Στις 18 Νοεμβρίου 1940 o Αδόλφος Χίτλερ δέχτηκε τον Ιταλό υπουργό Εξωτερικών και γαμπρό του Μουσολίνι Γκαλεάτσο Τσιάνο στο Ομπερσάλτσμπεργκ στην Βαυαρία, για να συζητήσουν την εξέλιξη της ιταλικής επίθεση κατά της Ελλάδας.



Ο Χίτλερ ήταν έξω φρενών με τον Μουσολίνι και τον Τσάνο, και του είπε να μην περιμένουν καμιά γερμανική βοήθεια, γιατί για τη Γερμανία υψηλή στρατηγική προτεραιότητα είχε η Βόρεια Αφρική, και όχι η Ελλάδα, και η διάσωση του γοήτρου του Μουσολίνι δεν είχε προτεραιότητα.
Ο Χίτλερ ενημέρωσε τον Τσάνο και για τις συνομιλιες με τον Μπόρις της Βουλγαρίας και του είπε να μην περιμένουνούν επίθεση των Βουλγάρων στη Μακεδονία.
Ο Χίτλερ, «έβρισε» τον Τσάνο για την ευκαιρία που έδωσαν στους Βρετανούς να εισέλθουν στην Ελλάδα και να δημιουργήσουν μια αεροπορική βάση στην Αθήνα, έτσι ώστε η βρετανική αεροπορία να μπορεί να απειλεί τις πολύτιμες για τη Γερμανία πετρελαϊκές εγκαταστάσεις στη Ρουμανία.
Ο Χίτλερ τόνισε στον Τσάνο ότι οι Ιταλία θα έπρεπε να τα βγάλει πέρα μόνη της, κα ενδεχομένως, θα έπρεπε να κάνει ειρήνη με τους Έλληνες, και είπε ακόμα στον γαμπρό του Μουσολίνι, ότι γνώριζε για τα εκατομμύρια λιρέτες που έφαγαν οι άνθρωποί του για να δωροδοκήσουν Έλληνες πολιτικούς και στρατηγούς να μην αντισταθούν στην ιταλική εισβολή.
(Τις πληροφορίες αυτές είχε διαβιβάσει στις 15 Νοεμβρίου η γερμανική πρεσβεία των Αθηνών).
Ο Μουσολίνι που αισθανόταν την πολιτική αμφισβήτηση από την αποτυχία της επίθεσης κατά της Ελλάδας αλλά και από την αγγλική αιφνιδιαστική επίθεση στον ναύσταθμο του Τάραντα, (11η προς 12η Νοεμβρίου), από την οποία χάθηκαν τρία πλοία και υπήρξαν 600 νεκροί και τραυματίες , κάλεσε στη Ρώμη στις 18 Νοεμβρίου, όλες της επαρχιακές Επιτροπές του φασιστικού Κόμματος και οργάνωσε μια «λαϊκή συγκέντρωση» στην Πιάτσα Βενέτσια για να «γιορτάσει» τα πέντε χρόνια από την επιβολή οικονομικών κυρώσεων στην Ιταλία, από την Κοινωνία των Εθνών, για την εισβολή στην Αβησσυνία.
Ο Μουσολίνι μίλησε από το μπαλκόνι του, στο Παλάτσο Βενέτσια, σε μια τραγικά άδεια Πλατεία, που δεν θύμιζε σε τίποτα την παλλαϊκή συγκέντρωση του Ιουνίου. Η ομιλία του μεταδόθηκε από την ιταλική ραδιοφωνία.

Για την επίθεση στην Ελλάδα ο Ντούσε υποσχέθηκε στα μέλη του Φασιστικού Κόμματος τη «Νίκη», και μακροχρόνιο πόλεμο, λέγοντας: « Σας Είχα πεί ότι θα τσακίσουμε τα νεφρά τα του Νέγκους. Τώρα με την ίδια απόλυτο βεβαιότητα σας λέγω ότι θα τσακίσουμε τα νεφρά της Ελλάδος. Σε δυό, τρείς ή δώδεκα μήνες, δεν εχει σημασία. Ο πόλεμος μόλις άρχισε. Έχουμε τα μέσα και τους άνδρες για να συντρίψουμε κάθε ελληνική αντίσταση. Η Αγγλική βοήθεια δεν θα μπορέσει να μας εμποδίσει, ούτε να σώσει τους Έλληνας από την καταστροφή που θέλησαν και που αποδείχθηκαν άξιοι να υποστούν. Το να σκεφθή κανείς διαφορετικά η να αμφιβάλλει θα σήμαινε ότι δεν με γνωρίζει. Άπαξ και ξεκινήσω δεν σταματώ πλέον μέχρι το τέλος. Τους 372 νεκρούς, τους 1082 τραυματίες, και τους 650 αγνοούμενους κατά την διάρκεια των δέκα πρώτων ημερών του αγώνος εις το Ηπειρωτικό μέτωπο, θα τους εκδικηθούμε».
Ο Μουσολίνι κατηγόρησε την Ελλάδα, σαν υπεύθυνη για την εισβολή των Ιταλών, επειδή ήταν σύμμαχος της Μεγάλης Βρετανίας, και «ύπουλος εχθρός της Ιταλίας», και απέδωσε την αποτυχία της επίθεσης στην φύση του εδάφους της Πίνδου. Ο Μουσολίνι ισχυρίστηκε ότι, « οι Έλληνες μισούν την Ιταλία όπως κανείς άλλος λαός» και ότι «επί του γελοίου αυτού μίσους, στηρίχτηκε η ελληνική πολιτική των τελευταίων ετών», και πρόσθεσε ότι, «το μίσος αυτό εκ πρώτης όψεως φαίνεται ανεξήγητο, είναι όμως γενικό, βαθύ, άσβεστο εις όλας τας τάξεις, εις όλας τας πόλεις, εις τα χωριά, είς τα άνω, εις τα κάτω, παντού!
Το γιατί είναι μυστήριο. Ίσως, επειδή ο Σανταρόζα έφυγε από το Πεδεμόντιο για να πεθάνει ηρωικά στην Σφακτηρία για την Ελλάδα. Ίσως γιατί ένας Γαριβαλδίνος από το Φορλί, ο Αντώνιο Φράττι, επανέλαβε αυτή τη θυσία μετά εβδομήντα έτη πέφτοντας μαχόμενος στο Δομοκό».

Βέβαια ο Μουσολίνι ξέχασε ότι ο Σανταρόζα δεν ήταν ιταλός αλλά εβραίος και καρμπονάρος πράκτορας των Άγγλων. Αλλωστε πράκτορας των Αγγλων ηταν και ο ίδιος ο Ντούτσε και ο κομμουνιστής γαμπρός του.

Ο Μουσολίνι κατηγόρησε την Ελλάδα ότι ήταν σύμμαχος της Αγγλίας , ότι ο Έλληνας Βασιλιάς ήταν Άγγλος, η ελληνική πολιτική ηγεσία αγγλόφιλη. Είπε ακόμα ότι το Γερμανικό επιτελείο (και όχι οι Ιταλοί πράκτορες) γνώριζε από τον Μάιο ότι «η Ελλάς είχε προσφέρει στους Αγγλογάλλους όλες τις ναυτικές της βάσεις». Για τις επιχειρήσεις στην ήπειρο δικαιολογήθηκε ότι « τα κακοτράχαλα βουνά της Πίνδου και οι λασπώδεις χαράδρες δεν είναι πρόσφορο έδαφος δια τον αστραπιαίο πόλεμο που ζητούσαν οι αδιόρθωτοι πιστοί της στρατηγικής του γραφείου που παίζουν με τα σημαιάκια στους χάρτες. Καμία ενέργεια είτε εμού , είτε της κυβερνήσεως μου δεν ανακοίνωσε αστραπιαίο πόλεμο. Ούτε ποτέ εγώ σας υποσχέθηκα κάτι τέτοιο . Δεν νομίζω ότι αξίζει τον κόπο να διαψεύσω όλες τις πληροφορίες της Ελληνικής προπαγάνδας και των αγγλικών μεγαφώνων της. Το μέγεθος της πολιτικής ήττας του Μουσολίνι φαίνεται από την ανάγκη του να διαψεύσει ότι σχεδίασε αστραπιαίο πόλεμο 15 ημερών.


Στην Αθήνα, στις 18 Νοεμβρίου 1940 , στις τέσσερις το απόγευμα έφθασε στον Σταθμό Λαρίσης το πρώτο νοσοκομειακό τρένο, ειδικά διασκευασμένο για τη μεταφορά των τραυματιών. Δεν το είχαν γράψει οι εφημερίδες και δεν είχε ανακοινωθεί από το ραδιόφωνο μέχρι το μεσημέρι. Η είδηση κυκλοφόρησε μετά τις τρεις το απόγευμα και το έμαθαν από στόμα σε στόμα ότι , «φτάνουν οι λαβωμένοι»,. και εκείνοι που δεν είχαν ραδιόφωνο.

Η οδός Δηλιγιάννη και η περιοχή μπροστά από τον Σταθμό πλημμύρισε κόσμο. Όταν βγήκαν τα νοσοκομειακά επικράτησε απόλυτη και ευλαβική σιγή για λίγα λεπτά και ακολουθήσε ένα ασυγκράτητο παραλήρημα.
Ποτέ άλλοτε οι δρόμοι της Αθήνας δεν είδαν τόσο κόσμο, από τις χιλιάδες που ξεχύθηκαν για να προϋπαντήσουν, να ζητωκραυγάσουν και να ενθαρρύνουν τα τραυματισμένα παλικάρια. Δεκάδες χιλιάδες λαού στήθηκαν κατά μήκος των οδών απ’ όπου θα περνούσε η πομπή των ασθενοφόρων. Αλλά η κοσμοπλημμύρα απλώθηκε στην Αγίου Κωνσταντίνου, στην Ομόνοια, στη Σταδίου στην πλατεία Συντάγματος και έφτανε μέχρι τα νοσοκομεία στους Αμπελοκήπους και στον Ερυθρό Σταυρό.
Στο Μέτωπο.
Στον χώρο ευθύνης του Γ΄ Σ.Σ., το Μπεγέτη της IX Μεραρχίας την πέµπτη ηµέρα της επίθεσης κινήθηκε προς τη Ντάρζα ενώ ταυτόχρονα τµήµατά του κατέλαβαν τα χωριά Ντρένοβο και Μπίγλα. Παράλληλα, το πυροβολικό του αποσπάσµατος είχε καταφέρει από τις πρωινές ώρες της 18ης Νοεμβρίου να θέσει υπό τα πυρά του την οδό Ερσέκας – Κορυτσάς καθώς και τους στρατώνες και το αεροδρόµιο της Κορυτσάς.
Η I Μεραρχία επανήλθε στην Ερσέκα διορθόνοντας το σφάλμα της προηγουμενης.
Την ίδια ηµέρα, Αλβανός Υπολοχαγός των Ιταλικού Στρατού που είχε συλληφθεί αιχµάλωτος ανακρινόμενος απεκάλυψε ότι είχε δοθεί εντολή στις ιταλικές δυνάµεις για αποχώρηση από τη γραµµή Χότιτσε – Τσαγκόνι, µε συνέπεια να εκλείψει ο κίνδυνος της επίθεσης ιταλικών τεθωρακισµένων µετά τη διάβαση της στενωπού. Θέλοντας να εκµεταλλευτεί την πληροφορία, ο Τσολάκογλου διέταξε απόσπασµα της XIII Μεραρχίας, που έμπαινε στον αγώνα εκείνη ακριβώς την ημέρα, να επιτεθεί στην κατεύθυνση Καπετσίτσα – κορυφογραµµή Μόραβας – Ζεµλακ και να βρεθεί στα νώτα της διάβασης Τσαγκόνι.
Το πρώτο κλιµάκιο των δυνάµεων της Μεραρχίας έφτασε στο Χότσιστε όπου καθηλώθηκε από ισχυρά ιταλικά πυρά χωρίς να έχει καµια υποστήριξη από πυροβολικό ούτε επαφή µε τη διοίκηση της Μεραρχίας. Το δεύτερο κλιµάκιο του αποσπάσµατος, παρότι δέχτηκε µόνο αεροπορικούς βοµβαρδισµούς αλλά χωρίς να υπάρχει καµία πίεση από τον εχθρό καταλείφθηκε το μεσημέρι της 18ης Νοεμβρίου, από πανικό και άρχισε να συµπτύσσεται µε πλήρη αταξία.
Το σύνθηµα για άτακτη υποχώρηση δόθηκε από έναν Υπίατρο και η όλη κατάσταση επηρέασε ψυχολογικά και τον ∆ιοικητή του αποσπάσµατος ο οποίος πίστεψε ότι είχε απολέσει το σύνολο των δυνάµεών του και έχασε τον έλεγχο των τµηµάτων του. Για τα γεγονότα αυτά καταδικάστηκε από στρατοδικείο και αυτοκτόνησε στις 25 ∆εκεµβρίου 1940.
Το Γεν. Στρατηγείο απομάκρυνε τους υπευθύνους και ανέθεσε τη διοίκηση της ΧΙΙΙ μεραρχίας στον ίσαμε τότε Αρχηγό πυροβολικού του Σώματος, τον υποστράτηγο Σωτ. Μουτούση. Παράλληλα, το Γενικό Στρατηγείο διέθεσε στο ΤΣ∆Μ τον (Παπαγικό) ∆ιοικητή του ∆΄ Σ.Σ., Αντιστράτηγο Γεώργιο Κοσµά, µε το απαραίτητο επιτελείο , ώστε να αναλάβει τη διοίκηση του αριστερού της διατάξεως του Γ΄ Σ.Σ. στο οποίο ενεργούσαν οι X και XI Μεραρχίες. Η νέα αυτή διοίκηση πήρε τον τίτλο «Οµάς Μεραρχιών Κ».
Η ελληνική αεροπορία που προσπάθησε να υποστηρίξη της επίθεση των ελληνικών δυνάμεων είχε δυο απώλειες . Ο Επισμηνίας ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΒΑΛΚΑΝΑΣ της 23ης Μοίρας διώξεως με αεροσκάφος PZL ενεπλάκη σε αερομαχία με ιταλικά αεροπλάνα διώξεως στην περιοχή του Ιβάν , βορειοανατολικά της Κορυτσάς. Το αεροσκάφος του ανεφλέγη . Επίσης ο Σμηναγός ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΓΙΑΝΝΙΚΩΣΤΑΣ της 22ης Μοίρας Διώξεως με αεροπλάνο PZL, σκοτώθηκε , κατά τη διάρκεια αερομαχίας πάνω από τον περιοχή του Ιβάν.
Στο χώρο ευθύνης της 8ης Μεραρχίας οι Ιταλοί μετά την κατάληψη του υψώματος του ΠΡΟΦΗΤΗ ΗΛΙΑ ΚΡΥΟΝΕΡΙΟΥ υποχώρησαν σε όλη τη γραμμή και οργανώθηκε αμυντικά στα υψώματα ΔΕΡΒΕΝΑΚΙΟΥ. Το 15ο Συν/μα κατόπιν σκληρού αγώνος κατέλαβε τα υψωμάτα ΖΑΡΑΒΙΝΑΣ και ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΟΥ και τέθηκε σε καταδίωξη του εχθρού προς ΔΕΛΒΕΝΑΚΙ και ΠΟΓΩΝΙΑΝΗ. Στο παραλιακό μέτωπο η Σιένα άρχισε να οπισθοχωρεί προς την Κονίσπολη.

Στις 18 Νοεμβρίου 1940, οι Ιταλοί απάντησαν στην επίθεση που οργάνωσαν και πραγματοποίησαν Σαμιώτες εναντίον του ιταλικού φυλακίου στο Αγαθονήσι, που βρίσκονταν υπό ιταλική κατοχή από το 1911, στις αρχές του ελληνοϊταλικού πολέμου.
Τρία ιταλικά πλοία βομβάρδισαν το Τηγάνι (σημ. Πυθαγόρειο), και έξι ιταλικά αεροπλάνα βομβάρδισαν το λιμάνι του Βαθιού (σημ. Σάμος) για περίπου μισή ώρα. Η εφημερίδα ΑΙΓΑΙΟΝ που είχε το ρεπορτάζ έγραφε: «Ερρίφθησαν πολλαί βόμβαι διαφόρων διαστάσεων. Τινές εκ τούτων ήσαν πλέον των 200 κιλών. … Εφονεύθη έν άτομον και ετραυματίσθησαν ελαφρώς δύο άλλα, υπέστησαν δε καταστροφάς οικήματά τινα…. Μερική καταστροφή υπέστη και η οιναποθήκη της Ένωσης Οινοποιητικών Συνεταιρισμών Σάμου (ΕΟΣΣ), στο Τηγάνι».


Δημοσίευση σχολίου