Σε εννέα μήνες 'χάθηκαν' και οι τρεις
αδελφοί. Πρώτα ο Κώστας, μετά ο Παύλος και έπειτα ο Θανάσης. Ένα χρόνο
νωρίτερα, ωστόσο είχε 'φύγει' η αδελφή τους, Βασιλική. Ήταν τόσο δεμένοι που
και οι ίδιοι έλεγαν πως όταν πεθάνει ο πρώτος, θα ακολουθήσουν οι άλλοι. Είχαν
μάθει μαζί τη ζωή. Μαζί πορεύτηκαν από την αρχή έως το τέλος, ίσως γιατί δεν
ήξεραν πώς να ζήσουν ο ένας χωρίς τον άλλον. Και τώρα που ο Θανάσης πήγε κοντά
τους (στα 88), είναι πάλι όλοι μαζί.
Η είδηση έγινε γνωστή μέσω της
ανακοίνωσης Τύπου του "Υγεία" όπου νοσηλευόταν ο αποθανών.
Σήμερα
Τρίτη 19 Μαρτίου 2019 κατέληξε στο ΥΓΕΙΑ ο Αθανάσιος Γιαννακόπουλος μετά από
μακρά νοσηλεία στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας. Είχε υποστεί βαρύ θρομβωτικό
αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο από το οποίο, παρά την έγκαιρη και επιτυχή
θρομβεκτομή, δεν μπόρεσε να συνέλθει
"Το δουλευτή σου πρόσεχε και ψυχικά μη κάνεις"
Όταν πέθανε ο πατέρας τους, Δημήτρης ο μεγαλύτερος γιος,
Παύλος ήταν εκείνος που αναγκάστηκε να ωριμάσει απότομα, να αναλάβει τα
μικρότερα αδέλφια του, το φαρμακείο και τον εαυτό του. Ήταν ο Σπαρτιάτης. Ο
Θανάσης είχε την πολυτέλεια να ζήσει τα συναισθήματα του. Είχε το χρόνο να τα
διαχειριστεί. Έγινε πιο συναισθηματικός. Όρισε δυο φράσεις ως αυτές που θα ακολουθούσε
απαρεγκλίτως στη ζωή του.
Όπως συνήθιζε να επαναλαμβάνει στους ανθρώπους που ήταν
κοντά του “πάντα στη ζωή μου με καθοδηγεί η συμβουλή της
μητέρας μου 'το δουλευτή σου πρόσεχε και ψυχικά μην κάνεις'. Μαζί
με τα αδέλφια του, κράτησαν στη ψυχή τους και το “αν δεις στο δρόμο σου
μυρμήγκι, μη το πατήσεις, γιατί κάποτε μπορεί να το χρειαστείς” του πατέρα
τους.
Ο πατέρας τους, τους έμαθε πως αν δουλέψουν σκληρά, μόνο
χαμένοι δεν θα βγουν. Όταν ήταν παιδιά αυτό μεταφραζόταν στο να είναι άριστοι
μαθητές. Αν ήταν, τους έδινε χαρτζιλίκι. “Εγώ το έδινα για καραμέλα
“Τσάρλεστον”, ένα κουλούρι και αυτά που έμεναν, τα κρατούσα για να δω τον
Παναθηναϊκό” με τον οποίον έμπλεξαν όλοι, από το 1974. Τα χρόνια που εξέλισσαν
την ομάδα μπάσκετ σε αυτοκρατορία, όλα τα αδέλφια είχαν μερτικό στην επιτυχία,
αφού όλα έδιναν χρήματα που 'έβγαζαν' από τη ΒΙΑΝΕΞ.
Παρεμπιπτόντως, στη ΒΙΑΝΕΞ η σημαία πνέει μεσίστια, από
την ημέρα που 'έφυγε' ο Παύλος, με απόφαση του Θανάση
Με ατελείωτες ώρες δουλειάς, το φαρμακείο όχι μόνο
επιβίωσε, αλλά τους επέτρεψε να διεκδικήσουν την είσοδο στις αντιπροσωπείες και
μετά στη φαρμακοβιομηχανία. Το πρώτο βραβείο ποιότητας προϊόντων, από το
ιατρικό και βιομηχανικό επιμελητήριο της Αθήνας, ήταν πάντα σε περίοπτη θέση.
Τους είχε στοιχίσει τόσο η αδυναμία να πάρουν τον
ποδοσφαιρικό Παναθηναϊκό, που το μνημόνευαν ως γεγονός (είχαν πει πως έπεσαν
θύμα του τότε προέδρου, Απόστολου Νικολαΐδη), ακόμα και τις χρυσές εποχές. Δεν
σταμάτησαν ποτέ να προσφέρουν, όπως μπορούσαν και όσο τους επέτρεπαν και στην
ασπρόμαυρη μπάλα. Φυσικά, τα ποσά εκείνα δεν μπαίνουν καν σε καθεστώς σύγκρισης
με αυτά που έδωσαν για το μπάσκετ.
