Την απαλλαγή από το καθεστώς ΦΠΑ
επιχειρήσεων και επιτηδευματιών με τζίρο μέχρι και 25.000, αντί των 10.000 που ισχύει
σήμερα, θέτει μεταξύ άλλων ως θέμα το αναθεωρημένο μνημόνιο δημιουργώντας μια νέα
εποχή για τα ελληνικά δεδομένα.
Συγκεκριμένα, σε ένα από τα 56 προαπαιτούμενα της δεύτερης
αξιολόγησης περιλαμβάνεται η υποχρέωση μιας μελέτης σκοπιμότητας για να
διαπιστωθεί αν σε τελική φάση είναι προτιμότερο οι επιχειρήσεις αυτές να είναι
σε καθεστώς ΦΠΑ ή να απαλλαχθούν.
Η πρόταση αυτή έχει γίνει από το ΔΝΤ το 2013 και
βασίζονταν στην λογική ότι πρόκειται για μεγάλο αριθμό υπόχρεων (υπολογίζονται
περίπου στις 750.000 - 800.000 ) άτομα τα οποία αντιπροσωπεύουν περίπου το 0,1
– 0,2% τους συνόλου των ετήσιων «μικτών» εισπράξεων του ΦΠΑ . Σε αριθμούς τα
έσοδα δεν ξεπερνούν τα 15-20 εκ ευρώ από τα συνολικά αναμενόμενα έσοδα των
14,85 δις ευρώ από τον βασικό έμμεσο φόρο. Από την άλλη διατηρούν το δικαίωμα
του συμψηφισμού του ΦΠΑ που πληρώνουν με τον ΦΠΑ που οφείλουν να αποδώσουν κάθε
τρίμηνο. Αυτό σημαίνει ότι ένας αριθμός από τους φορολογούμενους αυτής της
κατηγορίας καταλήγουν να έχουν πιστωτικό ΦΠΑ δηλαδή να έχουν επιστροφή φόρου.
Από την άλλη η απαλλαγή από τον ΦΠΑ μεταφράζεται σε σαφή
μείωση του κόστους εξυπηρέτησης των φορολογικών υποχρεώσεων για τις μικρές
επιχειρήσεις, τους ελεύθερους επαγγελματίες και όσους αμείβονται με «μπλοκάκι».
Όλοι αυτοί μέχρι τώρα έπρεπε να υποβάλλουν ανά τρίμηνο περιοδικές δηλώσεις ΦΠΑ,
υποχρέωση η οποία για εννιά στους δέκα απαιτεί λογιστή, χαρτομάνι και εν τέλει
διοικητικό κόστος, τόσο για τους φορολογουμένους όσο και για τη Φορολογική
Διοίκηση. Όσοι επιλέξουν να ενταχθούν στο νέο σύστημα, θα μπορούν να παρέχουν
τις υπηρεσίες τους ή να πωλούν τα αγαθά τους χωρίς ΦΠΑ.
Την ίδια ώρα, οι ελεγκτικές αρχές του υπουργείου
οικονομικών, επωμίζονται ένα τεράστιο αριθμό ελέγχων, χωρίς αυτό να έχει θετικό
δημοσιονομικό αποτέλεσμα και αφήνουν να ξεφεύγουν όσοι είναι υπεύθυνοι για την
τεράστια φοροδιαφυγή του 33% που καταγράφεται στα έσοδα για τον ΦΠΑ.
Το μέτρο που προτείνει το αναθεωρημένο μνημόνιο είναι
ουσιαστικά η επέκταση ενός καθεστώτος που ισχύει από το 2014, όταν με βάση και
πάλι την πρόταση του ΔΝΤ αποφασίστηκε η προαιρετική απαλλαγή από το καθεστώς
ΦΠΑ σε επιχειρήσεις και επιτηδευματίες με τζίρο μέχρι και 10.000 ευρώ.
Για το λόγο αυτό θεωρείται βέβαιο ότι και η επέκταση του
μέτρου θα ακολουθηθεί η ίδια διαδικασία. Δηλαδή:
- Από την ώρα που οι επιτηδευματίες θα ενταχθούν στο νέο
αυτό γενικευμένο καθεστώς απαλλαγής από τον ΦΠΑ δεν δικαιούνται πλέον καμία έκπτωση
του ΦΠΑ που πληρώνουν για τις δαπάνες τους και ως εκ τούτου χάνουν το δικαίωμα
να εισπράξουν επιστροφή ΦΠΑ.
-Η υπαγωγή στο νέο σύστημα θα είναι και πάλι
προαιρετική. Αν κάποιος κρίνει ότι τον συμφέρει να χρεώνει ΦΠΑ και να υποβάλλει
ανά τρίμηνο περιοδικές δηλώσεις, μπορεί να παραμείνει στο κανονικό καθεστώς. Αν
όμως επιλέξει το απαλλασσόμενο καθεστώς, θα πρέπει να παραμείνει σε αυτό
τουλάχιστον δύο χρόνια. Στην περίπτωση όπου στη διάρκεια μιας χρήσης τα
ακαθάριστα έσοδα ξεπεράσουν το όριο των 25.000 ευρώ, αυτομάτως στην επόμενη
χρήση ο φορολογούμενος θα επανενταχθεί στο κανονικό σύστημα υποβολής περιοδικών
δηλώσεων ΦΠΑ.
Δημοσίευση σχολίου