Μπορεί να ζήσουμε και στην Ελλάδα το ελπιδοφόρο φαινόμενο
των ολλανδικών εκλογών; Να ψηφίσει το 81% των πολιτών; Και για να το
διατυπώσουμε συγκεκριμένα: Τι είναι αυτό που θα ξαναφέρει τους Ελληνες στις
κάλπες όταν στις τελευταίες εκλογές η αποχή έφτασε στο 45,2%, γεγονός που δεν
είχε προηγούμενο στη σύγχρονη ελληνική Ιστορία;
Τα ερωτήματα
αυτά επανήλθαν μετά τις εκλογές της Ολλανδίας. Κυρίως στη Ν.Δ., που διαπιστώνει
από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις ότι οι ολοένα και περισσότεροι απογοητευμένοι
ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ μοιάζουν να επιλέγουν οποιαδήποτε άλλη «λύση», αλλά όχι το
κόμμα του κ. Κυρ. Μητσοτάκη. Το επιβεβαίωσε περίτρανα εύρημα της τελευταίας
έρευνας της Prorata που δημοσιεύθηκε μόνο στο site της. Ενώ 43% των ψηφοφόρων
του ΣΥΡΙΖΑ δηλώνουν ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση να ξαναψηφίσουν το κόμμα
τους, εξ αυτών μόνον 1 στους 4 έχει αποφασίσει ή έστω σκέφτεται να ψηφίσει τη
Ν.Δ. Οι «υπόλοιποι», όπως επιβεβαιώνουν και οι έρευνες του Πανεπιστημίου
Μακεδονίας (ΠΑΜΑΚ), είτε σκορπίζονται στα μικρότερα κόμματα είτε υπονοούν ότι
δεν θα πάνε καν να ψηφίσουν.
Με αυτήν την
αφορμή έχει ενδιαφέρον να εξετάσουμε λίγο πιο προσεκτικά το νέο φαινόμενο της
μη συμμετοχής στις εκλογές στη χώρα μας. Και κυρίως το πόσο καταλυτικά επέδρασε
στις δύο τελευταίες αναμετρήσεις. Διότι, όπως φαίνεται και στον πίνακα της «Κ»,
δεν είναι μόνον που η αποχή έφτασε στο πρωτοφανές 45,2% τον Σεπτέμβριο του 2015
(από 24% που ήταν το 2004). Αυτό που είναι αξιοσημείωτο στις εκλογές του 2015
είναι πόσο μικρός απεδείχθη ο πραγματικός αριθμός των ψηφοφόρων που στήριξαν τα
κόμματα που έμελλε να συγκυβερνήσουν.
Για να το
πούμε με απλά λόγια, ουδέποτε στη Μεταπολίτευση μια κυβέρνηση στηρίχθηκε σε
τόσο λίγες ψήφους όσο αυτές που χάρισαν την εξουσία στους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Με ρεκόρ
συμμετοχής τις εκλογές του 2004, στις οποίες η Ν.Δ. έλαβε 3,3 εκατομμύρια
ψήφους (!), όλες οι κυβερνήσεις είχαν πάνω - κάτω αθροιστικά τη στήριξη περίπου
3 εκατ. πολιτών. Τόσοι πολίτες είχαν ψηφίσει τη Ν.Δ. το 2007 τόσοι εξέλεξαν
νικητή το ΠΑΣΟΚ το 2009, τόσες ψήφους άθροισε ακόμη και η πρώτη συγκυβέρνηση
μετά την κρίση. Ακόμη και το 2012, όταν η Ν.Δ. με το ΠΑΣΟΚ κατέρρευσαν τον Μάιο
εκλογικά και επέλεξαν τον Ιούνιο να συγκυβερνήσουν και με τη ΔΗΜΑΡ, τα τρία
κόμματα μαζί είχαν 2,9 εκατ. ψήφους.
Τον Ιανουάριο
του 2015 ήταν η πρώτη φορά στην πρόσφατη εκλογική ιστορία της χώρας που
συγκροτήθηκε κυβέρνηση στηριζόμενη σε μόλις 2,5 εκατ. πολίτες. Αυτό, δε, που
συνέβη τον Σεπτέμβριο του 2015 είναι πρωτοφανές σε όλη την τελευταία 40ετία.
Τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ επανεξέλεξαν μόλις 2,1 εκατ. πολίτες. Για να καταλάβει κανείς
πόσο μικρός είναι αυτός ο αριθμός αρκεί τούτο: Το ΠΑΣΟΚ έχασε τις εκλογές του
2004 και του 2007 έχοντας λάβει 3 εκατ. και 2,7 εκατ. ψήφους αντίστοιχα, ενώ
και η Ν.Δ. στη μεγαλύτερη –προ κρίσης– συντριβή της ψηφίστηκε από 2,3 εκατ.
πολίτες.Τόσες ψήφους έλαβε το 2009 ο Καραμανλής και υποχρεώθηκε σε παραίτηση. Περισσότερες
απ’ όσες αθροίζουν από κοινού σήμερα και κυβερνούν οι κ. Τσίπρας και Καμμένος.
Με άλλα λόγια, η πραγματική –σε ψήφους– δύναμη της σημερινής κυβέρνησης είναι
μικρότερη ακόμη και απ’ όση απέμενε στο παρελθόν στη Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ στις
χειρότερες ήττες τους. Οταν συντρίβονταν στις εκλογές και υποχρεώνονταν να
βρεθούν στην αντιπολίτευση.
Ολα τούτα δεν
πρέπει, βέβαια, να εκληφθούν ως αμφισβήτηση της νομιμοποίησης της σημερινής
κυβέρνησης. Στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες κυβερνά αυτός που διαθέτει την
πλειοψηφία όσων συμμετέχουν και όχι όσων απέχουν από τις κάλπες.
Ο λόγος,
ωστόσο, που τα συγκεκριμένα στοιχεία αναδεικνύονται είναι για να καταδειχθεί
κάτι που έπρεπε από καιρό να είναι αυτονόητο για τη Ν.Δ. Η πραγματική δεξαμενή
για την επαύξηση της δύναμής της βρίσκεται σε όσους κατ’ εξακολούθησιν απέχουν
από τις κάλπες και όχι από τις περιβόητες μετακινήσεις ψηφοφόρων. Αυτό
επιβεβαιώνουν όλες οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις. Πως ό,τι είχε να κερδίσει η Ν.Δ.
απ’ τον ΣΥΡΙΖΑ, το Ποτάμι, το ΠΑΣΟΚ, την Ενωση Κεντρώων κ.λπ. μάλλον το έχει
ήδη αφομοιώσει στα ποσοστά της. Ετσι εξηγείται άλλωστε και γιατί η Ν.Δ.
εμφανίζεται μεν ως αδιαμφισβήτητη νικήτρια όποτε κι αν γίνουν εκλογές, αλλά
χωρίς μέχρι στιγμής να έχει κλειδώσει την αυτοδυναμία. Της λείπουν ψηφοφόροι που
ΔΕΝ ψήφισαν στις τελευταίες αναμετρήσεις. Και είναι πολλοί. Αρκεί μόνο να
συνειδητοποιήσει κανείς πως οι έγκυρες ψήφοι το 2004 ήταν 2 εκατομμύρια
περισσότερες απ’ ό,τι τον Σεπτέμβριο του 2015.
Ιδού γιατί
είναι μείζον το προλογικό ερώτημα. Τι μπορεί να κάνει άραγε τους Ελληνες να
επιστρέψουν στις κάλπες; Πολιτικοί επιστήμονες απαντούν πως μαζική εκλογική
επαναδραστηριοποίηση παρατηρείται συνήθως όταν συντρέχουν δύο προϋποθέσεις:
Πρώτον, φόβος για την τύχη της χώρας, όπως συνέβη στην Ολλανδία και δεύτερον, η
ύπαρξη ενός κόμματος που να εκπέμπει στους πολίτες την εμπιστοσύνη και την
ελπίδα που χρειάζονται για να πεισθούν ότι υπάρχει συγκροτημένη εναλλακτική
πολιτική πρόταση από αυτήν που τους εξανάγκασε να απέχουν.
Ηλίου
φαεινότερον είναι, βέβαια, ποια προϋπόθεση απ’ τις δύο δεν έχει εκπληρωθεί
μέχρι στιγμής. Κατά τα λοιπά, είναι απορίας άξιον γιατί η Ν.Δ. δεν επιμένει επί
καθημερινής βάσεως στην ανάγκη να αποκτήσουν δικαίωμα ψήφου οι Ελληνες που
αναγκάστηκαν να φύγουν από τη χώρα στα χρόνια της κρίσης. Αποδεδειγμένα
πρόκειται για το υγιέστερο, δυναμικότερο και πλέον ελπιδοφόρο τμήμα της
ελληνικής κοινωνίας. Αν ευσταθεί μάλιστα η εκτίμηση ότι περί τους 420.000 νέους
πολίτες έχουν φύγει από το 2013 μέχρι σήμερα, εξηγείται όχι μόνο το ρεκόρ της
αποχής του 2015 αλλά ίσως και το αποτέλεσμα της τελευταίας εθνικής κάλπης.
Δημοσίευση σχολίου