μονόπραχτο για τον αιματηρό χρόνο
Χάρη
σε ποιες παραξενιές της τύχης κατορθώνουμε να μείνουμε στην Ιστορία;;
ΤΟΜΑΣ
ΚΑΡΛAΙΛ
ΤΑ
ΠΡΟΣΩΠΑ
Α'
ΕΤΕΡΩΝΥΜΟ
Β'
ΕΤΕΡΩΝΥΜΟ
Ο
ΕΠΑΙΤΗΣ
ΤΟ
ΠΑΛΤΟ
ΚΑΠΟΙΟΣ
ΕΝΑΣ
ΑΝΤΡΑΣ
[....ηθοποιοί
και θεατές βαδίζουν σ' ένα τοπίο βραχώδες ή πάνω στην οριζοντιότητα ενός
χωραφιού. Μεσημέρι. Ο ήλιος κάνει αμείλικτες και σκληρές τις σκιές, τα πρόσωπα
τους γίνονται ''επίπεδα'' από το σκουρόχρωμο μακιγιάζ, - τα ΕΤΕΡΩΝΥΜΑ αποτελούν
ΝΥΦΙΚΟ ΖΕΥΓΑΡΙ, ο άντρας μέσα σε άσπρο κοστούμι, με μαύρο πουκάμισο και γραβάτα
επίσης μαύρη, η νύφη στο λευκό νυφικό της με μαύρο βέλο.-
Ο ΕΠΑΙΤΗΣ έχει την
ένδυση που μοιάζει στον ρακένδυτο ανάπηρο πωλητή σπίρτων του Όσκαρ Κοκόσκα -
καφετιές και γήινες αποχρώσεις φθαρμένα ευτελή ρούχα και το ίδιο σκούρο
μακιγιάζ- είναι ακόμα, αξύριστος, μ' ένα παρακμιακό κακοποιημένο καπέλο.- ΤΟ
ΠΑΛΤΟ είναι μαύρο, ο ηθοποιός που το υποδύεται
προσωποποιείται με μαύρη
μάσκα και μαύρο καπέλο.- Ο ΚΑΠΟΙΟΣ, ίσως ν' αφήνει την υπόνοια του ποιητή
κάποιες φορές -έντονο σκούρο μακιγιάζ και γκρίζο κουστούμι με την κομψότητα του
μεσοπολέμου.- Ο ΕΝΑΣ ΑΝΤΡΑΣ είναι επίσης σκουρόχρωμα μαγιγιαρισμένος με έμφαση
στις γραμμές και σκιές των μυών του και με μαγιό αντρικό ολόσωμο της δεκαετίας
του 30, σκεπασμένος από ένα πολύχρωμο απλά ριγμένο πάνω του μπουρνούζι, αρκετά
μακρύ, γυαλιά ηλίου που χειρίζεται κατά βούληση σε όλη τη διάρκεια. Ο ΑΛΛΟΣ
έχει μια κομψότητα δειλή, επίσης προπολεμική - σκούρο μακιγιάζ, καπέλο που το
κρατάει στα χέρια του αμήχανα και γκρι κουστούμι.
Καθώς βαδίζουν, οι ηθοποιοί πετάνε τα ρούχα τους, τα παπούτσια, τα
καπέλα- ο,τι φοράνε γενικά- που μαζεύει Ο ΕΠΑΙΤΗΣ, μέχρι που στο τέλος του
μονόπραχτου μένουν όλοι γυμνοί - συμβολική αναπαράσταση μιας προσπάθειας να έρθουν
σε συνάντηση με το συνειδητό μέρος του ανθρώπου, της ψυχής τους.
[Η
παραπάνω σκηνοθετημένη-σκηνική-ενδυματολογική αντίληψη για τα πρόσωπα και τους
χώρους καθώς και το επινοημένο στιλιζάρισμα του μακιγιάζ ανήκει στη Μερσίνα
Ιωακείμ].
