Γιώργος Στάμκος*.
Το 2019 είναι μια πολύ κρίσιμη χρονιά για το παρόν και το μέλλον της Ευρώπης. Σημαντικά γεγονότα και αλλαγές αναμένεται να αναταράξουν και να αναδιαμορφώσουν γεωπολιτικά την γηραιά ήπειρο. Το Brexit, ειδικά αν είναι “άτακτο”, καθώς και τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών του Μαΐου 2019, θα είναι δύο καθοριστικά γεγονότα για την πορεία της Ευρώπης. Στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης γεγονότα όπως η πορεία εκτέλεσης του ιταλικού προϋπολογισμού, που επηρεάζει τη σταθερότητα της Ευρωζώνης, η εξέγερση των “κίτρινων γιλέκων” στη Γαλλία, που έβαλε τρικλοποδιά στη μεταρρυθμιστική ορμή του προέδρου Μακρόν, η αποδυνάμωση της καγκελαρίου Μέρκελ (το CDU εξέλεξε ήδη τη νέα αρχηγό του), η αδυναμία συντονισμένης διαχείρισης του προσφυγικού και μεταναστευτικού ζητήματος, η άνοδος εθνολαϊκιστικών καιευρωσκεπτικιστικών δυνάμεων, σε συνδυασμό με την διαφαινόμενη επιβράδυνση της ευρωπαϊκής οικονομίας, δημιουργούν ένα ολισθηρό περιβάλλον αστάθειας κι ένα εντεινόμενο αίσθημα ανασφάλειας στους λαούς της Ευρώπης. Η Ευρώπη, για πρώτη ίσως φορά από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου δείχνει να πλέει σε αχαρτογράφητα ύδατα, όπου παραμονεύει το απροσδόκητο.
Αλλαγές στην ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Τον Οκτώβριο του 2019 θα πρέπει να εκλεγεί νέος πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καθώς επίσης και νέος πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Για τη θέση του δεύτερου θα δοθεί μάχη ανάμεσα στον ευρωπαϊκό νότο, που επιθυμεί ένα νέο κεντρικό τραπεζίτη που θα ασκεί πολιτικές φιλικές προς την ανάπτυξη και στη νομισματική χαλαρότητα, και στον ευρωπαϊκό βορρά που επιδιώκει η Φρανκφούρτη (έδρα της ΕΚΤ) να ακολουθεί περισσότερη νομισματική σταθερότητα και λιγότερα ρίσκα. Αυτές οι διαδικασίες φαίνεται πως θα γίνουν σ’ ένα έντονα διχαστικό περιβάλλον, όπου νέοι συσχετισμοί δυνάμεων θα έχουν διαμορφώσει ένα διαφορετικό πολιτικό τοπίο, δύσκολο για την επίτευξη συναινέσεων και αποτρεπτικό για να περάσουν νέοι νόμοι και μεταρρυθμίσεις σε πανευρωπαϊκά ζητήματα, όπως για παράδειγμα τη δημιουργία κοινού ευρωπαϊκού στρατού, κοινού υπουργού οικονομικών της Ευρωζώνης καθώς και η αναθεώρηση της Συνθήκης Δουβλίνο ΙΙ, που είναι ζωτικής σημασίας για την Ελλάδα. Σε αυτό θα διαφανεί ξεκάθαρα πως, πέρα από τον παραδοσιακό διχασμό της Ε.Ε. σε βορρά και νότο που είναι κοινωνικο-οικονομικός, υφίσταται πλέον κι ένας διχασμός μεταξύ δύσης και ανατολής που είναι έντονα πολιτικός, σήμα κατατεθέν του οποίου αποτελεί η τελείως διαφορετική “πολιτική κουλτούρα” διαχείρισης του μεταναστευτικού προβλήματος και η διαφορετική αντίληψη σχετικά με τις αξίες, πάνω στις οποίες οικοδομήθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τον Οκτώβριο του 2019 θα πρέπει να εκλεγεί νέος πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καθώς επίσης και νέος πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Για τη θέση του δεύτερου θα δοθεί μάχη ανάμεσα στον ευρωπαϊκό νότο, που επιθυμεί ένα νέο κεντρικό τραπεζίτη που θα ασκεί πολιτικές φιλικές προς την ανάπτυξη και στη νομισματική χαλαρότητα, και στον ευρωπαϊκό βορρά που επιδιώκει η Φρανκφούρτη (έδρα της ΕΚΤ) να ακολουθεί περισσότερη νομισματική σταθερότητα και λιγότερα ρίσκα. Αυτές οι διαδικασίες φαίνεται πως θα γίνουν σ’ ένα έντονα διχαστικό περιβάλλον, όπου νέοι συσχετισμοί δυνάμεων θα έχουν διαμορφώσει ένα διαφορετικό πολιτικό τοπίο, δύσκολο για την επίτευξη συναινέσεων και αποτρεπτικό για να περάσουν νέοι νόμοι και μεταρρυθμίσεις σε πανευρωπαϊκά ζητήματα, όπως για παράδειγμα τη δημιουργία κοινού ευρωπαϊκού στρατού, κοινού υπουργού οικονομικών της Ευρωζώνης καθώς και η αναθεώρηση της Συνθήκης Δουβλίνο ΙΙ, που είναι ζωτικής σημασίας για την Ελλάδα. Σε αυτό θα διαφανεί ξεκάθαρα πως, πέρα από τον παραδοσιακό διχασμό της Ε.Ε. σε βορρά και νότο που είναι κοινωνικο-οικονομικός, υφίσταται πλέον κι ένας διχασμός μεταξύ δύσης και ανατολής που είναι έντονα πολιτικός, σήμα κατατεθέν του οποίου αποτελεί η τελείως διαφορετική “πολιτική κουλτούρα” διαχείρισης του μεταναστευτικού προβλήματος και η διαφορετική αντίληψη σχετικά με τις αξίες, πάνω στις οποίες οικοδομήθηκε η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η πρόκληση του Brexit
Καταλύτης σε όλα αυτά θα είναι φυσικά το Brexit, και ο τρόπος με τον οποίο το Ηνωμένο Βασίλειο (Η.Β.) θα εγκαταλείψει την Ένωση στα τέλη Μαρτίου -αν τελικά το εγκαταλείψει. Ένα άτακτο Brexit θα δημιουργούσε χαοτικές καταστάσεις στο Η.Β. ενώ θα αποσταθεροποιούσε την Ε.Ε. και πιθανόν θα επιβράδυνε ακόμη περισσότερο την οικονομία της. Ένα συντεταγμένο και αμοιβαία αποδεκτό Brexit, μπορεί να περιόριζε τις αρνητικές επιπτώσεις και στα δύο μέρη, αλλά δε θα έπαυε να θεωρείται ακρωτηριασμός της Ε.Ε. κι ένα αρνητικό προηγούμενο, που δε θα απέτρεπε σε κάποια άλλη δυσαρεστημένη ευρωπαϊκή χώρα να μπει στον πειρασμό να ακολουθήσει. Η Μεγάλη Βρετανία, μετατρεπόμενη ξανά σε νησί στη βορειοδυτική άκρη της Ευρώπης, θα έβλεπε την οικονομία της να καθηλώνεται και το γεωπολιτικό της ρόλο να περιορίζεται. Σε κάθε περίπτωση, μετά το Brexit, τίποτε στην Ευρώπη δε θα είναι ξανά το ίδιο.
Καταλύτης σε όλα αυτά θα είναι φυσικά το Brexit, και ο τρόπος με τον οποίο το Ηνωμένο Βασίλειο (Η.Β.) θα εγκαταλείψει την Ένωση στα τέλη Μαρτίου -αν τελικά το εγκαταλείψει. Ένα άτακτο Brexit θα δημιουργούσε χαοτικές καταστάσεις στο Η.Β. ενώ θα αποσταθεροποιούσε την Ε.Ε. και πιθανόν θα επιβράδυνε ακόμη περισσότερο την οικονομία της. Ένα συντεταγμένο και αμοιβαία αποδεκτό Brexit, μπορεί να περιόριζε τις αρνητικές επιπτώσεις και στα δύο μέρη, αλλά δε θα έπαυε να θεωρείται ακρωτηριασμός της Ε.Ε. κι ένα αρνητικό προηγούμενο, που δε θα απέτρεπε σε κάποια άλλη δυσαρεστημένη ευρωπαϊκή χώρα να μπει στον πειρασμό να ακολουθήσει. Η Μεγάλη Βρετανία, μετατρεπόμενη ξανά σε νησί στη βορειοδυτική άκρη της Ευρώπης, θα έβλεπε την οικονομία της να καθηλώνεται και το γεωπολιτικό της ρόλο να περιορίζεται. Σε κάθε περίπτωση, μετά το Brexit, τίποτε στην Ευρώπη δε θα είναι ξανά το ίδιο.
O ευρωσκεπτικισμός του Τραμπ
Σε αυτά θα πρέπει να προστεθεί και ο ευρωσκεπτικισμός του αλλοπρόσαλλου Αμερικανού προέδρου Τραμπ, που κάθε άλλο παρά φιλικός είναι με την ύπαρξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την οποία βλέπει περισσότερο ως οικονομικό ανταγωνιστή και αντίπαλο, παρά ως φίλο και σύμμαχο. Η απειλή εκ μέρους των ΗΠΑ ενός εμπορικού πολέμου, που θα στοχεύει όχι μόνον στην ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία αλλά και σταεμπορικά πλεονάσματα της Ευρώπης, ίσως οδηγήσει την Ε.Ε., όχι τόσο σε αντίποινα, αλλά στο να ομαλοποιήσει τις σχέσεις της με τη Ρωσία και να διευρύνει την οικονομική της συνεργασία με την Κίνα καθώς και στην ενίσχυση πολυμερών σχημάτων οικονομικής συνεργασίας.
Σε αυτά θα πρέπει να προστεθεί και ο ευρωσκεπτικισμός του αλλοπρόσαλλου Αμερικανού προέδρου Τραμπ, που κάθε άλλο παρά φιλικός είναι με την ύπαρξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την οποία βλέπει περισσότερο ως οικονομικό ανταγωνιστή και αντίπαλο, παρά ως φίλο και σύμμαχο. Η απειλή εκ μέρους των ΗΠΑ ενός εμπορικού πολέμου, που θα στοχεύει όχι μόνον στην ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία αλλά και σταεμπορικά πλεονάσματα της Ευρώπης, ίσως οδηγήσει την Ε.Ε., όχι τόσο σε αντίποινα, αλλά στο να ομαλοποιήσει τις σχέσεις της με τη Ρωσία και να διευρύνει την οικονομική της συνεργασία με την Κίνα καθώς και στην ενίσχυση πολυμερών σχημάτων οικονομικής συνεργασίας.
Ευρώπη, Ρωσία, Ουκρανία
Η ομαλοποίηση των σχέσεων της Ε.Ε. με τη Ρωσία περνάει καταρχάς μέσα από τη τήρηση της Συμφωνίας για τους Πυραύλους Ενδιάμεσου Βεληνεκούς (INF), που καταστρατηγείται στην ανατολική Ευρώπη τόσο από την Ουάσιγκτον όσο κι από τη Μόσχα. Οι Αμερικανοί κατασκευάζουν νέα μεγάλη στρατιωτική βάση στην Πολωνία και οι Ρώσοι στη Λευκορωσία, σχεδόν η μία απέναντι της άλλης. Το τελευταίο που θα ήθελε να δει η Ευρώπη θα ήταν να γίνει πεδίο ενός νέου πυρηνικού ανταγωνισμού μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας.
Η ομαλοποίηση των Ευρω-ρωσικών σχέσεων περνάει φυσικά και μέσα από το Ουκρανικό ζήτημα. Οι Βρυξέλλες τάσσονται αναφανδόν υπέρ της εδαφικής ακεραιότητας και της ευρωπαϊκής πορείας της Ουκρανίας, ενώ η Μόσχα, εκτός από την προσάρτηση της Κριμαίας, επιθυμεί στη διάσπαση και στην ουδετεροποίηση μιας χώρας την οποία, θεωρεί, το λιγότερο “δυσλειτουργική”. Η Ρωσία εγκατέστησε ήδη πυραύλους S-400 στην Κριμαία και κατασκευάζει τον Turkstream, αποδεικνύοντας πως, εκτός από κυρίαρχη δύναμη στη Μαύρη Θάλασσα, μπορεί να επηρεάσει και τις ευρωπαϊκές ισορροπίες και εξελίξεις μέσω της “ενεργειακής διπλωματίας” της και όχι μόνον. Αποτελεί κοινό μυστικό άλλωστε πως η Μόσχα πριμοδοτεί πολιτικά την άνοδο ευρωσκεπτικιστικών και εθνικιστικών δυνάμεων, αλλά και πολιτικών όπως ο Όρμπαν και ο Σαλβίνι, στο εσωτερικό της Ε.Ε. ώστε να την αποδυναμώσει με την αύξηση των φυγόκεντρων τάσεων.
Η ομαλοποίηση των σχέσεων της Ε.Ε. με τη Ρωσία περνάει καταρχάς μέσα από τη τήρηση της Συμφωνίας για τους Πυραύλους Ενδιάμεσου Βεληνεκούς (INF), που καταστρατηγείται στην ανατολική Ευρώπη τόσο από την Ουάσιγκτον όσο κι από τη Μόσχα. Οι Αμερικανοί κατασκευάζουν νέα μεγάλη στρατιωτική βάση στην Πολωνία και οι Ρώσοι στη Λευκορωσία, σχεδόν η μία απέναντι της άλλης. Το τελευταίο που θα ήθελε να δει η Ευρώπη θα ήταν να γίνει πεδίο ενός νέου πυρηνικού ανταγωνισμού μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας.
Η ομαλοποίηση των Ευρω-ρωσικών σχέσεων περνάει φυσικά και μέσα από το Ουκρανικό ζήτημα. Οι Βρυξέλλες τάσσονται αναφανδόν υπέρ της εδαφικής ακεραιότητας και της ευρωπαϊκής πορείας της Ουκρανίας, ενώ η Μόσχα, εκτός από την προσάρτηση της Κριμαίας, επιθυμεί στη διάσπαση και στην ουδετεροποίηση μιας χώρας την οποία, θεωρεί, το λιγότερο “δυσλειτουργική”. Η Ρωσία εγκατέστησε ήδη πυραύλους S-400 στην Κριμαία και κατασκευάζει τον Turkstream, αποδεικνύοντας πως, εκτός από κυρίαρχη δύναμη στη Μαύρη Θάλασσα, μπορεί να επηρεάσει και τις ευρωπαϊκές ισορροπίες και εξελίξεις μέσω της “ενεργειακής διπλωματίας” της και όχι μόνον. Αποτελεί κοινό μυστικό άλλωστε πως η Μόσχα πριμοδοτεί πολιτικά την άνοδο ευρωσκεπτικιστικών και εθνικιστικών δυνάμεων, αλλά και πολιτικών όπως ο Όρμπαν και ο Σαλβίνι, στο εσωτερικό της Ε.Ε. ώστε να την αποδυναμώσει με την αύξηση των φυγόκεντρων τάσεων.
Νέο “σημείο ισορροπίας” στις Ευρω-ρωσικές σχέσεις;
Στα δυτικά Βαλκάνια η Μόσχα επιδιώκει επίσης χώρες, όπως η Σερβία, η Βοσνία και η Βόρεια Μακεδονία, να παραμείνουν εκτός ΝΑΤΟ, και προσπαθεί να τις δελεάσει ή να δημιουργήσει προσκόμματα ώστε να καθυστερήσει όσο γίνεται την ευρω-ατλαντική τους ενσωμάτωση. Γι’ αυτό και αντιτίθεται ανοικτά κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών αλλά και της προσπάθειας προσέγγισης της Σερβίας με το Κόσοβο, επιδιώκοντας αυτά τα ζητήματα να παραμένουν ανοικτά, ως μόνιμη πηγή αποσταθεροποίησης στο “μαλακό υπογάστριο” της Ευρώπης.
