Στις 18 Νοεμβρίου 1940 o Αδόλφος Χίτλερ δέχτηκε τον Ιταλό υπουργό Εξωτερικών και γαμπρό του Μουσολίνι Γκαλεάτσο Τσιάνο στο Ομπερσάλτσμπεργκ στην Βαυαρία, για να συζητήσουν την εξέλιξη της ιταλικής επίθεση κατά της Ελλάδας.
Στην Αθήνα, στις 18 Νοεμβρίου 1940 , στις τέσσερις το απόγευμα έφθασε στον Σταθμό Λαρίσης το πρώτο νοσοκομειακό τρένο, ειδικά διασκευασμένο για τη μεταφορά των τραυματιών. Δεν το είχαν γράψει οι εφημερίδες και δεν είχε ανακοινωθεί από το ραδιόφωνο μέχρι το μεσημέρι. Η είδηση κυκλοφόρησε μετά τις τρεις το απόγευμα και το έμαθαν από στόμα σε στόμα ότι , «φτάνουν οι λαβωμένοι»,. και εκείνοι που δεν είχαν ραδιόφωνο.
Η οδός Δηλιγιάννη και η περιοχή μπροστά από τον Σταθμό πλημμύρισε κόσμο. Όταν βγήκαν τα νοσοκομειακά επικράτησε απόλυτη και ευλαβική σιγή για λίγα λεπτά και ακολουθήσε ένα ασυγκράτητο παραλήρημα.
Ποτέ άλλοτε οι δρόμοι της Αθήνας δεν είδαν τόσο κόσμο, από τις χιλιάδες που ξεχύθηκαν για να προϋπαντήσουν, να ζητωκραυγάσουν και να ενθαρρύνουν τα τραυματισμένα παλικάρια. Δεκάδες χιλιάδες λαού στήθηκαν κατά μήκος των οδών απ’ όπου θα περνούσε η πομπή των ασθενοφόρων. Αλλά η κοσμοπλημμύρα απλώθηκε στην Αγίου Κωνσταντίνου, στην Ομόνοια, στη Σταδίου στην πλατεία Συντάγματος και έφτανε μέχρι τα νοσοκομεία στους Αμπελοκήπους και στον Ερυθρό Σταυρό.
Στο Μέτωπο.
Στον χώρο ευθύνης του Γ΄ Σ.Σ., το Μπεγέτη της IX Μεραρχίας την πέµπτη ηµέρα της επίθεσης κινήθηκε προς τη Ντάρζα ενώ ταυτόχρονα τµήµατά του κατέλαβαν τα χωριά Ντρένοβο και Μπίγλα. Παράλληλα, το πυροβολικό του αποσπάσµατος είχε καταφέρει από τις πρωινές ώρες της 18ης Νοεμβρίου να θέσει υπό τα πυρά του την οδό Ερσέκας – Κορυτσάς καθώς και τους στρατώνες και το αεροδρόµιο της Κορυτσάς.
Η I Μεραρχία επανήλθε στην Ερσέκα διορθόνοντας το σφάλμα της προηγουμενης.
Την ίδια ηµέρα, Αλβανός Υπολοχαγός των Ιταλικού Στρατού που είχε συλληφθεί αιχµάλωτος ανακρινόμενος απεκάλυψε ότι είχε δοθεί εντολή στις ιταλικές δυνάµεις για αποχώρηση από τη γραµµή Χότιτσε – Τσαγκόνι, µε συνέπεια να εκλείψει ο κίνδυνος της επίθεσης ιταλικών τεθωρακισµένων µετά τη διάβαση της στενωπού. Θέλοντας να εκµεταλλευτεί την πληροφορία, ο Τσολάκογλου διέταξε απόσπασµα της XIII Μεραρχίας, που έμπαινε στον αγώνα εκείνη ακριβώς την ημέρα, να επιτεθεί στην κατεύθυνση Καπετσίτσα – κορυφογραµµή Μόραβας – Ζεµλακ και να βρεθεί στα νώτα της διάβασης Τσαγκόνι.
Το πρώτο κλιµάκιο των δυνάµεων της Μεραρχίας έφτασε στο Χότσιστε όπου καθηλώθηκε από ισχυρά ιταλικά πυρά χωρίς να έχει καµια υποστήριξη από πυροβολικό ούτε επαφή µε τη διοίκηση της Μεραρχίας. Το δεύτερο κλιµάκιο του αποσπάσµατος, παρότι δέχτηκε µόνο αεροπορικούς βοµβαρδισµούς αλλά χωρίς να υπάρχει καµία πίεση από τον εχθρό καταλείφθηκε το μεσημέρι της 18ης Νοεμβρίου, από πανικό και άρχισε να συµπτύσσεται µε πλήρη αταξία.
Το σύνθηµα για άτακτη υποχώρηση δόθηκε από έναν Υπίατρο και η όλη κατάσταση επηρέασε ψυχολογικά και τον ∆ιοικητή του αποσπάσµατος ο οποίος πίστεψε ότι είχε απολέσει το σύνολο των δυνάµεών του και έχασε τον έλεγχο των τµηµάτων του. Για τα γεγονότα αυτά καταδικάστηκε από στρατοδικείο και αυτοκτόνησε στις 25 ∆εκεµβρίου 1940.
Το Γεν. Στρατηγείο απομάκρυνε τους υπευθύνους και ανέθεσε τη διοίκηση της ΧΙΙΙ μεραρχίας στον ίσαμε τότε Αρχηγό πυροβολικού του Σώματος, τον υποστράτηγο Σωτ. Μουτούση. Παράλληλα, το Γενικό Στρατηγείο διέθεσε στο ΤΣ∆Μ τον (Παπαγικό) ∆ιοικητή του ∆΄ Σ.Σ., Αντιστράτηγο Γεώργιο Κοσµά, µε το απαραίτητο επιτελείο , ώστε να αναλάβει τη διοίκηση του αριστερού της διατάξεως του Γ΄ Σ.Σ. στο οποίο ενεργούσαν οι X και XI Μεραρχίες. Η νέα αυτή διοίκηση πήρε τον τίτλο «Οµάς Μεραρχιών Κ».
Η ελληνική αεροπορία που προσπάθησε να υποστηρίξη της επίθεση των ελληνικών δυνάμεων είχε δυο απώλειες . Ο Επισμηνίας ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΒΑΛΚΑΝΑΣ της 23ης Μοίρας διώξεως με αεροσκάφος PZL ενεπλάκη σε αερομαχία με ιταλικά αεροπλάνα διώξεως στην περιοχή του Ιβάν , βορειοανατολικά της Κορυτσάς. Το αεροσκάφος του ανεφλέγη . Επίσης ο Σμηναγός ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΓΙΑΝΝΙΚΩΣΤΑΣ της 22ης Μοίρας Διώξεως με αεροπλάνο PZL, σκοτώθηκε , κατά τη διάρκεια αερομαχίας πάνω από τον περιοχή του Ιβάν.
Στο χώρο ευθύνης της 8ης Μεραρχίας οι Ιταλοί μετά την κατάληψη του υψώματος του ΠΡΟΦΗΤΗ ΗΛΙΑ ΚΡΥΟΝΕΡΙΟΥ υποχώρησαν σε όλη τη γραμμή και οργανώθηκε αμυντικά στα υψώματα ΔΕΡΒΕΝΑΚΙΟΥ. Το 15ο Συν/μα κατόπιν σκληρού αγώνος κατέλαβε τα υψωμάτα ΖΑΡΑΒΙΝΑΣ και ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΟΥ και τέθηκε σε καταδίωξη του εχθρού προς ΔΕΛΒΕΝΑΚΙ και ΠΟΓΩΝΙΑΝΗ. Στο παραλιακό μέτωπο η Σιένα άρχισε να οπισθοχωρεί προς την Κονίσπολη.
Στις 18 Νοεμβρίου 1940, οι Ιταλοί απάντησαν στην επίθεση που οργάνωσαν και πραγματοποίησαν Σαμιώτες εναντίον του ιταλικού φυλακίου στο Αγαθονήσι, που βρίσκονταν υπό ιταλική κατοχή από το 1911, στις αρχές του ελληνοϊταλικού πολέμου.
Τρία ιταλικά πλοία βομβάρδισαν το Τηγάνι (σημ. Πυθαγόρειο), και έξι ιταλικά αεροπλάνα βομβάρδισαν το λιμάνι του Βαθιού (σημ. Σάμος) για περίπου μισή ώρα. Η εφημερίδα ΑΙΓΑΙΟΝ που είχε το ρεπορτάζ έγραφε: «Ερρίφθησαν πολλαί βόμβαι διαφόρων διαστάσεων. Τινές εκ τούτων ήσαν πλέον των 200 κιλών. … Εφονεύθη έν άτομον και ετραυματίσθησαν ελαφρώς δύο άλλα, υπέστησαν δε καταστροφάς οικήματά τινα…. Μερική καταστροφή υπέστη και η οιναποθήκη της Ένωσης Οινοποιητικών Συνεταιρισμών Σάμου (ΕΟΣΣ), στο Τηγάνι».
Δημοσίευση σχολίου