''όλοι οι άνθρωποι είναι πάνινες κούκλες παραγεμισμένες με πριονίδι - πριονίδι κλεμμένο από χωματερές όπου βρίσκονταν πεταμένες όλες οι πρώην κούκλες, το πριονίδι να ξεχύνεται από όποιο σχίσιμο σε όποιο πλευρό τους, όσες εξ αιτίας μου δεν είχαν πεθάνει'' 
ΓΟΥΊΛΙΑΜ ΦΏΚΝΕΡ, Η ΒΟΥΉ ΚΑΙ Η ΜΑΝΊΑ [1] 


 1.
.......είχαν περάσει ώρες προσπαθώντας να σώσει τα πουλιά απ' την πλεκτάνη μη σάς νοιάζει ποιος είναι είδα τον ίσκιο να κρέμεται σαν θηλιά πάνω απ' το ρέμα δεν έμοιαζε τους προηγούμενους ένα αμήχανο αγκάλιασμα και μάς δέχτηκε - η φωνή έμοιαζε τα ανταγωνιστικά παιχνίδια της δύναμης ήθελε να τρυπήσει τη νύχτα η κουκουβάγια αποτραβιόταν περιμένουν κάτι που μπορεί να συμβεί - την τακτοποίηση του παμπάλαιου χρέους - όπως η προπατορική αυτοδικαίωση τότε θα έχεις μόνο εμένα τότε οι δυο μας ανάμεσα στην κατάρρευση και την ερείπωση καλωσόριζα το πρωινό σα να κρυφάκουα την έρημο δε συνήθισα ακόμα τον κόσμο το θλιβερό εκείνο πρόσωπο της απόλυτης ανικανότητας - ήχος άσκοπος κομμένος από χτύπημα μαχαιριού άρχισε ν' αφήνει γλυκιά γεύση στα χείλια και μετά ξανά γαλήνιοι κι απολιθωμένοι μέσα στο νερό υπήρξα σχετικά εξοικειωμένος με τα πράγματα αυτά - ανέκαθεν ονειρευόμουν να ζήσω κοντά στη θάλασσα το πρωί με ξυπνούσε η αίσθηση ότι η Ισαβέλλα Τ. μπορεί και η Βιρτζίνια Γ. - σηκωνόταν απ' το κρεβάτι καθισμένη μπροστά στον καθρέφτη Να μείνω μια στιγμή παρακαλώ - μ' εκείνο το εξαντλημένο γέλιο - είπα - διαβεβαίωση προς τον εαυτό μου η γυναίκα και το νερό ανέβαινε σαν παλίρροια ήθελε να μοιραστεί με κάποιον το θέαμα να μείνει εκεί χωρίς να κουνηθούν όλη μέρα - τα μισόκλειστα βλέφαρα απαράλλαχτα όπως τα αμαξίδια των αναπήρων - σε καθυστέρηση έχουμε διανύσει ήδη το μισό του διαλείμματος με τις εγκλωβισμένες αναπνοές τις σάρκινες πτυχές όσων μιλούσαν για το μέλλον - Τι θα σού άρεσε πραγματικά να κάνεις μου λέει - απότομα τα χέρια του έσφιξαν ύστερα ήρθε ο επαίτης αδειάζοντας τα νομίσματα οι τσέπες απ' το παλτό έμειναν γαλήνιες και τυφλές όπως τα μάτια των ηνιόχων όπου τα σπίτια εξαφανίζονται σε μοναξιές άνυδρων τοπίων - μιλώ για το μέλλον - έρχεται σαν τυχαίος εραστής γιατί κάποτε τα πουλιά παραιτούνται χρειάζεται το τέλος του παιχνιδιού όταν όλα αποκτούν μια διορία εγκατάλειψης - ακέραιη Θα δημιουργηθεί η καινούρια νύχτα που θα δεχτεί το χάος Την άβυσσο Περνώ ξυστά απ' τον τοίχο το κέντρο της γης - ήμουν πριν με βιαιότητα - καθόμουν ακουμπισμένος στο δέντρο τα στολίδια του ήλιου κάθετα - διάβαζα σαν ανοιχτό βιβλίο τους ικέτες δωροδοκώντας το χρόνο αμέτοχα φιλάρεσκα - μεταναστεύουν οι λέξεις σπασμωδικές ή εντάφιες [παύση] Συνήθως στέκεται γυμνή σ' αυτό το ανελέητο φως αργότερα η βροχή χτυπούσε τα τζάμια καθένας στη θέση του
Η ΙΣΑΒΈΛΛΑ ΤΥΣΟΝ[2] : ....κι οι θόρυβοι αγρυπνούν μυστικά όταν ανεβαίνουν από κάτω points de suspension απλά γυρνώντας να κοιτάξω κατάματα ανασηκώνω αργά τα φρύδια η λάμπα κρατάει ακόμα την ωχρότητα ο δρόμος συνέχιζε πίσω απ' το σούρουπο τα πουλιά ταλαιπωρούσαν τον επισκέπτη μέχρι την ώρα που σηκωνόταν να φύγει μάς έμενε να βγούμε στη βροχή επειδή η βροχή ποτέ δεν έβλαψε κανέναν θα έρθει ο Μολλόυ [3]
