«Ήμασταν τόσο αγχωμένοι πηγαίνοντας από κρίση σε κρίση, που δεν
είχαμε χρόνο να κυνηγήσουμε τους πλούσιους και να δημιουργήσουμε μια αίσθηση
δικαιοσύνης». H φράση ανήκει
στον Ευκλείδη Τσακαλώτο, από τη συνέντευξη που παραχώρησε στη βρετανική
Guardian.
Από τον Ιανουάριο και την
πρώτη θητεία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η κυβέρνηση δεχόταν δύο διαφορετικές κριτικές ως προς
το νομοθετικό της έργο, με το χρόνο ως κοινό παρονομαστή. Η μία, προερχόμενη
από τα δεξιά, υποστήριζε ό,τι καθυστερεί και πρέπει να υπογράψει όσο το δυνατό
πιο γρήγορα μια οποιαδήποτε συμφωνία και να σταματήσει να χρονοτριβεί. Η άλλη,
προερχόμενη από τα αριστερά, υποστήριζε ό,τι καθυστερεί να νομοθετήσει το
-αλήστου μνήμης- «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης».
Η απάντηση της κυβέρνησης
ήταν, πονηρά, ότι δεν υπάρχει χρόνος γιατί είναι επικεντρωμένη στη
διαπραγμάτευση, προσπαθώντας να απαντήσει και στις δύο κριτικές. Από τη δική
τους σκοπιά, ωστόσο, κάθε κριτική είχε δίκιο, ανεξάρτητα αν κάποιος συμφωνεί ή
διαφωνεί πολιτικά με τη μία ή την άλλη κριτική.
Τα δεδομένα είναι ότι από
τον Ιανουάριο μέχρι σήμερα, η κυβέρνηση έχει παράξει νομοθετικό έργο, το οποίο
μάλιστα έχει και πολύ καθαρό πρόσημο. Στο ενεργητικό της υπάρχουν κάποια
ελάχιστα μέτρα ανακούφισης των φτωχών που έχουν χτυπηθεί άγρια από την κρίση
(ανθρωπιστική κρίση, ιθαγένεια κλπ) ενώ από την άλλη έχει ψηφίσει ένα τρίτο
μνημόνιο και μια σειρά προαπαιτούμενων μέτρων που το συνοδεύουν.
Τα μνημόνια, ως πολιτικό
πρόγραμμα που φορτώνει το κόστος και το βάρος της κρίσης στα πιο χαμηλά
στρώματα της κοινωνίας, ήταν και είναι απολύτως επιτυχημένα για τους πλούσιους
και την ελίτ, γιατί ακριβώς δεν πληρώνουν οι έχοντες τον συσσωρευμένο πλούτο.
Αντίθετα, τραπεζίτες και μεγάλοι επιχειρηματίες έχουν δει τα κέρδη τους να
αυξάνονται διαρκώς την τελευταία πενταετία.
Οπότε το πρόσημο, συνολικά,
του εώς τώρα νομοθετικού έργου της κυβέρνησης είναι υπέρ των πλουσίων. Ακόμα
και ο πόλεμος στη διαπλοκή, παραμένει κούφια εξαγγελία, όταν και το νομοσχέδιο
Παππά για τις τηλεοπτικές άδειες, αφορούσε περισσότερο μια ανακατάταξη των
καναλαρχών και όχι ουσιαστικός έλεγχος και καταπολέμηση της μεγάλης
φοροδιαφυγής και της φοροαπαλλαγής που απολαμβάνουν.
Συνεπώς, η αρχική φράση του
Τσακαλώτου, αποτελεί στην καλύτερη περίπτωση φύλο συκής ενώ στη χειρότερη
περίπτωση αποτελεί χονδροειδές ψέμα. Διακινδυνεύω την εκτίμηση ότι, δυστυχώς,
ισχύει το δεύτερο, διότι έχουν παρθεί συγκεκριμένες νομοθετικές πρωτοβουλίες
που «υπακούν» σε μια πολιτική κατεύθυνση και δε διαφαίνεται να υπήρχε
ουσιαστικό ζήτημα έλλειψης χρόνου, αλλά έλλειψη πολιτικής βούλησης.
Στην ίδια συνέντευξη ο
Τσακαλώτος δήλωσε ότι «[τ]ώρα θα κυνηγήσουμε τους πλούσιους». Όσο και να θέλει κάποιος/α
να είναι καλόπιστος, αυτό είναι πλήρως αντίθετο με τις εώς τώρα κατευθύνσεις
της κυβερνητικής πολιτικής. Μέχρι στιγμής την πληρώνουν οι καστανάδες…
Τέτοιες δηλώσεις και
τοποθετήσεις, είναι το ξεψύχισμα ενός κόμματος που μπορεί να θέλει να λέγεται
αριστερό αλλά στην πραγματικότητα δεν έχει πλέον καμία σχέση με την αριστερά.
Όχι στα λόγια αλλά στην πράξη.
Για το τέλος, μια συμβουλή : το ψέμα πολλοί το αγάπησαν, τον
ψεύτη κανείς.
Χρήστος Σταυρακάκης.
"Πηγή:thinkover.gr"
Δημοσίευση σχολίου