Τα μάτια του Σερέτη είχαν κολλήσει πάνω στις γυμνές. Ο άνθρωπος με το τατουάζ τον σκούντησε και του 'κλεισε το μάτι

          ΜΕΝΗΣ ΚΟΥΜΑΝΤΑΡΕΑΣ, Η ΦΑΝΕΛΑ ΜΕ ΤΟ 9 [1α] 


.......η μια γενιά μετά την άλλη.....ακούγοντας τη μοναδική απάντηση που δίνει η σιωπή

       ΖΟΖΕ ΣΑΡΑΜΑΓΚΟΥ [1β] 

     
1.

......την άνοιξη ανασταίνεται σαν εξαπάτηση που συντηρεί το μέλλον η αφροντισιά και η αλέα σκοτεινή ο,τι προαιστάνθηκα σ' κείνη την πλευρά ο τοίχος έμοιαζε με το άσυλο ανιάτων αφού την άλλη μέρα έχασα το ψιχάλισμα όπως μια ουσία μετρήσιμη που επικάθεται στη σάρκα όσα όπως κανείς ζυγίζει τα βήματα τους δρόμους και τα λόγια ένας άντρας και μια γυναίκα περαστικοί που ανοίγουν κουβέντα για να ξεχάσουν το άδειο μέρος του φράχτη εννοώ μέσα από κει περνούσαν τα σκυλιά όταν έρχεται μεσημέρι λεπτές απαντήσεις που διώχνουν επίμονους συλλογισμούς ''σύντροφοι'' τους λέω ένα πρωί με το κεφάλι γερμένο ελαφρά ''το μέγα σκάνδαλο η ιστορία με τους τάρανδους αυτή η επίσημη εκδοχή ή υποδοχή ότι επιτέλους γυρίσατε έχει αποφασιστεί μάς περιμένουν για τα μεθεόρτια του γάμου'' ''πέθαναν πολλοί λόγω απροσεξίας'' απάντησαν ύστερα άρχισε να χτυπάει μεσάνυχτα το ρολόι της πλατείας ο κόσμος κλείδωνε τις πόρτες αμίλητος οι τραυματίες πολέμου κοίταζαν με κούφια μάτια όπως τα ξύλινα πόδια τους στην πιο αναπολόγητη γωνιά του σπιτιού κατοικώ απολιθωμένος στο κενό ανοίγοντας την πόρτα οι παλιές ραχιτικές σκιές που κάποτε ερωτεύτηκαν καθισμένες στα διακριτικά μισοσκόταδα κοντά στα παράθυρα ''θα γυρίσω'' είπε ''αλλά θα βρίσκομαι στην ανάγκη να χρησιμοποιώ τα παλιά πράγματα ο,τι απέμεινε από τις αργοπορίες των άλλων ένα θαμμένο χαρτονόμισμα χωρίς αντίκρυσμα ή το ψαλίδι να συντομεύουμε τους χρόνους που σταυροκοπιούνται οι χωλοί και οι αμέριμνες γριές'' ''όλα κάποτε είναι τόσο αληθινά που έχουν τη γεύση του γλυκάνισου'' παραδέχτηκα κι ο επισκέπτης δυο ορόφους πιο πάνω περπατούσε στη μέση της κάμαρης βήχοντας δυνατά να τον ακούσουν στην αποβάθρα ''εγώ'' μου λέει μια μέρα ''είμαι ο δρομέας με το κηροπήγιο κι ο αδερφός Ιησούς ακολουθεί πεισματικά τον Ιούδα διαφορετικά πώς θα συμβεί το γεγραμμένο εις τούς αιώνας των αιώνων γιατί κι ο πατέρας είχε τον τρόπο να μιλάει με παραβολές αίφνης όταν χανόταν η υπόλειψη κι η υστεροφημία από τα χρέη 


2.

.......μετά από λίγο ο τόπος είχε αδειάσει ξέμειναν οι φωνές στον αέρα τα γυμνά δέντρα τα πουλιά απομακρύνονται σαν να κοιτάζει ένοχα κάποιο τεράστιο αλλήθωρο βλέμμα ώρα να πεθαίνει κανείς προτού ζήσει Μια αγκαλιά οστά που χαμηλώνουν στην απρόσβατη έρημο όρθιος στο κατώφλι της πόρτας κατά κει θα πλεύσω κατά κει με το μεγάλο δάχτυλο του χεριού που άπλωνα το χρώμα όπως είπα τον κοίταζα να πεθαίνει προτού ζήσει άλλη μια φορά ''Δε γίνεται'' είπε ο Θεός ''οι σκιές δε μπορούν να εξηγήσουν ούτε μια ρωγμή από γη που αναβλύζει το πένθος της'' άκουγα μέχρι να πάψουν οι χτύποι του σφυριού να μοιράζονται τη σιωπή ο άνεμος έχει στην οροφή του εκείνο το απότομο τράβηγμα του γλάρου    ανάμεσα στο φως και σ' εμάς παρεμβάλλεται το σκοτεινό σώμα που μάς γεννά γεμάτο πόνο και φρίκη αόρατο ψηλά στον ήλιο   Ορθώνεται   Οι αραχνιασμένες στριγκλιές απ' τα κοτσύφια η θάλασσα καθώς κρύβεται αφυδάτωνε ο,τι πίστευα θα ήθελα να ήταν ακόμα η ομίχλη χτες αύριο είχε νικηθεί προς το παρόν το βράδυ έμαθα ο,τι είχε εγκαταλείψει έμοιαζα φτιαγμένος από λιμνασμένα νερά από τα σκαλοπάτια που ακούς δεν ακούς τα πιο ακίνητα σημάδια του καιρού ή ακουμπάς σε μια απόμακρη σχεδία στο χωματόδρομο τρέχοντας γιατί εκεί που βρίσκεσαι μαθαίνεις τα ποιήματα την επομένη στα ράκη του κρανίου σου   περιμένω από την ώρα που έφυγαν  Όλα καρφί που μάς τρυπάει το κόκκαλο σαν την αιώνια ενέδρα έκλαιγε νόμιζες δηλαδή δεν έκλαιγε ''ησυχία θα ξυπνήσει ο Μπ. [έντζυ]'' τον ξέραμε άλλωστε κι από άλλα αναγνώσματα ''Φιόντορ Μιχαήλοβιτς'' του λέω ''σταμάτησα να κοιτάξω πίσω αλλά δεν ήταν καλά στην υγεία της η Νάστενκα χρειαζόταν να προχωρήσει άλλο τόσο με τα πόδια'' ακούστε σύντροφοι μάταια περιμένετε την Αποκάλυψη ή τη Δευτέρα Παρουσία έζησα για να ξορκίσω τη μοναξιά με καινούριες λέξεις ή βουνά που έσυραν την ύπαρξη σε ύδατα λησμονημένα Τα μάτια είχαν κολλήσει πάνω στις γυμνές ο άνθρωπος με το τατουάζ τον σκούντησε και του 'κλεισε το μάτι 
  


3.
.........αυτός ο φοβερός χείμαρρος που κατεβαίνει σαν κλαψιάρικη έκφραση πεπειραμένη μη σάς νοιάζει ποιος είναι κάτι απ' το παλιό σπίτι όταν μετακομίσαμε δεν ωφελούσε τίποτε να σκέφτομαι πλησίαζαν την πλατεία όλες αυτές οι πεθαμένες πόρνες χωρίς αίμα πελιδνές σε τι θα ωφελούσαν αν οι μνηστήρες επιζούσαν καθώς ο Οδυσσέας έψαχνε αναμάρτητους κριτές δεν το λέει έτσι βέβαια ακριβώς ο Τζόυς πουθενά σκύλος δέντρο παράθυρα πινακίδες με το έλεος των Ιησουιτών και την αυστηρή γεωμετρία των αρχετύπων    Δικαιοσύνη   Οι άνθρωποι απλά τρελαίνονται κάτω από έναν αδειασμένο ουρανό άκρη άκρη μπροστά στη μύτη της προκυμαίας η θάλασσα έρχεται τρέχοντας ανάμεσα στις πέτρες ήμουν εγώ που νόμιζα πως λεηλατούσα ο,τι πραγματικά αγάπησα   δίπλα ευτυχίες που ζούνε άλλοι αιώνια απώλεια κατά βάθος ματαιόδοξη με τον πυρήνα της καρδιάς να συμφωνεί καθισμένος στα σκαλιά ήθελα ν' ακούσω την επιστροφή  κάποτε προσφέρουμε όλες μας τις λέξεις ανασταίνεται ο χρόνος έστω και λίγο για να κοιτάξουμε ένα σύννεφο ή δεν απομένει ούτε μια σταγόνα σ' εμάς και τον ουρανό αμέτρητοι στον αμέτρητο κόσμο ήχοι αόρατοι άσκοποι οι γλάροι στέκονταν στη ράχη του ΜΕΝΤΒΕΝΤΕΝΚΟ [2] : .....κάθε Χριστούγεννα σάς χρωστώ δυο χιλιάδες χρυσά νομίσματα πώς γίνεται αυτό ; / ΜΑΝΤΑΜ ΑΡΚΑΝΤΙΝ [2α] : .......θυμίζετε τους απόκληρους ή εκείνους που πληρώνουν προκαταβολικά στους οίκους ανοχής μόνο και μόνο για τη σωτηρία της ψυχής τους ''ένα κορίτσι που ήμουνα τότε ένα άνθος των βουνών'' [3] γελάει με κατάπληξη το πρόσωπό της είχε κάτι παράξενο το κρεβάτι που κοιμήθηκε αποπνέει έναν ύπνο βαθύ ληθαργικό    η μια γενιά μετά την άλλη ακούγοντας τη μοναδική απάντηση που δίνει η σιωπή    κάποια στιγμή θα μιλήσω θα πιστέψτε στ' αλήθεια μνήμη οργωμένη απ' το τράβηγμα των γλάρων στην οροφή του άνεμου όπως έλεγα τα πράγματα επανέρχονται ο Dedalus [4] είναι ο άνθρωπος με το τατουάζ    απαθής ανέκφραστος       Τα μάτια του Σερέτη είχαν κολλήσει πάνω στις γυμνές.


ΤΕΛΟΣ


ΑΝΑΦΟΡΕΣ-ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1α] / οι πρώτες αδημοσίευτες σελίδες από τη ''Φανέλα με το Εννιά'' βλ. περιοδικό ''η λέξη'' τ. 54, μάης 86 
[1β] / ΖΟΖΕ ΣΑΡΑΜΑΓΚΟΥ, Το κατά Ιησούν Ευαγγέλιον, μτφρ. Αθηνά Ψυλλιά, Καστανιώτης 2010
[2]&[2α] / πρόσωπα στον Γλάρο του Α. ΤΣΕΧΩΒ 
[3] / ΤΖΑΙΗΜΣ ΤΖΌΥΣ, Οδυσσέας, μτφρ. Σωκράτης Καψάσκης, Κέδρος, 1990 
[4] / Τ. ΤΖΌΥΣ ο.π. πρόσωπο

Δημοσίευση σχολίου