Μέσα σε αυτό το περίπλοκο περιβάλλον είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρεθεί ένα “σημείο ισορροπίας” στις Ευρω-ρωσικές σχέσεις, ωστόσο όμως η Ε.Ε. είναι αναγκασμένη να το επιδιώξει. Το ίδιο είναι από την πλευρά του αναγκασμένο να κάνει και το Κρεμλίνο καθώς η ευρωπαϊκή αγορά είναι ζωτικής σημασίας για τα ρωσικά ενεργειακά προϊόντα και κατ’ επέκταση για την οικονομική ανάπτυξη της Ρωσίας, που αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα στο εσωτερικό της που απαιτούν πολλές και επώδυνες μεταρρυθμίσεις (π.χ. στο συνταξιοδοτικό, αλλά και μια σειρά νέων φόρων), οι οποίες και θα αποδυναμώσουν σημαντικά τη δημοφιλία του Πούτιν.
Στα δυτικά Βαλκάνια η Μόσχα επιδιώκει επίσης χώρες, όπως η Σερβία, η Βοσνία και η Βόρεια Μακεδονία, να παραμείνουν εκτός ΝΑΤΟ, και προσπαθεί να τις δελεάσει ή να δημιουργήσει προσκόμματα ώστε να καθυστερήσει όσο γίνεται την ευρω-ατλαντική τους ενσωμάτωση. Γι’ αυτό και αντιτίθεται ανοικτά κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών αλλά και της προσπάθειας προσέγγισης της Σερβίας με το Κόσοβο, επιδιώκοντας αυτά τα ζητήματα να παραμένουν ανοικτά, ως μόνιμη πηγή αποσταθεροποίησης στο “μαλακό υπογάστριο” της Ευρώπης.
Μέσα σε αυτό το περίπλοκο περιβάλλον είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρεθεί ένα “σημείο ισορροπίας” στις Ευρω-ρωσικές σχέσεις, ωστόσο όμως η Ε.Ε. είναι αναγκασμένη να το επιδιώξει. Το ίδιο είναι από την πλευρά του αναγκασμένο να κάνει και το Κρεμλίνο καθώς η ευρωπαϊκή αγορά είναι ζωτικής σημασίας για τα ρωσικά ενεργειακά προϊόντα και κατ’ επέκταση για την οικονομική ανάπτυξη της Ρωσίας, που αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα στο εσωτερικό της που απαιτούν πολλές και επώδυνες μεταρρυθμίσεις (π.χ. στο συνταξιοδοτικό, αλλά και μια σειρά νέων φόρων), οι οποίες και θα αποδυναμώσουν σημαντικά τη δημοφιλία του Πούτιν.
Συμπέρασμα
Εν κατακλείδι το 2019 είναι μια δύσκολη χρονιά για την Ευρώπη, γεμάτη πολιτικές αλλαγές, κρίσιμα γεγονότα, διαμάχες και διπλωματικές συγκρούσεις, που ενδέχεται να απειλήσουν με εκτροχιασμό το τρένο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Αν τελικά καταφέρει να ξεπεράσει επιτυχώς το σκόπελο αυτής της κρίσιμης χρονιάς η Ευρώπη, από το 2020 και μετά, θα είναι πιο ισορροπημένη και θα μπορεί να ατενίζει το μέλλον της με μεγαλύτερη αισιοδοξία. Διαφορετικά θα εισέλθει σε μια αχαρτογράφητη ζώνη όπου όλα μπορούν να συμβούν.
Εν κατακλείδι το 2019 είναι μια δύσκολη χρονιά για την Ευρώπη, γεμάτη πολιτικές αλλαγές, κρίσιμα γεγονότα, διαμάχες και διπλωματικές συγκρούσεις, που ενδέχεται να απειλήσουν με εκτροχιασμό το τρένο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Αν τελικά καταφέρει να ξεπεράσει επιτυχώς το σκόπελο αυτής της κρίσιμης χρονιάς η Ευρώπη, από το 2020 και μετά, θα είναι πιο ισορροπημένη και θα μπορεί να ατενίζει το μέλλον της με μεγαλύτερη αισιοδοξία. Διαφορετικά θα εισέλθει σε μια αχαρτογράφητη ζώνη όπου όλα μπορούν να συμβούν.
*Ο Γιώργος Στάμκος (stamkos@post.com) είναι Συγγραφέας και Δημοσιογράφος, ειδικός σε θέματα Βαλκανίων και Γεωπολιτικής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου