Η επίσκεψη στην Αθήνα του Επιτρόπου Μοσκοβισί έδειξε δύο πράγματα: πρώτον, ότι το αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις Ελλάδας – πιστωτών παραμένει πιθανό ενδεχόμενο στο eurogroup της 20ης Φεβρουαρίου και δεύτερον, ότι υπάρχουν δυνάμεις που αντιτάσσονται στην επιβολή του γερμανικού μοντέλου.
Η «συμμαχία της λογικής», όπως την κατονόμασε ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας κατά την συνάντησή του με τον Επίτροπο επί των Οικονομικών, αρχίζει να αντιλαμβάνεται πως η ακαμψία του κ. Σόιμπλε μπορεί να οδηγήσει στο «ατύχημα» που θα εκτροχιάσει τις αγορές. Διότι, δεν είναι μόνο οι «φούσκες» της Ιταλίας και της Πορτογαλίας που δοκιμάζονται, αλλά είναι και η ίδια η ευρωζώνη που έχει εισέλθει σε φάση αμφίσημων πολιτικών εκκρεμοτήτων.
Η ατάκα του Ντάιζελμπλουμ «όσοι μιλούν για Grexit δεν ξέρουν τι σημαίνει» δεν ήταν απειλή μόνο προς την ελληνική πλευρά, αλλά προς όλους τους άλλους ενδιαφερόμενους που πήραν θάρρος από τη μόχλευση της διάλυσης της ευρωζώνης που επιχειρεί το περιβάλλον Τραμπ.
Όλοι είναι εναντίον όλων… και μεταξύ τους. Κι αυτό φάνηκε με τη διαρροή της έκθεσης του κορυφαίου οικονομολόγου του ΔΝΤ Ολιβιέ Μπλανσάρ με την οποία προειδοποιούσε τον Τόμσεν ήδη από το 2010 πως οι παραδοχές του πρώτου Μνημονίου ήταν μη ρεαλιστικές και θα οδηγούσαν σε βαθιά ύφεση. Έτσι χθες, ο κ. Τόμσεν εμφανίστηκε να βάζει νερό στο κρασί του σε ότι αφορά την αυστηρότητα της τελευταίας έκθεσης του ΔΝΤ για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και μάλλον θα υποχρεωθεί να κάνει διορθωτική επικαιροποίηση, εφόσον εγκρίνει τα στοιχεία του 2016 η Eurostat. Όλοι παίζουν τα παιγνίδια τους πάνω στο ελληνικό γήπεδο εξυπηρετώντας δεύτερους, αν όχι ύποπτους σκοπούς. Αυτό ίσως να μπόρεσε να το αντιληφθεί και ο αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης από τις επαφές που είχε στο Βερολίνο.
Η πρόσφατη συνάντηση Σόιμπλε – Τόμσεν, δεδομένων όσων ακολούθησαν από πλευράς ζυμώσεων και προτάσεων τις τελευταίες ημέρες, μοιάζουν με συμφωνία μεταξύ τους να οδηγηθεί η δεύτερη αξιολόγηση σε δήθεν μετωπική σύγκρουση ΔΝΤ-ΕΕ και να αποχωρήσει το Ταμείο από το πρόγραμμα, έτσι ώστε να τιναχτεί το ελληνικό πρόγραμμα στον αέρα και να πάψει να υπάρχει, όπως έχει δηλώσει ο Γερμανός υπουργός. Ο Γερούν Ντάιλεμπλουμ το έκανε πιο δραματικό «η Ελλάδα χρεοκοπεί χωρίς το ΔΝΤ», γεγονός που προκάλεσε αίσθηση και στις Βρυξέλλες. Κοινοτικός αξιωματούχος είπε χθες σε συνομιλία που είχαμε μαζί του πως «αυτό δεν είναι πια θρίλερ, αλλά ταινία τρόμου».
Έχει ιδιαίτερη σημασία να υπογραμμίσουμε ότι η Αθήνα έχει πρόσφατα διαμηνύσει πως δεν πρόκειται να φύγει σε καμία περίπτωση οικειοθελώς από το ευρώ και την ΕΕ (ΣΣ: το είπε και με τον δικό του τρόπο και ο Κυρ. Μητσοτάκης στο Βερολίνο, «η Ελλάδα ανήκει στον σκληρό πυρήνα»). Κάτι τέτοιο αλλάζει το παιγνίδι, διότι η αποπομπή που νομικά δεν υπάρχει και μπορεί να γίνει μόνο με «εξώθηση σε χρεοκοπία», θα έχει τεράστιο πολιτικό κόστος για το Βερολίνο, ενώ ενδέχεται να μπει σε ουσιαστική αμφισβήτηση ολόκληρο το κανονιστικό πλαίσιο της ευρωζώνης καθώς σε τέτοια περίπτωση εγείρονται ελληνικές αξιώσεις νομικά βάσιμες.
Ο κ. Σόιμπλε έχει συνειδητοποιήσει ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να φύγει από το ευρώ, γι΄ αυτό και υποχώρησε στο σενάριο του 4ου μνημονίου, ούτως ώστε να διασώσει το κύρος της γερμανικής ισχύος και την υποταγή στους κανόνες της. Αυτό επιδιώκει με το σχέδιο για τον τερματισμό του ελληνικού προγράμματος για τεχνικούς λόγους, δηλαδή με τη μη συμμετοχή του ΔΝΤ που ούτως ή άλλως δεν συμμετέχει από το καλοκαίρι του 2014 χρηματοδοτικά. Επίσης επιδιώκεται η στέρηση της συμμετοχής στο QE.
Το σχέδιο Σόιμπλε έχει συνειδητοποιηθεί από την Κομισιόν που προσπαθεί να κρατήσει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα. Οι ρόλοι άλλαξαν, η υποκρισία περισσεύει. Το σχέδιο συναντά πέρα από τις επίσημες και ανεπίσημες αντιδράσεις των υπολοίπων και τον χρησμό της ΕΚΤ ότι η επαναφορά της συζήτησης για Grexit προκάλεσε νευρικότητα στις αγορές και έντονους προβληματισμούς για τις συνέπειες μιας εξώθησης της Ελλάδας σε αποχώρηση, καθώς αυτή θα ερμηνευτεί ως πλήρη αποτυχία τόσο του ευρώ, όσο και των ευρωπαϊκών μηχανισμών διάσωσης, γεγονός που μπορεί να τινάξει την ευρωζώνη στον αέρα.
Υπενθυμίζεται ότι η βάση του σχεδίου Σόιμπλε στηρίζεται σε αυτό που συχνά επαναλαμβάνει, ότι δηλαδή, η Συνθήκη της Λισαβόνας απαγορεύει το κούρεμα χρέους και ότι για να γίνει αυτό πρέπει η χώρα να αποχωρήσει και από την ΕΕ. Αν λοιπόν το σχέδιο είναι να μπει η Ελλάδα σε 4ο μνημόνιο χωρίς ΔΝΤ, το μεν Ταμείο φεύγει από την Ευρώπη και σώζει τις «αρχές» του και το όποιο κύρος του έχει απομείνει (και εξοφλείται από τον ESM), η δε Γερμανία αποφεύγει το «κούρεμα» του χρέους και -ως μονοπώλιο ρευστότητας- μπορεί να επιβάλει μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου το 4ο Μνημόνιο ως έσχατος δανειστής και διασώστης.
Υπενθυμίζεται εδώ η πρόσφατη γνωμοδότηση της επιστημονικής επιτροπής της γερμανικής Βουλής, σύμφωνα με την οποία δεν χρειάζεται οπωσδήποτε άμεσα νέα απόφαση του κοινοβουλίου, εάν αποχωρήσει το ΔΝΤ. Προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να ερμηνευθεί η πρόσφατη «φιλελληνική» τοποθέτηση του διοικητή της κεντρικής τράπεζας της Αυστρίας Έβαλντ Νοβότνι που είπε πως «δεν υπάρχει κάποια οικονομική ή πολιτική λογική που επιβάλλει τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα… Η Ελλάδα είναι ευρωπαϊκό πρόβλημα και η Ευρώπη θα το λύσει». Προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να ερμηνευτεί και η θέση που διατύπωσε στα μέσα Ιανουαρίου ο κ. Σόιμπλε σύμφωνα με την οποία τη δουλειά του ΔΝΤ θα μπορούσε να διεκπεραιώσει ο ESM.
