρετε, όλα, έρχονται από ένα μακρινό ύστερα ή ένα παραμελημένο σούρουπο, μάς βασανίζουν εκείνα τα φαντάσματα στην Αγία Πετρούπολη καμιά φορά [γελάει με νόημα], ο Δον Ζουάν - ίσως είναι ο τελευταίος μαθητής, καθώς θα βρέχει συλλογισμένα σε μιαν άκρη στην αληθινή μας ζωή [παύση]
ΑΜΕΔΑΙΟΣ : ....τι δουλειά έχει ο γλάρος στα χέρια σας, - βαλσαμωμένος;; - μοιάζει με μάθημα ζωολογίας απ' τα χρόνια που πέρασαν       ανεξιχνίαστα         γεμάτα αποσύνθεση
ΙΟΝΕΣΚΟ : .....ποιος μπορεί να είναι σίγουρος, μια δανεική αυτάρκεια - μήπως τελευταία στιγμή, κάποιος, αποφύγει το διχασμό [γέλιο -λίγο φως]

ΕΙΚΟΝΑ ΤΡΙΤΗ : Μαντλέν

[Η ΓΥΝΑΙΚΑ τοποθετεί μια μάσκα, ένα προσωπείο μπροστά στο κοινό - την ώρα της παράστασης, που απεικονίζει ένα άλλο πρόσωπο - υποθετικά της Μαντλέν // πάνω στο τραπέζι ο ΑΜΕΔΑΙΟΣ, νεκρός, - Η ΦΩΝΗ του αναπαράγεται από μεγάφωνα. Σκηνικό μυστικού Δείπνου. Όλοι καθισμένοι ως κοινοί συνδαιτυμόνες - θεατές και ηθοποιοί]

ΦΩΝΗ : ....τα μανιτάρια ανθίζουν στο σκοτάδι, ωστόσο δεν τα βλέπω γύρω μου
ΜΑΝΤΛΕΝ : .....καληνύχτα
ΦΩΝΗ : ....στάθηκα, τι θέλεις ;;
ΜΑΝΤΛΕΝ : ....υπάρχει η λύση να συναντηθούμε στο ρεματάκι
ΦΩΝΗ : ....πάψε είπα πάψε, πήγαινε σπίτι είναι αργά [παύση]
ΜΑΝΤΛΕΝ : .....ακίνητη      βουλιαγμένη      στο χώμα στη λάσπη ζούμε  απομονωμένοι εδώ και χρόνια - ποιος ήταν δίπλα σου και τι γύρευε από σένα;;


ΦΩΝΗ : ...άκουγα τα βήματά μου και μετά έβλεπα τον ουρανό ανάμεσα στα κλαδιά, έβαζα κάποιο σημάδι ή μάζευα τις πέτρες σε σωρό να περάσουν απ' την άλλη μεριά όσους ερήμωσε η ανωνυμία
ΜΑΝΤΛΕΝ : .....δεν κατάλαβα, ακόμα και η θλίψη φαίνεται σαν υποχρέωση, - θυμάσαι;; - θυμάμαι - σαν να έβλεπα μέσα από χρωματιστό γυαλί τους νυχτοφύλακες       για ποιο λόγο δεν έμαθα σημάδι όπως εσύ;;, αλλά θαύμαζα με τόσο ηλίθιο τρόπο την υστεροφημία μου, - στην άκρη μιας λευκής νύχτας δυστυχώς
ΦΩΝΗ : ......θα φύγω από δω όσο πιο γρήγορα, - θ' αρχίσω να ουρλιάζω ή να κλαίω βιαστικά για να με πλησιάσουν - για να 'ρθείς να κοιμηθείς μαζί μου στο τραπέζι - θα μοιράσεις μαχαιτο-πήρουνα στους ευγενικούς συνδαιτυμόνες - καταμεσήμερο με τρεις μετέωρους σερβιτόρους ντυμένους στα λευκά - les anges sont blancs - 
ΜΑΝΤΛΕΝ : ....βαδίζουμε αργά ήσυχα - στο ρυθμό ενός ανύπαρχτου νοσοκομείου, όπως μια μεγάλη υπόσχεση
ΦΩΝΗ : .....ξέρω, που γελοιοποιείται ξαφνικά, το λες συχνά
ΜΑΝΤΛΕΝ : ....τις μέρες εκείνες ξεκινούσα να μετράω, έκανα την καθιερωμένη καταμέτρηση των υπαρχόντων - είχαν αφαιρέσει τους δείχτες του ρολογιού στην πλατεία του δημαρχείου, -φως φανάρι, - όλα ξανάρχιζαν 


ΦΩΝΗ : [με λαχτάρα].....θα μετρούσαν τις εποχές με τα τρένα, αν υπήρχε η ελάχιστη εντιμότητα
ΜΑΝΤΛΕΝ : .....γιατί κάποτε ξυπνάς στην άκρη του κρεβατιού και δεν είσαι παρά η τελευταία σκιά στο φθινόπωρο ενός άλλου αιώνα [σκοτάδι-ησυχία-αυλαία]


ΑΝΑΦΟΡΑ
ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΙΟΝΕΣΚΟ, ΑΜΕΔΑΙΟΣ ή ΠΏΣ ΝΑ ΤΟ ΞΕΦΟΡΤΩΘΟΥΜΕ, θεατρικό, Δωδώνη, μτφρ. Μαρία Πορτολομαίου, αχρονολ.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου