Ο κόσμος στρέφεται ολοταχώς προς τα δεξιά. Και η Αριστερά είναι ζαλισμένη,
στριμωγμένη, παραιτημένη. Τύφλωση μπροστά στην υποβάθμιση των μεσαίων
στρωμάτων, πολιτισμική ενδοσκόπηση, εγκατάλειψη της «μέσης Αμερικής» ή της
«περιφερειακής Γαλλίας», χάσμα μεταξύ αστών και προλεταρίων, μεταξύ των
κερδισμένων και των χαμένων της παγκοσμιοποίησης: πολλά έχουν γραφτεί και
ειπωθεί για τα αίτια μιας ιστορικής ήττας. Στο στόχαστρο είναι η
πολυπολιτισμική Αριστερά, που είναι ιδιαίτερα ενεργή στα αμερικανικά πανεπιστήμια.
Αυτή η Αριστερά που προτίμησε την ταυτότητα από την ισότητα. Που έδειξε
μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τις μειονότητες παρά για τους εργάτες. Που δεν
κατάλαβε ότι ο συντηρητισμός είχε αλλάξει, είχε παρακάμψει τις διαφορές ανάμεσα
στην τάξη και την ελευθερία και μπορούσε πια να προσελκύσει ένα μεγάλο κομμάτι
της νεολαίας. Που δεν είδε ότι οι εξεγέρσεις δεν έχουν πια μόνο φιλελεύθερο,
αλλά και αυταρχικό χαρακτήρα. Και ότι σε όλο τον πλανήτη βρίσκεται σε εξέλιξη
ένας Μάης του ’68 από την ανάποδη.
Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια, ο αμερικανός φιλόσοφος Μάθιου
Κρόφορντ γράφει στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού Esprit ότι ο τραμπισμός
αποτελεί αντίδραση «σε μια μορφή αλαζονείας και υποκρισίας των πολυπολιτισμικών
ελίτ». Οι προνομιούχες αυτές κατηγορίες εκτιμούν τον δυναμισμό και την
αυθεντικότητα των πολυεθνικών περιοχών, αλλά δεν στέλνουν τα παιδιά τους σε
σχολεία γεμάτα με μετανάστες που θυμίζουν αναμορφωτήρια. Ο Κρόφορντ καταγγέλλει
την ηθική έπαρση των προοδευτικών απέναντι στις εξοστρακισμένες τάξεις που
«πάσχουν από φοβίες» (ξενοφοβία, τρανσφοβία…), οι οποίες υποτίθεται πως πρέπει
να θεραπευτούν.
Η συνειδητοποίηση των πολιτικών επιπτώσεων αυτής της κοινωνικής
ενδοσκόπησης οδηγεί συχνά σε δύο αντίθετα συμπεράσματα. Για ένα μέρος της Αριστεράς,
που αποκαλείται «αυταρχική», η συμπάθεια προς τα λαϊκά στρώματα οδηγεί στην
υιοθέτηση των απόψεών τους, ακόμη και των πιο ακραίων. Αφού ορισμένες
κοινωνικές κατηγορίες είναι εχθρικές απέναντι στους ξένους, πρέπει να
σταματήσουμε την υποδοχή των ξένων. Αφού ορισμένα στρώματα θέλουν το κλείσιμο
των συνόρων, πρέπει να αυξήσουμε τα μέτρα ασφαλείας.
Για τη «φιλελεύθερη-ελευθεριακή» Αριστερά, πάλι, είναι καλύτερα να
απευθυνθεί κανείς στους παγκοσμιοποιημένους πολίτες παρά στους
αποπροσανατολισμένους κατοίκους της περιφέρειας. Και να επενδύσει στη
μεταμόρφωση ενός πληθυσμού που στηρίζεται σήμερα στην ταυτότητα.
Και οι δύο αυτές στρατηγικές οδηγούν σε αδιέξοδα. Η πρώτη στηρίζει την
πολιτική της σε μια μερική κοινωνιολογική πραγματικότητα. Η δεύτερη επικυρώνει τον
κοινωνικό διαχωρισμό. Και οι δύο επιλογές βρίσκονται μακριά από το πνεύμα του
σοσιαλισμού.
Ενας τρίτος δρόμος μοιάζει να ανταποκρίνεται περισσότερο στο απελευθερωτικό
πνεύμα της Αριστεράς μετά τη γαλλική επανάσταση. Και συνδυάζει την κατανόηση
προς τους χαμένους με την αλληλεγγύη και τον ανθρωπισμό απέναντι στους
πρόσφυγες. Με άλλα λόγια, συνδυάζει τη μάχη κατά των ανισοτήτων με τον αγώνα
για τις ελευθερίες. Προσπαθεί δηλαδή να θεραπεύσει τις αιτίες (της κοινωνικής
δυσφορίας) χωρίς να αδιαφορεί για τα αποτελέσματα (η απόρριψη του Αλλου).
Για να πετύχει όμως τους στόχους της, η Αριστερά αυτή πρέπει να κατανοήσει
τον χαρακτήρα της συντηρητικής επανάστασης που βρίσκεται σε εξέλιξη.
Γιατί το κύμα Brexit-Τραμπ ή Ορμπαν-Λεπέν δεν αποτελεί μόνο επιστροφή σε
ένα απωθημένο παρελθόν. Σηματοδοτεί και κάτι ριζικά καινούργιο. Πρέπει να
καταλάβουμε, για παράδειγμα, ότι μπορεί μια γυναίκα σήμερα να είναι και
συντηρητική και «δηλωμένη φεμινίστρια», όπως για παράδειγμα η βρετανίδα
πρωθυπουργός Τερέζα Μέι. Ότι η Αντίδραση φορά πλέον τα κουρέλια της ανατροπής.
Και ότι η πολιτική στράτευση, που μετά τον πόλεμο είχε κάπως εκφυλιστεί, αποκτά
πλέον δεξιό χαρακτήρα. Χωρίς να ξεχνάμε ότι απέναντι στους υποψήφιους της
«πέραν της αλήθειας εποχής» πρέπει να προτάσσουμε πλέον και την καρδιά μας και
το μυαλό μας.
Η συμφιλίωση της καρδιάς και του μυαλού: να ένα ωραίο πρόγραμμα για τους
οπαδούς του ιδανικού της χειραφέτησης.
του Νικολά Τριόνγκ αρχισυντάκτη του περιοδικού Philosophie magazine
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Δημοσίευση σχολίου