Στην οικογένεια πάντα υπήρχε ιεραρχία. Ο καθένας έκανε τις
κινήσεις του, στον τομέα του (ο Παύλος είχε τη γενική επίβλεψη, ο Θανάσης τα
οικονομικά και ο Κώστας τα εργοστάσια), όταν ωστόσο ερχόταν η ώρα για μια
απόφαση, έκαναν οικογενειακό συμβούλιο. Παρουσία και της αδελφής τους.
Η Βασιλική ήταν και η λευκή σημαία για όλους τους. Όπως
είχε πει ο επίσης αείμνηστος, Τάσος Στεφάνου, η 'ραχοκοκαλιά' του μπασκετικού
τμήματος, επιστήθιος φίλος των αδελφών επί δεκαετίες που 'έφυγε' το Δεκέμβρη
του 2018 “τους έβλεπες να τσακώνονται όλη μέρα, με τρόπο που θα έλεγες ότι δεν
πρόκειται να ξαναμιλήσουν ποτέ και το βράδυ έτρωγαν όλοι μαζί στην αδελφή
τους”.
Στις οικογενειακές αποφάσεις άνηκαν ζητήματα που αφορούσαν
την επιχείρηση, αλλά και τον Παναθηναϊκό. Και ο Παύλος είχε τον τελευταίο λόγο.
Ως προς τα media έχει γραφτεί και στο παρελθόν πως είχαν μια ιδιότυπη τακτική.
Ο ένας έλεγε 'μαύρο', ο άλλος 'άσπρο', οι ρεπόρτερ έγραφαν άλλα αντ' άλλων και
εκείνοι έκαναν τη δουλειά που ήθελαν ευθύς εξ αρχής.
Στην περίπτωση του Γιάννη Ιωαννίδη, φέρεται να ήταν ο
Θανάσης αυτός που τον είχε προσεγγίσει, που δούλευε για αυτήν τη 'μετακόμιση',
η οποία δεν έγινε ποτέ. Είχε πει χρόνια μετά ότι “έκανα τα πάντα να πείσω τον
αδελφό μου να κάνουμε τα πάντα για να πάρουμε τον τίτλο” τα χρόνια που έβλεπαν
άλλους να σηκώνουν τις κούπες. Είχε καταλήξει στο “λυπάμαι, αλλά δεν τον
έπεισα. Και του πρέπει ένα 'μπράβο', γιατί όποτε πάνω στην πίκρα μου προσπάθησα
να ξεστρατίσω, εκείνος πάντα μου θύμιζε το σωστό δρόμο” και ο αγώνας
συνεχιζόταν, γιατί αυτό είχαν μάθει: να μη σταματούν να προσπαθούν έως την
επιτυχία. “Είμαστε από την Σπάρτη κι έχουμε μάθει στη ζωή μας να παλεύουμε”
έλεγε.
Συναισθηματικός γαρ, ένιωθε και τους παίκτες ως μέλη της
οικογενείας. Ήταν εκείνος που κρατούσε μισθωμένο το διαμέρισμα και το
αυτοκίνητο του Βασίλη Σπανούλη, για τον καιρό που είχε πάει στο ΝΒΑ. Ήξερε πως
θέλει να γυρίσει ο παίκτης και αρνείτο να 'δώσει' ό,τι ήταν δικό του. Αγάπη
είχε και για τον Βράνκοβιτς, για τον οποίον είχε πει στην εφημερίδα “Φως” το
1997 πως “έχει δεθεί μαζί μας και τρέφει αγάπη, εκτίμηση και σεβασμό σε εμένα
και τον αδελφό μου”.
Στην ίδια συνέντευξη τον είχαν ρωτήσει αν τα παιδιά της
οικογενείας (ο Δημήτρης του Παύλου και η Κατερίνα του, αλλά και οι γιοι της
Βασιλικής) αντιδρούσαν με τη λατρεία και την προσήλωση στον Παναθηναϊκό -τότε-,
ήταν ξεκάθαρος: “Όχι μόνο δεν αντιδρούν, αλλά δεν εκφέρουν και άποψη. Πιστεύω
ότι στην Ελλάδα η πρώτη γενιά φτιάχνει, η δεύτερη μισοχαλάει και η τρίτη
καταστρέφει. Βέβαια, υπάρχουν και οι εξαιρέσεις. Γενικά, δεν είναι δυνατόν να
'χουν τα παιδιά μας λόγο στα χρήματα που βγάλαμε με το δικό μας κόπο”.
