του
Λεωνίδα Χ. Αποσκίτη
Ο πιο “διαβρωτικός δημόσιος
εφιάλτης”, όπως είχε χαρακτηρίσει ο Άγγλος δημιουργός Χάρολντ
Πίντερ την σημερινή εποχή της “παγκοσμιοποίησης”, είναι η αποθέωση της άγνοιας,
της αλαζονείας, της βλακείας και της πολεμικής έξαρσης. Χρησιμοποιώντας σκληρή
γλώσσα έλεγε το 2003, αν και δεν είχε προλάβει να δει την εκτεταμένη
φτωχοποίηση και παρακμή της Δύσης μετά την κρίση του 2007: “Δεν μπορείς να γλυτώσεις / βγήκαν τα μεγάλα πέη / θα βιάσουν ό,τι
βλέπει το μάτι / Πρόσεχε την πλάτη σου”… Προφανώς κανείς δεν τον
άκουσε, όχι γιατί δεν ήθελε αλλά γιατί ήταν πάντα αποκλεισμένος από τα μέσα
ενημέρωσης-παραπληροφόρησης για να μην φθάσει η φωνή του στο μεγάλο κοινό.
Η γνώμη του ήταν επικίνδυνη για τις κερδοσκοπικές ελίτ,
όπως και κάθε ανεξάρτητου πνευματικού ανθρώπου που καταγγέλλει την σημερινή
συμπεριφορά των Επικυρίαρχων. Αυτός είναι ο λόγος που στην 7ετία των Μνημονίων
στην πλειοψηφία των θεατρικών μας δρώμενων απουσιάζουν τα έργα του Πίντερ, αλλά
βομβαρδιζόμαστε από κάθε μετα-μοντέρνο σκουπίδι για να δεχθούμε χωρίς αντίσταση
την ασυδοσία των αγορών.
Η τρέλλα του χρήματος, η θεσμοποίηση της υπερβολικής
ανταγωνιστικότητας, η μεγιστοποίηση του κέρδους, η διεθνής ασυλία του
πολυεθνικού κεφαλαίου, ο πολλαπλασιασμός όσων ζουν στα όρια -και κάτω απ’ αυτά-
της φτώχειας, η έκρηξη των ανισοτήτων αντιπροσωπεύουν όλο και περισσότερο το
σύμπαν του σύγχρονου ανθρώπου.
Η λογική της παγκοσμιοποιημένης μαφίας είναι το τέλος της
σχετικής τιμιότητας του καπιταλισμού, αφού καταστρέφει ακριβώς αυτά πάνω στα
οποία βασίστηκε η καπιταλιστική αγορά και η συσσώρευση του πλούτου: οι κανόνες και οι νόμοι. Στα ερείπια του έθνους-κράτους
γεννιέται μια ζώνη αδιαφάνειας, ημι-νομιμότητας… ευλυγισίας. Αλλά ο
καπιταλισμός, όπως έχει επισημανθεί από τον Βενιαμίν Φραγκλίνο και τους Πατέρες
του αμερικανικού έθνους, τον ίδιο τον Άνταμ Σμιθ, αλλά και τον Μαρξ και τον
Βέμπερ, δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς ηθική.
Με λίγα λόγια, η σημερινή συμπεριφορά των επικυρίαρχων
ελίτ μπορεί να θεωρηθεί, κατά έναν τρόπο, ανάλογη προς τις κραυγές “Μετά από εμάς, ο κατακλυσμός!” και “Ο σώζων εαυτόν, σωθείτω”,
που έβγαιναν από την γαλλική αριστοκρατία πριν από το ξέσπασμα της Γαλλικής
Επανάστασης του 1789.
Η νέα κοινωνική
αταξία
Ζούμε σε μια ταραγμένη μεταβατική εποχή όπου καταρρέουν
καθημερινά όλοι οι θεσμοί συλλογικής πίστης του νεώτερου κόσμου. Ένα άγνωστο
μέλλον πλέον μας επιφυλάσσεται, όπως αυτό που περιγραφόταν στην διακήρυξη του
Ινδιάνου αρχηγού Σηάτλ (Seattle) προς τον πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών το
1894: “Ένα άγνωστο μέλλον πλέον επιφυλάσσεται για μας
επειδή δεν καταλαβαίνουμε γιατί όλοι οι βίσωνες σφαγιάζονται, τα άγρια άλογα
υποτάσσονται, τα μυστικά μέρη του δάσους γίνονται πολυάνθρωπες χαβούζες και η
θέα των ωραίων λόφων βεβηλώνεται από τα σύρματα του τηλέγραφου. Πού βρίσκονται
οι μεγάλες σκιερές λόχμες; Εξαφανισμένες. Πού είναι ο αετός; Εξαφανισμένος. Για μας αυτό είναι το τέλος της ζωής και η αρχή της επιβίωσης”.
Η αγωνία του σοφού αυτού ανθρώπου, πάνω από έναν αιώνα
πριν, δεν διαφέρει και πολύ από την αγωνία των σημερινών “ιθαγενών” πολιτών
μπροστά στο οικονομικό, πολιτιστικό, περιβαλλοντικό και κοινωνικό
αναποδογύρισμα του κόσμου γύρω μας. Πρόκειται για μια υπαρξιακή αγωνία στα
πλαίσια ενός “Ανάποδου Κόσμου”, όπως ευφυώς έχει ορίσει την εποχή μας ο
Λατινοαμερικανός συγγραφέας Εδουάρδο Γκαλεάνο, ένας από τους πιο μαχητικούς
κατηγόρους της παράνοιας και του ψεύδους της Οργουελλικής παγκοσμιοποίησης.
Να, μερικές “ανάποδες αλήθειες”, που οι χρυσοπληρωμένοι
κονδυλοφόροι της καθεστωτικής πολιτικής προπαγάνδας χρησιμοποιούν κατά κόρον
-αλλά περνάνε και “εξ απαλών ονύχων” στα μυαλά των ανθρώπων από την μεταμοντέρνα
εκπαίδευση:
– Ο μαφιόζικος καπιταλισμός λέγεται κομψά
“οικονομία της αγοράς”
– Ο ιμπεριαλισμός και η διεθνής ασυλία του κεφαλαίου λέγεται
“παγκοσμιοποίηση”
– Η υποταγή και η λεηλασία λέγεται “ρεάλ πολιτίκ” και
“μνημόνια”
– Η ανεργία λέγεται “ευελιξία της αγοράς εργασίας”
– Η πολιτιστική ισοπέδωση και οι κομμένες πολιτισμικές
φλέβες που αιμορραγούν γύρω μας είναι λέει … “πολυπολιτισμικότητα! Η καταστροφή
δηλαδή κάθε λαϊκής παράδοσης και η αντικατάστασή της από την μαζική
υποκουλτούρα.
– Όσοι ψάχνουν για εργασία και φυτοζωούν είναι οι
“απασχολήσιμοι”. Ιδιωτικοποίηση ακόμα και της φύσης, διατροφική μετάλλαξη,
καταστροφή της πρωτογενούς αγροτικής δομής.
Και το πιο ωραίο απ’ όλα είναι ο νέος ορισμός για την φτώχεια: έλλειψη κοινωνικότητας…
Είναι μικρή η απόσταση πλέον από την ώρα που μέσα στα
πλαίσια της τεράστιας χειραγώγησης των λαών, η οποία λαμβάνει χώρα στο όνομα
του “πολέμου κατά της τρομοκρατίας”, τα εκατομμύρια των φτωχών των λαϊκών
τάξεων και όσοι ζουν οριακά στην επισφάλεια θα χαρακτηρίζονται και ως
ταραχοποιά στοιχεία. Δεν θα είναι η πρώτη φορά που θα αντιμετωπίζεται ποινικά
το περιθώριο και η φτώχεια στο νεώτερο δυτικό κόσμο.
Παγκοσμιοποίηση:
ο συνήθης ύποπτος
Ενώ όλοι οι μηχανισμοί ενημέρωσης του διεθνούς
χρηματιστηριακού κεφαλαίου επιχειρούν ν μας πείσουν για το αναπόφευκτο της
“νέας εποχής” που έρχεται, υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι η παγκόσμια οικονομική ολοκλήρωση είναι μια παλιά
διαδικασία. Οι περισσότεροι ιστορικοί συμφωνούν ότι οι διεθνείς οικονομικοί
δεσμοί ήταν στενότεροι κατά τον 19ο αιώνα απ’ ό,τι εν πολλοίς στον 20ο αιώνα.
Το οικονομικό σύστημα αυτής της “πρώτης παγκοσμιοποίησης” της περιόδου μετά το
1870 παρουσίαζε μεγαλύτερη συνοχή. Παρ’ όλα αυτά, κατέρρευσε μετά το 1914 με
την κήρυξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Μερικοί άλλοι, όπως
ο Kevin O’ Rounke και ο Jeffrey Williamson,
πηγαίνουν ακόμα πιο πίσω στο βιβλίο τους “Μετά τον Κολόμβο”. Αναφέρονται στην
μεγάλη ανάπτυξη του παγκόσμιου εμπορίου που ακολούθησε τα ταξίδια του
Χριστόφορου Κολόμβου και του Βάσκο ντε Γκάμα, στα τέλη του 15ου αιώνα.
Στην πρώϊμη νεώτερη ευρωπαϊκή περίοδο που ακολούθησε
υπήρξε μεν ανάπτυξη των πόλεων αλλά, σε αντίθεση με ό,τι πιστεύεται, το
πρόβλημα της φτώχειας, της ανεργίας, της ανέχειας και των περιθωριακών
πληθυσμών, πήρε τεράστιες διαστάσεις.
Μέσα στην κοινή απόγνωση, οι φτωχοί των πόλεων,
βιοτέχνες, κληρικοί της υπαίθρου και χρεωκοπημένοι ευγενείς, συμμαχούσαν συχνά
με τους φτωχούς αγρότες, όπως στη μεγάλη εξέγερση των χωρικών το 1514.
Η λαϊκή δυσαρέσκεια εκφραζόταν απέναντι στους ευγενείς,
που θεωρούντο ως “ο αμείλικτος αντίπαλος του λαού” και με την λαϊκή
ληστεία. Διάσημοι ήταν οι λήσταρχοι της Κεντρικής Γαλλίας, οι Καταλανοί ληστές
των Πυρηναίων, ο Ρομπέν των Δασών στην Αγγλία, οι Ανδαλουσιανοί ληστές “οι
Άγιοι της Καμπρίγια”, οι περιπλανώμενοι ληστές, συνήθως Κοζάκοι, της Ρωσσίας.
Σήμερα, όποιος έχει παρακολουθήσει χωρίς ενθουσιασμό την
πορεία της παγκοσμιοποίησης τα τελευταία χρόνια, διαπιστώνει ότι αυτή γεννά
τελικά μια δυναμική, η οποία, διαψεύδοντας τις αρχικές ελπίδες, οδηγεί σε νέες
παγκόσμιες συγκρούσεις. Ακόμα και ένθερμοι οπαδοί της, όπως ο Τζωρτζ Σόρος,
μολονότι αναγνωρίζουν την δύναμη της παγκοσμιοποίησης να παράγει πλούτο,
συμφωνεί ότι έχει φτωχοποιήσει πολλούς ανθρώπους τόσο στον αναπτυσσόμενο, όσο
και στον δυτικό κόσμο.
Η “ετυμηγορία” τους είναι απλή: η παγκοσμιοποίηση έχει
στρεβλώσει την διεθνή κατανομή των πλουτοπαραγωγικών πόρων προς όφελος των
ιδιωτικών συμφερόντων και προς ζημίαν του κοινού καλού. Και οι παγκόσμιες
χρηματοπιστωτικές αγορές είναι επιρρεπείς στις κρίσεις.
Με λίγα λόγια, η τωρινή παγκοσμιοποίηση είναι, αλλά δεν
θα είναι για πολύ, μια μεταβατική κατάσταση. Χάνει το παιχνίδι γιατί
είναι ένα απατηλό σύστημα. Αν ήθελε να είναι πραγματικό,
θα έπρεπε να καταπολεμά την ανισομέρεια του πλούτου και την αδικία, αλλά
προφανώς δεν το μπορεί. Ούτε και το θέλει γιατί η θερμοκοιτίδα της είναι η
Μπίλντερμπεργκ, η Τριλάτεραλ και όλες αυτές οι παρασυναγωγές των λίγων
υπερπλουσίων, που κατέχουν τόσο πλούτο όσο και τα υπόλοιπα 7 δισεκατομ. του
πλανήτη.
Το
πρόβλημα της φτώχειας
Η πρώϊμη νεώτερη Ευρώπη στιγματίστηκε σοβαρά από το
ζήτημα της φτώχειας, τόσο από την έκτασή του, όσο και για τις νέες ιδεολογίες
και τους τρόπους αντιμετώπισής του από τις αρχές. Πάντα υπήρχαν φτωχοί,
αλλά η μαζική επαιτεία και αλητεία και ο φόβος από την μη-κοινωνική ένταξη
αυτών των μαζών που ζούσαν σε απόλυτη πενία, ιδιαίτερα τον 16ο αιώνα, ήταν ένα
νέο φαινόμενο.
Η αποστασιοποίηση από την
μεσαιωνική χριστιανική φιλανθρωπία είχε σαν αποτέλεσμα την μεγαλύτερη οικονομική εκμετάλλευση και περιθωριοποίηση των φτωχών και
την επικράτηση ενός συνδυασμού μέτρων ποινικοποίησης
και πειθάρχησης για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Έτσι,
με διάφορες δικαιολογίες, υιοθετήθηκε η πολιτική του χωροταξικού περιορισμού
των φτωχών και των περιθωριακών.
Τα πολλά πρόσωπα των φτωχών στην περίοδο που εξετάζουμε
δεν περιελάμβαναν μόνο τις παραδοσιακές ομάδες (χήρες, ορφανά, ανάπηρους κ.ά.),
αλλά και μεγάλους αριθμούς πτωχευμένων αριστοκρατών και αστών μισθωτών, όπως
και χωρικών ή μεροκαματιάρηδων, που ζούσαν υπό εξαιρετικά επισφαλείς συνθήκες.
Στο πρώτο ήμισυ του 16ου αιώνα και στις αρχές του 17ου,
μια σειρά αιτιών όπως οι κακές σοδιές, η επανεμφάνιση επιδημιών και λιμών, η
νομισματική στενότητα και οι πόλεμοι (Τριακονταετής, Δυναστικοί)
πολλαπλασιάζουν τον αριθμό των φτωχών και των επαιτών στην Ευρωπαϊκή ήπειρο.
Οι σωματικές αδυναμίες εξ αιτίας της ανεπαρκούς θρέψης
και της ανθυγιεινής διαβίωσης, οι τραυματισμοί από εργατικά ατυχήματα και οι
αναπηρίες πολλών στρατιωτών υποχρέωσαν ένα μεγάλο αριθμό ανθρώπων να
ζητιανεύουν για να επιβιώσουν.
Οι χωρικοί της πρώϊμης νεότερης Ευρώπης βίωναν μια μεγάλη
υποβάθμιση του βιοτικού τους επιπέδου λόγω αυξημένου κόστους ζωής, εντεινόμενου
δανεισμού και διόγκωσης της φορολογίας.
Η μεγαλύτερη ομάδα ανθρώπων που καταχωρήθηκαν ως πένητες
ήταν οι ηλικιωμένοι. Οι χήρες και οι εγκαταλελειμμένες από τους συζύγους τους
γυναίκες υπολογίζεται ότι αποτελούσαν το ένα τρίτο, ή και παραπάνω, των
αποδεκτών των επιδομάτων για φτωχούς. Όμως, την καλύτερη στήριξη την έβρισκαν
στους συγγενείς τους.
Στην ανατολική και νότια Ευρώπη, οι ηλικιωμένοι συχνά
ζούσαν σε νοικοκυριά με πολλές συγγενικές οικογένειες -παιδιά, γονείς,
παππούδες-, ή πήγαιναν από το ένα παντρεμένο παιδί τους στο άλλο. Όμως, στην
Ιταλία και την Ισπανία, όσοι δεν είχαν συγγενείς μπορούσαν να βρεθούν στον
δρόμο, εγκαταλελειμμένοι. Τα αρχεία βοήθειας και περίθαλψης φτωχών της Σεβίλλης
και της Βαρκελώνης δείχνουν ότι η φτώχεια μιας μητέρας που είχε χάσει τον
σύζυγό της και της κόρης της μπορούσε να ωθήσει την κόρη στην πορνεία και να
κάνει την μητέρα προαγωγό της. Στην βόρεια και δυτική Ευρώπη, οι μεγαλύτερης
ηλικίας άνθρωποι ζούσαν μόνοι τους, όσο αυτό ήταν εφικτό. Οι ηλικιωμένοι ζούσαν
με τα παντρεμένα παιδιά τους μόνο όταν ήταν φτωχοί.
Στην Αγγλία οι φτωχοί ηλικιωμένοι είχαν δικαίωμα να
τύχουν κάποιας κοινωνικής πρόνοιας. Σ’ ένα φυλλάδιο των ενοριών της Αγγλίας του
1641 υπολογίζεται πως το ένα τέταρτο των μελών τους είναι δυστυχείς και φτωχοί
χωρίς κανένα μέσο επιβίωσης. Στη Νορμανδία, στις αρχές του 16ου αιώνα, σε μια
αγροτική απογραφή πληθυσμού καταγράφονται ως “φτωχοί και επαίτες” το 24% των
κατοίκων.
Την ίδια περίοδο, στη νότια Σαξονία οι φτωχοί ανέρχονται
στο 30% του πληθυσμού, στο Μπέργκαμο, το 1575, στο 35% του συνόλου των κατοίκων
κ.ο.κ…
Ο φτωχός της υπαίθρου ήταν, σε γενικές γραμμές, ένα
πρόσωπο προβληματικό, είχε όμως την συμπαράσταση των δικών του και της
κοινότητας. Ο φτωχός, όμως, στις πόλεις που αναπτύσσονται, ήταν μια ανώνυμη
ύπαρξη που περιπλανιόταν χωρίς καμμιά στήριξη, πέρα από αυτήν των ομοίων του. Η
πραγματικότητα αυτή οφειλόταν στο γεγονός ότι στην πόλη η ένδεια ήταν
συνδεδεμένη με την απόλυτη αναγκαιότητα της καθημερινής εργασίας.
Οι
περιπλανώμενοι πληθυσμοί
Το πρώτο, αναπόφευκτο, αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων
ήταν η έκρηξη των “επαιτικών πληθυσμών”: ξεριζωμένοι άστεγοι, περιπλανώμενοι
επαίτες, άνεργοι αγροτοεργάτες, πρώην πολεμιστές κ.ά. Το πρόβλημα των
περιπλανώμενων πληθυσμών ήταν μια κοινωνική επίπτωση του φαινομένου της
φτώχειας και της αλητείας που συνδέθηκε περισσότερο με ομάδες παρά με
άτομα.
Μέρος του προβλήματος της αλητείας ήταν η εμφάνιση των
Τσιγγάνων, μετά τις αρχές του 15ου αιώνα, σε όλη την Ευρώπη. Ζουν
περιπλανώμενοι, κατασκηνώνοντας έξω από τις πόλεις και επιβιώνουν από την
άσκηση της μαγείας, τις κλοπές και τις απάτες εις βάρος των οργανωμένων
κοινοτήτων.
Μια δεύτερη μεγάλη συνέπεια της αύξησης της αγροτικής
φτώχειας ήταν η διάσπαση της
κοινωνικής συνοχής των αγροτικών κοινοτήτων, η μεγαλύτερη
κοινωνικο-οικονομική πόλωση μεταξύ ευπόρων και φτωχών και η παράλληλη ανάπτυξη
μιας αγροτικής “αριστοκρατίας” και ενός αγροτικού προλεταριάτου.
Μέσα απ’ αυτές τις συγκυρίες (φτώχεια, υπερφορολόγηση)
ξεσπάνε σε όλη την Ευρώπη ταραχές και εξεγέρσεις με ποικίλες αφορμές: στη
Νορμανδία εναντίον της φορολογίας του αλατιού, στις Κάτω Χώρες με το πρόσχημα
μιας θεολογικής διαμάχης, στη Γαλλία εναντίον των βασιλικών οργάνων με
αφορμή το επισιτιστικό πρόβλημα κ.ο.κ.
Στην κοινωνία της πρώιμης νεότερης Ευρώπης εμφανίζονται
και δύο άλλες καταστάσεις ως απόρροια της κινητικότητας των χιλιάδων
φτωχοποιημένων πληθυσμών: α) ένα σημαντικό μεταναστευτικό ρεύμα στο εσωτερικό
της ηπείρου και στις νέες κτήσεις, β) ένας υπόγειος περιθωριοποιημένος κόσμος
επαιτών με δικούς τους κώδικες, διάλεκτο και οργάνωση.
Μια ακόμα επίπτωση του φαινομένου της φτώχειας ήταν η
προσφορά φθηνής εργατικής δύναμης από
εξαθλιωμένους χωρικούς, η οποία λειτούργησε ανασχετικά για την βελτίωση των
μεθόδων της αγροτικής παραγωγής.
Η έντονη κινητικότητα του πληθυσμού αποτελούσε μια
καθημερινή πραγματικότητα λόγω της αναζήτησης εργασιακής απασχόλησης και της
οικονομικής ένδειας. «Οι μετανάστες και οι πλάνητες ήταν εξαιρετικά κινητικοί,
διασχίζοντας ολόκληρα έθνη και θάλασσες», όπως λέει
ο Henry Kamen στην εξαιρετική Πρώϊμη Νεότερη
Ευρωπαϊκή Ιστορία του (Εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα, 2002).
Σας θυμίζει κάτι αυτό;… Μόνο που τότε η κατεύθυνση της
μετανάστευσης στην Δυτική Ευρώπη ήταν από βορρά προς νότο.
Η ανεργία και η οργανωμένη μετακίνηση των φτωχών
πυροδοτούσε τους πολιτικούς φόβους πως το φαινόμενο εξέτρεφε την
παρεμβατικότητα, η οποία θα έπρεπε να σωφρονιστεί. Οι επαίτες άρχισαν να θεωρούνται
σαν μια «καταραμένη φάρα» που προέτρεπε τον λαό σε φασαρίες και αναταραχή. Η
πεποίθηση ότι, οι φτωχοί και οι αδαείς εύκολα «πιστεύουν στα παραμύθια» και
εξωθούνται στην εξέγερση, ήταν ευρέως διαδεδομένη στην ελισαβετιανή Αγγλία,
όπως φαίνεται και στα έργα του Σαίξπηρ. Καθόλου τυχαίο ότι το ίδιο μοτίβο
επαναλαμβάνεται και σήμερα από τις ελίτ απέναντι σε όσους «λαϊκιστές» αντιδρούν.
Τις πρώτες ταραγμένες δεκαετίες του 16ου αιώνα, το πρόβλημα της φτωχοποίησης και περιθωριοποίησης μεγάλων πληθυσμιακών ομάδων γνώρισε έκρηξη. Η νέα κοινωνική αντίληψη είδε τον φτωχό σαν κοινωνικό μίασμα αλλά και κίνδυνο. Πρωταγωνιστές της προτεσταντικής Μεταρρύθμισης, όπως οι Μαρτίνος Λούθηρος (1483-1546) και Ιωάννης Καλβίνος (1509-1564), υποστήριζαν από κοινού την ποινικοποίηση των περιπλανώμενων επαιτών και την καταναγκαστική εργασία των φτωχών.
Οι
νέες θεωρήσεις της φτώχειας
Οι νέες ποιότητες και ποσότητες του φαινομένου της
φτώχειας, συν το γεγονός ότι η κοινωνία απομακρυνόταν από τις θρησκευτικές και
ηθικές αξίες της μεσαιωνικής φιλανθρωπίας, προκάλεσαν την εμφάνιση νέων
ιδεολογικών και πρακτικών τρόπων αντιμετώπισής του.
Στην προβιομηχανική Ευρώπη, η φτώχεια δεν αντιμετωπιζόταν
μόνο σαν έλλειμμα υλικών αγαθών, αλλά και ως κίνητρο για την αγαθοεργία της
χριστιανικής κοινότητας, της οποίας οι φτωχοί θεωρούντο αναπόσπαστο μέρος.
Στην μεσαιωνική περίοδο ο αδύναμος, ο φτωχός, ο ασθενής
ταυτιζόταν με την εικόνα του «πάσχοντος Χριστού», προς τον οποίο η εκκλησιαστική
προτροπή ήταν να δείχνεται αλληλεγγύη και βοήθεια. Αντίστοιχα, ο τοκογλύφος
ήταν το «δημιούργημα του διαβόλου» και το μόνο που του άξιζε ήταν η κόλαση. Ο
Μέγας Βασίλειος είναι σαφής: «Τοῦ πεινῶντός ἐστιν ὁ ἄρτος͵ ὃν σὺ κατέχεις· τοῦ γυμνητεύοντος τὸ ἱμάτιον͵ ὃ σὺ φυλάσσεις ἐν αποθήκαις∙ τοῦ ἀνυποδέτου τὸ ὑπόδημα …».
Απέναντι στον φτωχό τοποθετείται πάντα ο πλούσιος, που
οφείλει ο,τιδήποτε πλεονάζει προς την μεριά του να το δίνει στον φτωχό, ο
οποίος δικαιωματικά το δικαιούται. Σύμφωνα με τη θεώρηση αυτή, οι φτωχοί
αποτελούν μέρος ενός κοινωνικού και ηθικού διπόλου στην βάση της Θείας
οικονομίας.
Η μεσαιωνική εκκλησία ήταν ο ισχυρότερος ιδιοκτήτης
εκείνου του καιρού και έγινε, φυσικά, ο φορέας της κοινωνικής πρόνοιας. Στην
μεσαιωνική κοινωνία, άλλωστε, η παραγωγή ήταν προσανατολισμένη κυρίως στην
αυτοκατανάλωση, ικανοποιώντας πάνω απ’ όλα τις ανάγκες του παραγωγού και της
οικογένειάς του.
Στην πρώϊμη νεωτερικότητα αρχίζει να σπάει η μεσαιωνική
κοινωνική σύμβαση, σύμφωνα με την οποία ο πλούσιος οφείλει να τιμά τον Θεό,
αγαπώντας τον πλησίον του. Η φτώχεια ταυτίστηκε με την οκνηρία και οι φτωχοί
θεωρήθηκαν κοινωνικά μιάσματα και επικίνδυνοι.
Η «θεοποίηση» της εργασίας προσέλαβε πρωτοφανείς
διαστάσεις στις προτεσταντικές, αλλά και σε καθολικές χώρες, ως συνδυασμένο
προϊόν της ηθικολογίας του ανερχόμενου αστισμού και της ιδεολογίας του
μερκαντιλισμού. Τον 16ο αιώνα,
τόσο στην προτεσταντική όσο και στην καθολική Ευρώπη της Αντιμεταρρύθμισης
εντείνονται οι προσπάθειες κοινωνικής αναμόρφωσης και ηθικής πειθάρχησης:
απαγόρευση επαιτείας, εξαναγκασμός σε εργασία των ικανών απόρων, συστηματικές
εκτοπίσεις, επιβολή φόρων «υπέρ φτωχών» κ.λπ.
Ο περιορισμός των φτωχών και των απόκληρων έγινε, σύμφωνα
με τον Γάλλο φιλόσοφο Michel Foucault, μία από τις βασικές αρχές μιας
συνολικής κοινωνικής πολιτικής βασισμένης σε πειθαρχικά μέτρα.
Η
αρχή του «μεγάλου εγκλεισμού»
Στην περίοδο αυτή αρχίζει να υιοθετείται μια ακραία
διαφορετική θεώρηση απέναντι στην χριστιανική και ουμανιστική λογική, που ήθελε
τους φτωχούς να δικαιούνται την κοινωνική αλληλεγγύη. Η προσέγγιση ότι τα αίτια
της φτώχειας είναι κοινωνικά δίνει την θέση της στην άποψη ότι ευθύνεται η ίδια η ανεπάρκεια των φτωχών, οι οποίοι χρήζουν γι’ αυτό
αναμόρφωσης για να μη γίνουν φορείς αταξίας και παρεκτροπής. Εμφανίζεται έτσι
μια πρωτοκαπιταλιστική αντίληψη των «winners» και «losers» του σύγχρονου
αμερικανικού ονείρου και της παγκοσμιοποίησης του «ανάποδου κόσμου» του 21ου αιώνα, που βλέπει την φτώχεια… ως
έλλειψη κοινωνικότητας. Φληναφήματα που κι αυτά, με την σειρά τους, έχουν
απογυμνωθεί.
Η προτεσταντική μεταρρύθμιση κερδίζει έδαφος και, μαζί
της, η αυξανόμενη τάση ποινικοποίησης της φτώχειας και αντιμετώπισής της με τον
εγκλεισμό των απόρων. Για τους ανίκανους να εργαστούν ιδρύθηκαν νοσοκομεία, ενώ
για τους ικανούς για εργασία τα αντίστοιχα ιδρύματα ήταν περισσότερο κέντρα
καταναγκαστικής εργασίας και πηγή φθηνού εργατικού δυναμικού.
Οι νέες αυτές κρατικές πολιτικές υλοποιήθηκαν με πολλούς
τρόπους από τις αρχές των διαφόρων δυτικοευρωπαϊκών χωρών. Το 1560, η Συνέλευση
των Τάξεων της Ορλεάνης κάλεσε “όλους αυτούς τους απατεώνες, που είναι γνωστοί
ως Βοημοί ή Αιγύπτιοι, να εγκαταλείψουν το βασίλειο αλλιώς θα σταλούν στις
γαλέρες”. Στην Ισπανία η αυστηρή νομοθεσία περιελάμβανε και ένα διάταγμα του
1633, που διέτασσε να μην ντύνονται πλέον όπως πριν και να ξεχάσουν τη γλώσσα
τους σε συνδυασμό με την απαγόρευση της δημόσιας συνάθροισής τους.
Στην Αυγούστα, τη Νυρεμβέργη, το Στρασβούργο κ.ά.
απαγορεύτηκε η επαιτεία μετά το 1522, στο Παρίσι οι αρχές υποχρέωσαν
περιπλανώμενους επαίτες, ικανούς για εργασία, να επισκευάσουν τα τείχη της
πόλης ή να πάνε σε γαλέρες.
Στις προτεσταντικές χώρες, κάποιες πλούσιες γυναίκες,
όπως η Lady Margaret Hungerford, ίδρυσαν σχολεία και
πτωχοκομεία. Η Lady Hungerford είδε το έργο της ως θρησκευτικό
καθήκον, αλλά ήταν επίσης ένα μέσον κοινωνικού ελέγχου.
Στην Ολλανδία, χήρες και παντρεμένες συχνά υπηρετούσαν ως
διευθύντριες, επιβλέποντας τα πτωχοκομεία καθημερινά, επιτηρώντας τις
λειτουργίες τους και συνεισφέροντας στην επιτυχία της ολλανδικής φιλανθρωπίας.
Τόσο στην Αγγλία όσο και στην Γαλλία, το κράτος
προσπάθησε να καταπιαστεί με το πρόβλημα της φτώχειας, αλλά με πολύ
διαφορετικούς τρόπους. Ο αγγλικός Νόμος για τους Φτωχούς, του 1601, εισήγαγε
τον υποχρεωτικό θεσμό της κοινωνικής πρόνοιας που, από τους φόρους, προσέφερε
ανακούφιση σε όσους είχαν ανάγκη. Με κάποιες τροποποιήσεις, ο νόμος αυτός διατηρείτο
μέχρι το 1834.
Ο Λουδοβίκος 14ος δημιούργησε καταλύμματα για ζητιάνους,
εκ των οποίων τα πιο γνωστά ήταν το LaCharité στην Λυών (1614) και
το La Salpêtrière (1656) στο Παρίσι. Οι φτωχοί ουσιαστικά ήταν
έγκλειστοι σε εκείνα τα ιδρύματα.
Η προσφυγή στα σωφρονιστικά ιδρύματα έχει θεωρηθεί ως το
πρώτο στάδιο του «μεγάλου εγκλεισμού»με
την ιδρυματοποίηση της κοινωνικής πρόνοιας από το νεώτερο κράτος. Έως τα μέσα,
όμως, του 18ουαιώνα υπάρχουν πολύ
λίγα σωφρονιστικά ιδρύματα στα αστικά κέντρα και η μεγάλη πλειοψηφία των απόρων
συνέχιζε να ζει εκτός της ακτίνας δράσης τους.
Λεπτομέρεια από το εκπληκτικό μεσαιωνικό αστρονομικό ρολόϊ της Πράγας. Ορισμένα αγαλματίδια που περιβάλλουν το ρολόϊ αποτυπώνουν τις ηθικές αξίες της μεσαιωνικής περιόδους. Αυτές οι τέσσερις αλληγορικές φιγούρες αποτελούν την προσωποποίηση της ματαιοδοξίας, της τοκογλυφίας, του θανάτου και της λαγνείας. Η τρίτη φιγούρα, που είναι ο Θάνατος, ανακοινώνει τον χρόνο που περνά κρούοντας ένα καμπανάκι. Ο τοκογλύφος (2η φιγούρα) θεωρείτο δημιούργημα του διαβόλου από την χριστιανική θεολογία, ενώ ο φτωχός ήταν εξίσου απαραίτητος στην κοινωνία με τον πλούσιο.
Το
ξεχαρβαλωμένο ρολόϊ
Στις προνεωτερικές κοινωνίες, οι Ευρωπαίοι δεν
καταπιέζονταν από μια σαφή διάκριση μεταξύ εργασιακού και ελεύθερου χρόνου. Ο
ελεύθερος χρόνος κυριαρχούσε στην ζωή όλων των κοινωνικών τάξεων όπως οι
δεκάδες θρησκευτικές γιορτές και τα καρναβάλια. Η μεσαιωνική διαίρεση του
χρόνου δεν ήταν ποτέ ακριβής και ακολουθούσε τις καμπάνες της εκκλησίας
περισσότερο, παρά τις εργασιακές υποχρεώσεις. Η προτεσταντική ηθική, που
επιβραβεύει τη συσσώρευση πλούτου, αλλά και τα ρολόγια μετά τον 17ο αιώνα, άλλαξαν τον χαλαρό ρυθμό των
προηγούμενων εποχών. Η οργάνωση του χρόνου, στα πλαίσια της εντατικοποίησης της
παραγωγικής διαδικασίας, έγινε εκ των ουκ άνευ μέσα στο μαθηματικό σύμπαν των λογίων του Διαφωτισμού.
Μετά τη νεώτερη εποχή, η θρησκευτική ερμηνεία του κόσμου
έπρεπε να αντικατασταθεί από ένα αψεγάδιαστο ορθολογικό σχέδιο όπου τα πάντα
συνέβαιναν μέσα σ’ ένα λογικό, ωρολογιακό μηχανισμό με αλάνθαστο τρόπο… Ο
κόσμος δεν είχε πλέον χώρο για ήρωες και δράκους, μύθους και αποχρώσεις του
λυκόφωτος. Επί ενάμιση αιώνα μετά την πτώση της Βαστίλλης, τα διάφορα
“εκσυγχρονιστικά”, επαναστατικά κινήματα έδιναν και έπαιρναν, όλα κλαδιά του ίδιου κορμού που φύτρωσε με τον Διαφωτισμό:
Γιακωβινισμός, Αναρχισμός, Σοσιαλισμός, Πρώτη και Δεύτερη Διεθνής,
Μπολσεβικισμός, Τρίτη Διεθνής, Κοινωνία των Εθνών, Λαϊκά Μέτωπα, Κομιντέρν,
Τέταρτη Διεθνής, και πάει λέγοντας.
Μέσα σε λίγες δεκαετίες, μερικά λεπτά για τον ιστορικό
χρόνο, τα περισσότερα ξεράθηκαν και οι «δράκοι» είναι
πάλι εδώ, αν και έγιναν μεγάλες και ορατές βελτιώσεις στην
ποιότητα ζωής των λαϊκών μαζών, που τώρα απειλούνται να θυσιαστούν στον βωμό
της απληστίας της υπερεθνικής ελίτ.
Από την πρώϊμη νεώτερη εποχή, τον Διαφωτισμό, την
βιομηχανική επανάσταση, επανειλημμένα είδαμε την άνοιξη της ελπίδας και της
προόδου να καταλήγει στον χειμώνα της απελπισίας.
Έτσι και οι έννοιες του συρμού, όπως «παγκόσμιο χωριό»,
«πολυπολιτισμικότητα», «κοινωνίες των πληροφοριών», «ελαστική εργασία»,
«οικονομία των υπηρεσιών», δεν αποκτούν κανένα νομοτελειακό νόημα επειδή
ετσιθελικά προσπαθεί να τις επιβάλλει μια πληθώρα διαμορφωτών της διεθνούς
πολιτικής και της κοινής γνώμης. Το αναπόφευκτο ή όχι των νέων θεσμών, δομών,
σχέσεων και καταστάσεων θα κριθεί στον πραγματικό ιστορικό χρόνο, μέσα από
σκληρές κοινωνικές συγκρούσεις και πολέμους, και όχι στην virtual reality.
Οι σύγχρονοι “άθλιοι” της νεοταξικής παγκοσμιοποίησης, το
εξαθλιωμένο προλεταριάτο και το νέο πρεκαριάτο – τα φτωχοποιημένα μεσαία
στρώματα, εισβάλλουν ξανά στο ιστορικό προτσές για να εκδικηθούν τις αλαζόνες
ελίτ.
Όσο οι τελευταίες επιμένουν να διαχειρίζονται οι ίδιες
τις συνέπειες των καταστροφών που έσπειραν, επενδύοντας στον μηδενισμό, την
αποπολιτικοποίηση και την καταβαράθρωση της κοινωνίας, το μέλλον της
ανθρωπότητας θα είναι επισφαλές έως ζοφερό…
Άλλωστε, η
ιστορία απέδειξε ότι η «πρόοδος» και η «ανάπτυξη» είναι ρηχοί μύθοι, που
γρήγορα γελοιοποιούνται και αφοπλίζονται. Είναι “κλισέ” χωρίς ρίζες και δεν έχουν την απαιτούμενη
καύσιμη ύλη για το Όνειρο, που να επαρκεί στα κακοτράχαλα χρόνια που έρχονται.
Έχουμε μπροστά
μας τα πάντα, έχουμε μπροστά μας το τίποτε, για να θυμηθούμε τον Κ. Ντίκενς.
Για να υπερβούμε τον φαύλο κύκλο των καπιταλιστικών,
κοινωνικο-οικονομικών κρίσεων, αλλά και την νεωτερική και μετανεωτερική κρίση
νοήματος, χρειαζόμαστε μια νέα υπερβατική αντίληψη, ένα νέο πνευματικό αφήγημα
για να αποκαταστήσουμε την έννοια του ιερού της ανθρώπινης φύσης και να
αναζωογονήσουμε την έννοια μιας ελεύθερης, ανθρωπιστικής, δίκαιης και
αλληλέγγυας, ευημερούσας κοινωνίας!
Δημοσίευση σχολίου