...η Ιστορία περιέχει την Ποίηση. Ισχύει και το αντίθετο, ότι η Ποίηση περιέχει την Ιστορία.
Σ' αυτή την
αμφι-μονο-σημαντότητα καλλιεργείται η συμβολογία της φαινομενολογίας των
συμβάντων; το ξέρουμε από την ελλειπτικότητα του Καβάφη, την αγωνία του
Ανδρόνικου, τον εξανθρωπισμένο μοντερνισμό του Σεφέρη. Θα σταθώ, κυρίως σ'
αυτόν- στη στάση του σαν διανοούμενου απέναντι στη δικτατορία -- στις Γάτες τ'
Αη Νικόλα....Άλλωστε ότι ζούμε, σε μια συντεταγμένη παραβίαση συνταγματικών
δικαιωμάτων και αρχών[1], αποτελεί μια νεο-δικτατορική εκδοχή, καταληκτική
,βέβαια, της σύμπλευσης του οικογενειοκρατικού κοινοβουλευτισμού και του
τραπεζικού κατεστημένου, με τις διαπλοκές τους- που τελικά οδήγησαν την Ελλάδα
στην αγκαλιά της Νέας Τάξης.
Την Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου 1969, ο ποιητής
τελειώνει το ποίημά του αυτό.
Οι Γάτες τ' Αη Νικόλα, είναι η ύστατη προειδοποίηση για επερχόμενη εθνική ταγωδία- η οποία επαληθεύτηκε το καλοκαίρι του 1974[2].
Οι Γάτες τ' Αη Νικόλα, είναι η ύστατη προειδοποίηση για επερχόμενη εθνική ταγωδία- η οποία επαληθεύτηκε το καλοκαίρι του 1974[2].
Σημείωνε κάπου ο ποιητής: "Όλοι πια το διδάχτηκαν και το ξέρουν πως στις δικτατορικές καταστάσεις η αρχή μπορεί να μοιάζει εύκολη, όμως η τραγωδία περιμένει, αναπότρεπτη, στο τέλος.
Το δράμα αυτού του τέλους μας
βασανίζει, συνειδητά ή ασυνείδητα, όπως στους παμπάλαιους χορούς του Αισχύλου.
Όσο μένει η ανωμαλία, τόσο προχωρεί το κακό.
Είμαι ένας άνθρωπος χωρίς κανένα απολύτως πολιτικό δεσμό, και, μπορώ να πω, μιλώ χωρίς φόβο και χωρίς πάθος. Βλέπω μπροστά μου τον γκρεμό, όπου μας οδηγεί η καταπίεση που κάλυψε τον τόπο. Αυτή η ανωμαλία πρέπει να σταματήσει. Είναι εθνική επιταγή".
Μια κυπριακή
παράδοση διασώζεται στην Περιγραφή Ολοκλήρου της Νήσου Κύπρου, από κάποιον
αγιοβασιλείτη μοναχό εκεί, τον 16ον αιώνα, ονόματι Lusignan- βασιλικής καταγωγής
ο ίδιος : "Περιγράφει, λοιπόν, .....[μνημονεύει ο Σεφέρης κατά τη διήγηση
του καλόγερου] πως το μέρος πλήττεται από δηλητηριώδη φίδια, που θα έπρεπε να
εξοντωθούν, και λέει, [ο Lusignan] με μια αφέλεια ύφους, ότι ιδρύεται ένα
μοναστήρι, του οποίου οι μοναχοί συμφωνούν να δίνουν στις γάτες, σ' αυτό το
κοπάδι των γατιών, που είχαν για την εξόντωση των φιδιών, μια συγκεκριμένη
ποσότητα κρέατος, έτσι ώστε τα δύστυχα ζώα να μην τρώνε πάντα φαρμάκι,
δηλητήριο. Γιατί τα φίδια ήταν δηλητηριώδη".
Παραθέτω μόνο ένα απόσπασμα
από το ποίημα πιο κάτω, για τα τα φίδια που φώλιασαν στην πατρίδα μας, λογιώ-
λογιώ, κι εμάς τις γάτες τ' Αη Νικόλα, που μας ταΐζουν ίσα να μη φαρμακωθούμε,
στα όρια της απαντοχής, στην άκρη της Φαμαγκούστας, στο ακρωτήρι , στον Καβο-
Γάτο: «Τὸν καιρὸ τῆς μεγάλης στέγνιας,
- σαράντα χρόνια ἀναβροχιὰ -
ρημάχτηκε ὅλο τὸ νησὶ
πέθαινε ὁ κόσμος καὶ γεννιοῦνταν φίδια.
Μιλιούνια φίδια τοῦτο τ᾿ ἀκρωτήρι,
χοντρὰ σὰν τὸ ποδάρι ἄνθρωπου
καὶ φαρμακερά.
Τὸ μοναστήρι τ᾿ Ἅι-Νικόλα τὸ εἶχαν τότε
Ἁγιοβασιλεῖτες καλογέροι
κι οὔτε μποροῦσαν νὰ δουλέψουν τὰ χωράφια
κι οὔτε νὰ βγάλουν τὰ κοπάδια στὴ βοσκὴ
τοὺς ἔσωσαν οἱ γάτες ποὺ ἀναθρέφαν.
Τὴν κάθε αὐγὴ χτυποῦσε μία καμπάνα
καὶ ξεκινοῦσαν τσοῦρμο γιὰ τὴ μάχη.
Ὅλη μέρα χτυπιοῦνταν ὡς τὴν ὥρα
ποῦ σήμαιναν τὸ βραδινὸ ταγίνι.
Ἀπόδειπνα πάλι ἡ καμπάνα
καὶ βγαῖναν γιὰ τὸν πόλεμο τῆς νύχτας.
Ἤτανε θαῦμα νὰ τὶς βλέπεις, λένε,
ἄλλη κουτσή, κι ἄλλη στραβή, τὴν ἄλλη
χωρὶς μύτη, χωρὶς αὐτί, προβιὰ κουρέλι.
Ἔτσι μὲ τέσσερεις καμπάνες τὴν ἡμέρα
πέρασαν μῆνες, χρόνια, καιροὶ κι ἄλλοι καιροί.
Ἄγρια πεισματικὲς καὶ πάντα λαβωμένες
ξολόθρεψαν τὰ φίδια μὰ στὸ τέλος
χαθήκανε, δὲν ἄντεξαν τόσο φαρμάκι.
Ὡσὰν καράβι καταποντισμένο
τίποτε δὲν ἀφῆσαν στὸν ἀφρὸ
μήτε νιαούρισμα, μήτε καμπάνα.
Γραμμή!
Τί νὰ σοῦ κάνουν οἱ ταλαίπωρες
παλεύοντας καὶ πίνοντας μέρα καὶ νύχτα
τὸ αἷμα τὸ φαρμακερὸ τῶν ἑρπετῶν.
Αἰῶνες φαρμάκι γενιὲς φαρμάκι».
«Γραμμή!
Τί νὰ σοῦ κάνουν οἱ ταλαίπωρες
παλεύοντας καὶ πίνοντας μέρα καὶ νύχτα
τὸ αἷμα τὸ φαρμακερὸ τῶν ἑρπετῶν.
Αἰῶνες φαρμάκι, γενιὲς φαρμάκι».
ρημάχτηκε ὅλο τὸ νησὶ
πέθαινε ὁ κόσμος καὶ γεννιοῦνταν φίδια.
Μιλιούνια φίδια τοῦτο τ᾿ ἀκρωτήρι,
χοντρὰ σὰν τὸ ποδάρι ἄνθρωπου
καὶ φαρμακερά.
Τὸ μοναστήρι τ᾿ Ἅι-Νικόλα τὸ εἶχαν τότε
Ἁγιοβασιλεῖτες καλογέροι
κι οὔτε μποροῦσαν νὰ δουλέψουν τὰ χωράφια
κι οὔτε νὰ βγάλουν τὰ κοπάδια στὴ βοσκὴ
τοὺς ἔσωσαν οἱ γάτες ποὺ ἀναθρέφαν.
Τὴν κάθε αὐγὴ χτυποῦσε μία καμπάνα
καὶ ξεκινοῦσαν τσοῦρμο γιὰ τὴ μάχη.
Ὅλη μέρα χτυπιοῦνταν ὡς τὴν ὥρα
ποῦ σήμαιναν τὸ βραδινὸ ταγίνι.
Ἀπόδειπνα πάλι ἡ καμπάνα
καὶ βγαῖναν γιὰ τὸν πόλεμο τῆς νύχτας.
Ἤτανε θαῦμα νὰ τὶς βλέπεις, λένε,
ἄλλη κουτσή, κι ἄλλη στραβή, τὴν ἄλλη
χωρὶς μύτη, χωρὶς αὐτί, προβιὰ κουρέλι.
Ἔτσι μὲ τέσσερεις καμπάνες τὴν ἡμέρα
πέρασαν μῆνες, χρόνια, καιροὶ κι ἄλλοι καιροί.
Ἄγρια πεισματικὲς καὶ πάντα λαβωμένες
ξολόθρεψαν τὰ φίδια μὰ στὸ τέλος
χαθήκανε, δὲν ἄντεξαν τόσο φαρμάκι.
Ὡσὰν καράβι καταποντισμένο
τίποτε δὲν ἀφῆσαν στὸν ἀφρὸ
μήτε νιαούρισμα, μήτε καμπάνα.
Γραμμή!
Τί νὰ σοῦ κάνουν οἱ ταλαίπωρες
παλεύοντας καὶ πίνοντας μέρα καὶ νύχτα
τὸ αἷμα τὸ φαρμακερὸ τῶν ἑρπετῶν.
Αἰῶνες φαρμάκι γενιὲς φαρμάκι».
«Γραμμή!
Τί νὰ σοῦ κάνουν οἱ ταλαίπωρες
παλεύοντας καὶ πίνοντας μέρα καὶ νύχτα
τὸ αἷμα τὸ φαρμακερὸ τῶν ἑρπετῶν.
Αἰῶνες φαρμάκι, γενιὲς φαρμάκι».
«Γραμμή!»
ἀντιλάλησε ἀδιάφορος ὁ τιμονιέρης.
Τετάρτη, 5 Φεβρουαρίου, Γ. Σεφέρης ΞΟΛΟΘΡΕΨΑΝ
ΤΑ ΦΙΔΙΑ ΜΑ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΧΑΘΗΚΑΝΕ
Φώτης Μισόπουλος.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1.: βλ. επανειλημμένες παρεμβάσεις του Καθ. Κασιμάτη για το ζήτημα,
από καταβολής μνημονίων
2.: Σάββας Παύλου, Κέντρο Μελετών Ιεράς Μονής Κυκκου, Διαδίκτυο 3.:ο.π.
Δημοσίευση σχολίου