Είχε ξεκαθαρίσει πως εν αντιθέσει με όσα γράφονταν, για
πακτωλούς χρημάτων “επειδή ξεκινήσαμε από χαμηλά, έχουμε μάθει στη ζωή μας να
είμαστε συντηρητικοί. Δεν έχουμε ακριβά χόμπι, δεν διάγουμε μεγάλη ζωή και
είμαστε μια πολύ σφικτά δεμένη οικογένεια. Το μόνο χόμπι είναι ο
Παναθηναϊκός”.
Είχε αποκαλύψει πως ο Παύλος είχε κλείσει τον Σαμπόνις,
για δυο χρόνια επί Πολίτη “αλλά τον χάσαμε για λόγους που δεν θέλω να πω”.
Αναγνώριζε στον Ντόμινικ Ουίλκινς τη συμβολή του στην κατάκτηση του Ευρωπαϊκού,
δίχως να τον ψέγει για την αποχώρηση του πριν τον πέμπτο τελικό του ΣΕΦ.
Μολονότι είχαν μια από τις πιο επιτυχημένες επιχειρήσεις
της χώρας -ου μην της Ευρώπης- δεν έκαναν ποτέ ακρότητες. Η μόνη τρέλα τους
-πλην του Παναθηναϊκού- ήταν τα αυτοκίνητα. Συνήθιζε να περνά τους χειμώνες στο
σπίτι στο Κεφαλάρι (έμεναν όλοι κοντά) και τα καλοκαίρια στη Βουλιαγμένη. Τις
διακοπές του τις περνούσε με τη σύζυγο και την κόρη του, όπου ένιωθε άνετα, για
χρόνια. Μετά την Κυλλήνη, τελευταία είχε βρει την ηρεμία του στο Νυδρί της
Λευκάδας. Πάντα ήταν πρόσχαρος με όσους τον πλησίαζαν. Ουδείς συνειδητοποιούσε
αμέσως πως ήταν ο Θανάσης Γιαννακόπουλος, μέσα στην απλότητα και το ευπροσήγορο
του.
Ο άνθρωπος που 'χε δεκαετίες δίπλα του ο Θανάσης, ο Κώστας
Χουλιάρας υποτίθεται πως ήταν ο οδηγός του. Μόνο που ο Θανάσης οδηγούσε μόνος,
πάντα. Ο κ. Χουλιάρας είχε προσδιοριστεί και ως σωματοφύλακας. Μόνο που δεν
υπήρχε κάποιος να πειράξει τον Θανάση. Τουναντίον, υπήρχαν καθημερινά κάποιοι
που ήθελαν να του σφίξουν το χέρι. Φίλαθλοι του Παναθηναϊκού και μη. “Δεν
φοβηθήκαμε ποτέ” είχε πει “γιατί μια ζωή προσπαθούμε να κάνουμε μόνο φίλους.
Μπράβους έχουν εκείνοι που τους έχουν ανάγκη. Εμείς δεν τους έχουμε”.
Η πιο σωστή λέξη για να περιγραφεί η σχέση του Θανάση με
τον κ. Χουλιάρα, είναι 'οικογένεια'. Ο συνοδός του, πρώην αστυνομικός, ήταν
εκείνος που τον είχε σώσει στο Ζάγκρεμπ, το 2000, όταν έπαθε ισχαιμικό σοκ σε
ματς με την Τσιμπόνα, πριν το Ευρωπαϊκό της Θεσσαλονίκης. Από τότε οι γιατροί
του 'χαν πει να προσέχει περισσότερο τον εαυτό του και να αποφεύγει το έντονο
στρες. Το αυτό του έλεγε και η μονάκριβη κόρη του, Κατερίνα. Εκείνος ψέλιζε “τα
'χω δώσει όλα για τον Παναθηναϊκό. Η κόρη μου, μου λέει πως θέλει να περνάμε
πια περισσότερο χρόνο. Το αξίζει. Αλλά τι να κάνω;”. Πάντα είχε το άγχος της
Κατερίνας και του πότε θα αποκατασταθεί. Αυτό έγινε πριν λίγα χρόνια, με τον
Θανάση να προλαβαίνει να δει και εγγονάκι: τη μικρή Ιωάννα που πήρε το όνομα
της γυναίκας του.
Τα ξεσπάσματα του, του έδωσαν το προσωνύμιο 'τυφώνας'. Τα
πιο γνωστά ήταν τα σπριντ από το χώρο των VIP στον πάγκο της ομάδας, όταν κάτι
πήγαινε πολύ λάθος -πριν τοποθετηθούν οι πολυθρόνες στις γραμμές του
αγωνιστικού χώρου.
Είναι γνωστές οι ιστορίες για το γαλαντόμο του χαρακτήρα
του. Το δεδομένο ωστόσο, είναι πως δεν πετούσε άσκοπα λεφτά. Ναι, τα
φιλοδωρήματα ήταν μισθοί, αλλά στις επαγγελματικές του συμφωνίες ήταν
προσεκτικός και οξυδερκής (όλοι του αναγνώριζαν πως προηγείτο της εποχής του).
Φαινόταν αυθόρμητος, αλλά δεν ήταν όσο θα ήθελε να δείχνει. Όσο αποκάλυπταν
κάποιες γκάφες του.
Οι γραβάτες του άφησαν ιστορία. Σε μια από τις
συνεντεύξεις Τύπου του Παναθηναϊκού, τον είχα ρωτήσει πώς ακριβώς κάνει την
επιλογή -από καθαρή περιέργεια. Μου έδειξε το brand της γραβάτας. Ήταν οίκου.
Τον ρώτησα πώς μπορεί και επιλέγει πάντα, την πιο φανταχτερή από μια σειρά με
γραβάτες. Γέλασε και μου είπε ότι απλά, αυτές του άρεσαν. Σε σχόλιο για ένα
εκπληκτικό καμηλό παλτό που είχε, μου είπε “ζεστό να είναι και όλα καλά”.
Χαρακτηριστικές στιγμές με τα αδέλφια του
Ο Παναθηναϊκός έπαιζε σε τουρνουά στη Ρόδο, όταν ο Παύλος
και ο Θανάσης πήραν ταξί, για να πάνε από το ξενοδοχείο στο γήπεδο. Το κόμιστρο
ήταν 4 ευρώ. Ο Παύλος έβγαλε νόμισμα των 50 ευρώ, το έδωσε στον οδηγό και του
ευχήθηκε καλή συνέχεια. Πριν κατέβει ο Θανάσης, του έδωσε νόμισμα 100 ευρώ (το
συνόδευσε με το “πάρε κι αυτό από μένα”) και πήγε να συναντήσει τον αδελφό του.
Στις εκλογές του Ερασιτέχνη Παναθηναϊκού, στις οποίες ο
Θανάσης ήταν ο μόνος υποψήφιος, είχε υπολογίσει πως θα πάρει 316 ψήφους. Στην
καταμέτρηση βγήκαν 315. Ξεσήκωσε τον κόσμο για να βρει ποιος δεν τον είχε
ψηφίσει, ώσπου κάποια στιγμή ακούστηκε ο Κώστας να λέει “εγώ δεν σε ψήφισα”,
πριν σκάσει στα γέλια. Βλέπεις, είχε πάει στις εκλογές με μοναδικό στόχο να μην
τον ψηφίσει, για να του κάνει πλάκα.
Πλάκες έκανε και ο Θανάσης και κυρίως με όσους περνούσε
τις ώρες που προηγούνταν του όποιου τζάμπολ στο ΟΑΚΑ, στην καφετέρια κάτω από
το χώρο των VIP. Η παρέα ήταν πάντα μεγάλη και εκείνος φρόντιζε πάντα να τους
περιποιηθεί όλους (εντός και εκτός εισαγωγικών).
Ένα άλλο στιγμιότυπο της διάθεσης με την οποία
αντιμετώπιζε τα πράγματα, αφορά τον Παναγιώτη Κολλημένο, γνωστό φαν του
Παναθηναϊκού που έχει κάνει tattoo τον Θανάση, καθώς όπως είχε πει τον θεωρεί
πατέρα του. Σε μια από τις φορές που ζήτησε ενίσχυση, του είπε “ο πατέρας μου
είναι άρρωστος”. Άνθρωπος του Παναθηναϊκού τον προκάλεσε να το αποδείξει. Ο
αστικός μύθος θέλει τον Κολλημένο να πήγε στον Άγιο Σάββα και στην επιστροφή να
είχε μαζί του έναν ηλικιωμένο, με ορό και τη ρόμπα του νοσοκομείου. Ο Θανάσης
του είπε “χαλάλι οι 20.000 δραχμές” και του της έδωσε.
Τον Σεπτέμβρη του
2015, όταν η ΚΑΕ Παναθηναϊκός διοργάνωσε το 'Honouring Our Legacy' είχε πάρει
το μικρόφωνο και είχει πει πως “όταν πεθάνω, θέλω να με θάψετε με τη σημαία του
Παναθηναϊκού”.
Δεν
υπήρχε άνθρωπος στο κατάμεστο ΟΑΚΑ που να μην ανατριχιάσει, πριν χωθεί στην
αγκαλιά του Στόικο. Όπως δεν υπάρχει άνθρωπος που ξέρει τι έχει συμβεί στην
οικογένεια τα δυο τελευταία χρόνια και δεν σκέφτεται πως τελικά, δεν είναι τα
λεφτά αυτά που φέρνουν την ευτυχία, αλλά το αίσθημα του ολοκληρωμένου. Αίσθημα
με το οποίο 'έφυγε' ο Θανάσης Γιαννακόπουλος.
Νίκη Μπάκουλη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου