Σπερματικά Πρότυπα
Η αρχαία ελληνική δημοκρατία, κατά το αθηναϊκό
μοντέλο, έχει επικριθεί από κύκλους κυρίως της αριστεράς, λόγω των εγγενών
ελαττωμάτων που εμπεριείχε. Το γεγονός ότι η αθηναϊκή δημοκρατία, δεν
συμπεριλάμβανε τον γυναικείο πληθυσμό, αλλά πολύ περισσότερο το γεγονός ότι
στήριζε την ύπαρξη και την ευημερία του σε μια εργατική τάξη δούλων, χωρίς
καθόλου πολιτικά δικαιώματα, έχουν γίνει αντικείμενο εκτεταμένης κι εκ πρώτης
όψεως δικαιολογημένης κριτικής, μολονότι ο Καστοριάδης επιμένει ότι τα περί
δουλοκτησίας δεν είναι απολύτως ακριβή.
Σπάνια ωστόσο λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι όλα αυτά συνέβησαν πριν από δυόμιση χιλιάδες χρόνια.Πράγματι, το αρχαίο πολίτευμα αποτύπωνε όχι μόνο τις τότε κοινωνικές ισορροπίες και θεσμίσεις, αλλά πάνω απ’ όλα τους περιορισμούς που έθετε το παραγωγικό μοντέλο της εποχής του.
Η οικονομία ήταν κατά βάση γεωργική και το τεχνολογικό επίπεδο τέτοιο, που δεν θα μπορούσε να παράγει αρκετό πλούτο, ώστε ολόκληρος ο πληθυσμός της πόλης-κράτους να μπορεί να γεύεται τα οφέλη του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Όλα αυτά άλλαξαν άρδην κατά τον 20ο αιώνα. Οι γυναίκες απέκτησαν δικαίωμα ψήφου και η ισονομία μεταξύ των φύλων έκανε σημαντική πρόοδο, ιδιαίτερα στον δυτικό νομικό πολιτισμό, αν και ακόμα στις μέρες μας δεν έχει κατακτηθεί πλήρως στην πράξη, εντός του κοινωνικού σώματος.
Η κυριότερη ωστόσο διαφορά της σύγχρονης εποχής, είναι η τεχνολογική εξέλιξη. Όπως αναφέραμε στην εισαγωγή του παρόντος συγγράμματος, τα σύγχρονα μέσα παράγουν ικανό πλούτο, ώστε σήμερα η εργατική τάξη είναι σε θέση να συμμετέχει στα αγαθά της δημοκρατίας, με την προϋπόθεση της ορθολογικής και ισόρροπης κατανομής αυτού του πλούτου, πράγμα που ο νεοφιλελεύθερος δογματισμός αρνείται πεισματικά, αξιώνοντας την υπερσυσσώρευσή του στα χέρια όλο και λιγότερων.
Πολλοί σύγχρονοι «ελεύθεροι» εργάτες, ιδίως μετανάστες, πιθανώς ζουν πολύ χειρότερη ζωή από τους δούλους της αρχαίας Αθήνας, μια τάση σύγχρονης σκλαβιάς που διαρκώς αναπτύσσεται στις μέρες μας.
Πράγματι, όσο κι αν έχει γίνει κριτική στη βασική μαρξιστική θεώρηση, ότι οι παραγωγικές σχέσεις και το αντίστοιχο νομικό και πολιτικό εποικοδόμημα αντιστοιχούν σε μια ορισμένη βαθμίδα ανάπτυξης των υλικών παραγωγικών δυνάμεων, αυτή δεν έχει απολέσει πλήρως την ερμηνευτική της αξία. Μπορεί δηλαδή η τεχνική να μην είναι ακριβώς ένας αυτόνομος παράγοντας καθορισμού της κοινωνικής εξέλιξης, ωστόσο δεν παύει να παίζει κύριο ρόλο στην τελική έκβαση, καθώς θέτει τους περιορισμούς στον πλούτο, άρα και στην ισχύ, που πρέπει να διαμοιραστούν μέσα στα πλαίσια μιας κοινωνίας.
Ένα άλλο στοιχείο που αναφέρεται ως μια απ’ τις σκιερές πτυχές του αρχαίου δημοκρατικού συστήματος, είναι η αστάθεια και η χαμηλή βιωσιμότητα που επέδειξε. Μετά την εποχή του Περικλή, εύκολα εκφυλίστηκε σε οχλοκρατία και δημαγωγία και τελικά παρήκμασε σχετικά γρήγορα.
Ο λόγος γι’ αυτό κατά τη γνώμη μας, ήταν ότι οι αρχαίοι δεν είχαν θεσμοθετήσει τη δημόσια παιδεία. Έτσι, ενώ η υψηλή παιδεία υπήρξε εξαρχής αναγκαία συνθήκη για την ορθή λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, από την άλλη πλευρά οι φτωχότεροι των πολιτών (η πλειοψηφία δηλαδή) δεν είχε πρόσβαση σ’ αυτήν. Σε τούτο το έδαφος ήταν εύλογο να ευδοκιμήσει η δημαγωγία και οι πιο μορφωμένοι, άρα και οι πλουσιότεροι, μπορούσαν εύκολα να ελέγχουν δημοκοπικά τη βούληση της κοινωνίας, η οποία έτσι έπαψε να είναι κυριολεκτικά αυτόνομη.
Βασικό επίσης ρόλο στον εκφυλισμό έπαιξε ο μακροχρόνιος εμφύλιος Πελοποννησιακός πόλεμος και η συνακόλουθη εξαχρείωση που νομοτελειακά επέφερε. Το πρότυπο της Ελληνικής Πολιτείας εγγυάται την αδυναμία διεξαγωγής εμφυλίου στην Ελλάδα, όπως θα δούμε παρακάτω.
Κατά συνέπεια, μια σύγχρονη άμεση δημοκρατία είναι ικανή να υπερβεί τούτα τα ελαττώματα, καθώς διαθέτουμε πια τα εργαλεία και τη γνώση για κάτι τέτοιο. Η αυτονόητη για εμάς ισότητα των φύλων, μαζί με ένα οικονομικό σύστημα αναδιανομής πλούτου και άμβλυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων, σε συνδυασμό μ’ ένα δημόσιο σύστημα παιδείας, κατάλληλο για τη γαλούχηση δημοκρατικών κι ελεύθερων πολιτών, είναι σε θέση να δώσει τις απαντήσεις.
Γιατί η αρχαία δημοκρατία δεν θα είχε αφήσει τόσο ανεξίτηλο το σημάδι της στην παγκόσμια πολιτική ιστορία, αν δεν διέθετε και αρκετά πλεονεκτήματα, πέρα από τα ψεγάδια που της έχουμε ήδη καταμαρτυρήσει.
Όμως υπάρχει κι άλλο ένα αρχαίο πολιτικό πρότυπο, από τ’ οποίο θα μπορούσαμε να διδαχθούμε, το Σπαρτιατικό. Σίγουρα η φιλοσοφία του, ως ένα στρατοκρατικό, δουλοκτητικό, ολιγαρχικό σύστημα, δεν είναι συμβατή με τις αρχές και τις επιδιώξεις του Κοινωνισμού, ούτε νιώθουμε κάποιον θαυμασμό γι’ αυτήν.
Δεν θα πρέπει εντούτοις να μας διαφεύγει η εξαιρετική ευστάθεια κι αντοχή που επέδειξε, μέσα σε επτά περίπου αιώνες λειτουργίας του. Ίσως και να πρόκειται για ένα απ’ τα μακροβιότερα πολιτικά συστήματα που γνωρίζουμε μέχρι τις μέρες μας.
Το μυστικό της ισορροπίας και της ευστάθειας, κατά τη δική μας ανάλυση, ήταν ο τρόπος με τον οποίο κατένειμε την ισχύ μέσα στο σύστημα των Ομοίων. Η κατανομή ήταν κυκλική. Όλοι ελέγχονταν από κάποιον άλλον και κανείς δεν κατείχε απόλυτη εξουσία. Ο θεσμός των δύο βασιλιάδων μάλιστα, ήταν από τις χαρακτηριστικότερες δομικές καινοτομίες του συστήματος, που εξασφάλιζε το μέτρο και την ισορροπία, άρα και την ευστάθεια.
Ακόμα λοιπόν κι αν απορρίπτει σήμερα κανείς το σπαρτιατικό μοντέλο, τούτη η αρμονική διευθέτηση έχει πολλά να διδάξει σε όποιον δεν φορά τις παρωπίδες της μοντερνιστικής οίησης και κατέχει την βασική τέχνη της αναλογίας.
Η Ελληνική Πολιτεία δε ζητάει να αναμασήσει πρότυπα περασμένων ιστορικών φάσεων, σε μια αταβιστική κρίση προγονοπληξίας. Δεν βλέπουμε την Αρχαία Ελλάδα ως μοντέλο, που θα έπρεπε ν’ αντιγράψουμε για να βρούμε την ελευθερία ή τη δικαιοσύνη. Για μας μπορεί απλά να λειτουργήσει ως σπέρμα γονιμοποιό. Σκοπός μας είναι να επιλέξουμε τα καλύτερα στοιχεία της ελληνικής και παγκόσμιας πολιτικής παράδοσης και να δομήσουμε ένα λειτουργικό πρότυπο, που θα αντιμετωπίζει όλα τα ελαττώματα της θνήσκουσας Αστικής Δημοκρατίας, μέσα στις συνθήκες του 21ου αιώνα.
Σπάνια ωστόσο λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι όλα αυτά συνέβησαν πριν από δυόμιση χιλιάδες χρόνια.Πράγματι, το αρχαίο πολίτευμα αποτύπωνε όχι μόνο τις τότε κοινωνικές ισορροπίες και θεσμίσεις, αλλά πάνω απ’ όλα τους περιορισμούς που έθετε το παραγωγικό μοντέλο της εποχής του.
Η οικονομία ήταν κατά βάση γεωργική και το τεχνολογικό επίπεδο τέτοιο, που δεν θα μπορούσε να παράγει αρκετό πλούτο, ώστε ολόκληρος ο πληθυσμός της πόλης-κράτους να μπορεί να γεύεται τα οφέλη του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Όλα αυτά άλλαξαν άρδην κατά τον 20ο αιώνα. Οι γυναίκες απέκτησαν δικαίωμα ψήφου και η ισονομία μεταξύ των φύλων έκανε σημαντική πρόοδο, ιδιαίτερα στον δυτικό νομικό πολιτισμό, αν και ακόμα στις μέρες μας δεν έχει κατακτηθεί πλήρως στην πράξη, εντός του κοινωνικού σώματος.
Η κυριότερη ωστόσο διαφορά της σύγχρονης εποχής, είναι η τεχνολογική εξέλιξη. Όπως αναφέραμε στην εισαγωγή του παρόντος συγγράμματος, τα σύγχρονα μέσα παράγουν ικανό πλούτο, ώστε σήμερα η εργατική τάξη είναι σε θέση να συμμετέχει στα αγαθά της δημοκρατίας, με την προϋπόθεση της ορθολογικής και ισόρροπης κατανομής αυτού του πλούτου, πράγμα που ο νεοφιλελεύθερος δογματισμός αρνείται πεισματικά, αξιώνοντας την υπερσυσσώρευσή του στα χέρια όλο και λιγότερων.
Πολλοί σύγχρονοι «ελεύθεροι» εργάτες, ιδίως μετανάστες, πιθανώς ζουν πολύ χειρότερη ζωή από τους δούλους της αρχαίας Αθήνας, μια τάση σύγχρονης σκλαβιάς που διαρκώς αναπτύσσεται στις μέρες μας.
Πράγματι, όσο κι αν έχει γίνει κριτική στη βασική μαρξιστική θεώρηση, ότι οι παραγωγικές σχέσεις και το αντίστοιχο νομικό και πολιτικό εποικοδόμημα αντιστοιχούν σε μια ορισμένη βαθμίδα ανάπτυξης των υλικών παραγωγικών δυνάμεων, αυτή δεν έχει απολέσει πλήρως την ερμηνευτική της αξία. Μπορεί δηλαδή η τεχνική να μην είναι ακριβώς ένας αυτόνομος παράγοντας καθορισμού της κοινωνικής εξέλιξης, ωστόσο δεν παύει να παίζει κύριο ρόλο στην τελική έκβαση, καθώς θέτει τους περιορισμούς στον πλούτο, άρα και στην ισχύ, που πρέπει να διαμοιραστούν μέσα στα πλαίσια μιας κοινωνίας.
Ένα άλλο στοιχείο που αναφέρεται ως μια απ’ τις σκιερές πτυχές του αρχαίου δημοκρατικού συστήματος, είναι η αστάθεια και η χαμηλή βιωσιμότητα που επέδειξε. Μετά την εποχή του Περικλή, εύκολα εκφυλίστηκε σε οχλοκρατία και δημαγωγία και τελικά παρήκμασε σχετικά γρήγορα.
Ο λόγος γι’ αυτό κατά τη γνώμη μας, ήταν ότι οι αρχαίοι δεν είχαν θεσμοθετήσει τη δημόσια παιδεία. Έτσι, ενώ η υψηλή παιδεία υπήρξε εξαρχής αναγκαία συνθήκη για την ορθή λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, από την άλλη πλευρά οι φτωχότεροι των πολιτών (η πλειοψηφία δηλαδή) δεν είχε πρόσβαση σ’ αυτήν. Σε τούτο το έδαφος ήταν εύλογο να ευδοκιμήσει η δημαγωγία και οι πιο μορφωμένοι, άρα και οι πλουσιότεροι, μπορούσαν εύκολα να ελέγχουν δημοκοπικά τη βούληση της κοινωνίας, η οποία έτσι έπαψε να είναι κυριολεκτικά αυτόνομη.
Βασικό επίσης ρόλο στον εκφυλισμό έπαιξε ο μακροχρόνιος εμφύλιος Πελοποννησιακός πόλεμος και η συνακόλουθη εξαχρείωση που νομοτελειακά επέφερε. Το πρότυπο της Ελληνικής Πολιτείας εγγυάται την αδυναμία διεξαγωγής εμφυλίου στην Ελλάδα, όπως θα δούμε παρακάτω.
Κατά συνέπεια, μια σύγχρονη άμεση δημοκρατία είναι ικανή να υπερβεί τούτα τα ελαττώματα, καθώς διαθέτουμε πια τα εργαλεία και τη γνώση για κάτι τέτοιο. Η αυτονόητη για εμάς ισότητα των φύλων, μαζί με ένα οικονομικό σύστημα αναδιανομής πλούτου και άμβλυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων, σε συνδυασμό μ’ ένα δημόσιο σύστημα παιδείας, κατάλληλο για τη γαλούχηση δημοκρατικών κι ελεύθερων πολιτών, είναι σε θέση να δώσει τις απαντήσεις.
Γιατί η αρχαία δημοκρατία δεν θα είχε αφήσει τόσο ανεξίτηλο το σημάδι της στην παγκόσμια πολιτική ιστορία, αν δεν διέθετε και αρκετά πλεονεκτήματα, πέρα από τα ψεγάδια που της έχουμε ήδη καταμαρτυρήσει.
Όμως υπάρχει κι άλλο ένα αρχαίο πολιτικό πρότυπο, από τ’ οποίο θα μπορούσαμε να διδαχθούμε, το Σπαρτιατικό. Σίγουρα η φιλοσοφία του, ως ένα στρατοκρατικό, δουλοκτητικό, ολιγαρχικό σύστημα, δεν είναι συμβατή με τις αρχές και τις επιδιώξεις του Κοινωνισμού, ούτε νιώθουμε κάποιον θαυμασμό γι’ αυτήν.
Δεν θα πρέπει εντούτοις να μας διαφεύγει η εξαιρετική ευστάθεια κι αντοχή που επέδειξε, μέσα σε επτά περίπου αιώνες λειτουργίας του. Ίσως και να πρόκειται για ένα απ’ τα μακροβιότερα πολιτικά συστήματα που γνωρίζουμε μέχρι τις μέρες μας.
Το μυστικό της ισορροπίας και της ευστάθειας, κατά τη δική μας ανάλυση, ήταν ο τρόπος με τον οποίο κατένειμε την ισχύ μέσα στο σύστημα των Ομοίων. Η κατανομή ήταν κυκλική. Όλοι ελέγχονταν από κάποιον άλλον και κανείς δεν κατείχε απόλυτη εξουσία. Ο θεσμός των δύο βασιλιάδων μάλιστα, ήταν από τις χαρακτηριστικότερες δομικές καινοτομίες του συστήματος, που εξασφάλιζε το μέτρο και την ισορροπία, άρα και την ευστάθεια.
Ακόμα λοιπόν κι αν απορρίπτει σήμερα κανείς το σπαρτιατικό μοντέλο, τούτη η αρμονική διευθέτηση έχει πολλά να διδάξει σε όποιον δεν φορά τις παρωπίδες της μοντερνιστικής οίησης και κατέχει την βασική τέχνη της αναλογίας.
Η Ελληνική Πολιτεία δε ζητάει να αναμασήσει πρότυπα περασμένων ιστορικών φάσεων, σε μια αταβιστική κρίση προγονοπληξίας. Δεν βλέπουμε την Αρχαία Ελλάδα ως μοντέλο, που θα έπρεπε ν’ αντιγράψουμε για να βρούμε την ελευθερία ή τη δικαιοσύνη. Για μας μπορεί απλά να λειτουργήσει ως σπέρμα γονιμοποιό. Σκοπός μας είναι να επιλέξουμε τα καλύτερα στοιχεία της ελληνικής και παγκόσμιας πολιτικής παράδοσης και να δομήσουμε ένα λειτουργικό πρότυπο, που θα αντιμετωπίζει όλα τα ελαττώματα της θνήσκουσας Αστικής Δημοκρατίας, μέσα στις συνθήκες του 21ου αιώνα.
Δημοσίευση σχολίου