Ο ΣΑΜΟΥΕΛ ΜΠΈΚΕΤ : ....Έλεγα λοιπόν στον εαυτό μου - η παρουσία των μικρών πουλιών - περιμένει κανείς το αντίθετο αλλά σκέφτονται όπως οι άνθρωποι έχουν αρκετά καλή μνήμη θα μπορούσε να το δει οποιοσδήποτε καθαρά : Ο καθρέφτης έκανε την αρχή το σύννεφο μιας βαθιάς επίγνωσης : Δεν ήμουν υπαρκτός ωστόσο γινόταν να νοιώσω τη μυρωδιά και τις οσμές από το χώμα ή τον αέρα Ο Μολλόυ καθυστερεί ένοχα -/
     Το φόρεμα το καλάθι τα κεράσια τα λουλούδια της όχθης τα κοιμισμένα πουλιά - λιγότερα βέβαια - ξανά τα σύννεφα μ' εξουσίαζε που μερικές φορές κατάφερνα να κοιμηθώ ο χρόνος σταματά για λίγο αλλά τελικά δεν είσαι υπαρκτός δραπετεύεις από μια ανταύγεια του καθρέφτη - εξηγούσα - οι συναφείς σχέσεις με τον εαυτό μου αποκήρυτταν τις έννοιες εύκολα - όφειλα να επικυρώσω τους παλιούς πανικούς όπως η γυναίκα αυτή καθαυτή
Ο ΕΠΙΣΚΈΠΤΗΣ : ......μου αρέσουν οι παλιές ερωτήσεις που επαναλαμβάνονται οι αρχαίες φωτογραφίες οι απαντήσεις που εκκρεμούν χωρίς χαιρετισμούς και φιλοφρονήσεις ένα δισταχτικό άγγιγμα σαν σφυροκόπημα στον λαιμό της μέσα στα σπίτια μας σε τόνο προφητείας αφήνω κάποτε τα οράματά μου απέναντι στο ατελεύτητο κατηγορητήριο [μεγάλη παύση] θέλω ν' ακούσω το νερό κι έπειτα όλη η ύπαρξη κατακλύζεται αρκεί που βούλιαζα στη σιωπή ούτε ήταν ηλιαχτίδα αυτό που κυμάτιζε στο πρόσωπο - θα κρατήσει πολύν καιρό - να έφτανα σερνάμενος ως την ακτή μέχρι το κύμα - εκείνο που είπε ο πατέρας : ''όλοι οι άνθρωποι είναι πάνινες κούκλες παραγεμισμένες με πριονίδι - πριονίδι κλεμμένο από χωματερές όπου βρίσκονταν πεταμένες όλες οι πρώην κούκλες, το πριονίδι να ξεχύνεται από όποιο σχίσιμο σε όποιο πλευρό τους, όσες εξ αιτίας μου δεν είχαν πεθάνει'' [4][γελάει τρανταχτά] -/  Ύστερα ένα βράδυ συνάντησα τυχαία τον Μεντβεντένκο [5] - ξέρετε μου λέει αφήνω τον εαυτό μου εκτεθειμένο τον ταλανίζουν τα πουλιά και τον κατέχουν χίμαιρες τόσος καιρός που έφυγε η μαντάμ Αρκαντίν η Νίνα [6] η Βιρτζίνια Γ. κι εγώ χρωστώ ακόμα στον γιατρό μου δυο χιλιάδες ρούβλια - Έτσι συμβαίνει περίπου συχνά απάντησα Υπάρχουν να φανταστείτε ορισμένα τοπωνύμια που αγαπώ μα ξέχασα - ακόμα και στην εξοχή φαινόταν κάποτε σαν ν' άνοιγε ο δρόμος λαχάνιαζα περισσότερο - παρά βάδιζα - όπως κι η Ισαβέλλα Τ. επιστρέφοντας απαγορευόταν ν' αγγίζουμε ή να μιλάμε δυνατά μέσα στο δωμάτιο - Δεν υπάρχει πια παλίρροια έλεγε - και η ζωή μου αμφιβάλλω αν είναι μέλλουσα ΜΟΛΛΌΥ : .....έχουν κάτι το μοιρολατρικό επάνω τους τ' αφήνεις σε μια γωνιά και θα μείνουν εκεί αιώνια χωρίς να πετάξουν ν' ανέβουν τον ορίζοντα μόνο η φυσική ανθρώπινη αφροσύνη εξαργυρώνεται θα κλείσω τα μάτια μου πιθανό και να κοιμηθώ λιγάκι μετά θα αισθάνομαι καλύτερα κι όταν τα ξανανοίξω δεν θα υπάρχει τοίχος παρά η απεραντοσύνη του κενού - ο καθρέφτης επιτελεί την αρχή τα ζώα είναι διαφορετικά φαντάσου ότι κάτι κινείται δίπλα σου ενώ κάθε δέντρο κάθε παράθυρο έχει τη θέση του ο,τι άλλο τραβάει το δρόμο του - / εκλιπαρώντας :   
ΜΕΝΤΒΕΝΤΕΝΚΟ : ....δώστε μου 2000 ρούβλια πριν λίγη ώρα είχαν έρθει να γυρέψουν το θερμόμετρο Το σύμπαν είναι φτιαγμένο από σιωπή 

 2.