Σημειωτέον ότι την περασμένη εβδομάδα, ο Κλάους Ρέγκλινγκ του ESM είπε ότι για να μπορέσει η Ελλάδα να βγει στις αγορές, πρέπει να μπει στο πρόγραμμα QE της πιστωτικής χαλάρωσης, αλλιώς θα υπάρξει κίνδυνος για 4ο μνημόνιο. Αυτό σημαίνει ότι για να αποδεχθεί ως βιώσιμο το ελληνικό χρέος η ΕΚΤ και να βάλει τη χώρα στο QE, τα πρωτογενή πλεονάσματα από το 2021 και μετά πρέπει να είναι κοντά στο 2,5% του ΑΕΠ. Εξ ου και η παρότρυνση της ΕΚΤ κατά τις συζητήσεις να μειωθούν οι στόχοι του πρωτογενούς πλεονάσματος μετά το 2021 στο 2-2,5% του ΑΕΠ. Αυτό σημαίνει μέτρα 3,6 δισ. ευρώ, μισά πριν το 2018 και μισά μετά, αλλά θεσμοθετημένα τώρα.
Η ελληνική κυβέρνηση επιδιώκει εξ αρχής λύση-πακέτο, δηλαδή, με ρητή δέσμευση για την διευθέτηση του χρέους με συγκεκριμένα μέτρα και χρονοδιάγραμμα, αλλά και με μέτρα κοινωνικά και πολιτικά αποδεκτά. Όπως είπε ο πρωθυπουργός «μπορούμε να συζητήσουμε για μεταρρυθμίσεις, βεβαίως, για δομικές μεταρρυθμίσεις. Μπορούμε να συζητήσουμε για ένα μείγμα πολιτικών, αλλά με μηδενικό δημοσιονομικό αντίκτυπο». Στο πακέτο όμως δεν υπάρχει ακόμη σχέδιο για βιώσιμη ρύθμιση του χρέους, αλλά μόνο η προκαταβολική νομοθέτηση της μείωσης αφορολογήτου στα 5.900 ευρώ και συντάξεων, καθώς και η απελευθέρωση των απολύσεων. Κι μάλιστα χωρίς ρήτρα ακύρωσης.
Όλα αυτά προκαλούν την έντονη δυσφορία των Ελλήνων πολιτών απέναντι στους πιστωτές, καθώς ξέρουν -όπως προσφάτως τους διαβεβαίωσε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιαν. Στουρνάρας- ότι έχει ήδη υλοποιηθεί το 90% της δημοσιονομικής προσαρμογής στο πρωτοφανές επίπεδο του 16% του ΑΕΠ, το οποίο μάλιστα οδήγησε στην φτωχοποίηση ενός μεγάλου τμήματος της κοινωνίας.
Ταυτόχρονα, είναι εδραιωμένη πλέον η πεποίθηση στους πολίτες ότι το χρέος είναι εξαιρετικά μη βιώσιμο (highly unsustainable, όπως λέει και το ΔΝΤ) και ότι απαιτείται ουσιαστική αναδιάρθρωση των όρων των δανείων που έχουν χορηγήσει οι Ευρωπαίοι στην Ελλάδα. Η αίσθηση πως η χώρα παραμένει σε αδιέξοδο μετά από εφτά χρόνια μνημονίων θέτει σε δοκιμασία τη λογική των πολιτών με ότι αυτό μπορεί να συνεπάγεται. Εκτός και αν συμβεί το απρόσμενο σενάριο του Cuardian, σύμφωνα με το οποίο η καγκελάριος Μέρκελ θα αποπέμψει τον κ. Σόιμπλε από την κυβέρνησή της για να βάλει έναν πιο γοητευτικό στη θέση του, ούτως ώστε να την βοηθήσει στην επανεκλογή της…
Δημοσίευση σχολίου