Του Θεόδωρου Σεμερτζίδη
Η λήξη του τρίτου προγράμματος της ελληνικής οικονομίας ολοκληρώνεται τον προσεχή Αύγουστο, βάζοντας τέλος (προς το παρών τουλάχιστον) στην οκταετή επιτήρηση αυτής. Οι συζητήσεις μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών έχουν ήδη ξεκινήσει για την μετά μνημονίων εποχή, έπειτα και από την πριν λίγους μήνες υπογραφή νέων μέτρων για την περίοδο 2019-2021.
Ο στόχος για πλεόνασμα 3,5% επί του ΑΕΠ το 2018, δεν αφήνει και μεγάλα περιθώρια στην ελληνική οικονομία, ώστε να προχωρήσει σε μια υγιή ανάπτυξη. Η προληπτική γραμμή στήριξης που προτείνει ο διοικητής της Τράπεζας Ελλάδος, κ. Στουρνάρας, για μετά τον Αύγουστο του 2018, προκαλεί έντονους προβληματισμούς σχετικά με την επίτευξη των στόχων, τόσο όσο αφορά την ανάπτυξη της οικονομίας, όσο και αυτόν του πρωτογενούς πλεονάσματος. Ιδιαίτερη εντύπωση όμως, προκάλεσε η χθεσινή ομιλία του κ. Στουρνάρα στο Ελληνο-Ισπανικό Εμπορικό Επιμελητήριο, κι αυτό γιατί θεωρεί επιτεύξιμους τους στόχους για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% το τρέχον έτος.

Η ομιλία

Στην χθεσινή του ομιλία ο διοικητής της Τράπεζας Ελλάδος, ανέφερε:«Εφαρμόζοντας τολμηρές οικονομικές μεταρρυθμίσεις και το πρόγραμμα προσαρμογής έχει πλήρως εξαλειφθεί το δημοσιονομικό και εξωτερικό έλλειμμα και βελτιώθηκε η ανταγωνιστικότητα. Παράλληλα, έγινε στροφή προς τα διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά, με αποτέλεσμα οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών να φτάσουν το 33,1% του ΑΕΠ από 19% το 2009. Η Ελλάδα θα υπερβεί τον στόχο που έχει τεθεί για το 2017 (1,75% του ΑΕΠ), με τονστόχο του 3,5% για το 2018 να θεωρείται επιτεύξιμος».
«Οι καθυστερήσεις ή οπισθοδρομήσεις στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων θα αδυνατίσουν το θετικό outlook της οικονομίας και θα έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην επενδυτική εμπιστοσύνη. Η βασική πρόκληση για το μέλλον είναι το να μπει η οικονομία σε ένα βιώσιμο μονοπάτι ανάπτυξης».
Ενώ όσο αφορά την προληπτική πιστωτική γραμμή «Θα βοηθούσε την οικονομία, προσφέροντας της εξασφάλιση, ειδικά σε περίπτωση που οι συνθήκες στη διεθνή αγορά χειροτερέψουν, ενώ θα επιτρέψει στη χώρα να διατηρήσει το waiver, διευκολύνοντας τις τράπεζες».

Το οξύμωρο

Όσο αφορά το θέμα του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% επί του ΑΕΠ, στην ενδιάμεση έκθεση 2017, σελ. 16 αναφέρεται, «Εντούτοις, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η μεγάλη υπέρβαση του δημοσιονομικού στόχου, αν και συμβάλλει στη συγκράτηση του δημόσιου χρέους, έχει αρνητική επίδραση στην πραγματική οικονομία. Αυτό οφείλεται σε τρεις λόγους. Πρώτον, η περιοριστική δημοσιονομική πολιτική που ασκείται είναι εντονότερη από ό,τι απαιτείται με βάση τους στόχους του προγράμματος.Δεύτερον, το μίγμα πολιτικής βασίζεται κυρίως σε αυξήσεις φόρων παρά σε μειώσεις δαπανών, με αποτέλεσμα να έχει μεγαλύτερη συσταλτική επίδραση στο ΑΕΠ. Τρίτον, αυτό το μίγμα πολιτικής οδηγεί στην αύξηση της παραοικονομίας και στη μείωση των δηλωθέντων εισοδημάτων. Αυτό αυξάνει το φορολογικό βάρος στην επίσημη οικονομία, εντείνει την ύφεση και αναγκάζει σε λήψη περαιτέρω μέτρων για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων. Οι αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία αναμένεται να μετριαστούν, καθώς ένα μέρος της προβλεπόμενης υπέρβασης των δημοσιονομικών στόχων του 2017 θα διοχετευθεί σε δράσεις στήριξης αδύναμων κοινωνικών ομάδων».
Δηλαδή, ο κ. Στουρνάρας από την μία εκτιμά πως ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% επί του ΑΕΠ είναι επιτεύξιμος, από την άλλη δε, στη ενδιάμεση έκθεση του 2017, αναφέρεται ότι η μεγάλη υπέρβαση του δημοσιονομικού στόχου έχει αρνητική επίδραση στην ελληνική οικονομία.
Για πιο λόγο τότε, να επιτευχθεί ένας τόσο αισιόδοξος στόχος, αφού η επίτευξη αυτού εγείρει κινδύνους για την οικονομία;
Μήπως η επίτευξη του στόχου τον οποίο αποδέχθηκε η ελληνική κυβέρνηση, συνδέεται άμεσα με την πρόταση του κ. Στουρνάρα για προληπτική πιστωτική γραμμή;
Πώς είναι δυνατόν οι αρνητικές επιπτώσεις μιας οικονομίας, να μετριάζονται με δράσεις στήριξης των αδύναμων κοινωνικών ομάδων (με χρήματα μάλιστα τα οποία προέρχονται από το πλεόνασμα), κι όχι με αύξηση των δημόσιων επενδύσεων, προκειμένου να μειωθεί η ανεργία, και να τονωθεί η ιδιωτική κατανάλωση;

Συμπέρασμα

Σύμφωνα με τα παραπάνω, ο τερματισμός του τρίτου προγράμματος στήριξης της ελληνικής οικονομίας είναι μόνο κατ’ όνομα, καθώς στην πραγματικότητα η επιτήρηση αυτής αναμένεται να συνεχισθεί για πολλά χρόνια ακόμα, ενώ η προληπτική γραμμή στήριξης που αναφέρει ο διοικητής της Τράπεζας Ελλάδος, θα βοηθήσει κυρίως τις τράπεζες, μέσω της διατήρησης του waiver. Προφανώς και η ύφεση της ελληνικής οικονομίας, αλλά και τα τρία μνημόνια, δεν κατέστησαν αρκετά ώστε να αλλάξει το μίγμα της αναπτυξιακής πολιτικής της χώρας, καθώς δεν αποτέλεσαν παράδειγμα ούτε στις ελληνικές κυβερνήσεις, αλλά ούτε και στους δανειστές.


Δημοσίευση σχολίου