Με εικόνα «δύο ξένων στην ίδια πόλη», με σαφώς αποκλίνουσες στρατηγικές, προσομοιάζει η αναμέτρηση του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα και του προέδρου της Ν.Δ. Κυριάκου Μητσοτάκη στην τελική ευθεία προς τις εκλογές της 7ης Ιουλίου, που αναμένεται να οδηγήσουν σε νέα μεγάλη ενίσχυση του δικομματισμού και αποδυνάμωση των μικρότερων πολιτικών σχηματισμών.
Η εκλογική αναμέτρηση σε κάθε περίπτωση θα διεξαχθεί με φόντο τις νάρκες στην οικονομία που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η επόμενη κυβέρνηση: Παρά το γεγονός ότι δεν κυριαρχούν επί του παρόντος στον δημόσιο διάλογο, την επομένη των εκλογών θα έλθουν στο προσκήνιο η αποτίμηση των παροχών του κ. Τσίπρα και το κατά πόσον είναι συμβατές με την επίτευξη του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα της τάξεως του 3,5%, το ταμειακό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ΔΕΗ και οι αναιμικοί ρυθμοί ανάπτυξης που καταγράφει η ελληνική οικονομία. Οπως, επίσης, και η μείωση των κόκκινων δανείων των τραπεζών με κρατικές εγγυήσεις, για την οποία δεν έχει επέλθει συμφωνία με την Κομισιόν.
Πάντως, ο κ. Μητσοτάκης εισέρχεται από αύριο στην τελική ευθεία της προεκλογικής περιόδου με ευρύ δημοσκοπικό προβάδισμα και με ένα πλήρως ανέφελο εσωκομματικό τοπίο. Παράλληλα, φέρεται να έχει επιλέξει μια στρατηγική χαμηλών τόνων, με έμφαση στην ανάδειξη του προγραμματικού λόγου του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, βάζοντας επί του παρόντος σε δεύτερο πλάνο το διακύβευμα της αυτοδυναμίας.
Στον αντίποδα, ο Αλέξης Τσίπρας φέρει το βάρος της δεινής ήττας του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές και στις περιφερειακές εκλογές. Επιπροσθέτως, βρέθηκε αντιμέτωπος με μια εβδομάδα των Παθών, την οποία συνδιαμόρφωσαν η βροχή των τροπολογιών που κατέθεσαν υπουργοί και βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, η άκρως αρνητική για την κυβέρνηση έκθεση της Κομισιόν, αλλά και η υπόθεση των μετατάξεων στη Βουλή, που οδήγησε στον αποκλεισμό της κ. Τασίας Χριστοδουλοπούλου από τα ψηφοδέλτια. Ετσι, ο πρωθυπουργός οδηγείται σε μια προεκλογική εκστρατεία ιδιαίτερα υψηλών τόνων, με κινδυνολογικά χαρακτηριστικά και «κορωνίδα» ότι τυχόν επικράτηση της Ν.Δ. θα οδηγήσει τη χώρα πίσω στα χρόνια της «ακραίας λιτότητας». Ενώ, παράλληλα, θα επιχειρήσει να επαναπροσεγγίσει τη μεσαία τάξη, μέσω «κωδικοποιημένων» μέτρων ενίσχυσής της που εκπονούν οι Ευκλείδης Τσακαλώτος, Γιάννης Δραγασάκης και Αλέξανδρος Χαρίτσης, και θα παρουσιάσει ο ίδιος ο κ. Τσίπρας τις αμέσως επόμενες ημέρες.
Το μείζον πρόβλημα για τον κ. Τσίπρα είναι ότι επί της ουσίας καλείται να διαχειριστεί την επερχόμενη προεκλογική περίοδο με αφήγημα ανάλογο εκείνου που είχε θέσει και αποδοκιμάστηκε προ δύο εβδομάδων στην ευρωκάλπη. Επιπροσθέτως, πολλές από τις αιχμές της ρητορικής του ΣΥΡΙΖΑ αυτοακυρώθηκαν από τις εξελίξεις της τελευταίας εβδομάδας.
Πρώτον, το σχεδιαζόμενο «άνοιγμα» στη μεσαία τάξη πέφτει στο κενό, καθώς η κατάργηση της μείωσης του αφορολογήτου συνοδεύθηκε από την ακύρωση των αντιμέτρων που προέβλεπε το κυβερνητικό πρόγραμμα. Συγκεκριμένα, δεν θα ισχύσουν τελικώς η μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% εάν δεν υπερβαίνει τα 700 ευρώ, η μείωση του πρώτου φορολογικού συντελεστή από το 22% στο 20% και η μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης για εισοδήματα έως 30.000 ευρώ. Παράλληλα, η ρητορική του κ. Τσίπρα ότι επί της θητείας του η χώρα αποκατέστησε λειτουργικές σχέσεις με τους εταίρους και τους θεσμούς δέχθηκε ισχυρό πλήγμα. Η έκθεση της Κομισιόν περιέγραψε κίνδυνο δημοσιονομικού εκτροχιασμού, ενώ ο πρωθυπουργός υποχρεώθηκε να στραφεί εναντίον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, παρά το γεγονός ότι υπήρξε ο βασικός υποστηρικτής της κυβέρνησης έναντι του Eurogroup και του ΔΝΤ, όλα τα προηγούμενα χρόνια.
«Φρένο» κατόπιν εορτής
Τέλος, το σύνθημα περί ηθικού πλεονεκτήματος της Αριστεράς είχε ήδη δεχθεί ισχυρό πλήγμα τις προηγούμενες εβδομάδες με την υπόθεση Πετσίτη και τις ακραίες δηλώσεις Πολάκη. Ομως, σε αυτό το «υπόστρωμα» προστέθηκαν, πλέον, και οι ακρότητες των τελευταίων ημερών με το κύμα των τροπολογιών και μετατάξεων στη Βουλή, στις οποίες υποχρεώθηκε να βάλει «φρένο» κατόπιν εορτής ο πρωθυπουργός.
Σε αντίθεση με τον κ. Tσίπρα, ο κ. Μητσοτάκης, με δεδομένο το ασφαλές προβάδισμα της Ν.Δ., δεν είναι υποχρεωμένος να ανεβάσει τους τόνους. Εξάλλου, το κλίμα πόλωσης μπορεί να συμβάλει στην αύξηση της συσπείρωσης του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και να απομακρύνει ψηφοφόρους των μικρότερων κομμάτων, ορισμένοι εκ των οποίων τάσσονται υπέρ των κυβερνήσεων συνεργασίας. Πάντως, τις τελευταίες ημέρες πριν από την αναμέτρηση της 7ης Ιουλίου, ο πρόεδρος της Ν.Δ. αναμένεται να αναδείξει το διακύβευμα της αυτοδυναμίας. Και τούτο, διότι εάν από τις εκλογές δεν προκύψει κυβέρνηση, η χώρα θα οδηγηθεί σε νέες κάλπες με απλή αναλογική και ορατό πλέον το ενδεχόμενο της ακυβερνησίας.
Δημοσίευση σχολίου