Α'
ΕΤΕΡΩΝΥΜΟ : ......φαίνεται ν' αφικνούνται δάκρυα σ' ένα πεδίο μηχανικής και
ορθολογισμού, προχωρώ στην αρχιτεκτονική της πραγματικότητας που επιβιώνει στο
ημίφως-θα συντελείται η αλλαγή μπροστά στα μάτια μου, θ' ανατριχιάζω στη σκέψη
- κάθε καινούρια απόδειξη απαιτεί προηγουμένως μια μεγάλη αχρειότητα -το φως
του ήλιου που τόσες φορές το είχα χαϊδέψει στα γερασμένα ξύλα, τοποθετεί ξανά
τις ελπίδες μου στην αιωνιότητα - θ' αποδώσει δικαιοσύνη, - σε κάποιον πρέπει να εξομολογηθώ, αν
ετούτη η γραφή είναι τέλεια-, τα λάθη οφείλονται στον συγγραφέα, - σαν το χλωμό
πορτρέτο που μένει χωρίς απόκριση -
Β' ΕΤΕΡΩΝΥΜΟ : ......πιστέψτε μου, ομολογώ το φθόνο για τα ετερώνυμα του ποιητή σ' ένα μουσείο κέρινων ομοιωμάτων - ως ποιητής βιώνει την ποίηση που δεν μπορεί να γράψει, μια οιδιπόδεια άρνηση του προτύπου του- η μουσική στο κείμενο, - η κρυμμένη μουσική -, ανακλά σιγά την άκρα ταπείνωση ή την άκρα εγκατάλειψη, υπάρχουμε στην αιώνια επανάληψη απ' τα ιερά συνοικέσια της θεοφαγίας, συντηρώ την προ-πατoρικότητα ώσπου να σβήσει το αβέβαιο - θα ζήσω πέρα απ' αυτά, τραβώντας τον μεγάλο τους δρόμο, - την ανέλεγκτη σιωπή, ό.τι συνοψίσει ο αιματηρός χρόνος-,
O
EΠΑΙΤΗΣ : ...''σάς παρακαλώ, διηγηθείτε την ιστορία σας, πρέπει να συντάξω ένα
προσωπικό κοιμητήρι αξιών''- ένα συναξάρι για πετυχημένους [μικρή παύση]
ΤΟ
ΠΑΛΤΟ : ....πήρα καινούριο φύλλο χαρτί κι έγραψα ''υπάρχουν πολλοί λόγοι να
περιφρονήσεις την ανθρωπότητα στο ''ULTIMATUM''[1]
- πίσω από τη λάμψη της πυρκαγιάς στο φεγγαρόφωτο καθώς το μαχαίρι θα καρφώνεται στο πλευρό μου:
Αλλά
αυτή είναι μια από τις ιστορίες,- που δεν σάς είπα -και δεν υπάρχει λόγος ν'
ανησυχούμε για τους γείτονες. Τα ξέρουν όλα.Δεν έχουν το μυαλό τους σ' εμάς. Άκου : [παύση]....Δεν ακούγονται
πια....Κι ας είναι τα μοναδικά πτώματα, παραφυλάνε σιωπηλά πίσω απ' τους τοίχους με το μυστήριο στις παλάμες - σαν να
είχαν επιζήσει απ' την χειρότερη εισβολή, - κουνώντας πέρα δώθε το δάχτυλο
στη σκανδάλη.Έπειτα ήταν κι ένας άλλος λόγος που μ' έκανε επιφυλακτικό: Ήθελε, λέει, να συνεχίζω να βλέπω όλη
αυτήν την αθλιότητα. [μεγάλη παύση]-//
ΚΑΠΟΙΟΣ
: ....φορούσα κι εγώ το βαρύ παλτό και το καπέλο στο ίδιο χρώμα, για να
ξορκίζω όσους με θυμόταν πάμφτωχο, διωγμένο απ' το άσυλο - κι η γυναίκα
που ήταν γυμνή από τη μέση και πάνω επαινέθηκε, - στάθηκε στη μέση του
δωματίου για μια μεγάλη αναμνηστική με
τους νεκρούς που είχαν γεννηθεί
σε άλλη πόλη.
