του Ευθύμη Μαραμή
Οι περισσότεροι ειδικοί είναι της άποψης ότι το μαζικό νομισματικό τρομπάρισμα εκ μέρους της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης του 2008 έσωσε τις ΗΠΑ αλλά και τον κόσμο από μια καταστροφή ανάλογη του 1929. Ο chairman της FED εκείνη την εποχή κ. Ben Bernanke θεωρείται ως ο άνθρωπος που έσωσε τον κόσμο. Αυτός με τη σειρά του υποστήριξε πως οι ενέργειές του βασίστηκαν στα γραπτά του καθηγητή οικονομικών Milton Friedman ο οποίος απέδωσε ευθύνες στην κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ για την πρόκληση της μεγάλης ύφεσης της δεκαετίας του 1930, αφήνοντας τότε η FED την προσφορά χρήματος να πέσει περισσότερο από 30%.
Ωστόσο μια προσεκτική ανάλυση θα δείξει ότι η πτώση στο στοκ χρήματος δεν θέτει τις βάσεις για την οικονομική ύφεση, αλλά αντίστροφα, είναι η ίδια η προηγηθείσα νομισματική επέκταση που υπονομεύει την δεξαμενή της πραγματικής χρηματοδότησης και οδηγεί σε φαύλους κύκλους οικονομικών υφέσεων.


Για να βελτιωθεί η οικονομία, χρειάζεται χρόνος και αποταμίευση.

Ουσιαστικά, η δεξαμενή της πραγματικής χρηματοδότησης, η οποία θα υποστηρίξει την μελλοντική παραγωγή, είναι η διαθέσιμη ποσότητα καταναλωτικών αγαθών στην οικονομία. Να το πούμε πιο απλά: ένας άνθρωπος μόνος σε ένα νησί είναι ικανός να μαζέψει, ας πούμε, είκοσι πέντε μήλα σε μια ώρα. Με τη βοήθεια ενός εργαλείου συγκομιδής, είναι σε θέση να αυξήσει την παραγωγή του σε πενήντα μήλα την ώρα. Για να κατασκευαστεί ωστόσο αυτό το εργαλείο, (προσθέτοντας ένα στάδιο παραγωγής), χρειάζεται κάποιος χρόνος.
Κατά τη διάρκεια του χρόνου που είναι απασχολημένος κατασκευάζοντας το εργαλείο, ο άνθρωπος μας δεν θα είναι σε θέση να περισυλλέξει μήλα. Για να αποκτήσει λοιπόν το εργαλείο, πρέπει να έχει πρώτα αρκετά μήλα, τόσα όσα κρίνει πως χρειάζονται για να συντηρήσει τον εαυτό του, καθώς θα είναι απασχολημένος με την κατασκευή του εργαλείου. Η δεξαμενή της χρηματοδότησης συνεπώς αποτελείται από τα μέσα συντήρησης του ανθρώπου μας για αυτή την περίοδο, την ποσότητα των μήλων δηλαδή που αποταμίευσε για αυτό το σκοπό.
Το μέγεθος αυτής της δεξαμενής καθορίζει εάν μπορεί η όχι να παραχθεί ένα πιο εξελιγμένο μέσο παραγωγής. Αν απαιτείται ένα έτος εργασίας για τον άνθρωπο μας ώστε να κατασκευάσει αυτό το εργαλείο, αλλά αυτός έχει αποταμιευμένα μήλα ικανά να τον συντηρήσουν μόνο για ένα μήνα, τότε το εργαλείο δεν θα κατασκευαστεί και ο άνθρωπος μας δεν θα είναι σε θέση να αυξήσει την παραγωγικότητά του.
Το σενάριο με το νησί περιπλέκεται από την εισαγωγή πολλών ατόμων που συναλλάσσονται μεταξύ τους και χρησιμοποιούν χρήματα. Η ουσία ωστόσο παραμένει η ίδια: το μέγεθος της δεξαμενής χρηματοδότησης θέτει ένα φρένο στην εφαρμογή πιο αποτελεσματικών σταδίων παραγωγής. Η διαδικασία της παραγωγής εκλεπτυσμένων μέσων παραγωγικής αποτελεσματικότητας, ονομάζεται δημιουργία κεφαλαίου. Το κεφάλαιο με τη σειρά του είναι αυτό που αναπαράγει τον πλούτο: τα αγαθά τα οποία βελτιώνουν την ποιότητα της ζωής μας παράγονται με την διαδικασία της αποταμίευσης και της επένδυσης των αποταμιευμένων.
Αντιποίηση πλούτου, παραχάραξη, καταπάτηση της ιδιοκτησίας.
Το πρόβλημα προκύπτει κάθε φορά που το τραπεζικό σύστημα παρουσιάζει ψευδώς την δεξαμενή της πραγματικής χρηματοδότησης μεγαλύτερη από ό, τι είναι. Όταν μία κεντρική τράπεζα επεκτείνει το απόθεμα χρημάτων, δεν διευρύνει την δεξαμενή χρηματοδότησης. Δίνει αφορμή για την κατανάλωση υπαρχόντων αγαθών, η οποία κατανάλωση προηγείται της παραγωγής. Οδηγεί σε λιγότερα μέσα συντήρησης.
Όσο η δεξαμενή της πραγματικής χρηματοδότησης συνεχίζει να επεκτείνεται ψευδώς με τις χαλαρές νομισματικές πολιτικές, τόσο δίδεται η εντύπωση πως ενισχύεται η οικονομική δραστηριότητα. Το ότι αυτό δεν υφίσταται γίνεται εμφανές μόλις η δεξαμενή της πραγματικής χρηματοδότησης αρχίζει να λιμνάζει ή να συρρικνώνεται. Μόλις συμβεί αυτό, η οικονομία αρχίζει την πτωτική της βουτιά. Ακόμα πιο επιθετική νομισματική χαλάρωση δεν δύναται να αντιστρέψει την πτώση διότι απλά τα χρήματα δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τα μήλα. Τα χρήματα ούτε τρώγονται ούτε μπορούν να χρησιμοποιηθούν καθ’αυτά για οτιδήποτε άλλο πέραν της εξυπηρέτησης της ανταλλαγής αγαθών και υπηρεσιών.
Η εισαγωγή του χρήματος και του δανεισμού στην ανάλυση μας, δεν αλλάζει το κύριο θέμα μας το οποίο παραμένει η δεξαμενή των μέσων συντήρησης. Όταν ένα άτομο δανείζει χρήματα, αυτό που στην πραγματικότητα δανείζει είναι αγαθά που δεν έχουν καταναλωθεί (τα χρήματα είναι ένα απαίτηση έναντι πραγματικών αγαθών). Άρα πίστωση σημαίνει πως μη καταναλωθέντα αγαθά, δανείζονται από ένα παραγωγικό άτομο σε κάποιο άλλο, με την συμφωνία πως αυτά θα αποπληρωθούν από μελλοντική παραγωγή.
Η ύπαρξη της κεντρικής τράπεζας και του συστήματος των κλασματικών αποθεματικών επιτρέπει στις εμπορικές τράπεζες να δημιουργούν πίστωση, η οποία δεν υποστηρίζεται από πραγματική χρηματοδότηση. Δηλαδή είναι πίστωση δημιουργημένη από το "πουθενά". Αέρας κοπανιστός.
Μόλις δημιουργηθεί η ακάλυπτη πίστωση τίθενται σε εφαρμογή δραστηριότητες τις οποίες δεν θα ενέκρινε μια ελεύθερη αγορά. Δηλαδή δραστηριότητες που καταναλώνουν και δεν παράγουν πραγματικό πλούτο. Όσο η δεξαμενή της πραγματικής χρηματοδότησης επεκτείνεται ψευδώς πέρα από το πραγματικό της μέγεθος (το μέγεθος των πραγματικών αποταμιεύσεων μη καταναλωθέντων αγαθών) καθώς οι τράπεζες δανείζουν αέρα κοπανιστό, προκύπτουν και αναπτύσσονται πολλές και διάφορες εσφαλμένες οικονομικές δραστηριότητες.
Κάθε φορά που η εκτεταμένη δημιουργία πίστωσης από το "πουθενά" εξυψώνει το ρυθμό κατανάλωσης του πραγματικού πλούτου υπερβαίνοντας το ρυθμό της παραγωγής πραγματικού πλούτου, υπονομεύεται η δεξαμενή της πραγματικής χρηματοδότησης.
Κατά συνέπεια, η αποδοτικότητα διαφόρων δραστηριοτήτων αρχίζει να επιδεινώνεται και τα επισφαλή δάνεια των τραπεζών αρχίζουν να αυξάνονται. Όταν συμβεί αυτό, οι τράπεζες περιορίζουν τα δάνεια τους και αυτό το γεγονός με τη σειρά του δημιουργεί πτώση στο απόθεμα χρημάτων.
Ισχύει όμως το ότι κάθε περιστολή δανεισμού προκαλεί πτώση στο απόθεμα χρημάτων;
Για παράδειγμα, ο κ. Παπαδόπουλος πουλάει ένα τόνο αγροτικά προϊόντα για 1000 ευρώ και τοποθετεί αυτά 1.000 ευρώ σε προθεσμιακή κατάθεση ταμιευτηρίου για τρεις μήνες στην Τράπεζα X. Η τράπεζα με τη σειρά της δανείζει τα 1.000 ευρώ στον κ. Γεωργίου για τρεις μήνες. Κατά την ημερομηνία λήξης του δανείου ο κ. Γεωργίου αποπληρώνει την τράπεζα με 1.000 ευρώ συν τους τόκους. Η τράπεζα Χ με τη σειρά της, αφού κρατήσει την αμοιβή της, επιστρέφει τα αρχικά χρήματα συν τους τόκους στον κ. Παπαδόπουλο.
Έχουμε λοιπόν τον κ. Παπαδόπουλο ο οποίος δανείζει 1000 ευρώ στον κ. Γεωργίου (δηλαδή δεν θα απαιτήσει για τρεις μήνες τα 1000 ευρώ) με τη μεσολάβηση της Τράπεζας Χ. Κατά την ημερομηνία λήξης του δανείου ο κ. Γεωργίου αποπληρώνει την τράπεζα Χ η οποία μεταφέρει τα 1.000 ευρώ πίσω στον λογαριασμό του κ. Παπαδόπουλου. Σημειώστε ότι στην περίπτωση αυτή υφίστανται τα χρήματα που μετακινούνται από τον κ. Παπαδόπουλο προς τον κ. Γεωργίου και στη συνέχεια πίσω προς τον κ. Παπαδόπουλο με την μεσολάβηση της Τράπεζας Χ. Ο δανεισμός εδώ υποστηρίζεται πλήρως από 1.000 ευρώ τα οποία υποστηρίζονται πλήρως από τα αγροτικά προϊόντα που πούλησε ο κ. Παπαδόπουλος. Προφανώς τα 1.000 ευρώ δεν εξαφανίζονται εφόσον εξοφληθεί το δάνειο στην τράπεζα και στον κ Παπαδόπουλο. Είναι μια διαδικασία sound economy και full reserve banking.
Γιατί μειώνεται το στοκ χρήματος;
Τα πράγματα είναι όμως εντελώς διαφορετικά όταν η τράπεζα Χ δανείζει χρήματα από το “πουθενά”. Πως λειτουργεί αυτό; Για παράδειγμα, ο κ. Παπαδόπουλος αφήνει τα 1,000 ευρώ σε κατάθεση όψεως στην τράπεζα Χ. Με την τοποθέτηση 1.000 ευρώ στον λογαριασμό όψεως διατηρεί την συνολική απαίτηση έναντι του ποσού. Η Τράπεζα Χ τώρα, “εξυπηρετεί” τον εαυτό της, παίρνοντας 100 ευρώ από την κατάθεση όψεως του κ. Παπαδόπουλου και τα δανείζει στον κ. Γεωργίου. Ως αποτέλεσμα αυτής της δανειοδότησης έχουμε τώρα 1100 ευρώ τα οποία καλύπτονται από 1.000. Εν ολίγοις, η ποσότητα χρήματος έχει αυξηθεί κατά 100 ευρώ. Σημειώστε ότι τα 100 ευρώ δεν έχουν αρχικό δανειστή, δεδομένου ότι δημιουργήθηκαν από το "πουθενά" από την Τράπεζα X. Κατά την ημερομηνία λήξης του δανείου, όταν ο κ. Γεωργίου αποπληρώσει τα 100 ευρώ στην τράπεζα Χ, αυτά τα χρήματα εξαφανίζονται.
Προφανώς, εάν η τράπεζα συνεχίσει να ανανεώνει τον δανεισμό από το “πουθενά”, το απόθεμα των χρημάτων δεν θα πέσει. Παρατηρούμε πως μόνο η πίστωση που δεν υποστηρίζεται με πραγματικά χρήματα μπορεί να εξαφανιστεί, γεγονός το οποίο με τη σειρά του προκαλεί την συρρίκνωση του αποθέματος των χρημάτων.
Με άλλα λόγια, η ύπαρξη του συστήματος των κλασματικών αποθεματικών (τράπεζες που δημιουργούν πολλαπλές αξιώσεις για το ίδιο χρήμα) είναι μεν το βασικό εργαλείο όσον αφορά την εξαφάνιση των χρημάτων, ωστόσο δεν είναι η αιτία.
Οι τράπεζες δανείζουν λιγότερα, καθώς η πιστοληπτική ποιότητα των δανειοληπτών επιδεινώνεται.
Υπάρχει κάποιος λόγος για τον οποίο οι τράπεζες δεν μπορούν να συνεχίσουν αενάως την ανανέωση του δανεισμού χρήματος από το πουθενά. Ο κύριος λόγος είναι η σοβαρότατη διάβρωση του πραγματικού πλούτου που καθιστά πολύ πιο δύσκολο να βρεθούν καλής ποιότητας δανειολήπτες . Αυτό με τη σειρά του σημαίνει πως ο νομισματικός αποπληθωρισμός οφείλεται στον προηγηθέντα νομισματικό πληθωρισμό ο οποίος έχει εξασθενίσει την δεξαμενή της πραγματικής χρηματοδότησης. Έχει καταναλώσει εν αγνοία των παραγωγών και των αποταμιευτών τα μη καταναλωθέντα και αποταμιευμένα από αυτούς ως εκείνη τη στιγμή αγαθά. Αυτά τα αγαθά ήταν αποταμιευμένα στην μορφή χρήματος, το οποίο διάβρωσε και χειραγώγησε το τραπεζικό σύστημα.
Επομένως, η πτώση στο χρηματικό στοκ είναι απλώς ένα σύμπτωμα. Η πτώση της ποσότητας χρήματος αποκαλύπτει την ζημία που προκάλεσε ο νομισματικός πληθωρισμός, αλλά ωστόσο, η πτώση του στοκ χρήματος δεν έχει να κάνει σε τίποτα με την αιτία που προκάλεσε τη ζημία.
Σε αντίθεση με τα υποστηριζόμενα εκ του κ. Friedman και των οπαδών του (συμπεριλαμβανομένου του κ. Bernanke και πολλών), δεν είναι η μείωση της προσφοράς χρήματος και η επακόλουθη πτώση των τιμών που επιβαρύνει τους δανειολήπτες. Είναι το γεγονός πως υπάρχει λιγότερος πραγματικός πλούτος. Η πτώση της προσφοράς χρήματος, το οποίο δημιουργήθηκε από το "πουθενά", βάζει τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση. Επιπλέον, ως αποτέλεσμα της πτώσης του στοκ χρήματος, διάφορες οικονομικές δραστηριότητες που ξεπήδησαν ακριβώς λόγω της επέκτασης ακάλυπτων χρημάτων, δυσκολεύονται πλέον να τα καταφέρουν.
Είναι εκείνες οι δραστηριότητες που δεν παράγουν πλούτο, που καταλήγουν να έχουν τις περισσότερες δυσκολίες στην εξυπηρέτηση του χρέους τους, δεδομένου ότι οι εν λόγω δραστηριότητες δεν παρήγαγαν ποτέ πραγματικό πλούτο και στην πραγματικότητα υποστηριζόταν ή χρηματοδοτούταν, να το πούμε έτσι, από τους γνήσιους παραγωγούς πλούτου. Τα χρήματα από το “πουθενά” θέτουν σε εφαρμογή μια ανταλλαγή: τίποτα έναντι κάτι. Μία μεταβίβαση πραγματικού πλούτου από τους παραγωγούς του σε διάφορες αποτυχημένες δραστηριότητες. Με την πτώση στο στοκ χρήματος – κοπανιστού αέρα, κόβεται η μηχανική τους υποστήριξη.
Αντίθετα με τις δημοφιλείς απόψεις, μια πτώση στην προσφορά χρήματος (δηλαδή, στα χρήματα από το “πουθενά”), είναι ακριβώς ό, τι χρειάζεται για να τεθεί σε κίνηση η θεμελίωση πραγματικού πλούτου και η αναζωογόνηση της οικονομίας.
Το χρήμα από το πουθενά προκαλεί μεγαλύτερη ζημιά και ως εκ τούτου δεν πρέπει ποτέ να θεωρείται ως μέσο για να βοηθήσει την οικονομία. Επίσης, ακόμη και αν η κεντρική τράπεζα είναι επιτυχής στην πρόληψη της μείωσης του στοκ χρήματος, αυτό δεν θα είναι σε θέση να αποτρέψει μια οικονομική ύφεση, αν μειώνεται η δεξαμενή της πραγματικής χρηματοδότησης.

ΠΗΓΗ

Δημοσίευση σχολίου