.......εκείνο το μεσημέρι της Παρασκευής : Διαρκώς κάνετε Επαναστάσεις - μου λέει - ήταν ο Μολλόυ - αν είχατε φύγει - αν είχατε μια γυναίκα αλλού που περιμένει θα χρειαστεί να σπρώξεις τον χρόνο με πιο πολύ φόρα εκείνη ακίνητη στην πόρτα ανακάθεται η φούστα κολλημένη πάνω της έσταζε υγρασία απ' τ' αγιόκλημα ο συρτός θερμός αέρας και οι απόηχοι θα πριονίζουν τα χόρτα όπως η γαλήνη και ο καθρέφτης όταν παρέχουν την αθανασία - Ο καιρός είναι τεφρός ανοιχτό μαύρο πρόσθεσε το Παλτό [6] και τάχυνε το βήμα του προς τη γέφυρα Ομπούκωφ - βασίζομαι στην εχθρότητα των μαρτύρων ή των δύστροπων επιτρόπων μουρμούρισε γιατί η σκέψη λειτουργεί ως πρόκληση 
ΙΣΑΒΈΛΛΑ ΤΥΣΟΝ : .....απόψε τη νύχτα είδα στα σωθικά μου το μεγάλο παράπονο της απουσίας κρατούσε σφραγισμένα τ' αυτιά μέσα στα λιγοστά υπάρχοντα της λαθραίας ζωής του θα υπήρχε και κάτι που όλοι αγνοούσαν όπως αρχίζουμε ν' αποκτούμε κάποιο νόημα - αύριο θάμαι κιόλας μακριά
ΜΟΛΛΌΥ : [παύση].....πραγματικά σάς αγάπησα τις μυστικές επιδρομές σαν επιθυμίες την κομμένη ανάσα ή εκείνο το κρυφό κοστούμι κωπηλασίας - / η Ισαβέλλα Τ. χωρίς σκέψη και χωρίς καν φύλο - άκληρη - η μουσική του φόντου ήταν ιδιαίτερα ενοχλητική Μύριζε βροχή και όλα τα αρώματα που απελευθέρωσε ο βαρύς ίσκιος στο πέρασμά του - ανέβασε το χέρι μου στο λαιμό της εκεί η καρδιά της ακουγόταν σαν φτεροκόπημα 
ΤΟ ΠΑΛΤΟ : ....προτού βάλω μπροστά τη μηχανή κάνω το σωστό πράγμα τυλίγω το μπράτσο γύρω σου και φιλώ το τεταμένο μάγουλό σου 
ΙΣΑΒΈΛΛΑ ΤΥΣΟΝ : .....ναι σε μισώ ναι τον μισώ θα πέθαινα για χάρη σου για χάρη του ναι θα πέθαινα Έχω κιόλας πεθάνει για χάρη σου πεθαίνω για χάρη του πεθαίνω για χάρη σας ξανά και ξανά και ξανά κάθε που συμβαίνει το ίδιο ανοιχτό μαύρο σ' όλη την οικουμένη σκοτείνιασε λοιπόν Ανύπαρκτος Είναι απαίσιο να υπάρχουν καθρέφτες στα δωμάτια Όταν με άγγιξαν τελείωσα Ανεπαίσθητα και πραγματικά Χωρίς έλεος [παύση]
ΤΟ ΠΑΛΤΟ : [κατεβαίνει απ' τη σκάλα πλησιάζει από πίσω και της μιλάει στο αυτί] ....κάτι τραβάει το δρόμο του είναι θέμα ρουτίνας και μόνο 

3.
.....ο χλωμός ίσκιος των βροχερών ημερών ταίριαζε στο γούστο μου του προσάπτω ελαττώματα ή τον γελοιοποιώ έτσι υποστήριζε ο Μολλόυ όποια κι αν ήταν η καταγωγή του είχε ζήσει τόσο ψεύτικα σπάνια έχω συναίσθηση ξεκάθαρη επίσης τι φοράνε οι άνθρωποι και τα κλαδιά φαίνονταν πως είχαν αλλάξει θέση - τελευταία διαπίστωση για την γενικότερη κατάσταση της αυλής - ήταν ακίνητος και πήγα κοντά του μια άμορφη ασάφεια γύρω απ' το πρόσωπο έπινε την μοναδική γουλιά άφηνε το φλιτζάνι στο πιάτο ούτε που γύρισε να με κοιτάξει - ποιος είστε ; - του κάνω - σύντροφε - γιατί να παίζουμε κάθε μέρα τον ίδιο θάνατο ; σου εύχομαι να βρίσκεις στο φτερό και στη στιγμή καλούς φίλους για την επιβίωση ή την παραμυθία το ζήτημα μπορεί να είναι εδώ ακριβώς - Ξέρω απ' αυτά όσα γνωρίζουν οι νεκρές λέξεις και τα ξεχασμένα πράγματα - απάντησε -  περιορίστηκα να τον ακολουθήσω στο σκοτάδι άφησα να περάσουν μερικά λεπτά μακρόσυρτες δύσκολες μέρες οπότε υφίσταται αμέσως ένα μυστικό ανάμεσα σε δύο απρόφερτο η εμφάνισή του δεν τον απασχολούσε καθόλου ορισμένοι υπέθεταν πως ήταν κάποιο σημαντικό πρόσωπο που κρυβόταν άκουσα να με φωνάζουν ίσως με αποκαλούσαν με κάποιο όνομα ανοίκειο αλλά δεν ήμουν σίγουρος δε με ξέρει κανείς σ' αυτά τα προάστια θα μιλούσα σε μια φωνή που θα έλεγε εκείνο ή το άλλο έψαχνα - να βρω τι θα μπορούσε να είχε κάνει αν ένοιωθα καλύτερα ή χειρότερα περισσότερο ελεύθερος ή χωμένος σχεδόν στη γη γύρισε προς το μέρος μου ήταν απλά ένα Παλτό η ίδια άμορφη ασάφεια της μορφής ήταν ακατόρθωτο να ντύνω μ' ένα όνομα τα πάντα η φωνή που μόλις αρχίζω να την γνωρίζω πιο συγκεκριμένα στην πάροδο Κιριούσκιν η ατμόσφαιρα είχε γίνει θολή για τη θάλασσα - για την οποία δεν θα μιλήσω - η συζήτηση αραίωνε ο ποταμός έλαμπε πίσω από ολωνών τις φωνές στη γέφυρα φάνηκε να υπαγορεύτηκε το τέλος - το Παλτό γύρισε απότομα : Δώστε μου 2000 ρούβλια πριν λίγη ώρα είχαν έρθει να γυρέψουν το θερμόμετρο Το σύμπαν είναι φτιαγμένο από σιωπή 

 ΤΕΛΟΣ

 ΑΝΑΦΟΡΕΣ-ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] βλ. σημ. [4]
[2] κύριο πρόσωπο στο : Βιρτζίνια Γουλφ, Η ΚΥΡΊΑ ΣΤΟΝ ΚΑΘΡΈΦΤΗ, διήγημα, μτφρ. από τα αγγλικά Βάνια Σύρμου-Βεκρή, το ΟΚΤΑΣΈΛΙΔΟ του Μπιλιέτου, ν. 55, Παιανία 2006 
[3] βλ. Σάμουελ Μπέκετ, ΜΟΛΛΌΥ, μυθιστόρημα, μτφρ. Β&Λιλίκας Γεωργίου, Δωρικός 1970
[4] Γουίλιαμ Φώκνερ, Η ΒΟΥΉ ΚΑΙ Η ΜΑΝΊΑ, μτφρ. Παύλος Μάτεσις, Καστανιώτης 2010 
[5] πρόσωπο στον ΓΛΑΡΟ του Α. Τσέχωβ
[6] επίσης πρόσωπα στον ΓΛΑΡΟ ο.π.
[7] Nikolay Gogol, ΤΟ ΠΑΛΤΟ, μτφρ. Ορέστης Ορλώφ, Ars Brevis/Παραπέντε, αχρονολόγητο


Δημοσίευση σχολίου