Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2016

Η απουσία ειδήσεων επιβάλει την κατασκευή τους.

Η απουσία ειδήσεων επιβάλει την κατασκευή τους. Πέρασαν δεκαετίες σκληρής προπόνησης, συνοδευόμενης από αυστηρή δίαιτα, σε δωμάτια, καφενεία, κινηματογράφους, γήπεδα, πάρκα και παιδικές χαρές, διαδρόμους αναμονής και υπόγεια με φτηνό ενοίκιο. Προπόνηση σκληρή στην αποφυγή του νοήματος, τρίπλες ανάμεσα στους περαστικούς, κατά τη  διάρκεια συζητήσεων στη δουλειά, σε τυχαίες συναντήσεις σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης και αναπόφευκτα ραντεβού με τις παλιές μας πατρίδες από τα παιδικά μας χρόνια.
Η απουσία ειδήσεων επιβάλει την κατασκευή τους. Πέρασαν από μπροστά μας δεκάδες άνθρωποι, γνωριμίες της μιας βραδιάς και τις πενταετίας, του διπλανού γραφείου και του στριμώγματος σε club εν μέσω ύπνωσης. Παραμένουν στις μνήμες να περιμένουν, το πρώτο λεωφορείο για τη λήθη, μέσα από τις σκιές των πράξεων που συνοδεύουν τη συλλογική μας μοναξιά. Είναι νωρίς ακόμα, έχει δρόμο, περιθώριο και «θα δείξει, ποιος ξέρει …»
Η απουσία ειδήσεων επιβάλει την κατασκευή τους. Περνώντας δίπλα από δίπολα, ιδρωμένοι από άγχος, με πορεία ασήμαντη, ως εκ τούτου προδιαγεγραμμένη. Απόπειρες να σπάσει ο κύκλος,  να χαθούμε στα πέρατα της οικουμένης χωρίς ταυτότητα, εκεί, που μας υποσχέθηκαν πως οι δρόμοι δεν θα έχουν όνομα. Μόνο που δεν λογαριάσαμε τον πόλεμο τριγύρω μας, νιώθοντας την μέθη όταν οι παρέες γελούσαν, για ασήμαντο αιτία και αφορμή, στις ιεροτελεστίες της νύχτας. Ακούσαμε τους ήχους των εχθροπραξιών, σκίσαμε σελίδες από τον μέλλοντα χρόνο και αλλάξαμε κουβέντα.
Η απουσία ειδήσεων επιβάλει τη κατασκευή τους. Η μαύρη ακολουθία απαιτεί, την υπακοή σε εκείνα τα μελλούμενα για τα οποία η τύχη έπαψε να μας χαμογελά όταν γεννηθήκαμε. Ακολουθούν εκείνες οι φιγούρες με το άλλο μισό του βλέμματος που σε ακολουθεί, σε κάθε βήμα, με τις ψιθυριστές ευγένειες της ανομολόγητης βίας, έτοιμες να δράσουν σε σχηματισμό μάχης, τηρώντας τις παραδόσεις αιώνων. Είναι έξω από τη πόρτα σου και ας μην τις έβλεπες από το μάτι τόσο καιρό. Περιμένουν εκεί που ο δρόμος έχει το πιο πολύ φως, γιατί η νύχτα έμαθε να μας κρύβει στην αγκαλιά της από όταν ήμασταν μικροί και καταλάβαμε τα πάντα για το πρωινό ξύπνημα. Συχνάζουν στις πλατείες γύρω από τα αγάλματα των ισχυρών αναντικατάστατων που γεμίζουν τα νεκροταφεία αυτού του κόσμου.
Η απουσία ειδήσεων επιβάλει την κατασκευή τους. Περπατάμε μέχρι που δεν πάει άλλο, τρέχουμε με καύσιμο την οργή που μας ξοδεύει, παραπονιόμαστε στους άδειους ουρανούς για εκείνους και εκείνες που δεν είναι είναι πια μαζί μας. Ζουν στις παρέες του μέλλοντος, οι αιωνίως χαμένοι, οι γκρινιάρηδες από κούνια, οι αλήτες που έκαναν παρέα στους φλώρους, τα φανζίν που λερώθηκαν από καφέ και τα νευρικά σχέδια σε χαρτί που βοήθησαν να ακούμε τις συζητήσεις γύρω μας. Ζουν και αναπνέουν οι νότες που δεν κούρδισαν ακριβώς, οι μισοτελειωμένοι πεζόδρομοι με λάσπες από την φθινοπωρινή βροχή, οι ανέλπιστες βοήθειες της τελευταίας στιγμής, εκείνα που σκεφτόμασταν, τα ξεχάσαμε και τα ξαναθυμηθήκαμε όταν δεν ενδιαφέρονταν κανένας. Ζουν οι προσπάθειες χρόνων που οδήγησαν σε χωρισμούς, οι κουβέντες που δεν οδήγησαν πουθενά, τα επιχειρήματα που δεν έπεισαν κανένα. Όλα αναπνέουν, παροδικά αναντικατάστατα, κρυστάλλινα θολά, μεθυστικά ξενέρωτα. Οι μυθοπλασίες μας. Οι δικές μας μυθοπλασίες.
καριόληδες, δεν μπορείτε

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου