Η ανατριχιαστική φράση προέρχεται από το έργο του Μενέλαου Λουντέμη, «Οδός Αβύσσου αριθμός Ο» (1962). Τη χρονιά που κυκλοφόρησε το βιβλίο του αφαιρέθηκε η ελληνική ιθαγένεια. Ο Λουντέμης δεν το έζησε στην πατρίδα γιατί είχε καταφύγει στη Ρουμανία από το 1958 για να αποφύγει τα χειρότερα, καθώς είχε παραπεμφθεί σε δίκη με βαριές κατηγορίες ότι δήθεν θίγει την έννοια του κράτους και κλονίζει την εμπιστοσύνη του πολίτη απέναντι στη δικαιοσύνη.
Τα γραφόμενά του σύμφωνα με τους κατηγόρους στοιχειοθετούσαν "προπαρασκευαστικές πράξεις εσχάτης προδοσίας".
Στην αίθουσα του Στρατοδικείου, ο Γιώργης, κεντρικό πρόσωπο στο μυθιστόρημα του Μενέλαου Λουντέμη «Οδός Αβύσσου, Αριθμός 0», βασανισμένος τόσο άγρια στο Μακρονήσι που για να ξαναδεθούν οι σκόρπιες ίνες του μυαλού του έμεινε για μεγάλο χρονικό διάστημα σε νευρολογική κλινική, σηκώνεται όρθιος και με σταθερή φωνή «απολογείται» καταγγέλλοντας μπροστά στους δικαστές του τα βασανιστήρια, τις εκτελέσεις κι αυτήν ακόμα την παρωδία δίκης με το προαποφασισμένο αποτέλεσμα της θανατικής του καταδίκης. Όσα καταγγέλλει προκαλούν –όπως είναι φυσικό- εκνευρισμό στην έδρα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σιωπή! Χρησιμοποιείς την ιεράν ταύτην αίθουσαν δια την βρομεράν σου προπαγάνδα; Αρκεί!
ΣΤΡΑΤΟΔΙΚΗΣ: Αφήστε τον, κ. Πρόεδρε… πολύ γρήγορα –μόλις ο θάνατός του γίνει βεβαιότης-, θα σκύψει τον αυχένα.
ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ: Κάνετε λάθος. Θα πάω όρθιος παντού. Όρθιος όπως περπάτησα ως τώρα, ακόμα κι όταν τα πόδια μου έσταζαν αίματα. Πρέπει, για την Ιστορία, να σας πω ότι χτες βράδυ, μετά το τέλος της δίκης, τρεις άνθρωποι μπήκαν στο κελί μου κι όλη τη νύχτα πάλεψαν να σπιλώσουν την τελευταία μέρα της ζωής μου, αποσπώντας μου την ταπεινωτική «μετάνοια». Θα μπορούσα να σας δείξω τις πληγές και τα εγκαύματα που έκαναν σ’ ολόκληρο το κορμί μου. Δεν το κάνω όμως για να μη νομισθεί ότι εκλιπαρώ την επιείκεια ή τον οίκτο σας. Δεν με πιστεύετε;
ΣΤΡΑΤΟΔΙΚΗΣ: Εγώ το πιστεύω. Όχι, κ. Πρόεδρε. Εγώ το πιστεύω. Γι’ αυτό, κατηγορούμενε, σε συμβουλεύω εγώ, πατρικώς –όχι με βασανισμούς και απειλάς- σε προτρέπω πατρικώς να εγκαταλείψεις, επιτέλους, αυτό το στείρον ανώφελον πείσμα –χάριν μιας αβεβαίας υστεροφημίας- και να επανέλθεις εις τους κόλπους της Πατρίδος, ήτις θα σε δεχθεί και θα περιθάλψει τας πληγάς σου.
ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ: Παιδιά που τα δέρνουν στο σπίτι με το ξύλο φεύγουν μακρύτερα. Όχι, κ. Στρατοδίκα, δεν θα επιστρέψω στο ετοιμόρροπο σπίτι σας που τόσο άσκημα κάνετε αν το λέτε ‘Πατρίδα’. Δεν θα επιστρέψω ούτε με το γλυκό σας ύφος, που τόσο αδέξια ηχεί στα χείλη σας. Δεν θα επιστρέψω σ’ ένα σπίτι που τας θεμέλια και το κατώι του πλημμύρισαν από αίματα. Πατρίδα είναι εκείνο που για χάρη του θυσιάζονται οι άνθρωποι και όχι εκείνο που για χάρη του σκοτώνουν.
Ο ΙΔΙΟΣ ΣΤΡΑΤΟΔΙΚΗΣ: Ε, τότε πήγαινε στο διάολο! Πήγαινε στον θάνατο που σου αξίζει!»
Πηγή : Μενέλαος Λουντέμης, «Οδός Αβύσσου αριθμός Ο», μυθιστόρημα, Το Βήμα βιβλιοθήκη, πιστή αναπαραγωγή της έκδοσης Ελλ. Γράμματα (5η έκδοση), Αθήνα 2000, σελ. 341-343...
Δημοσίευση σχολίου