Διαβάζοντας τις διαλέξεις του Μισέλ
Φουκώ περί βιοπολιτικής (1978-1979) και την
κριτική που του ασκεί σήμερα η Γουέντυ Μπράουν, βρίσκω την ανάλυση του Φουκώ
για τον φιλελευθερισμό βαθυστόχαστη και επίκαιρη. Αν και από το 1978-79 πολλά
έχουν αλλάξει στον κόσμο (χρηματιστικοποίηση της οικονομίας, εξισλαμισμός,
τρομοκρατία), ο φιλελευθερισμός παραμένει μια ενδιαφέρουσα διακυβερνησιακή
λογική η οποία μεταφράζεται σε διακυβερνησιακή πρακτική με κυμαινόμενη
αποτελεσματικότητα.
Πράγματι, σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες όπως η δική μας, ο φιλελευθερισμός έχει δυσφημιστεί, από άγνοια
και κρατικιστικό φανατισμό. Ωστόσο, όπως σημειώνει ο Φουκώ, η «υπερβολική
διακυβέρνηση» με στόχο ή με πρόσχημα το κρατικό συμφέρον έχει δημιουργήσει
κορεσμό: πλήθος νόμων και διατάξεων, γραφειοκρατία, παρέμβαση του κρατικού
μηχανισμού στις ιδιωτικές υποθέσεις, εξωφρενική φορολογία. Ο Φουκώ αναλύει
λοιπόν τον φιλελευθερισμό ως μια μορφή λιτής διακυβέρνησης που βασίζεται στην
κριτική της ανορθολογικότητας η οποία, θα συμφωνήσουμε όλοι, χαρακτηρίζει
συχνά, αν όχι πάντοτε, την «υπερβολική διακυβέρνηση». (Χωρίς αυτό να σημαίνει
ότι ο οικονομικός φιλελευθερισμός εγγυάται τη δημοκρατία.)
Πότε είχαμε έξαρση «υπερβολικής
διακυβέρνησης»; Στον σοσιαλισμό σοβιετικού τύπου, στον
εθνικοσοσιαλισμό και στις παρεμβατικές πολιτικές τις εμπνευσμένες από τον Κέυνς
που εφαρμόστηκαν σε περιόδους κρίσης (όπως η ύφεση της δεκαετίας του 1930) ή
και ανάπτυξης (όπως συνέβη στην ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία στη διάρκεια των
«τριών ένδοξων δεκαετιών»). Αυτό που συνέβη ήταν μια ογκώδης παρεξήγηση και μια
παρέκλιση του συστήματος της ελεύθερης αγοράς: αντί για μια οργανωμένη
οικονομία δημιουργήθηκαν σχεδιασμένες και κατευθυνόμενες οικονομίες. Η διαφορά
ανάμεσα στις δύο μορφές έγκειται στο ότι η οργανωμένη οικονομία διαθέτει
θεσμικό και νομικό πλαίσιο που προσφέρει εγγυήσεις και νομικούς περιορισμούς
εξασφαλίζοντας την ελευθερία των οικονομικών διαδικασιών χωρίς να δημιουργεί
κοινωνικές στρεβλώσεις (π.χ. πληθυσμό που ζει από επιδόματα, δυσκίνητες επιχειρήσεις
με οριακό κέρδος και υπερβολικό αριθμό μισθωτών, μαζικές αργομισθίες, χαμηλή
παραγωγικότητα) – αντιθέτως, η κατευθυνόμενη οικονομία δημιουργεί πληθώρα
κυβερνητικών οργάνων, υπερδιοίκηση, σκλήρυνση των μηχανισμών εξουσίας και
οικονομικές στρεβλώσεις που για να διορθωθούν χρειάζονται περαιτέρω
παρεμβάσεις.
Ο Φουκώ, μιας και διατυπώνει τις θέσεις
του στα τέλη της δεκαετίας του 1970,
διακρίνει τον αμερικανικό φιλελευθερισμό από τον μεταπολεμικό γερμανικό: τώρα
πια οι διαφορές είναι ανεπαίσθητες. Ίσως η μεγαλύτερη διαφορά που εμμένει είναι
ότι μια μερίδα της αμερικανικής κοινής γνώμης απορρίπτει την ομοσπονδιακή
κυβέρνηση και πιέζει για ισχυρότερη αυτοδιοίκηση των πολιτειών και
προσανατολισμό το απόλυτο laissez-faire. Στη Γερμανία αυτή η τάση είναι ασθενική
– η Ευρώπη, ακόμα κι όταν κυβερνάται από «φιλελεύθερα» κόμματα, εφαρμόζει
πρότυπα σοσιαλδημοκρατίας. Η σοσιαλδημοκρατία θεωρείται κεκτημένο και αποτελεί
τον ηγεμονικό τρόπο διακυβέρνησης.
Μέσα στην οχλοβοή εναντίον του
φιλελευθερισμού (ή του «νεοφιλελευθερισμού») ακούγονται
κατηγορίες και σκοτεινές προφητείες για την επικείμενη κατάργηση του κοινωνικού
κράτους. Έτσι, η Γουέντυ Μπράουν, αναλύοντας τις διαλέξεις του Φουκώ,
θρηνολογεί για την απώλεια των κοινωνικών παροχών νοσταλγώντας ένα μάλλον
ανύπαρκτο παρελθόν κατά το οποίο το κράτος στον ευρω-ατλαντικό κόσμο ήταν
προστατευτικό και καλοκάγαθο. Εν τούτοις, το κράτος δικαίου και ό,τι ονομάζουμε
για τις αγγλόφωνες χώρες Rule of Law είναι συνδεμένα με τον φιλελευθερισμό: η
υπερβολική κυβερνητικότητα είναι εκείνη που προκάλεσε αντιφιλελεύθερες μορφές
συμπεριφοράς συρρικνώνοντας την πολιτική ζωή – οι άνθρωποι κούρνιασαν στην
αγκαλιά του κράτους-προστάτη και εργοδότη.
Σήμερα ο φιλελευθερισμός ταυτίζεται, στα μάτια των πολλών, με τον συντηρητισμό, μολονότι, φυσικά, η
λέξη “liberal” σημαίνει σοσιαλδημοκράτης στις ΗΠΑ και συντηρητικός στην Ευρώπη.
Αλλά, τόσο ο φιλελευθερισμός όσο και ο συντηρητισμός έχουν πολλά πρόσωπα και
δεν αντιστοιχούν σε κόμματα και πολιτικές οικογένειες. Η ευρωπαϊκή αριστερά
έχει εξελιχθεί σε μια άκρως συντηρητική παράταξη που αρνείται τις
μεταρρυθμίσεις και παραμένει προσκολλημένη σε χρεοκοπημένες ιδέες και
πολιτικές: για παράδειγμα, στην αριστερή εκπαιδευτική μεταρρύθμιση της
δεκαετίας του 1970 που μαζοποίησε την παιδεία και καταβαράθρωσε το επίπεδο των
σπουδών. Όσο για την ευρωπαϊκή δεξιά, από έλλειψη φαντασίας κι από περίσσεια
λαϊκισμού, έδωσε παραδοσιακές αριστερές λύσεις ή καθόλου λύσεις σε καινούργια
περίπλοκα προβλήματα.
Ποια είναι τελικά η διαφορά μεταξύ φιλελευθέρων και σοσιαλιστών; Το μίσος μεταξύ τους δεν
μπορεί να εξηγηθεί με ποσοτικούς όρους – μικρό κράτος, μεγάλο κράτος. Μπορεί να
εξηγηθεί με μια ριζικά διαφορετική αντίληψη του κόσμου: για τους φιλελεύθερους
το σύνολο των ατομικών προωτοβουλιών είναι πάντοτε προτιμότερο από τον σχεδιασμένο
οικονομικό προγραμματισμό των κυβερνήσεων. Και παρ’ όλ’ αυτά, η οικονομία δεν
είναι θέμα απόψεων: είναι μια επιστήμη. Σημασία έχει η κάθε κυβέρνηση, πέρα από
την ιδεολογική της τοποθέτηση, να μπορεί να δημιουργεί πλούτο για όλους,
αξιοποιώντας τους φυσικούς, ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους διαχειριζόμενη
ταυτοχρόνως τεράστιες ποσότητες πληροφοριών. Τα πεπραγμένα κάθε κυβέρνησης
μπορούν να αξιολογηθούν με συγκεκριμένους όρους, οικονομικούς και κοινωνικούς
–είναι οι άνθρωποι πλουσιότεροι; Είναι πιο μορφωμένοι; Υπάρχει κοινωνική
γαλήνη; Είναι χαμηλή η εγκληματικότητα; Είναι μικρές οι ανισότητες; κτλ— δεν
μπορούν δηλαδή να σχετικοποιηθούν ιδεολογικά.
Η Γουέντυ Μπράουν επικρίνει λοιπόν το υποτιθέμενο θάμβος του Φουκώ για τον φιλελευθερισμό και επιμένει
στον σοσιαλιστικό πειρασμό, στην προσπάθεια κατασκευής ενός κόσμου λογικού που
να ωφελεί και να προφυλάσσει όλους τους ανθρώπους. Συνήθως, το αποτέλεσμα αυτού
του πειρασμού είναι η ανορθολογική διακυβέρνηση για την οποία κάνει λόγο ο
Φουκώ, η οποία βασίζεται στη ματαιόδοξη ψευδαίσθηση ότι μπορούμε να ελέγχουμε
τα πάντα. Εδώ υπάρχει λογικό σφάλμα. Εξάλλου, από τη φύση του, ο καπιταλισμός
και το κράτος δικαίου θεμελιώνονται πάνω σε συγκεκριμένες ηθικές αρχές: για
παράδειγμα, αν δεν σέβεται κανείς τους νόμους και δεν είναι αξιόπιστος, η
επιχείρησή του, αργά ή γρήγορα, θα καταρρεύσει. Οι ηθικές αρχές δεν είναι
«συντηρητισμός»: δεν χρειάζεται να πηγαίνει κανείς στην εκκλησία για να είναι
καλός μάνατζερ.
Παρά τη μεγάλη δημοτικότητα των σοσιαλιστικών ηθικών αρχών –που μοιάζουν με τις χριστιανικές–
τα συστήματα κοινωνικής και οικονομικής προστασίας κατέληξαν σε μαζική
συμπεριφορά εξάρτησης και σε περίκλειστους χώρους κληρονομικής φτώχειας. Η
ιδεολογία της επαναδιανομής –που στηρίχτηκε στη φιλελεύθερη ανάπτυξη– κατέληξε
σε επαναδιανομή φτώχειας, όχι πλούτου. Για να επιτύχουμε ανάπτυξη μαζί με την
απαραίτητη αλληλεγγύη πρέπει να παραδεχτούμε τις ανισότητες που προκαλεί η
ανάπτυξη, να αφήσουμε την κοινωνία να λειτουργήσει ελεύθερα και τέλος να
βοηθήσουμε όσους έχουν πραγματικά ανάγκη. Η ελευθερία της αυθόρμητης τάξης, η
τήρηση και συγχρόνως η δυσπιστία απέναντι στους νόμους, καθώς και το καθήκον
της αλληλεγγύης είναι, νομίζω, οι θεμελιώδεις αρχές του φιλελευθερισμού που θα
ζωντανέψουν τις αποκοιμισμένες μας οικονομίες.
Διαβάζοντας τις διαλέξεις του Μισέλ
Φουκώ περί βιοπολιτικής (1978-1979) και την
κριτική που του ασκεί σήμερα η Γουέντυ Μπράουν, βρίσκω την ανάλυση του Φουκώ
για τον φιλελευθερισμό βαθυστόχαστη και επίκαιρη. Αν και από το 1978-79 πολλά
έχουν αλλάξει στον κόσμο (χρηματιστικοποίηση της οικονομίας, εξισλαμισμός,
τρομοκρατία), ο φιλελευθερισμός παραμένει μια ενδιαφέρουσα διακυβερνησιακή
λογική η οποία μεταφράζεται σε διακυβερνησιακή πρακτική με κυμαινόμενη
αποτελεσματικότητα.
Πράγματι, σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες όπως η δική μας, ο φιλελευθερισμός έχει δυσφημιστεί, από άγνοια
και κρατικιστικό φανατισμό. Ωστόσο, όπως σημειώνει ο Φουκώ, η «υπερβολική
διακυβέρνηση» με στόχο ή με πρόσχημα το κρατικό συμφέρον έχει δημιουργήσει
κορεσμό: πλήθος νόμων και διατάξεων, γραφειοκρατία, παρέμβαση του κρατικού
μηχανισμού στις ιδιωτικές υποθέσεις, εξωφρενική φορολογία. Ο Φουκώ αναλύει
λοιπόν τον φιλελευθερισμό ως μια μορφή λιτής διακυβέρνησης που βασίζεται στην
κριτική της ανορθολογικότητας η οποία, θα συμφωνήσουμε όλοι, χαρακτηρίζει
συχνά, αν όχι πάντοτε, την «υπερβολική διακυβέρνηση». (Χωρίς αυτό να σημαίνει
ότι ο οικονομικός φιλελευθερισμός εγγυάται τη δημοκρατία.)
Πότε είχαμε έξαρση «υπερβολικής
διακυβέρνησης»; Στον σοσιαλισμό σοβιετικού τύπου, στον
εθνικοσοσιαλισμό και στις παρεμβατικές πολιτικές τις εμπνευσμένες από τον Κέυνς
που εφαρμόστηκαν σε περιόδους κρίσης (όπως η ύφεση της δεκαετίας του 1930) ή
και ανάπτυξης (όπως συνέβη στην ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία στη διάρκεια των
«τριών ένδοξων δεκαετιών»). Αυτό που συνέβη ήταν μια ογκώδης παρεξήγηση και μια
παρέκλιση του συστήματος της ελεύθερης αγοράς: αντί για μια οργανωμένη
οικονομία δημιουργήθηκαν σχεδιασμένες και κατευθυνόμενες οικονομίες. Η διαφορά
ανάμεσα στις δύο μορφές έγκειται στο ότι η οργανωμένη οικονομία διαθέτει
θεσμικό και νομικό πλαίσιο που προσφέρει εγγυήσεις και νομικούς περιορισμούς
εξασφαλίζοντας την ελευθερία των οικονομικών διαδικασιών χωρίς να δημιουργεί
κοινωνικές στρεβλώσεις (π.χ. πληθυσμό που ζει από επιδόματα, δυσκίνητες επιχειρήσεις
με οριακό κέρδος και υπερβολικό αριθμό μισθωτών, μαζικές αργομισθίες, χαμηλή
παραγωγικότητα) – αντιθέτως, η κατευθυνόμενη οικονομία δημιουργεί πληθώρα
κυβερνητικών οργάνων, υπερδιοίκηση, σκλήρυνση των μηχανισμών εξουσίας και
οικονομικές στρεβλώσεις που για να διορθωθούν χρειάζονται περαιτέρω
παρεμβάσεις.
Ο Φουκώ, μιας και διατυπώνει τις θέσεις
του στα τέλη της δεκαετίας του 1970,
διακρίνει τον αμερικανικό φιλελευθερισμό από τον μεταπολεμικό γερμανικό: τώρα
πια οι διαφορές είναι ανεπαίσθητες. Ίσως η μεγαλύτερη διαφορά που εμμένει είναι
ότι μια μερίδα της αμερικανικής κοινής γνώμης απορρίπτει την ομοσπονδιακή
κυβέρνηση και πιέζει για ισχυρότερη αυτοδιοίκηση των πολιτειών και
προσανατολισμό το απόλυτο laissez-faire. Στη Γερμανία αυτή η τάση είναι ασθενική
– η Ευρώπη, ακόμα κι όταν κυβερνάται από «φιλελεύθερα» κόμματα, εφαρμόζει
πρότυπα σοσιαλδημοκρατίας. Η σοσιαλδημοκρατία θεωρείται κεκτημένο και αποτελεί
τον ηγεμονικό τρόπο διακυβέρνησης.
Μέσα στην οχλοβοή εναντίον του
φιλελευθερισμού (ή του «νεοφιλελευθερισμού») ακούγονται
κατηγορίες και σκοτεινές προφητείες για την επικείμενη κατάργηση του κοινωνικού
κράτους. Έτσι, η Γουέντυ Μπράουν, αναλύοντας τις διαλέξεις του Φουκώ,
θρηνολογεί για την απώλεια των κοινωνικών παροχών νοσταλγώντας ένα μάλλον
ανύπαρκτο παρελθόν κατά το οποίο το κράτος στον ευρω-ατλαντικό κόσμο ήταν
προστατευτικό και καλοκάγαθο. Εν τούτοις, το κράτος δικαίου και ό,τι ονομάζουμε
για τις αγγλόφωνες χώρες Rule of Law είναι συνδεμένα με τον φιλελευθερισμό: η
υπερβολική κυβερνητικότητα είναι εκείνη που προκάλεσε αντιφιλελεύθερες μορφές
συμπεριφοράς συρρικνώνοντας την πολιτική ζωή – οι άνθρωποι κούρνιασαν στην
αγκαλιά του κράτους-προστάτη και εργοδότη.
Σήμερα ο φιλελευθερισμός ταυτίζεται, στα μάτια των πολλών, με τον συντηρητισμό, μολονότι, φυσικά, η
λέξη “liberal” σημαίνει σοσιαλδημοκράτης στις ΗΠΑ και συντηρητικός στην Ευρώπη.
Αλλά, τόσο ο φιλελευθερισμός όσο και ο συντηρητισμός έχουν πολλά πρόσωπα και
δεν αντιστοιχούν σε κόμματα και πολιτικές οικογένειες. Η ευρωπαϊκή αριστερά
έχει εξελιχθεί σε μια άκρως συντηρητική παράταξη που αρνείται τις
μεταρρυθμίσεις και παραμένει προσκολλημένη σε χρεοκοπημένες ιδέες και
πολιτικές: για παράδειγμα, στην αριστερή εκπαιδευτική μεταρρύθμιση της
δεκαετίας του 1970 που μαζοποίησε την παιδεία και καταβαράθρωσε το επίπεδο των
σπουδών. Όσο για την ευρωπαϊκή δεξιά, από έλλειψη φαντασίας κι από περίσσεια
λαϊκισμού, έδωσε παραδοσιακές αριστερές λύσεις ή καθόλου λύσεις σε καινούργια
περίπλοκα προβλήματα.
Ποια είναι τελικά η διαφορά μεταξύ φιλελευθέρων και σοσιαλιστών; Το μίσος μεταξύ τους δεν
μπορεί να εξηγηθεί με ποσοτικούς όρους – μικρό κράτος, μεγάλο κράτος. Μπορεί να
εξηγηθεί με μια ριζικά διαφορετική αντίληψη του κόσμου: για τους φιλελεύθερους
το σύνολο των ατομικών προωτοβουλιών είναι πάντοτε προτιμότερο από τον σχεδιασμένο
οικονομικό προγραμματισμό των κυβερνήσεων. Και παρ’ όλ’ αυτά, η οικονομία δεν
είναι θέμα απόψεων: είναι μια επιστήμη. Σημασία έχει η κάθε κυβέρνηση, πέρα από
την ιδεολογική της τοποθέτηση, να μπορεί να δημιουργεί πλούτο για όλους,
αξιοποιώντας τους φυσικούς, ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους διαχειριζόμενη
ταυτοχρόνως τεράστιες ποσότητες πληροφοριών. Τα πεπραγμένα κάθε κυβέρνησης
μπορούν να αξιολογηθούν με συγκεκριμένους όρους, οικονομικούς και κοινωνικούς
–είναι οι άνθρωποι πλουσιότεροι; Είναι πιο μορφωμένοι; Υπάρχει κοινωνική
γαλήνη; Είναι χαμηλή η εγκληματικότητα; Είναι μικρές οι ανισότητες; κτλ— δεν
μπορούν δηλαδή να σχετικοποιηθούν ιδεολογικά.
Η Γουέντυ Μπράουν επικρίνει λοιπόν το υποτιθέμενο θάμβος του Φουκώ για τον φιλελευθερισμό και επιμένει
στον σοσιαλιστικό πειρασμό, στην προσπάθεια κατασκευής ενός κόσμου λογικού που
να ωφελεί και να προφυλάσσει όλους τους ανθρώπους. Συνήθως, το αποτέλεσμα αυτού
του πειρασμού είναι η ανορθολογική διακυβέρνηση για την οποία κάνει λόγο ο
Φουκώ, η οποία βασίζεται στη ματαιόδοξη ψευδαίσθηση ότι μπορούμε να ελέγχουμε
τα πάντα. Εδώ υπάρχει λογικό σφάλμα. Εξάλλου, από τη φύση του, ο καπιταλισμός
και το κράτος δικαίου θεμελιώνονται πάνω σε συγκεκριμένες ηθικές αρχές: για
παράδειγμα, αν δεν σέβεται κανείς τους νόμους και δεν είναι αξιόπιστος, η
επιχείρησή του, αργά ή γρήγορα, θα καταρρεύσει. Οι ηθικές αρχές δεν είναι
«συντηρητισμός»: δεν χρειάζεται να πηγαίνει κανείς στην εκκλησία για να είναι
καλός μάνατζερ.
Παρά τη μεγάλη δημοτικότητα των σοσιαλιστικών ηθικών αρχών –που μοιάζουν με τις χριστιανικές–
τα συστήματα κοινωνικής και οικονομικής προστασίας κατέληξαν σε μαζική
συμπεριφορά εξάρτησης και σε περίκλειστους χώρους κληρονομικής φτώχειας. Η
ιδεολογία της επαναδιανομής –που στηρίχτηκε στη φιλελεύθερη ανάπτυξη– κατέληξε
σε επαναδιανομή φτώχειας, όχι πλούτου. Για να επιτύχουμε ανάπτυξη μαζί με την
απαραίτητη αλληλεγγύη πρέπει να παραδεχτούμε τις ανισότητες που προκαλεί η
ανάπτυξη, να αφήσουμε την κοινωνία να λειτουργήσει ελεύθερα και τέλος να
βοηθήσουμε όσους έχουν πραγματικά ανάγκη. Η ελευθερία της αυθόρμητης τάξης, η
τήρηση και συγχρόνως η δυσπιστία απέναντι στους νόμους, καθώς και το καθήκον
της αλληλεγγύης είναι, νομίζω, οι θεμελιώδεις αρχές του φιλελευθερισμού που θα
ζωντανέψουν τις αποκοιμισμένες μας οικονομίες.
"Πηγή:athensvoice.gr"
Δημοσίευση σχολίου