prose pour trois paysages
inexistants
.....είπα, ''Omeros'', και το Ο μου
φάνηκε σαν τη βουή που βγάζει το κοχύλι,
το mer ήταν μάνα και θάλασσα μαζί.....
ενώ το os ένα γκρίζο κόκαλο και το
λευκό κύμα την ώρα που σπάει
DEREK WALCOTT [[1α]
.....ορμάει έξω. Εκείνος βγαίνει από
τη σκοτεινή γωνιά. Παίρνει το μοναχικό χαρτί. Το κρατάει μπροστά στη φωτιά.
Λυκόφως. Διαβάζει. Μοναχικός.
JAMES JOYCE [1β]
[ΣΚΗΝΙΚΟ 1 ΜΕ ΤΟΠΙΟ........υπάρχουν δυστυχώς
κι άλλες ανάγκες πέρα από τις ανάγκες να σαπίζεις ύπουλα και. Ήσυχα. Δεν είναι
ούτε αυτή η λέξη που πρέπει παρά μερικά από τα χαρίσματα και τα
ελαττώματα που σου ποσφέρνει η ακρογιαλιά μονάχα έβλεπα καλύτερα μα μου
ήταν δύσκολο να ντύνω μ' ένα όνομα τα πάντα σπάνια πράγματα ή ακόμα κάποτε
τη νύχτα γελώντας το δίχως άλλο γιατί νομίζω ακούγονταν γέλια επίσης από μακριά
κάτι τέτοιο γινόταν εκείνη την εποχή μέσα σε τούτο το φως όπου όλα έχουν μικρά
ονόματα κι οι αθάνατοι είχαν σωριαστεί στο πεζοδρόμιο θυμόταν πως ο πρώτος θεός
ήταν δέντρο μάς χάριζε σκιά και καρπούς με το φως της θυσίας στο κούτελο ο
πόθος ναυαγούσε έκπτωτος για χάρη μιας φωνής σα σπηλιά μεταξύ της πολιτείας και
της θάλασσας έστεκε ο βάλτος αναπάντεχο πρόσωπο επειδή τα όνειρα προηγούνται και
μετά κανείς ψιθυρίζει βραχνά ''τα καταφέραμε ας πάρουμε το πρώτο φεγγάρι'' με
βηματισμό πιθήκου διασχίζουν τα δωμάτια θεατρικά τελετουργικά κοιτάζουν τη
φλόγα κάποιος έχει ακουμπήσει το μπαστούνι και το καπέλο στην κονσόλα] ΕΝΑΣ
ΗΘΟΠΟΙΟΣ : .....ας δοκιμάσουμε να δούμε μες σ' αυτό το δίλημμα Ο καινούριος
πόνος Δεν είχα ακόμα τον καιρό να προσαρμοστώ σ' αυτόν Λαοκόων Μπλουμ [2] Ούτε
υπαινιγμός ελάχιστος για κείνον τον Άλλο ή τον Ντένταλους ή το κλαδί που έκαμνε να μοιάζει η δύση σκαμμένη ανάποδα οι
καλοί τρόποι επιβάλλουν το μετά από σάς στις κυρίες και τους αμείλικτους
Καίσαρες στην πλημμυρίδα και στην άμπωτη [Μπαίνει ένα φάντασμα Στοπ
Χειροκροτήματα Στοπ] [παύση] Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΟΥ ΜΕΣΟΝΥΚΤΙΟΥ : .......yesterday,
all my troubles seem so far away [3] ΕΝΑΣ ΗΘΟΠΟΙΟΣ : .....τα χρώματα
επιδρούν στις τύχες μυρωμένη νύχτα και άσθμασυγκαταλέγονται
στην απλοχεριά του μέρους εκείνου μιας άκρης του λιμανιού σάς έχω προφτάσει
αναπόφευκτα προβλέψιμος κι ο αφανισμός του ανθρώπινου ο ασυνήθιστος θόρυβος δεν
εμποδίζει να σφυρίσω ένα
επίκαιρο τραγούδι για το πλήθος που πυκνώνει τις μεγάλες οθόνες
[ΣΚΗΝΙΚΟ 2 ΜΕ ΤΟΠΙΟ : .....αυτό που
αποδοκιμάζεις προτού πεθάνεις κυρίως η πόλη η αχνή σκιά χωρίς περιστροφές για
το κενό υποκείμενο που εξαντλείται η αυτοκρατορία των ορατών μορφών η σπασμένη
αλυσίδα που κρεμόταν σ' ένα μαύρο κομμένο χέρι απ' τον αγκώνα ήλπιζε κάποιος
πατώντας το κουμπί σαν λέξη που ανεβαίνει από τους νόμους του βυθού όσο
βουλιάζεις καλύτερα μια Σίβυλλα λικνίζεται και δίχως όνομα αναδύει με τα φτερά
της τη σαβανωμένη αλήθεια [Μπαίνουν ΟΙ ΛΌΓΙΟΙ] : ......ο κ. Τζόυς υποδύεται τον
Φάουστους το κολλημένο χώμα μιας χωριστής σιωπής με το καπέλο της βροχής το
κίτρινο αδιάβροχο την επομένη η καταιγίδα θα είναι υπέροχη η απροσπέλαστη πολιορκία
της τέφρας κανείς δεν εννοεί να μεταχειριστεί με βιασύνη τα προσχήματά του θα
προέρχεται από εκείνη την άλλου είδους δικαίωση μαζί με τους μεγάλους μήνες του
χειμώνα και τις εποχές της εκμαυλισμένης απώλειας [φως παύση] ΕΝΑΣ ΗΘΟΠΟΙΟΣ :
......παράτησα μια ζεστή κι ασάλευτη νύχτα που εκθειάζει όσους ονειροκρίτες
αφιερώθηκαν σ' αυτήν πήγα κατά λάθος εκεί που φυσούσε ο νότιος άνεμος μέσα στην
ομηρία του Ονείρου αναμφίβολα υπήρχαν και άλλες αποστολές λάβαιναν χώρα τα
μεγάλα γεγονότα που διαδραματίζονταν αλλού ανάμεσα στους ατμούς των τρένων και
τις ξαφνικές σιωπές ΕΝΑΣ ΛΌΓΙΟΣ : .....κουλουριασμένοι στη σκιά του
φεγγαριού ο κυκλικός ήχος της θάλασσας το στόμα προφέρει το ίδιο του το όνομα
όπως κοχλάζουν οι τελευταίες φλόγες οι άνθρωποι υπήρχαν και δεν υπήρχαν
ατελείωτα στιλπνοί ΚΑΠΟΙΟΣ ΠΕΡΑΣΤΙΚΟΣ : ........είναι σαν καθρέφτης του
σύμπαντος κόσμου αφήνουν την παλίρροια στο απόγειο του
περιπλανώμενου ύστερα έρχεται η αληθινή νύχτα ξανοίγεται όταν ο ίδιος γίνεσαι
νύχτα η νύχτα δίπλα στη μέρα παίρνει χαρακτηριστικά αιθερικής οπτασίας θα μάς
φιλήσει το χιόνι στη λεία σκιά στο σταυροδρόμι όπου όλες οι ευθείες
διαμοιράζονται οι γραμμές του καθρέφτη εκεί που πέφτει η πέτρα κοντά στο
ασήμαντο την ώρα της εκδημίας ο τόπος απ' όπου έρχεσαι
ξημερώνει
[ΣΚΗΝΙΚΟ 3 ΜΕ ΤΟΠΙΟ :
.......συγκινήθηκα απ' τα προσκυνήματα κομμάτι κομμάτι τα σπασμένα αγάλματα
στις κρήνες τα φιλιατρά και τους ναούς θα πει πως θα με διώξουν μια μέρα αυτή η
φωνή που μόλις αρχίζω να τη γνωρίζω ίσαμε το τέλος προσεχτικά μοιάζει να φεύγει
όπως και να τη ζυγώνω θα χάσω τα δέντρα μου ή το σκυλί μ'εκείνες τις υλακές του
περασμένου αιώνα που έφτασαν κουτσαίνοντας μέχρι εδώ υπόθεση που πρέπει να
πραγματώσει το ρόλο μου l' apprentissage de la ville [4] ασυνήθιστο παιχνίδι
αδειάζοντας τις ελπίδες καθώς γέρνει ο ήλιος και πρέπει να φτιάξεις τα μεγάλα
σου βήματα τίποτε ομορφότερο από τούτη την άφωνη γη όταν βρέχει θα έχω μια
σπιθαμή χώμα δικαιωματικά να χώνω τα δάχτυλα ανάμεσα στα σάπια φύλλα και τις
κοπριές πήγαινα πότε πότε να δω τον μαντρότοιχο το δρομάκο που κατεβαίνει ήταν
κιόλας στη θέση του περιπλανιέμαι χάραμα γυναίκες που μπλέκουν σκόπιμα σε
ταινίες για να μην επιστρέψουν ποτέ απ' το να σηκώνει άλλος κάθε φορά τον βαρύ
φόβο ή την αγωνία ''άταφοι θεοί κι απορριγμένοι ολάκερους αιώνες νεκροί'' [5]
πού να ψάξεις το δίκιο σου ένα σημείο πιο χαμηλά κι από τους πεθαμένους ο
Ελπήνορας με Κυβερνήτες να υπογράφουν εντάλματα συλλήψεως για απόκληρους και
τυφλούς τσιλιαδόρους σαλεύει στα άστατα κρανία τους ο αγνότερος δρόμος όπου
συναντάς το πιο λίγο μια θημωνιά πόρνες στο ταπεινό πανόραμα της ενορίας μας] Ο
ΕΠΙΣΚΕΠΤΗΣ [λίγο φως] : .......σέρνονται προς το τέρμα του ανισόπεδου δρόμου
ένας αθόρυβος σχεδόν τόνος φωνής ζητούσα επαλήθευση πρόθυμους ακροατές έπρεπε
να γευτώ ξανά τα ίδια ανεξήγητα συνθήματα εδώ κοντά η ιστορία γράφεται με τον
απαραίτητο κι απαρέγκλιτο τρόπο όχι πια επιθυμίες και συνήθως δε ρίχνουν ούτε
μια ματιά στον επισκέπτη μέχρι την ώρα που σηκώνεται να φύγει [Βγαίνει Ησυχία]
[Μπαίνει Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΟΥ ΜΕΣΟΝΥΚΤΙΟΥ] : [μικρή παύση] .......et je l'ai tiré sur
moi pour que mon odeur puisse sentir mes seins et son cœur allait se briser et
j'ai dit oui je veux Οui [6]
ΤΕΛΟΣ
ΑΝΑΦΟΡΕΣ-ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1α] ΟΜΗΡΟΣ, μτφρ. Ελένη Κεκροπούλου,
πρόλογος-επιμέλεια Τηλέμαχος Χυτήρης, ''ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ''-Α. Α. ΛΙΒΑΝΗΣ, 1993
[1β] ΟΔΥΣΣΕΑΣ, μτφρ. Σωκράτης
Καψάσκης, επιμέλεια Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος, ΚΕΔΡΟΣ, 1990, 5η έκδοση
[2] αντί του ''Λεοπόλδος'' όπως στον
Οδυσσέα του Joyce - λογοπαίγνιο [του γράφοντα]
[3] χτες, όλα τα προβλήματά μου
φαίνονται τόσο μακριά [Derek Walcott ο.π. ΟΜΗΡΟΣ]
[4] η εκμάθηση της πόλης [αποσπάσματα]
- έργο του Luc Dietrich, βλ. ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ τ. 33, 1983, απόδοση Ευγενία Παπαθωμά
[5] ΟΜΗΡΟΣ, ο.π.
[6] ''και τον τράβηξα κάτω πάνω
μου έτσι που μπορούσε να νοιώσει τα στήθη μου όλο άρωμα και η καρδιά του
πήγαινε να σπάσει και είπα ναι θέλω Ναι''- [τελευταία φράση στον ΟΔΥΣΣΕΑ ο.π.]
// [η γαλλική μεταφορά είναι απόδοση του παραπάνω κειμένου από τον γράφοντα]
[τα πρόσωπα] :
ΕΝΑΣ ΗΘΟΠΟΙΟΣ
Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΟΥ ΜΕΣΟΝΥΚΤΙΟΥ
ΟΙ ΛΌΓΙΟΙ
ΕΝΑΣ ΛΌΓΙΟΣ
ΚΆΠΟΙΟΣ ΠΕΡΑΣΤΙΚΌΣ
Ο ΕΠΙΣΚΈΠΤΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου