Το ΔΝΤ (Οκτώβριος 2016) και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Φεβρουάριος 2017)
αναμένουν η ελληνική οικονομία να μεγεθυνθεί κατά 2,7% το 2017. Ωστόσο, το
Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών σε συνεργασία με την Oxford
Economics (Φεβρουάριος 2017) διαθέτει και υποστηρίζει εδώ και έξι μήνες
περισσότερο μετριοπαθείς εκτιμήσεις για την ελληνική οικονομία, καθώς εκτιμά
ότι για το 2017 θα πρέπει να αναμένεται αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,53%.
γράφει ο Π.Ε. Πετράκης, Καθηγητής
ΕΚΠΑ, InDeepAnalysis
Κατά τους τελευταίους τρεις μήνες η
ελληνική οικονομία παρουσιάζει ανησυχητικά δείγματα οπισθοδρόμησης και δεν
είναι λίγοι οι δείκτες που επιβεβαιώνουν αυτό.
Ο ευρύτερος δείκτης οικονομικού κλίματος
του ΙΟΒΕ σημείωσε τον Φεβρουάριο την υψηλότερη μηνιαία πτώση που έχει
καταγραφεί τους τελευταίους 12 μήνες. Ο επιμέρους δείκτης εμπιστοσύνης
καταναλωτή βρέθηκε το Φεβρουάριο σε χαμηλό 10 μηνών και κατέγραψε μάλιστα τη
δεύτερη χαμηλότερη επίδοσή του κατά τα τελευταία 3,5 έτη.
Το ποσοστό ανεργίας έχει
σταθεροποιηθεί στο 23% από τον Οκτώβριο, ενώ από το Μάιο μέχρι και τον Οκτώβριο
του 2016 παρουσίαζε μείωση (στοιχεία ΕΛ.ΣΤΑΤ.).
Ο δείκτης PMI για τον τομέα της μεταποίησης
της Markit (Μάρτιος 2017), που αποτελεί πρόδρομο δείκτη για την οικονομική
δραστηριότητα στον κλάδο αλλά και για το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας
για τους επόμενους 6 μήνες, παρέμεινε το Φεβρουάριο για έκτο συνεχόμενο μήνα
κάτω των 50 μονάδων που σηματοδοτούν τη διαφορά μεταξύ ύφεσης και ανάπτυξης.
Διαμορφώθηκε στις 47,7 μονάδες το Φεβρουάριο από 46,6 τον Ιανουάριο 2017. Αυτές
αποτελούν τις δύο χειρότερες επιδόσεις κατά τους τελευταίους 16 μήνες.
Πρόκειται για αρκετά χειρότερη επίδοση σε σχέση με την επίδοση του δείκτη για
το τέταρτο τρίμηνο του 2016.
Οι καταθέσεις των επιχειρήσεων και των
νοικοκυριών μειώθηκαν κατά 2,7% τον Ιανουάριο του 2017 σε σχέση με το Δεκέμβριο
του 2016 και κατά 1,3% το Φεβρουάριο σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2017.
Πρόκειται για μείωση κατά 5 δις ευρώ μέσα σε δύο μήνες (στοιχεία της ΤτΕ) και
αποτελεί το χαμηλότερο επίπεδο από το Νοέμβριο του 2001.
Αποτέλεσμα ήταν το τέταρτο τρίμηνο του 2016 να καταγράψει ύφεση 1,1% έναντι
εκτίμησης για ανάπτυξη 0,3% (ΕΛ.ΣΤΑΤ. 6/3/2017) ενώ για το σύνολο του έτους
Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν έκλεισε με μηδενική μεταβολή σε όρους όγκου (ΕΛ.ΣΤΑΤ.
8/3/2017).
Στην ύφεση για το τέταρτο τρίμηνο οδήγησε η
μείωση των ιδιωτικών επενδύσεων κατά 13,8% (ενώ τα προηγούμενα τρίμηνα είχαν
σημειώσει σημαντική άνοδο), η αύξηση των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών κατά 3%
και η μείωση της καταναλωτικής δαπάνης της Γενικής Κυβέρνησης κατά 2%, ενώ
αντιθέτως θετικός ήταν ο αντίκτυπος (αν και ανεπαρκής) της αύξησης των εξαγωγών
αγαθών και υπηρεσιών κατά 5,7% και της καταναλωτικής δαπάνης των νοικοκυριών
κατά 1,2%. Μάλιστα, κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2016 η ελληνική αποτελεί τη
μοναδική οικονομία μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 28 σε ύφεση
(Διάγραμμα 1).
Προσθετικά με τα παραπάνω, το 2017 αναμένεται να αποτελέσει ένα
ιδιαίτερα δύσκολο έτος κατά το οποίο αναμένεται να λήξει δημόσιο χρέος ύψους 21,6 δισ. ευρώ μέχρι το
καλοκαίρι (τα 8,26 δις ευρώ αφορούν το έτος Ιούλιο) (The Wall Street Journal).
Οι παραπάνω ενδείξεις αποτυπώνουν μια ενδεχόμενη αρνητική -σε σχέση με τις
προηγούμενες εκτιμήσεις- προοπτική για το 2017.
Παρόλα αυτά, το 2017 αναμένεται να είναι
θετικό για την ελληνική οικονομία, παρά τις αρνητικές ενδείξεις τουλάχιστον για
τους πρώτους μήνες τους έτους.
Το ΔΝΤ (Οκτώβριος 2016) και η Ευρωπαϊκή
Επιτροπή (Φεβρουάριος 2017) αναμένουν η ελληνική οικονομία να μεγεθυνθεί κατά
2,7% το 2017. Ωστόσο, το Εθνικό
και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών σε συνεργασία με την Oxford Economics
(Φεβρουάριος 2017) διαθέτει και υποστηρίζει εδώ και έξι μήνες περισσότερο
μετριοπαθείς εκτιμήσεις για την ελληνική οικονομία, καθώς εκτιμά ότι για το
2017 θα πρέπει να αναμένεται αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,53%.
Αν η δεύτερη αξιολόγηση δεν κλείσει
γρήγορα, η αβεβαιότητα και η επιφυλακτικότητα αναμένεται να παραμείνουν και
ενδεχομένως θέσουν σε κίνδυνο τις παραπάνω εκτιμήσεις.
Δημοσίευση σχολίου