ΕΝΑΣ
ΑΝΤΡΑΣ : ''φαίνεστε άρρωστος'', μου είπε, ''όμως δεν είναι παρά μια παλιά
ιστορία'', απάντησα, κι η φωνή έσβηνε λίγο λίγο ή το ρολόι προχωρούσε από απλή
περιέργεια, μόνο που τα χρήματα ήταν λιγοστά, ''ξέρετε, είναι η σωτηρία μας,
ξεκινά μετά από την χειρότερη βλασφημία'' κι άρχισε να κλαίει γοερά αφού έτσι
μαθαίνουμε τι έχει συμβεί τελευταία στιγμή και πρέπει ν' απολογηθούμε για τις
ατέλειες
Ο
ΑΛΛΟΣ : .....λεγόταν κάπως, είχε ένα όνομα απρόφερτο όπως τα βήματά μας καθώς
ξεφεύγουν την αυταπάτη [παύση]
Α'
ΕΤΕΡΩΝΥΜΟ : ......μερικές φορές ο χρόνος είναι συλλαβιστός, κομματιαστός, τα
μάτια κλείνουν όπως ένα εγχειρίδιο αθανασίας ή η πόρτα ενός εγκλήματος όταν
βαδίζεις ολομόναχος και σου δείχνει το πεπρωμένο, χαμηλόφωνα και στα κρυφά
Β' ΕΤΕΡΩΝΥΜΟ :.....οι υπόλοιποι είμαστε το θέατρο σκιών
Ο ΑΛΛΟΣ : ......εμείς- οι υπόλοιποι ζωντανοί -
Α'
ΕΤΕΡΩΝΥΜΟ : .....θυμήσου το
Κινγκς Χεντ [2][μικρή παύση]
ΚΑΠΟΙΟΣ : ...ο δήμιος του βασιλιά Καρόλου , γευμάτισε εκεί μετά το τέλος, -πήρε μια φέτα κρέας, -ύστερα έστριψε τον άδειο δρόμο [3]
ΕΝΑΣ
ΑΝΤΡΑΣ : ....η συμπόνια μάς
κάνει δυστυχισμένους σαν τα παλιά ανυποψίαστα βαγόνια. [μεγάλη παύση]
ΤΟ
ΠΑΛΤΟ : .....Κάποτε οι σωσίες χάνονται- τότε ψάχνεις με το μάτι μια βολική γωνιά να τελειώσεις - συνήθως είναι περασμένα μεσάνυχτα. Και σκέψου: Δεν σε γνωρίζει κανείς η μπουκάλα κυκλοφόρησε από χέρι σε
χέρι, - o τελευταίος αφού ήπιε,
την πέταξε ψηλά - κι οι άχρωμες γυυναίκες είναι πολύ χρήσιμες όπως ένα λάθος
που θέλουμε να γεράσει απαρατήρητο - δεν
σάς τόχα πει- είχα πεθάνει στο μεταξύ,- στην απόσταση ανάμεσα σε μια ελπίδα και τη γόπα ενός
τσιγάρου. ζωντάνευα μόνο για να φέρω το
ποτήρι στο στόμα κι αμέσως ματαβαλλόμουνα και πάλι σε άγαλμα. Το φως ερχόταν όπως λέγαμε- την κατάλληλη
στιγμή: Ή τώρα ή ποτέ
Α'
ΕΤΕΡΩΝΥΜΟ : ...."Κλείσε τα παντζούρια. Μπορεί να μάς δουν", και
μετά η ολοκληρωτική σιωπή. Το τρίξιμο του κρεβατιού
Β'
ΕΤΕΡΩΝΥΜΟ : .....Μου προκαλούσε άγχος. Φοβερό πράγμα η μνήμη μιας γυναίκας
Ο
ΑΛΛΟΣ : ....Doigts de faune [4], οι στίχοι έμοιαζαν ευθείες τυρκουάζ γραμμές
που σε ακολουθούν καθώς κατευθύνεσαι στο Lido [5]
Ο
ΕΠΑΙΤΗΣ : ......ποιές είναι αυτές με τις βραχνές φωνές ή το άγριο γέλιο,
υπάρχει πάντα κάτι μελοδραματικό που ενοχλεί, οι πόλεις τελειώνουν μονομιάς σε
μια καταραμένη μοναχικότητα όπως τα ψέμματα, είν' αρκετές φορές που ο Δίας
επιστρέφει φαουστικός - το έλεος θα γεμίσει τρόμο τούς πάντες. Οι κινήσεις μου μοιάζουν αυτόματες.
Άλλωστε είμαι νεκρός.
ΤΟ
ΠΑΛΤΟ : .....χαμηλόφωνα και κρυφα έχουμε επιζήσει μέχρι σήμερα
ΕΝΑΣ
ΑΝΤΡΑΣ : .....λυπάμαι
που δεν έπαιξα καλά [κοιτάζει μια αμίλητη γυναίκα]- είχα συνέχεια στο μυαλό μου
εσένα.[την δείχνει]
ΚΑΠΟΙΟΣ
: .....τα ετερώνυμα πενθούν....[μεγάλη παύση]
Α'
ΕΤΕΡΩΝΥΜΟ : .....ένα βράδυ πάλι βρεθήκαμε κάτω απ' την κλίμακα του Ιακώβ, όπως
μια ιστορία από την άλλη μεριά της ζωής, μια επίσκεψη από τις πιο αταίριαστες
και αναπάντεχες, - φυσικά χωρίς νόημα, -άναβε το δικό του τσιγάρο, -
Στο
μεταξύ σκεφτόταν. Ο διάλογος πήρε μια παράξενη τροπή:
Παράξενη
και απωθητική.
Β'
ΕΤΕΡΩΝΥΜΟ : ....ο συνομιλητής μου ονειρεύεται πως είναι νεκρός. - Κάθε άλλο.
Γεράματά,
φωνηεντόληκτα, - ο Cesare o niente, με το απαλό κόκκινο χνούδι και
τα δάχτυλα του φαύνου.
Κι
αυτή η αιμορραγία, φωσφορίζουσα, όπως το φόρεμα της Όλγκα[6]-, η κλίμακα όσων έχω υποστεί, κατά
λάθος -,''οι Βοργίες δεν θα μπορούν
να ελέγχουν μ' ένα χέρι τους Γάλλους'', - ''ούτε θ' αλλάξω πορεία
εγώ,- θα προηγείται εκείνη με
το κόσμημα από όστρακα'', έλεγε ο Εβσέι [7], - αλλά μάλλον όχι-, ήταν
αμόρφωτος και είχε βγάλει ένα εισιτήριο χωρίς
επιστροφή για τη δυστυχία των άλλων -
ανάμεσα σε λέξεις κι αναφιλητά
τέλος
ΑΝΑΦΟΡΕΣ
- ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]
Fernando Pessoa, Ultimatum, Αρμός, 2009, μτφρ. Γιάννης Σουλιώτης
[2] Λώρενς Ντάρελ,
Αλεξανδρινό κουαρτέτο, Μεταίχμιο, 2008, μτφρ. Μαριάννα Παπουτσοπούλου
[3]
Λώρενς Ντάρελ, ο.π.
[4]
τα δάχτυλα του φαύνου
[5]
Όσκαρ Ουάιλντ, Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέυ, εφημ. ''Αγορά'', μτφρ. Βασιλική
Κοκκίνου [αχρονολ.]
[6],[7],
Μαξίμ Γκόρκυ, Ο χαφιές, Παραπέντε, αχρονολ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου