7 χρόνια με αναστολή στον Ανδρέα Μαρτίνη για την υπόθεση του
Ερρίκος Ντυνάν η ζημιά του δημοσίου κοστολογείται στα 22 εκ €. 15 χρόνια με
αναστολή στον πρώην υπουργό Γιάννη Ανθόπουλο για τοκογλυφία. 16 χρόνια με
αναστολή στον επιχειρηματία Θωμά Λιακουνάκο για την προμήθεια του ηλεκτρονικού
συστήματος SONAK για το στρατό ξηράς. 13 χρόνια με αναστολή στον πρώην βουλευτή
Πέτρο Μαντούβαλο για δωροδοκία στο παραδικαστικό κύκλωμα. 8 χρόνια με αναστολή
στον πρώην υπουργό Τάσο Μαντέλη για την υπόθεση της Siemens και την δωροδοκία
των 450000 χιλ γερμανικών μάρκων. 10 χρόνια και 6 μήνες με αναστολή στον
επιχειρηματία Αλέξανδρο Αγλούπα για απόπειρα δολοφονίας. 10 χρόνια με αναστολή
στον επιχειρηματία Βίκτωρα Ρέστη για καταπάτηση 300 στρεμμάτων δημόσιας δασικής
έκτασης. 28 μήνες με αναστολή στον διπλωμάτη Νίκο Γεωργιάδη για κατά συρροή
παιδεραστία.
Συμπέρασμα των πιο πάνω παραδειγμάτων είναι ότι αν
κατέχεις εξουσία και χρήμα πήδα, σκότωσε, κλέψε όσο θέλεις, η δικαιοσύνη είναι
σαν το φίδι, δαγκώνει πάντα τους ξυπόλυτους και αυτό πού λένε ότι η δικαιοσύνη
είναι τυφλή, είναι μιά αλήθεια, θα μπορούσα να πω, για την ακρίβεια μισή
αλήθεια. Θα μπορούσαμε αν θέλαμε να του δώσουμε έναν ορισμό, να το λέγαμε ως
ένα είδος επιλεκτικής ταξικής τυφλότητας, ένα μηχανισμό πού υπό κάποιες
συνθήκες ο τυφλός βλέπει, γίνετε ξαφνικά επιεικής, ψυχοπονιάρης, κάτι σαν να μη
το ήθελε ο άνθρωπος, αυτά τα ρημαδιασμένα τα λεφτά πήγανε μόνα τους και
θρονιάστηκαν σε ένα λογαριασμό του, άνθρωπος είναι, αδυναμίες έχει, δεν είναι
θεός να τον καταδικάσουμε για ένα λάθος, άλλωστε πόσο πιο σκληροί να γίνουμε,
πόση αναστολή ακόμα να φάει, άσε πού τον ρώτησαν, θα το ξανακάνεις και απάντησε
ο άνθρωπος αμέσως, ΟΧΙ σαν του Μεταξά ένα πράγμα, τι άλλο θέλετε δηλαδή...
Ζούμε πλέον σε μιά εποχή πού οι μάσκες δεν
χρειάζονται, γιατί αυτοί πού τις φορούσαν για να κρύψουν τις μπομπές τους,
αντιλήφθηκαν ότι δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα, αφού έχουν απέναντι τους, μιά
κοινωνία στην καλύτερη περίπτωση αδιάφορη και στη χειρότερη ζηλόφθονη, χωρίς
κανένα ηθικό φραγμό, μιά κοινωνία τηλεκατευθυνόμενη από το τηλεκοντρόλ πού έχει
για να αλλάζει τα κανάλια στη τηλεόραση και πού το μόνο πού πετυχαίνει είναι να
κατευθύνει το μυαλό του εκεί πού τον οδηγεί το χαζοκούτι.
Μιά κοινωνία πού δεν νοιάζεται διόλου για τη
διαφθορά, αλλά για το αν θα μπορούσε και αυτή να συμμετάσχει ώστε να κερδίσει
κάτι, γιατί θεωρεί πλέον την κλεψιά εξυπνάδα, μαγκιά και θέλει να μην νοιώθει
βλάκας, ασήμαντος, να μπορεί και αυτός να ζήσει την ζωή πού τον αφήνουν να
παρακολουθεί από την κλειδαρότρυπα, να σταματήσει να είναι ματάκιας, να
μπορέσει να κάνει το κομμάτι του, να πει, ξέρεις ρε ποιός είμαι εγώ και να
λάβει την απάντηση και φυσικά σας ξέρω και τότε μιά ανάσα ανακούφισης θα σκίσει
τα στήθια του σαν πυρομένη μπάλα καταξίωσης, είμαι και γω αυτό πού αγαπούσα να
κατηγορώ!
Δημοσίευση σχολίου