Επαναλαμβανόμενες ψηφοφορίες επί εξάμηνο προκειμένου να συγκεντρωθεί η αυξημένη πλειοψηφία 180 βουλευτών για εκλογή Πρόεδρου της Δημοκρατίας και εάν αυτές αποβούν άκαρπες, απευθείας εκλογή από το λαό: Στη διαδικασία αυτή κατέληξε η κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ εγκρίνοντας την πρόταση για αποσύνδεση της εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας από τη διενέργεια πρόωρων εκλογών.
Η ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ συζήτησε την πρόταση του κυβερνώντος κόμματος για τη συνταγματική αναθεώρηση, η οποία αναμένεται να κατατεθεί στο προεδρείο της Βουλής σε μία περίπου εβδομάδα, και ειδικότερα τα δύο ανοιχτά ζητήματα: Τον τρόπο εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας εφόσον δεν επιτυγχάνεται αυξημένη πλειοψηφία στις τρεις πρώτες ψηφοφορίες στη Βουλή (200, 180 και 180 βουλευτών αντίστοιχα) και τη σχέση Κράτους- Εκκλησίας, όπου υπήρχαν διαφωνίες ως προς την κατάργηση ή τροποποίηση του άρθρου 3 του Συντάγματος.
Ως προς τον τρόπο εκλογής Προέδρου Δημοκρατίας, η ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ κατέληξε, στην εξής διαδικασία: Μετά τις τρεις διαδοχικές ψηφοφορίες που προβλέπονται σήμερα, θα πραγματοποιείται ψηφοφορία μία φορά το μήνα μέχρι και έξι μήνες με στόχο τη συγκέντρωση 180 ψήφων.
Κατά το εξάμηνο αυτό θα παρατείνεται η θητεία του νυν Προέδρου. Εάν παρόλα αυτά και οι έξι αυτές ψηφοφορίες αποβούν άκαρπες, θα πηγαίνουμε σε απευθείας εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας από το λαό, μεταξύ των δύο υποψηφίων Προέδρων που είχαν συγκεντρώσει τις περισσότερες ψήφους στην τελευταία ψηφοφορία στη Βουλή.
Το σκεπτικό είναι ότι εφόσον η εκλογή Προέδρου αποσυνδέεται από τις εκλογές, πρέπει να βρεθεί νέος τρόπος για να επιτυγχάνεται η συναίνεση μεταξύ των κομμάτων και όπως εκτιμούσαν κομματικές πηγές του ΣΥΡΙΖΑ, με τη διαδικασία αυτή θα εξαντλείται κάθε περιθώριο κοινοβουλευτικής συναίνεσης, καθώς θα δημιουργείται μεγάλη πίεση στις πολιτικές δυνάμεις. Δεν αλλάζει τίποτα στις αρμοδιότητες του Προέδρου.
Κομματικές πηγές επίσης εκτιμούσαν πως η άμεση εκλογή δε συνάδει με προεδρικό πολίτευμα, φέρνοντας το παράδειγμα της Αυστρίας, που είναι προεδρευόμενη Δημοκρατία αλλά ο Πρόεδρος εκλέγεται από το λαό.
Ως προς τη σχέση κράτους-Εκκλησίας, όπως είπε και στην εισήγηση του ο Αλέξης Τσιπρας, το άρθρο 3 του Συντάγματος (που αναφέρεται σε επικρατούσα θρησκεία) δεν απαλείφεται, αντίθετα αναδιαμορφώνεται και γίνεται “πιο λιτό”, χωρίς όμως να αφαιρούνται ουσιώδη στοιχεία, ενώ προστίθεται σε αυτό ως πρώτο εδάφιο, η ρητή κατοχύρωση της θρησκευτικής ουδετερότητας του ελληνικού κράτους.
Το άρθρο 3 του Συντάγματος στο πρώτο εδάφιο δηλαδή, θα αναφέρει ότι το κράτος είναι θρησκευτικά ουδέτερο. Με την πρόταση αυτή πάντως διαφώνησαν ορισμένοι βουλευτές που τάχθηκαν υπέρ της κατάργησης του άρθρου 3.
Ο Νίκος Φίλης εξέφρασε τον προβληματισμό πως η αναφορά σε επικρατούσα θρησκεία θα ακυρώνει τη θρησκευτική ουδετερότητα και εκτιμώντας ότι το ΣτΕ θα θέσει ζήτημα. Σε αυτό του απάντησε κατά τη συνεδρίαση ο υπουργός Επικρατείας Δημήτρης Τζανακόπουλος, διαβεβαιώνοντας ότι θα ειναι διατυπωμένες κατά τέτοιο τρόπο οι διατάξεις ώστε να μην υπάρχει ζήτημα.
Κομματικές πηγές στη συνέχεια εκτιμούσαν ότι δεν έρχεται σε σύγκρουση η αναφορά στην επικρατούσα θρησκεία με την ουδετερότητα και σημειώναν ότι θα υπάρχει ερμηνευτική δήλωση στο άρθρο 3, στην οποία θα ξεκαθαρίζεται ότι η αναγνώριση επικρατούσας θρησκείας δεν επιφέρει δυσμενείς συνέπειες έναντι άλλων θρησκειών. “Στο Σύνταγμα προσπαθείς να βρεις όσο πιο ευρείες συναινέσεις” σχολίαζαν μάλιστα με νόημα.
Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για την αναθεώρηση θα περιλαμβάνει και υποχρεωτικό πολιτικό όρκο για όλους τους αιρετούς και τους δημοσίους υπαλλήλους.
Το προοίμιο του Συντάγματος πάντως δε συζητήθηκε στη συνεδρίαση. Υπενθυμίζεται ότι το Σύνταγμα ξεκινά “εις το όνομα της αγίας, ομοουσίας και αδιαιρέτου τριάδας”. Προτείνεται επίσης όριο τριών θητειών για τους βουλευτές.
Εξαιρούνται οι αρχηγοί κομμάτων και οι πρώην πρωθυπουργοί.
Δημοσίευση σχολίου